Μια πόλη γραφική
'Ενα βιβλίο που διαβάζεται σε τρία επίπεδα: σαν καλλιτεχνικό έργο, σαν διδακτικό εγχειρίδιο που εστιάζει στη λογική του πολεοδομικού σχεδιασμού και, τέλος, σαν λεξικό αναφοράς -σε ξεχωριστό γλωσσάρι- για όποιον και όποια επιθυμεί να εμβαθύνει στην λεπτομέρεια των κανονισμών.
Κωστής Πλεύρης (κείμενα) - Aspalax (εικονογράφηση), Μια πόλη γραφική - εικονογραφώντας την πολεοδομία των οικισμών μας. Πρόλογος: Κώστας Βουρεκάς - Οι Εκδόσεις του Αύριο (2025)
Ο Κωστής Πλεύρης εργάζεται ως πολιτικός µηχανικός και παράλληλα διδάσκει µε συµβάσεις τα µαθήµατα της πολεοδοµίας και χωροταξίας. Έχει απασχοληθεί στο Πανεπιστήµιο Δυτικής Αττικής (Αθήνα), στο Διεθνές Πανεπιστήµιο (Σέρρες) και στο Πανεπιστήµιο Αιγαίου (Μυτιλήνη). Εικονογράφηση: Aspalax Ο Aspalax (aspalaxcomix) είναι δημιουργός κόμικ και εικονογράφος με έδρα την Αθήνα. Τα κόμικς του πειραματίζονται με το σημειωτικό και το εθνογραφικό, και ασχολούνται με την ανάδειξη αντι-αφηγήσεων σε κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα

Πρόλογος
Κώστας Μπουρεκάς
Αρχιτέκτονας – πολεοδόμος πρόεδρος του τμήματος Αττικής του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ)
Ο Ανρί Λεφέβρ, στο κεφάλαιο "Οι επιμέρους επιστήμες και η αστική πραγματικότητα", του γνωστού έργου του με τίτλο Δικαίωμα στην πόλη (εκδόσεις Κουκκίδα, μετάφραση Παναγιώτης Τουρνικιώτης), διαπιστώνει ότι οι ξεχωριστοί επιστημονικοί κλάδοι που συχνά μελετούν τα αστικά φαινόμενα (ιστορία, οικονομία, δημογραφία, κοινωνιολογία, κ.ά.), δεν επαρκούν ούτε στις επιμέρους διαπιστώσεις τους, ούτε στον διακλαδικό συνδυασμό τους, ώστε να αποτελέσουν μια σφαιρική επιστήμη της πόλης. Μόνο μια πρόσφατη –σχετικά– πρακτική "τείνει να γίνει σφαιρική, συγκεντρώνοντας όλα τα δεδομένα της εμπειρίας και της γνώσης" και "ξεπερνά τις επί μέρους τεχνικές και εφαρμογές, για να γίνει κοινωνική πρακτική που αφορά και ενδιαφέρει το σύνολο της κοινωνίας": η πολεοδομία. Το σφαιρικό στη μελέτη της πόλης, σύμφωνα πάντα με τον Λεφέβρ, "προσπαθεί να το προσεγγίσει μόνο ένα διάβημα που, όταν δεν είναι ανοιχτά φιλοσοφικό, θυμίζει παράξενα το διάβημα των φιλοσοφιών".
Το βιβλίο Μια πόλη γραφική που κρατάμε στα χέρια μας, αποτελεί υπό αυτή την έννοια ένα ιδιαίτερα τολμηρό εγχείρημα, καθώς επιχειρεί όχι μόνο να μιλήσει για έναν επιστημονικό κλάδο, η προσέγγιση του οποίου συναντά δυσκολίες ομόλογες με αυτές των φιλοσόφων, αλλά και να εκλαϊκεύσει χωρίς να υπεραπλοποιεί, χρησιμοποιώντας και τα εργαλεία της αναπαράστασης, εκεί που ο λόγος φαίνεται να μην επαρκεί. Η διδακτική εμπειρία του αντικειμένου από την πλευρά του συγγραφέα και η σχεδιαστική ευχέρεια και φαντασία του εικονογράφου συμβάλλουν αναμφισβήτητα. Η αναγνώστρια θα κρίνει, όπως γίνεται πάντα, κατά πόσο η προσπάθεια ήταν επιτυχημένη.
