ΤΟ ΝΑ ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ τη δημαρχία της Νέας Υόρκης ένας ινδικής καταγωγής μουσουλμάνος και μάλιστα σε αυτήν τη χρονική συγκυρία θα ακουγόταν πριν από κάποια χρόνια σαν ανέκδοτο, αλλά να που συμβαίνει! Ο 33χρονος Ζοχράν Μαμντάνι, γιος της βραβευμένης Ινδοαμερικανίδας σκηνοθέτιδας Μίρα Ναΐρ και του ακαδημαϊκού Μαχμούντ Μαμντάνι, έλαβε χθες το «χρίσμα» των Δημοκρατικών για να κατέβει ως επόμενος υποψήφιος δήμαρχος, επικρατώντας στις προκριματικές εκλογές με ποσοστό 43,9% έναντι 36,5% του Άντριου Κουόμο, ο οποίος θεωρούνταν αδιαφιλονίκητο φαβορί. Κέρδισε μάλιστα σχετικά άνετα, κόντρα τόσο στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, όπως αυτά που εκπροσωπούν οι «βαρόνοι» του real estate, όσο και στην εσωκομματική αντιπαράθεση, καθώς πρόσωπα με επιρροή όπως ο Μπιλ Κλίντον είχαν ταχθεί με τον Κουόμο.
Οι φιλοπαλαιστινιακές του θέσεις σε συνδυασμό με το θρήσκευμά του –ο ίδιος δηλώνει προοδευτικός μουσουλμάνος (σιίτης, για την ακρίβεια) και δημοκράτης σοσιαλιστής– τον έχουν κάνει ήδη «κόκκινο πανί» για τους πολιτικούς του αντιπάλους στις ΗΠΑ και όχι μόνο. Ήδη στα ανθρωποφάγα social media εμφανίστηκαν οργισμένες αναρτήσεις και σχόλια που τον χαρακτηρίζουν από τζιχαντιστή μέχρι μπολσεβίκο, μαζί και «θρήνοι» για τη «μουσουλμανική κατάκτηση» της Νέας Υόρκης. Εκείνο βέβαια που δυσκολεύονται να χωνέψουν είναι ότι ο Μαμντάνι όχι μόνο δέχθηκε τη στήριξη του εβραϊκής καταγωγής συνυποψηφίου του, Μπραντ Λάντερ, που ήρθε τρίτος στην «κούρσα», αλλά έλαβε «εντυπωσιακά υψηλά ποσοστά» ακόμα και στο Μπρούκλιν, που θεωρείται η «πρωτεύουσα» των Αμερικανοεβραίων, παρά τον αρχικό σκεπτικισμό μεγάλης μερίδας απέναντί του και την αντίθεση κάποιων ηγετικών τους μορφών. Μαμντάνι και Λάντερ έχουν άλλωστε καταδικάσει απερίφραστα από κοινού τόσο τις πολιτικές του Νετανιάχου και τα εγκλήματα πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα όσο και τα φαινόμενα αντισημιτισμού που εντείνονται και εκεί τον τελευταίο καιρό, όπως καταδίκασε και την αμερικανική επίθεση στο Ιράν. Τα διανθισμένα με βιντεοκλίπ από κινηματογραφικές επιτυχίες του Bollywood προεκλογικά του σποτάκια ήταν μάλιστα ηχογραφημένα σε τρεις γλώσσες, αγγλικά, ισπανικά και ούρντου.
Εκτός από την κοινωνική πρόνοια, έχει δώσει έμφαση στην ασφάλεια, όχι όμως με τη λογική της αστυνομοκρατίας αλλά της σύσφιξης των κοινοτικών δεσμών: «Η αξιοπρεπής εργασία, η οικονομική σταθερότητα και οι γειτονιές που διαθέτουν επαρκείς πόρους προστατεύουν καλύτερα τη δημόσια ασφάλεια», έχει πει.
