Έγραψες αρνητική κριτική για την Τέιλορ Σουίφτ; Την έβαψες

Αν γράψεις κακή κριτική για την Τέιλορ Σουίφτ, θα λάβεις απειλές για τη ζωή σου: Mέσα στον ψηφιακό πόλεμο που αντιμετωπίζουν οι μουσικοκριτικοί Facebook Twitter
Oι θαυμαστές της Taylor Swift –οι λεγόμενοι Swifties– είναι έτοιμοι να την υπερασπιστούν με κάθε τρόπο. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image
0


ΌΤΑΝ Η ΤΕΪΛΟΡ ΣΟΥΙΦΤ κυκλοφορεί νέο άλμπουμ, οι θαυμαστές της –οι λεγόμενοι Swifties– είναι έτοιμοι να την υπερασπιστούν με κάθε τρόπο. Ο 12ος δίσκος της, με τίτλο «The Life of a Showgirl», που κυκλοφόρησε πρόσφατα, έγινε δεκτός με ανάμεικτες αντιδράσεις, όμως οι αρνητικές κριτικές προκάλεσαν ένα κύμα παρενόχλησης εναντίον των δημοσιογράφων που τις έγραψαν. Μερικά από τα μηνύματα που έλαβαν περιλάμβαναν απειλές όπως «δεν θα είσαι τόσο θαρραλέος όταν μάθουμε τη διεύθυνσή σου» ή «εύχομαι να απολυθείς για την προκατειλημμένη κριτική σου».

Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Τα τελευταία χρόνια, καλλιτέχνες και θαυμαστές έχουν γίνει πιο επιθετικοί απέναντι στους μουσικούς συντάκτες που τολμούν να γράψουν οποιαδήποτε αρνητική ή έστω μη ενθουσιώδη κριτική. Δημοσιογράφοι που έγραψαν για καλλιτέχνες όπως οι Τέιλορ Σουίφτ, Νίκι Μινάζ, Ντρέικ και BTS έχουν δεχθεί απειλές, εκφοβισμό και έχουν δει τα προσωπικά τους δεδομένα, όπως τη διεύθυνση του σπιτιού τους, να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο, μια πρακτική που είναι γνωστή ως doxxing. Ακόμη και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, όπως η Λάνα Ντελ Ρέι και η Lizzo, έχουν κατονομάσει δημοσίως δημοσιογράφους που έγραψαν αρνητικά γι’ αυτούς.

Η ένταση είναι τόσο μεγάλη που ορισμένα περιοδικά επιλέγουν να μη δημοσιοποιούν τα ονόματα των κριτικών τους. Το αμερικανικό «Paste» δεν αποκάλυψε ποιος υπέγραψε την περσινή κριτική για το τότε καινούργιο άλμπουμ της Σουίφτ, ενώ το καναδικό «Exclaim!» κράτησε την ανωνυμία του συντάκτη που έγραψε για τη διαμάχη της Νίκι Μινάζ με τη Megan Thee Stallion, για να τον προστατέψει από τους φανατικούς.

Οι δισκογραφικές γνωρίζουν πολύ καλά το πρόβλημα της παρενόχλησης από τους «σούπερ φαν», αλλά το αγνοούν επειδή οι φανατικοί αυτοί οπαδοί αποτελούν πηγή τεράστιων εσόδων. Επωφελούνται από το σύστημα που οι ίδιοι συντηρούν.

Η Γκρέις Ρόμπινς-Σόμερβιλ, ανεξάρτητη μουσική δημοσιογράφος στις ΗΠΑ, λέει ότι δεν έχει φοβηθεί ποτέ ιδιαίτερα τις αντιδράσεις, αλλά αν της ζητούσαν να γράψει κριτική για την Τέιλορ Σουίφτ, θα έκανε όλους τους λογαριασμούς της στα social media ιδιωτικούς. Όπως εξηγεί, «οτιδήποτε λιγότερο από την τέλεια βαθμολογία θεωρείται επίθεση».