Το βιβλίο απευθύνεται στον αναγνώστη χωρίς να προϋποθέτει ειδικές γνώσεις ή προηγούμενη ενασχόληση με το αντικείμενο. Περιγράφει αναλυτικά τις αφετηρίες, τις μεθόδους και τις στοχεύσεις μιας πρακτικής που αφορά στον προγραμματισμό και τον σχεδιασμό του χώρου στην κλίμακα της πόλης και προσφέρει αφορμές για μεγαλύτερη εμβάθυνση σε όποια το επιθυμεί. Σημαντικό μέρος του κειμένου είναι η περιγραφή μιας μεθοδολογίας με την οποία δύναται να εργάζεται ο ασκών τη συγκεκριμένη κοινωνική πρακτική στην Ελλάδα σήμερα. Η μεθοδολογία αυτή δεν είναι φυσικά καθολική επιλογή ή πολύ περισσότερο η μοναδική δυνατή. Στην πραγματικότητα της τρέχουσας επαγγελματικής πρακτικής, οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις πιθανότατα είναι τόσες, όσοι και οι ενασχολούμενοι με το αντικείμενο, όμως η μεθοδολογική περιγραφή που βρίσκουμε στο βιβλίο, βοηθάει την αναγνώστρια να συλλάβει την πραγματικότητα της πρακτικής μέσα από λογικά βήματα.
Η πολεοδομία συχνά βρίσκεται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, στην Ελλάδα και διεθνώς. Ανατρέχοντας απλά και μόνο στο εντελώς πρόσφατο παρελθόν στη χώρα μας, τα παραδείγματα αφθονούν. Ο πολεοδομικός εξευγενισμός σε γειτονιές των ελληνικών πόλεων που έχει σαν αποτέλεσμα τον εκτοπισμό των κατοίκων μέσω της αύξησης της τιμής των ακινήτων. Τα πολεοδομικά κίνητρα στον οικοδομικό κανονισμό που τονώνουν τη δραστηριότητα των κατασκευαστικών εταιρειών με την επίκληση της περιβαλλοντικής χρησιμότητας. Τα ητήματα της εκτός σχεδίου δόμησης, της οριοθέτησης των οικισμών και παράλληλα της προνομιακής αντιμετώπισης των στρατηγικών επενδύσεων, που σηματοδοτούν μια πολιτική στροφή από την ιστορικά ευνοϊκή αντιμετώπιση της μικρής ιδιοκτησίας, στην τάση συγκέντρωσης του οικονομικού οφέλους που προκύπτει από τη γη και τα ακίνητα στα χέρια λίγων και ισχυρών. Όλα τα παραπάνω βρίσκονται σαφώς εντός του θεωρητικού πεδίου που πραγματεύεται η πολεοδομία και κυρίως των πρακτικών που εφαρμόζει επί του εδάφους. Συνεπώς η καλύτερη γνώση των πολεοδομικών ζητημάτων, την οποία επιδιώκει το βιβλίο, ενισχύει την κριτική αντιμετώπιση της τρέχουσας πολεοδομικής πρακτικής και άρα και των εκάστοτε ασκούμενων πολιτικών.