«Νικήσαμε!», ήταν τα πρώτα του λόγια, ένας πληθυντικός ενδεικτικός των ιδεολογικών του απόψεων, που θεωρούνται, είναι αλήθεια, υπερβολικά «αριστερές» για τις ΗΠΑ, σχεδόν εξτρεμιστικές! Δεν είναι άλλωστε τυχαία η στήριξη που έλαβε από προσωπικότητες όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ. Έχει θέσει ως πρώτη προτεραιότητα να αντιμετωπίσει το υψηλό κόστος διαβίωσης στο «Μεγάλο Μήλο», όπου τα ενοίκια, οι λογαριασμοί και οι τιμές σε βασικά αγαθά, στην εστίαση και άλλες υπηρεσίες έχουν φτάσει «στον θεό» γιατί έτσι. Το πρόγραμμά του περιλαμβάνει «πάγωμα» των ενοικίων, κατώτατο ημερομίσθιο 30 δολαρίων, δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες, φτηνά δημοτικά σούπερ μάρκετ, δωρεάν παιδικούς σταθμούς και υποσχέσεις για την κατασκευή 200.000 νέων κατοικιών. Όσο για το «πού θα βρει τα λεφτά», έχει ήδη δηλώσει ότι σκοπεύει να φορολογήσει παραπάνω τους έχοντες, με τους πιο κακόπιστους να τον κατηγορούν ότι «λαϊκίζει». Στα επιτεύγματά του πάντως ως μέλους της Νομοθετικής Συνέλευσης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης συγκαταλέγεται η εξοικονόμηση κάπου 100 εκατ. δολαρίων από τον κρατικό προϋπολογισμό χάρη στην αναβάθμιση των υπηρεσιών του μετρό και η έναρξη ενός επιτυχημένου πιλοτικού προγράμματος δωρεάν αστικών λεωφορείων. «Η Νέα Υόρκη είναι η σπουδαιότερη πόλη του κόσμου, πόσο καλό όμως ακούγεται αυτό όταν κανείς πια δεν μπορεί να ζήσει εκεί εξαιτίας της ακρίβειας;», έγραφε σε ένα tweet του.

Εμφανίσιμος, φωτογενής, δυναμικός και ταυτόχρονα απλός και προσιτός, ο Μαμντάνι έχει σίγουρα κερδίσει τις εντυπώσεις σε πρώτη φάση. Και ενώ δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσες διακηρύξεις του θα καταφέρει να υλοποιήσει εφόσον εκλεγεί, κάτι πολύ πιθανό εφόσον ο Ρεπουμπλικανός αντίπαλός του, Κέρτις Σλίβα, δεν τα είχε καταφέρει ούτε στην προηγούμενη αναμέτρηση, πιστεύεται ότι τουλάχιστον δεν θα «προδώσει» τους ψηφοφόρους του όπως ο νυν δήμαρχος Νέας Υόρκης Έρικ Άνταμς, που προέρχεται μεν επίσης από τους Δημοκρατικούς αλλά την τελευταία διετία «φλερτάρει» με τους Ρεπουμπλικανούς και τον Τραμπ, θα διεκδικήσει δε την επανεκλογή του ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Ο Μαμντάνι διαθέτει ρεύμα στη νεολαία. Ήταν πολλοί οι νεαροί εθελοντές και εθελόντριες που «έτρεξαν» την καμπάνια του, η οποία συγκέντρωσε 8,3 εκατ. δολάρια. Επιπλέον, αν κρίνουμε από τη λατρεία του στο ραπ και το χιπ χοπ –είχε κιόλας συνεργαστεί πριν από κάποια χρόνια υπό το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Young Cardamom» με τον ράπερ HAB, με τον οποίο το 2019 κυκλοφόρησαν το σινγκλ «Nani»–, σίγουρα ξέρει να μιλά στη γλώσσα της.
Εκτός από την κοινωνική πρόνοια, έχει επίσης δώσει έμφαση στην ασφάλεια, όχι όμως με τη λογική της αστυνομοκρατίας αλλά της σύσφιξης των κοινοτικών δεσμών: «Η αξιοπρεπής εργασία, η οικονομική σταθερότητα και οι γειτονιές που διαθέτουν επαρκείς πόρους προστατεύουν καλύτερα τη δημόσια ασφάλεια», έχει πει. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει ότι πρώτευσε ακόμα και στις προτιμήσεις των Δημοκρατικών Νεοϋορκέζων ΛΟΑΤΚΙ+, που τον ψήφισαν σε ποσοστό 25%, με τον ίδιο να δηλώνει περήφανος για τη στήριξή τους. Υποσχέθηκε μάλιστα ότι θα ενισχύσει και θα «θωρακίσει» τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, θα ιδρύσει Γραφείο ΛΟΑΤΚΙ+ Υποθέσεων και θα διευρύνει την ιατρική φροντίδα για τη φυλομετάβαση (άλλο «κόκκινο πανί» για τη «Διεθνή» της alt-right), επενδύοντας για την τελευταία 65 εκατ. δολάρια σε δημόσιους παρόχους υγείας. Δεν φαίνεται, επιπλέον, να τον ενδιαφέρουν καθόλου οι πιθανές αντιδράσεις των περισσότερο συντηρητικών μουσουλμάνων ή και χριστιανών σε αυτές του τις θέσεις.

