Το σπίτι της Σάντρας Χωρέμη στη Φιλοθέη είναι σαν μια ιδιωτική όαση. Την επισκέπτομαι μια ζεστή μέρα που έχει κίνηση στους δρόμους και όταν μπαίνω μέσα είναι σαν το ίδιο το σπίτι να μου δίνει μια βαθιά, καθαρή ανάσα. Ο ρυθμός αλλάζει, γίνεται πιο βραδύς. Πίνω τον καφέ μου, κοιτάζω τον καταπράσινο κήπο και σκέφτομαι ότι αυτό από μόνο του είναι σαν ωδή στις μικρές απολαύσεις. Ένα καλαίσθητο σπίτι στο οποίο έχει δοθεί έμφαση στη λεπτομέρεια· με την πρώτη ματιά διακρίνεις ότι είναι φροντισμένο, καθετί είναι βαλμένο στη θέση του με μέτρημα και σπουδή.
Τα φωτογραφικά έργα της Σάντρας στους τοίχους είναι μοναδικά έργα τέχνης και δίνουν στο σπίτι έναν χαρακτήρα «αγριορομαντισμού», που θα έλεγε και ο Ρολάν Μπαρτ. Το σπίτι είναι σαν να βρίσκεται σε μια αέναη χορογραφία φτιαγμένη με θηλυκή και αρσενική ενέργεια.
Ο κήπος του σπιτιού είναι μια ιδιωτική Εδέμ. Όλα φροντισμένα, όλα μυρίζουν αφοσίωση και αγάπη. «Το αγαπάς αυτό το σπίτι», λέω μεγαλόφωνα. Νεύει καταφατικά: «Δεν γίνεται αλλιώς. Το σπίτι είναι προέκταση του εαυτού μας. Αφρόντιστο σπίτι σημαίνει και αφρόντιστος εσωτερικός κόσμος». Τη ρωτάω πώς επέλεξε να ζει στα βόρεια προάστια. Αγαπά τη Φιλοθέη, είναι κέντρο απόκεντρο. «Δεν είναι μακριά απ’ την Αθήνα και μπορείς να ανεβοκατεβαίνεις στο κέντρο», μου λέει.
«Το σπίτι είναι προέκταση του εαυτού μας. Αφρόντιστο σπίτι σημαίνει και αφρόντιστος εσωτερικός κόσμος».
Για τη Σάντρα το πράσινο είναι υπόθεση ζωτικής σημασίας. «Αγαπώ πολύ και την κηπουρική» μου λέει και μου δείχνει με καμάρι κάποια φυτά της. Θεωρεί τα λουλούδια παρέα της. Το πρωί, εκεί που πίνει τον καφέ της, μπορεί να αρχίσει να κλαδεύει. «Η σιωπηλή ενασχόληση με τη φύση έχει κάτι από διαλογισμό. Πολλές καλές ιδέες ξεκίνησαν την ώρα που φύτευα ή ασχολιόμουν με τα φυτά μου».

Είναι σαν «paradiso perduto» εδώ, της λέω, και θαυμάζω τη γαλήνη που αποπνέει ο χώρος. Τη ρωτάω αν της αρέσει να καλεί φίλους σπίτι. «Είναι ένα σπίτι που είναι ωραίο με μικρές παρέες», λέει, «για να μπορείς να επικοινωνείς και να μοιράζεσαι». «Προσεχείς την ενέργεια των ανθρώπων που μπαίνουν στο σπίτι;» «Εννοείται, γι’ αυτό έχω και τον αρχάγγελο Μιχαήλ, να με φροντίζει».
Τη ρωτάω ποιος είναι ο χώρος όπου αράζει περισσότερο. «Εδώ, στην κουζίνα. Σε αυτόν τον πάγκο». Με βάζει να διαλέξω κούπα για τον καφέ μου από μια συλλογή με κεραμικά. «Έχω τρέλα με τα κεραμικά» λέει και πράγματι βλέπω ένα σωρό όμορφες κούπες, όλες διαφορετικές.
Παρατηρώ ότι η κουζίνα της είναι ενεργή, ότι «φιλοξενεί» δράση. Δεν είναι προορισμένη για ντεκόρ. Βλέπεις τα μπαχάρια, τις κουτάλες, είναι σαν να βλέπεις και τα μαγειρέματα. Γνωρίζω την αγάπη της Σάντρας για τη γαστρονομία. Πριν από χρόνια είχε βγάλει το «Sandra Loves», ένα βιβλίο-λεύκωμα όπου κατέγραφε συνταγές, χωρισμένες ανά εποχές, που της εκμυστηρεύτηκαν νοικοκυρές απ’ όλο τον πλανήτη. Ένα βιβλίο-«κόσμημα».
«Μαγειρεύεις πάντα με πάθος;» τη ρωτάω. Μου λέει ότι έχει αφοσιωθεί στη φωτογραφία, αλλά όταν είναι να το κάνει για ανθρώπους που αγαπά, το κάνει με μεράκι.
Πλέον, της αρέσει να μαγειρεύει παρεΐστικα. «Στο σπίτι μου στην Πάρο, επειδή η κουζίνα είναι ένας χώρος δημιουργίας, καλώ τους φίλους μου από πριν και μαγειρεύουμε όλοι μαζί. Ο καθένας κάνει κάτι. Έτσι τους βάζω στο κόλπο χωρίς καλά καλά να το καταλάβουν. Όλα είναι πολύ ελεύθερα. Ο καθένας διαλέγει το πιάτο του, τρώμε, και νιώθουν όλοι ότι συμμετείχαν σε αυτό».