Επιστρέφουμε στο κείμενο του Λεφέβρ. Γι’ αυτόν, η κριτική εξέταση της κοινωνικής πρακτικής του πολεοδομικού σχεδιασμού δεν αφορά μόνο στις τρέχουσες πολιτικές στην όποια πολιτική συγκυρία, αλλά σε κάτι πολύ βαθύτερο. Η κριτική στάση αποκτά χαρακτήρα επιστημολογικής αρχής, καθώς καθίσταται ο τρόπος που "επιτρέπει στη θεωρία να λύσει μια θεωρητική δυσκολία που πηγάζει από το γεγονός ότι η ίδια διαχωρίζονταν από την πρακτική". Το πρόβλημα, λοιπόν, του διαχωρισμού πολεοδομικής θεωρίας – πολεοδομικής πρακτικής λύνεται μέσω της κριτικής στάσης, η οποία εκκινεί από το γεγονός ότι με την πολεοδομική εφαρμογή επιμέρους γνώσεων που πηγάζουν από τη θεωρία επί του εδάφους προκύπτουν κενά και χάσματα που διαπιστώνονται εμπειρικά. Παράλληλα, η επιτυχημένη ή αποτυχημένη εφαρμογή της πρακτικής αποκαλύπτει τον ιδεολογικό χαρακτήρα της θεωρίας.
Με τα λόγια του Λεφέβρ, πρόκειται "για μια κριτική εξέταση της δραστηριότητας που λέγεται ”Πολεοδομία“: δεν πρόκειται δηλαδή να πιστέψουμε κατά λέξη τους πολεοδόμους, ούτε να αποδεχτούμε δίχως αμφισβήτηση τα αποτελέσματα των προτάσεων και των αποφάσεών τους", καθώς "οι αποστάσεις και οι διαστρεβλώσεις μεταξύ πρακτικής και θεωρίας (ιδεολογίας) ανάμεσα στις επιμέρους γνώσεις και τα αποτελέσματα περνούν σε πρώτο επίπεδο, αντί να αποσιωπούνται". Αν η ανάγνωση του βιβλίου οξύνει έστω και λίγο το κριτικό μας πνεύμα απέναντι σε όσα λέμε και πράττουμε οι πολεοδόμοι, έχει πιθανότατα πετύχει τον στόχο του.
Το βιβλίο αυτό είναι ένα εγχειρίδιο λογικής για να κατανοήσουμε τους οικισμούς μας και να απαιτήσουμε να αλλάξουν. Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του θα συναντήσετε μοντάζ εικόνων και σύντομα κείμενα που οργανώνονται σε αυτόνομα κεφάλαια και παρουσιάζουν κάθε φορά ένα θέμα, με περιεκτικό και εξελικτικό τρόπο: από την άμεση εμπειρία που ήδη κατέχετε πάνω σε δεκάδες πολεοδομικά ζητήματα -απλώς και μόνο επειδή ζείτε σε περίπλοκους οικισμούς- μέχρι την κατανόηση της πολυπλοκότητάς τους και του πρακτικού τρόπου που μπορεί να αλλάξουν.
Σε αυτό το εγχειρίδιο οι εικόνες δεν συνοδεύουν απλά το κείμενο, σαν απλή αντιστοίχιση σκίτσων στον λόγο· επιχειρούν από μόνες τους να ερμηνεύσουν, με τη δύναμη της καλλιτεχνικής σύνθεσης, τι είναι και πώς αλλάζει η πόλη.
Από την άλλη, το κείμενο στέκει κι αυτό σαν μια αυτόνομη έκφραση για το τι μπορεί να είναι ουσιώδες για τη θεωρία και την αλλαγή της πόλης. Πριν από την τελική τους μορφή, όπως τη βρίσκετε εδώ τυπωμένη, ο μεταξύ τους διάλογος τα σχημάτιζε συνεχώς και τα κράτησε σε μια ενωμένη απόσταση. Έτσι, πιστεύουμε ότι δεν επαναλαμβάνουμε την πληροφορία με δίδυμο τρόπο, αλλά σας παραδίδουμε διαφορετικές οπτικές των αντικειμένων που μελετά η πολεοδομία.