Η Ελ Χαντ, freelance δημοσιογράφος στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχει δεχθεί προσβολές, ομοφοβικά σχόλια και διαδικτυακή στοχοποίηση. Προκειμένου να προστατευτεί, έχει περιορίσει την παρουσία της στα κοινωνικά δίκτυα. «Προσπαθώ να το αγνοώ πια», λέει. «Κάθε απάντηση προκαλεί περισσότερη τοξικότητα».

Ο Νοτιοκορεάτης κριτικός Μιντζέ Τζανγκ περιγράφει ότι δέχθηκε χιλιάδες μηνύματα, απειλές και απόπειρες παραβίασης των λογαριασμών του, όταν έγραψε για τα προβλήματα με τον νόμο που αντιμετώπιζε ένα είδωλο της K-pop. Ακόμη και η σύζυγός του έλαβε απειλητικά μηνύματα. Παρ’ όλα αυτά, θεωρεί ότι οι αντιδράσεις αποδεικνύουν τη σημασία της μουσικής δημοσιογραφίας. «Αν πιστεύεις σε αυτό που γράφεις, οι επιθέσεις δεν μπορούν να σε βλάψουν», λέει.

Ο Ραφαέλ Ρασίντ, επίσης δημοσιογράφος στην Κορέα, περιγράφει ότι μετά από άρθρο του για μια συναυλία K-pop δέχτηκε βροχή αρνητικών μηνυμάτων και απειλές για τη ζωή του, ενώ ο εργοδότης του δεχόταν πιέσεις να τον απολύσει. Παρότι δηλώνει ότι έχει γίνει πιο ανθεκτικός, αποφεύγει πλέον να καλύπτει τη συγκεκριμένη βιομηχανία.

Η Μέγκαν ΛαΠιερ, συντάκτρια του «Exclaim!», αν και δεν έχει δεχθεί απειλές, ανησυχεί ότι η επιθετικότητα καλλιτεχνών και θαυμαστών οδηγεί στην αυτολογοκρισία. «Έχει δημιουργηθεί μια κουλτούρα φόβου, και οι δημοσιογράφοι δεν εκφράζονται ελεύθερα», λέει.

Οι χαμηλές αμοιβές κάνουν την κατάσταση ακόμη δυσκολότερη. Η Χαντ τονίζει ότι οι αμοιβές των ελεύθερων επαγγελματιών δεν έχουν αυξηθεί εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. «Πολλοί πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό», αναφέρει. Έτσι, πολλοί επιλέγουν να αποφύγουν τη σύγκρουση με φανατικούς οπαδούς για ένα άρθρο που δεν τους αποφέρει σχεδόν τίποτα οικονομικά. Η Ρόμπινς-Σόμερβιλ συμπληρώνει ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι γράφουν από αγάπη για τη μουσική, όχι για τα χρήματα.

Ταυτόχρονα, πολλά μεγάλα μέσα ενημέρωσης περιορίζουν τη μουσική κριτική. Τα μεγάλα αμερικανικά μέσα «The New York Times», «Vanity Fair» και «The Washington Post» έχουν συρρικνώσει το πολιτιστικό τους τμήμα, γεγονός που, σύμφωνα με πολλούς, αντικατοπτρίζει τη γενικότερη απαξίωση της πολιτιστικής δημοσιογραφίας. Στην εποχή του streaming, οι ακροατές μπορούν να ακούσουν άμεσα οι ίδιοι τη μουσική, χωρίς να βασίζονται στις κριτικές.

Όταν κυκλοφόρησε το νέο της άλμπουμ, η Τέιλορ Σουίφτ προώθησε μόνο μία κριτική – εκείνη του «Rolling Stone», που ήταν σχεδόν αποθεωτική. Αυτό προκάλεσε φήμες ότι η θετική παρουσίαση ήταν πληρωμένη. Η Χαντ εξηγεί ότι οι εκδόσεις φοβούνται να δημοσιεύσουν αρνητικές κριτικές, γιατί μπορεί να χάσουν πρόσβαση όχι μόνο στη Σουίφτ, αλλά και σε άλλους καλλιτέχνες της ίδιας δισκογραφικής. Επιπλέον, οι διαφημίσεις των εταιρειών αποτελούν κρίσιμη πηγή εσόδων, πράγμα που δημιουργεί οικονομική εξάρτηση.

