Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΧΕΙ ανάγκη από εχθρούς, ορατούς εχθρούς στους οποίους θα βρεθεί απέναντι, θα τους στοχοποιήσει, και να μεγεθύνει –ακόμα και διακινώντας ψέματα– σε υπερβολικό βαθμό τον κίνδυνο που διατρέχει η χώρα από αυτούς τους εχθρούς. Στόχος είναι να καταφέρει να τρομάξει την κοινωνία δημιουργώντας έναν συλλογικό φόβο.
Ο φόβος απέναντι σε μια μεγάλη εξωτερική απειλή λειτουργεί με έναν ιδιαίτερο τρόπο· ωθεί τους ανθρώπους να συσπειρώνονται γύρω από μια ηγεσία, όποια και αν είναι αυτή, να αφήνουν στην άκρη τα δύσκολα, να μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους στον κίνδυνο και την απειλή που έχουν μεγιστοποιηθεί, να τρομάζουν ιδιαίτερα όταν εισπράττουν από επίσημα κυβερνητικά χείλη διαπιστώσεις ότι κινδυνεύουμε, ότι θα αλλοιωθούν ο πολιτισμός και η κουλτούρα μας (sic), ότι αυτοί οι ξένοι εισβολείς θα έρθουν στη χώρα και θα περνάνε μια υπέροχη, ανέξοδη ζωή και τελικά θα ζουν εις βάρος μας.
Με άλλα λόγια, τι σημασία έχουν τα μεγάλα σκάνδαλα με τον ΟΠΕΚΕΠΕ όταν η απειλή είναι μπροστά μας, όπως οι καραβιές Λίβυων και Σουδανών μεταναστών και πολιτικών προσφύγων που καταφθάνουν στη νότια Κρήτη και εισβάλλουν ανεξέλεγκτα στην πατρίδα. Οι φοβισμένοι άνθρωποι βλέπουν και ακούν τους κυβερνήτες τους να εκθέτουν, συνήθως με δραματοποιημένο τρόπο, τον μεγάλο κίνδυνο και συσπειρώνονται πίσω από λογικές οργής και μίσους.
Ο περίφημος υπουργός Πλεύρης, γαλουχημένος σε ένα ακροδεξιό περιβάλλον, παρουσίαζε τους αιτούντες άσυλο που παραμένουν στη χώρα μας σαν ανθρώπους που ζουν σε έναν παράδεισο.
Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι καμία απειλή δεν προέρχεται από λίγους χιλιάδες μετανάστες ή πολιτικούς πρόσφυγες (ιδιαίτερα από το Σουδάν, όπου συνεχίζει να μαίνεται από το 2023 μια εμφύλια σύγκρουση), ώστε να κάνει τόσο μεγάλη φασαρία, να κατασκευάζει ανύπαρκτους εχθρούς, να αγνοεί επιδεικτικά διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να παγώνει τις αιτήσεις ασύλου, να εφαρμόζει παράνομα επαναπροωθήσεις, να γράφει στα παλιά της τα παπούτσια τις ενστάσεις ευρωπαϊκών και ελληνικών θεσμών που μοιάζουν να μιλάνε σε μια κυβέρνηση η οποία δεν τους ακούει και δεν ενδιαφέρεται για τέτοιου είδους «λεπτομέρειες».
Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι δεν υπάρχει καμία ανάγκη επίκλησης εκτάκτων συνθηκών για να τα κάνει όλα αυτά· άραγε, όταν λειτουργεί έτσι για κάποιες λίγες χιλιάδες μεταναστών και προσφύγων, τι θα έπρεπε να κάνει το 2015 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που επί των ημερών της έφτασαν στη χώρα περίπου ένα εκατομμύριο ξένοι;
Οι κυβερνητικοί μύθοι πρέπει να γκρεμίζονται, αν και αυτό που συνήθως ισχύει είναι πως, όταν αυτοί οι μύθοι πλασάρονται από μια εξουσία η οποία διαθέτει πανίσχυρο επικοινωνιακό οπλοστάσιο και απευθύνεται σε ένα κομμάτι της κοινωνίας που αφενός έχει άγνοια ή διαστρεβλωμένη άποψη για όσα συμβαίνουν, αφετέρου είναι έτοιμο να δεχτεί όποιο μήνυμα πάρει, στο τέλος νικητής είναι η εξουσία. Ο περίφημος υπουργός Πλεύρης, γαλουχημένος σε ένα ακροδεξιό περιβάλλον, παρουσίαζε τους αιτούντες άσυλο που παραμένουν στη χώρα μας σαν ανθρώπους που ζουν σε έναν παράδεισο: υψηλά επιδόματα, υπέροχη πληρωμένη διαμονή και εξαιρετικό φαγητό. Ακούει ο φοβισμένος και οικονομικά αδύναμος άνθρωπος πως τρώνε πολύ συχνά κρέας και ψάρι και αναρωτιέται γιατί δεν συμβαίνουν στη δική του ζωή όλα αυτά, γιατί αυτοί οι ξένοι επιβιώνουν τόσο καλά εις βάρος του, με τα χρήματα των φόρων του.
Δύσκολα θα φτάσει στα αυτιά του ότι τα χρήματα στη συντριπτική τους πλειονότητα προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και αυτοί των οποίων το αίτημα έχει απορριφθεί δεν έχουν δικαίωμα στη σίτιση, και ότι αυτή αφορά μόνο τους αιτούντες άσυλο, στους οποίους αναλογούν 6,88 ευρώ την ημέρα για σίτιση, με τις μαρτυρίες και τα ρεπορτάζ να αναφέρουν πως αυτό που τελικά καταλήγει στο πιάτο τους είναι φαγητό εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας.

Δύσκολα θα φτάσει, επίσης, στα αυτιά του η πραγματικότητα, η οποία λέει ότι οι κορόνες Πλεύρη για άμεση επιστροφή των μεταναστών στη χώρα τους δεν πρόκειται να υλοποιηθούν, γιατί πολύ απλά είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί. Για παράδειγμα, το 2024 επέστρεψαν στη χώρα τους 5.865 αλλοδαποί (κυρίως Αλβανοί και Γεωργιανοί), ενώ το πρώτο εντεκάμηνο του ίδιου χρόνου έφτασαν στη χώρα μας 57.300 άνθρωποι («Καθημερινή της Κυριακής»).
Με τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίζεται το μεταναστευτικό όχι μόνο αποπροσανατολίζει το ενδιαφέρον της κοινωνίας από τα σκάνδαλα του ΟΠΕΚΕΠΕ, λόγω των οποίων έχει στριμωχτεί γερά, αλλά ενισχύει και ακροδεξιά ένστικτα και απόψεις που ήδη βρίσκουν πρόσφορο έδαφος σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας: μην ξεχνάμε το εξαιρετικά υψηλό 20% που κινείται εκλογικά δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Παράλληλα, νομιμοποιεί την ακροδεξιά, υιοθετώντας σε μεγάλο βαθμό την ατζέντα της, και κανονικοποιεί τον ακροδεξιό λόγο, με αποτέλεσμα τη σταδιακή αποδοχή και την ενσωμάτωση ιδεολογιών και ρητορικής που διακινούν τον ρατσισμό και το μίσος.