«Το art de la table σου αρέσει;» Απαντάει πως ναι, αλλά δεν της αρέσουν τα «στημένα τραπέζια», να είναι όλα ίδια και βαλμένα με τάξη. Αγαπώ και την «τέχνη του ανακατεύειν», το mix‘n’match, που τα κάνει όλα να αποκτούν μια ελευθερία.
Τη ρωτάω αν χρειάστηκε ποτέ τη συμβουλή κάποιου interior designer. «Ναι, με βοήθησε ο Σταύρος Παπαγιάννης σε αρκετά σημεία του σπιτιού. Έχω την τάση να τα κάνω όλα λίγο “γλυκά”, ήθελα λοιπόν ο Σταύρος να βάλει το αρρενωπό κομμάτι – ζούσαν και τα αγόρια μου εδώ. Οπότε έκανε τον τοίχο μαύρο και έβαλε κι άλλες πινελιές που έδωσαν στο σπίτι ένα δυναμισμό. Μου αρέσει πόσο προσεκτικός είναι και ότι δεν ξεχνάει ποτέ τον άνθρωπο που μένει μέσα σε αυτό».
Μιλάμε για τα έπιπλα του σπιτιού. Της αρέσουν πολύ τα παλιά έπιπλα. «Μεγάλωσα σε ένα σπίτι στην Κηφισιά, με πολύ ωραία έπιπλα. Έχω κρατήσει κάποια παλιά κομμάτια της οικογένειας» λέει και μου δείχνει κάποια αριστουργηματικά. «Μου αρέσει να μπερδεύω τα παλιά με καινούργια». Τη ρωτάω για τον καναπέ: τον αγόρασε πριν από είκοσι χρόνια απ’ τον Δελούδη και παραμένει διαχρονικός, δεν τον κούρασε ο χρόνος. «Με κάποια κομμάτια που ’ναι καλά και κοστίζουν αρκετά τελικά κάνεις απόσβεση γιατί αντέχουν», μου λέει περισπούδαστα.
Μου αρέσει και ένα τραπέζι στον κήπο. Τη ρωτάω τι είναι. «Ένα απλό σιδερένιο τραπέζι. Το έβαψα πορτοκαλί, στο χρώμα της τερακότας, και μεταμορφώθηκε. Και με τις καρέκλες από τo Ιnterni αμέσως απέκτησες προσωπικότητα», εξηγεί.
«Tα design έπιπλα σου αρέσουν;» «Ναι, αρκεί να μη βγάζουν μάτι και να μην είναι αυτά που επιλέγουν όλοι ώστε να φαίνεται ότι είναι design», διευκρινίζει.



Tη ρωτάω πώς μπήκε στη ζωή της η φωτογραφία που τόσο πολύ της έχει αφοσιωθεί τα τελευταία χρόνια. «Έχω σπουδάσει γραφικές τέχνες και φωτογραφία στη Βακαλό. Όμως δεν το τολμούσα μέχρι που αγόρασα μια Leica και φωτογράφισα ένα λουλούδι». Αυτό ήταν, το μικρόβιο μπήκε μέσα της. «Στην Παροικιά, ανακάλυψα το “Αegean center for fine arts”. Δεν το πίστευα γιατί στην Πάρο είναι το δεύτερό μου σπίτι». Έτσι γνώρισε τον Αμερικανό John Pack και τη γυναίκα του, την Jane, που τη μύησαν στην τέχνη της φωτογραφίας. Ο John έγινε ο μέντοράς της, ο άνθρωπος που την παρότρυνε να τυπώνει τις φωτογραφίες.
Παρατηρώ ότι η Σάντρα είναι τελειομανής και πως ό,τι κάνει το κάνει με μεγάλη αφοσίωση. Αγαπά τις εναλλαγές, αγαπά όμως και ό,τι την εμπνέει. Είναι ένας άνθρωπος που δεν διστάζει να ξαναμοιράσει την τράπουλα της ζωής της και να αρχίσει απ’ την αρχή.
Φεύγω απ’ το σπίτι της και νιώθω ότι κατάφερα να συγυρίσω κάπως κι εγώ τις δικές μου σκέψεις. Τελικά, θέλει τάξη ο άνθρωπος για να βάλει σε σειρά και το εσωτερικό του αχούρι, σκέφτομαι, και ένας σκύλος που περνά μού κουνάει την ουρά του σαν να διάβασε τη σκέψη μου και συμφωνεί μαζί μου.