Ο Ρασίντ υποστηρίζει ότι οι δισκογραφικές γνωρίζουν πολύ καλά το πρόβλημα της παρενόχλησης από τους «σούπερ φαν», αλλά το αγνοούν επειδή οι φανατικοί αυτοί οπαδοί αποτελούν πηγή τεράστιων εσόδων. «Επωφελούνται από το σύστημα που οι ίδιοι συντηρούν», λέει.

Το διαδίκτυο, ωστόσο, έχει «εκδημοκρατίσει» την κριτική: οποιοσδήποτε μπορεί να γράψει τη γνώμη του στο Twitter ή στο TikTok. Έτσι, τίθεται το ερώτημα: ποιος ο ρόλος του επαγγελματία κριτικού όταν όλοι μπορούν να εκφέρουν άποψη;

Η ΛαΠιερ απαντά ότι σκοπός της κριτικής είναι να ανοίγει διάλογο και να εξηγεί γιατί ένα έργο μας αγγίζει. «Η κριτική είναι σαν έναν ειλικρινή φίλο που σου λέει την αλήθεια, ακόμα κι αν δεν σου αρέσει», λέει. Ο Τζανγκ προσθέτει ότι το γεγονός πως οι θαυμαστές αντιδρούν τόσο έντονα δείχνει ότι η μουσική δημοσιογραφία εξακολουθεί να έχει δύναμη. «Κάνεις κριτική γιατί αγαπάς τη μουσική και θέλεις να γίνει καλύτερη», καταλήγει.

Με στοιχεία από Reuters Institute. 

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τι δουλειά έχει να διδάσκεται η Τέιλορ Σουίφτ στο Χάρβαρντ;

Μουσική / Τι δουλειά έχει να διδάσκεται η Τέιλορ Σουίφτ στο Χάρβαρντ;

Η καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας στο Χάρβαρντ, Στέφανι Μπαρτ, εξηγεί σε κείμενό της στο «The Atlantic» γιατί επέλεξε να διδάξει ένα μάθημα με τίτλο «Η Τέιλορ Σουίφτ και ο κόσμος της» στο εξάμηνο που μόλις ξεκίνησε.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ody Icons Περφόρμερ, μουσικός, δραματουργός, συνθέτης 

Οι Αθηναίοι / Ody Icons: «Δεν γίνεται να μη διεκδικήσεις τον χώρο που σου αναλογεί»

Περφόρμερ, μουσικός. Μεγάλωσε σε περιβάλλον που αγαπούσε την Ανατολή, ήταν λαϊκό και καθόλου εστέτ, κι αυτό επηρέασε τη μουσική του. Γι' αυτό δεν καταλαβαίνει τι εννοούν στην Ελλάδα όταν τον ρωτούν «γιατί τόσο τουμπερλέκι;». Ο Ody Icons αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT
Παύλος Σιδηρόπουλος: «Είχε μια θλίψη για τα μακρινά αριστουργήματα»

Σεμίνα Διγενή / Παύλος Σιδηρόπουλος: «Είχε μια θλίψη για τα μακρινά αριστουργήματα»

Ένα ηχητικό ντοκιμαντέρ της Σεμίνας Διγενή για τον αγνό πρίγκηπα του rock and roll. Ακούγονται:  Δημήτρης Πουλικάκος, Μελίνα Σιδηροπούλου,  Δήμητρα Γαλάνη, Κώστας Φέρρης, Γιάννης Αγγελάκας κ.α.
THE LIFO TEAM
Οι νέοι λόκαλ DJs που ένα βράδυ θα σου «σώσουν τη ζωή»

Μουσική / Οι νέοι λόκαλ DJs που ένα βράδυ θα σου «σώσουν τη ζωή»

Σιχαίνονται τις πελατειακές σχέσεις, είναι unapologetic, αγαπούν τα συμπεριληπτικά dancefloors, αδιαφορούν για τον αλγόριθμο και προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια πολύ ανταγωνιστική σκηνή. 7 νέοι λόκαλ DJs μιλούν στη LifO.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Γιώργος Χατζηνάσιος