Χωρίσαμε το βιβλίο σε έξι μέρη. Στο πρώτο κεφάλαιο θα βρείτε στιγμιότυπα από προβληματικές καταστάσεις εξαιτίας του τρόπου που είναι οργανωμένη μια πόλη· εδώ, πιθανώς, να αναγνωρίσετε και τη δική σας εμπειρία. Ακόμα, θα προβληματιστείτε για το εάν τα ζητήματα αυτά στέκουν αυτόνομα, σαν ξεχωριστές κατάρες, ή αν οφείλονται στη γενική οργάνωση του χώρου γύρω μας.
Το δεύτερο κεφάλαιο εξελίσσει περαιτέρω αυτόν τον προβληματισμό, πηγαίνοντας πίσω από όσα βλέπουμε· μελετά την πόλη από τη γέννηση μέχρι τη σημερινή της διαμόρφωση και επιμένει ότι μια θεωρία που τροφοδοτείται από τις παρατηρήσεις μας μπορεί να εξηγήσει τα γενικά σχήματα που παίρνουν οι κατασκευές, οι δραστηριότητες και τα προβλήματα γύρω μας.
Το τρίτο κεφάλαιο θα σας φέρει σε επαφή με την ισχύουσα νομοθεσία και τους κανονισμούς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, τις ανάγκες της κοινωνίας και τον δημόσιο διάλογο. Εδώ θα γνωρίσετε τα εργαλεία που αλλάζουν τον χώρο, αλλά και την κρισιμότητα των αποφάσεων που παίρνει ο σχεδιασμός για τη ζωή που κατόπιν θα ξετυλιχθεί μέσα στους οικισμούς μας. Έμμεσα θα προβληματιστείτε μήπως η απουσία παρόμοιων πρακτικών διαιωνίζει προβληματικές καταστάσεις που βλέπετε ολόγυρά σας.
Το τέταρτο κεφάλαιο αποτελεί μια μεθοδολογία εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδιασμού. Εδώ, δηλαδή, θα σας παρουσιάσουμε βήμα-βήμα πώς θα πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να σκύβουμε πάνω από έναν τόπο, να εξαντλούμε την κατανόησή του και να επιλύουμε τα ζητήματά του, μέσα στο θεσμικό πλαίσιο που ισχύει. Φυσικά, εδώ έχουμε να κάνουμε μόνο με μια, την ιδιαίτερη δική μας, προσέγγιση του σχεδιασμού, χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι είναι και η μοναδική.
Το πέμπτο κεφάλαιο αναδεικνύει τα όρια των επίσημων διατάξεων μέσα από ένα τολμηρό άλμα· πώς θα ήταν οι μελέτες εάν δεν περιοριζόμασταν από κοινωνικές σχέσεις όπως η ιδιοκτησία και η εξουσία; Εδώ δεν θα προβληματιστείτε μόνο για το πώς προέκυψε το σημερινό σώμα των πολεοδομικών κανόνων, αλλά θα ακούσετε για εναλλακτικούς σχεδιασμούς και θα αναρωτηθείτε πάνω στο συνολικότερο πλαίσιο που ορίζει ποιος και πώς μπορεί να οργανώνει την πόλη. Η αμφισβήτηση είναι μάλιστα ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσετε ακόμα καλύτερα τη λογική του επίσημου πλαισίου και, ακόμα, να αναρωτηθείτε πόσα δικαιώματα έχουν τελικά οι πολίτες στον σχεδιασμό των οικισμών τους.
Το τελευταίο κεφάλαιο είναι ένα γλωσσάρι βασικών τεχνικών όρων, οι οποίοι εμφανίζονται συνεχώς στους κανονισμούς, στα μέσα ενημέρωσης και στη γλώσσα των μηχανικών και τους οποίους θέλουμε να αποσαφηνίσουμε. Έτσι, εδώ θα βρείτε κι ένα μικρό λεξικό για να ανατρέχετε, είτε κατά την ανάγνωση του βιβλίου -εκεί όπου θα συναντάτε τη μικρή εικόνα μέσα στην αφήγηση- είτε ανεξάρτητα, στο μέλλον, όποτε κι αν έρθετε σε επαφή με τους όρους αυτούς. Εάν αναζητάτε τη λεπτομέρεια στον σχεδιασμό, το ίδιο κεφάλαιο θα σας παραπέμπει συχνά στο νομικό σώμα της πολεοδομίας, ώστε η ροή της λογικής του υπόλοιπου βιβλίου να μην διασπάται από την άκαμπτη κωδικοποίηση των νόμων.
