ΕΧΕΙ ΠΛΗΜΜΥΡΙΣΕΙ ΕΣΧΑΤΩΣ το τηλεοπτικό τοπίο με τόσα πολλά αστυνομικά / ψυχολογικά / δραματικά θρίλερ «πολυτελείας», ώστε δεν ξέρει κανείς ποιο να (μην) πρωτοδεί. Μόνο τις τελευταίες εβδομάδες υπάρχουν τουλάχιστον τρεις τέτοιες σειρές αμερικανικής παραγωγής με γνωστούς και καταξιωμένους πρωταγωνιστές, οι οποίες ανταγωνίζονται για τον ελεύθερο χρόνο των θεατών, προσφέροντας λίγο-πολύ το ίδιο προϊόν σε αντίστοιχα λαμπερή συσκευασία. Πρόκειται για το “Malice” το οποίο γυρίστηκε εν μέρει στην Πάρο, το “All Her Fault” με την θεότητα του “Succession” Σάρα Σνουκ και το “The Beast in Me” («Το τέρας μέσα μου») του Netflix με δύο επίσης βαριά ερμηνευτικά χαρτιά – την Κλερ Ντέινς και τον Μάθιου Ρις – στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η πλοκή, ο τόνος, το ύφος και η συνολική διαχείριση μπορεί να διαφέρουν, η θεματική όμως είναι σε μεγάλο βαθμό κοινή –και, δυστυχώς, μάλλον προβλέψιμη. Η παθολογία των προνομίων και του πλούτου, τα μυστικά και τα ψέματα, τα κρίματα και τα πάθη, η απληστία και το έγκλημα. Και οι ένοχοι είναι πάντα οι ίδιοι: οι πλούσιοι, λευκοί άνδρες. Κάτι που προφανώς ισχύει σε μεγάλο βαθμό στην πραγματικότητα, στη μυθοπλασία όμως αρχίζει να καταντά κάπως στείρο και μονότονο. Και ειδικά όταν πρόκειται για υπόθεση μυστηρίου που ζει και αναπνέει με τον αέρα του απροσδόκητου, του αναπάντεχου, του απρόβλεπτου.
«Χρειαζόμαστε τους κακούς στις ιστορίες μας», την ακούμε να λέει (και την βλέπουμε να γράφει) κάποια στιγμή. «Γιατί χωρίς αυτούς, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας».
Τούτων λεχθέντων, το “The Beast in Me” (όπως και το “All Her Fault”, το “Malice” δεν το αποτόλμησα παρότι περιέχει τον Ντέιβιντ Ντουκόβνι να ρίχνει ελληνικές γυροβολιές), παρότι δεν κάνει κάποια υπέρβαση στο είδος, είναι αρκετά καλοφτιαγμένο και καλοπαιγμένο – και «τίμιο» στις προθέσεις του – ώστε να αποτελεί μια καλή πρόταση για binge ένα κρύο βράδυ. Και μόνο η απορία και το δέος σχετικά με το πού βρίσκει η Κλερ Ντέινς τα ερμηνευτικά εργαλεία ώστε να κάνει το ίδιο πράγμα (τη μάσκα αγωνίας, έντασης και μόνιμης συναισθηματικής έξαρσης που τελειοποίησε στο Homeland) να φαίνεται κάπως αλλιώς κάθε φορά, μπορεί να σε πάει μέχρι και το όγδοο και τελευταίο επεισόδιο της σειράς.
Η Ντέινς υποδύεται μια επιτυχημένη αλλά από καιρό μπλοκαρισμένη συγγραφέα που έχει χάσει το παιδί και ακολούθως τον γάμο της και μένει μόνη και δυστυχής σ’ ένα μεγάλο και ανοικονόμητο σπίτι σε πολυτελές προάστιο, μακριά από την κοινωνική ζωή του Μανχάταν, όταν έρχεται να εγκατασταθεί απέναντί της σε μια τεράστια έπαυλη ένας επιφανής μεγιστάνας των ακινήτων (και γόνος μεγιστάνα ακινήτων, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ), η πρώην σύζυγος του οποίου εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Οι αρχές κατέγραψαν την απώλειά της ως αυτοκτονία (είχε αφήσει πίσω της και το σχετικό σημείωμα), το κοινό όμως – με τη συνδρομή των μέσων ενημέρωσης – έχει άλλη άποψη, πιστεύοντας ότι εκείνος είναι υπεύθυνος για τον θάνατό της. Παρά την δαιμονική χροιά που δίνει με το καλημέρα στον χαρακτήρα ο Μάθιου Ρις, η συγγραφέας ερεθίζεται από την πρότασή του να γράψει για εκείνον ένα βιβλίο τώρα που έγιναν γείτονες και τελικά την αποδέχεται. Κακή ιδέα, όπως γρήγορα συνειδητοποιεί και η ίδια καθώς εμπλέκεται όλο και πιο βαθιά σ’ ένα επικίνδυνο και θανατηφόρο παιχνίδι που κρατά το ενδιαφέρον μέχρι το λυτρωτικό τέλος. «Χρειαζόμαστε τους κακούς στις ιστορίες μας», την ακούμε να λέει (και την βλέπουμε να γράφει) κάποια στιγμή. «Γιατί χωρίς αυτούς, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας».
Το επίσημο τρέιλερ της σειράς