Μουσική / Γιώργος Χατζηνάσιος: «Ότι τι; Είναι ηλίθιοι όσοι ακούνε ελαφρολαϊκά;»

Έγινε συνθέτης για να μπορέσει να παντρευτεί τη γυναίκα του. Πιστεύει πως όποιος λέξη «ελαφρός» είναι απαίσια. Πρόλαβε την εποχή που τους τραγουδιστές τούς καταλάβαινες από τον ήχο της φωνής τους - τώρα δεν τους ξεχωρίζει. Ο Γιώργος Χατζηνάσιος αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT
Dievers Party: Πώς δυο φίλες έφτιαξαν τα πιο viral χορευτικά πάρτι της χρονιάς

Μουσική / Dievers Party: Πώς δυο φίλες έφτιαξαν τα πιο viral πάρτι της χρονιάς

Η Βάσω Καζαντζίδου και η Μαρινέλα Αμπντουραχμάνι γνωρίστηκαν τυχαία σε ένα αθηναϊκό κλαμπ. Δύο χρόνια μετά, αυτή η συνάντηση γέννησε ένα από τα πιο δημοφιλή mobile queer events σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Η τριπλή δύναμη του Μπετόβεν

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Η τριπλή δύναμη του Μπετόβεν

Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών παρουσιάζει το Τριπλό Κοντσέρτο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν με τρεις λαμπερούς σολίστ: ο Μαξίμ Βενγκέροφ, ο Στίβεν Ίσερλις και η Θεοδοσία Ντόκου ενώνονται υπό την μπαγκέτα του Φίνεγκαν Ντάουνι Ντίαρ την Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
MARCEL DETTMANN INTERVIEW

Μουσική / Marcel Dettmann: «Η τέκνο δεν γεννήθηκε για VIP τραπέζια»

Ένας από τους επιδραστικότερους εκπροσώπους της τέκνο, λίγες μέρες πριν από την εμφάνισή του στο Ωδείο Αθηνών, μιλάει για την αγαπημένη του μουσική ως έναν τρόπο να σχετίζεται με τον κόσμο και την πολιτική του nightlife.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Τίνα Τέρνερ (1939-2023): Ένας αληθινός θρύλος

Μουσική / Τίνα Τέρνερ: «Ούτε ένας δεν με αγάπησε στη ζωή μου, ούτε καν ο πατέρας και η μάνα μου»

Παρ’ όλες τις επιτυχίες και τις εκρηκτικές εμφανίσεις, η Τίνα Τέρνερ έζησε τα πρώτα σαράντα χρόνια της ζωής της με μοναξιά, κακοποίηση και στερημένη από αγάπη. Ο τρόπος που άφησε πίσω της τον τρόμο και την ενδοοικογενειακή βία και έγινε σύμβολο τόλμης και περηφάνιας και η πορεία της προς τη σαρωτική επιτυχία είναι είναι τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το παζλ της ζωής της.
M. HULOT
Το μέλλον που προφήτευσε το «Ghost in the shell» είναι εδώ

Μουσική / Το μέλλον που προφήτευσε το «Ghost in the shell» είναι εδώ

Το 1995, όταν βγήκε στους κινηματογράφους το διάσημο άνιμε του Mamoru Oshii, οι αναφορές του στην ΑΙ ακούγονταν εξωγήινες. Σήμερα, μοιάζει πιο επίκαιρο και σύγχρονο από ποτέ. Το ίδιο και το σάουντρακ του Kenji Kawai. Σε λίγες μέρες προβάλλεται ξανά στην Αθήνα.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Κορμί κι αλάτι, Μπέσσυ μου!

Οι Αθηναίοι / Κορμί κι αλάτι, Μπέσσυ μου!

Η καριέρα της μετράει πάνω από μισό αιώνα. Αν και έχει να βγάλει δίσκο από το 1983, τα τραγούδια που ηχογράφησε μέσα σε μια δεκαετία έχουν απήχηση σήμερα σε 17χρονα παιδιά, κι αυτό την κάνει να νιώθει έφηβη. Η Μπέσσυ Αργυράκη αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