Το εγχειρίδιο αυτό συνειδητά επιχειρεί να μην είναι εξαντλητικό στην πληροφορία που δίνει. Σε μια εποχή γρήγορης πρόσβασης στα δεδομένα θα ήταν ανούσιο να φτιάξουμε μια πολεοδομική εγκυκλοπαίδεια. Αυτό που προσπαθούμε να μεταδώσουμε είναι η λογική του σχεδιασμού και η κατανόηση του πώς γεννιούνται τα φαινόμενα με τα οποία καταπιάνεται η πολεοδομία· και μάλιστα με την πολλαπλασιαστική συμβολή της γλώσσας της εικονογράφησης. Μαθηματικοί τύποι, φύλλα της εφημερίδας της κυβέρνησης που περιέχουν τον δαίδαλο της πολεοδομικής νομοθεσίας, αρμόδιοι φορείς, καθώς και οι τόσο συνήθεις παρεκκλίσεις από τον κανόνα, όλα αυτά μπορούν να βρεθούν με μια αναζήτηση στο διαδίκτυο. Εμείς κρατάμε σε αυτό το εγχειρίδιο, όπως θέλουμε να πιστεύουμε, την απλότητα του ουσιώδους. Η ηλεκτρονική αυτή αναζήτηση δεν είναι, φυσικά, πάντοτε χωρίς κόπο και το αναγνωρίζουμε, για αυτό σας δίνουμε μια κατεύθυνση προς τα πού να ανατρέξετε και σας εξοπλίζουμε με υπομονή. Η πολεοδομική νομοθεσία θυσίασε, δυστυχώς, την απλότητα που θα έπρεπε να χαρακτηρίζει τους κανονισμούς τού πώς κτίζεται μια πόλη, σε έναν βωμό νο- μοθετημάτων, παρεκκλίσεων, εξαιρέσεων και φωτογραφικών διατάξεων -ένα κουβάρι, δηλαδή, που συνενώνει τα προϊόντα πολλαπλών σχέσεων εξυπηρέτησης. Οι διφορούμενες ερμηνείες είναι επίσης πάρα πολλές και, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν υπάρχει οδηγός που να διδάσκει πώς ξεδιαλύνεται το κουβάρι αυτό. Συχνά μάλιστα, παρά την έρευνα, αναγκαζόμαστε να καταφύγουμε απευθείας στις υπηρεσίες δόμησης και άλλους οργανισμούς για να μας βγάλουν έξω από αυτές τις οριακές συνθήκες -με τον χρόνο να είναι ένα μόνο από τα τιμήματα.
Ενώ τασσόμαστε με την πλήρη άρση της πατριαρχικής προίκας στον λόγο, η συνεχής παράθεση της αρσενικής και θηλυκής κατάληξης των επιθέτων, νοιώθουμε ότι δημιουργεί ζητήματα διάσπασης της ροής της ανάγνωσης. Διαλέξαμε, έτσι, να τις εναλλάσσουμε διάσπαρτα, ώστε κάθε γένος, τυχαία και εναλλάξ, να λειτουργεί ως αντιπρόσωπος του άλλου. Για παράδειγμα, "πόσες χειρίστριες γερανών ή ερευνητές βιολόγους μπορείτε να βρείτε σε μια κωμόπολη;". Πιστεύουμε ότι η γραμματική αυτή, πιο πολύ κι από εξισωτική, είναι προκλητική για το τι θεωρείται κανονικό και άρα γίνεται ακόμα πιο δημοκρατική -αγκαλιάζοντας μάλιστα και τη μελωδικότητα της γλώσσας.
Καλή ανάγνωση!
Σεπτέμβρης 2025