Γεννημένος στην Ουγκάντα, μετακόμισε οικογενειακώς στη Νέα Υόρκη σε ηλικία 7 ετών. Φοίτησε στο Bronx High School of Science και εντρύφησε στις Αφρικανικές Σπουδές στο Κολέγιο Bowdoin. Ήδη από σπουδαστή τον έλκυαν τα κοινά: υπήρξε συνιδρυτής της φοιτητικής ένωσης Students for Justice in Palestine και μέλος των Democratic Socialists of America (DSA). Αποφοιτώντας, συμμετείχε στις προεκλογικές καμπάνιες προοδευτικών Δημοκρατικών υποψηφίων δημοτικών συμβούλων και γερουσιαστών και εργάστηκε ως σύμβουλος αποφυγής κατασχέσεων για χαμηλόμισθους ιδιοκτήτες σπιτιών στο Κουίνς. Εκεί, και συγκεκριμένα στην Αστόρια, διαμένει σήμερα μαζί με τη συριακής καταγωγής Αμερικανίδα καλλιτέχνιδα Rama Duwaji, με την οποία παντρεύτηκαν στις αρχές του έτους. Ως μέλος της Νομοθετικής Συνέλευσης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος σε θέματα κοινωνικών στεγαστικών πολιτικών, ενίσχυσης των δημοτικών υποδομών και υπηρεσιών και αναμόρφωσης της αστυνομίας και των φυλακών. Είχε επίσης υποστηρίξει πέρσι την Πρόταση 1, μια τροποποίηση του Συντάγματος της Νέας Υόρκης που καθιστούσε αντισυνταγματική την άσκηση διακρίσεων λόγω εθνικής καταγωγής, ηλικίας, αναπηρίας, φύλου (συμπεριλαμβανομένου του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου και της έκφρασης φύλου), εγκυμοσύνης και σχετικών με την εγκυμοσύνη αποτελεσμάτων, αναπαραγωγικής υγειονομικής περίθαλψης και αυτονομίας.
Εάν ο Ζοχράν Μαμντάνι εκλεγεί δήμαρχος Νέας Υόρκης στις 4 Νοεμβρίου, οπότε θα γίνουν οι δημοτικές εκλογές, κάτι καθόλου απίθανο, θα είναι σίγουρα μια ιστορική εξέλιξη και ένα ακόμα «αγκάθι» για τον νυν Αμερικανό Πρόεδρο και τις πολιτικές του. «Θα είναι ο χειρότερος εφιάλτης του Τραμπ!», ήταν ο τίτλος σχετικού δημοσιεύματος της εφημερίδας «Independent». «Δεν υπάρχουν βασιλιάδες στην Αμερική!», καθώς διακήρυξε σε μια προεκλογική του ομιλία, τασσόμενος ξεκάθαρα με το αντιτραμπικό κίνημα «No Kings». Με τον Μαμντάνι στο «τιμόνι», η Νέα Υόρκη θα γίνει η δεύτερη, μετά το Λονδίνο, εμβληματική Δυτική μεγαλούπολη που αποκτά μουσουλμάνο δήμαρχο μεταναστευτικής καταγωγής, έναν προοδευτικό, ριζοσπάστη πολιτικό που πάει κόντρα στα στερεότυπα για τους μουσουλμάνους, δηλώνοντας ταυτόχρονα περήφανος για την καταγωγή και τα πιστεύω του. Και είναι τέτοιοι άνθρωποι και όχι οι φασίζοντες θιασώτες του MAGA που μπορούν να ξανακάνουν πραγματικά «μεγάλη» την Αμερική.