Η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ για την Κριμαία θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά τη δυναμική των διαπραγματεύσεων Ρωσίας-Ουκρανίας, με τις ΗΠΑ να ευθυγραμμίζονται με την εξουσία του ισχυρότερου και στέλνοντας ένα σκληρό μήνυμα υπονόμευσης του διεθνούς δικαίου.
Η Κριμαία αποτελεί γεωγραφικό και συμβολικό επίκεντρο του πολέμου στην Ουκρανία, μετά την προσάρτησή της από τη Ρωσία το 2014 κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.
Ρωσικά στρατεύματα, αρχικά χωρίς διακριτικά, κατέλαβαν τον έλεγχο βασικών κυβερνητικών και στρατιωτικών χώρων και ένα αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα -που καταδικάστηκε ευρέως ως παράνομο από την Ουκρανία και τις δυτικές κυβερνήσεις- οδήγησε στην επίσημη ενσωμάτωση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Η προσάρτηση αυτή σηματοδότησε την έναρξη της ευρύτερης ρωσο-ουκρανικής σύρραξης και έθεσε τις βάσεις για την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022.
Για την Ουκρανία, η ανάκτηση της Κριμαίας είναι απαραίτητη για την κυριαρχία και την εθνική της ταυτότητα. Για τη Ρωσία, η κατοχή της ουκρανικής χερσονήσου αποτελεί στρατηγική επιταγή και για τον Πούτιν συγκεκριμένα, ο ρωσικος έλεγχός της είναι αδιαπραγμάτευτος. Αυτό το αδιέξοδο διασφαλίζει ότι η Κριμαία παραμένει καθοριστικός παράγοντας στην πορεία του πολέμου και σε οποιαδήποτε ειρηνευτική διαπραγμάτευση ή διευθέτηση.
Η διεθνής αντίδραση και η στάση των ΗΠΑ στην προσάρτηση της Κριμαίας το 2014
Η προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, προκάλεσε την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας - ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, ΝΑΤΟ και πολλές άλλες χώρες δήλωσαν ότι η κίνηση αυτή αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου και της κυριαρχίας της Ουκρανίας. ΗΠΑ και ΕΕ επέβαλαν κυρώσεις στη Ρωσία με στόχο άτομα, επιχειρήσεις και τομείς που συνδέονται με την προσάρτηση. Αυτές περιελάμβαναν πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευση έκδοσης βίζας και περιορισμούς στις οικονομικές σχέσεις.
Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ -με τη στήριξη των ΗΠΑ- εξέδωσε ψήφισμα στις 27 Μαρτίου 2014, με το οποίο επιβεβαίωσε την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και κήρυξε άκυρο το δημοψήφισμα στην Κριμαία. Το ψήφισμα καλούσε τα κράτη και τους οργανισμούς να μην αναγνωρίσουν οποιαδήποτε αλλαγή στο καθεστώς της Κριμαίας ή της Σεβαστούπολης και να απέχουν από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως τέτοια.
Οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ -όπου οι ΗΠΑ αποτελούν την ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη- έχουν επανειλημμένα καταδικάσει και αρνηθεί να αναγνωρίσουν την προσάρτηση της Ρωσίας, χαρακτηρίζοντάς την παράνομη και αθέμιτη και καταγγέλλοντας την «προσωρινή κατοχή» της Κριμαίας. Η G8 ανέστειλε τη συμμετοχή της Ρωσίας, επιστρέφοντας στο σχήμα της G7 ως άμεση απάντηση στην προσάρτηση.
Οι επιπτώσεις μιας πιθανής αμερικανικής αναγνώρισης της ρωσικής κυριαρχίας
Η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι «η Κριμαία θα παραμείνει στη Ρωσία» αλλάζει τα δεδομένα, καθώς σηματοδοτεί μια ριζική αλλαγή τόσο της μακροχρόνιας εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, όσο και της διεθνούς συναίνεσης σχετικά με το καθεστώς της Κριμαίας. Εδώ και μία δεκαετία -και κατά την πρώτη θητεία Τραμπ στον Λευκό Οίκο- οι ΗΠΑ δεν άφησαν περιθώριο αναγνώρισης της ρωσικής κυριαρχίας επί της ουκρανικής χερσονήσου. Το 2018 ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μάικ Πομπέο, ήταν αυτός που υπέγραψε τη «Διακήρυξη της Κριμαίας», η οποία επαναβεβαίωνε τη μη αναγνώριση μέχρι να αποκατασταθεί η εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Η αναγνώριση της Κριμαίας ως ρωσική ισοδυναμεί με παραβίαση του διεθνούς δικαίου που απαγορεύει την απόκτηση εδαφών με τη βία. Αν ο Ντόναλντ Τραμπ εμείνει στη σημερινή στάση του, ταυτόχρονα θα υπονομεύσει το Μνημόνιο της Βουδαπέστης -όπου οι ΗΠΑ εγγυήθηκαν την κυριαρχία της Ουκρανίας με αντάλλαγμα την αποπυρηνικοποίηση- και θα ερχόταν σε αντίθεση με το σύνταγμα της Ουκρανίας, το οποίο απαγορεύει την παραχώρηση της Κριμαίας.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι η αναγνώριση της Κριμαίας από τις ΗΠΑ ως ρωσικού εδάφους θα βαθύνει τις διαιρέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων και ΝΑΤΟϊκών συμμάχων τους, ενώ κινδυνεύει να αποδυναμώσει τη συλλογική στάση της Δύσης.
Για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, η στάση του Τραμπ θα μπορούσε να αποδειχθεί μία ακόμα ευκαιρία. Η Ουκρανία μπορεί να αρνηθεί να υπογράψει οποιαδήποτε συμφωνία που νομιμοποιεί την απώλεια της Κριμαίας, ενώ η Ρωσία μπορεί να δει μια ευκαιρία να καθυστερήσει τις συνομιλίες και να συνεχίσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για να κερδίσει περισσότερο έδαφος.
Η Κριμαία κύρια οδός ανεφοδιασμού για τις ρωσικές δυνάμεις εισβολής
Η Κριμαία έχει τεράστια στρατηγική αξία για τη Ρωσία. Φιλοξενεί το αρχηγείο του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας στη Σεβαστούπολη, παρέχοντας ναυτική πρόσβαση στη Μεσόγειο, τον Νότιο Ατλαντικό και τον Ινδικό Ωκεανό. Η χερσόνησος έχει στρατιωτικοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, με τη Ρωσία να αναβαθμίζει την αεράμυνα (κυρίως τα συστήματα S-400) και να σταθμεύει βομβαρδιστικά, μαχητικά και επιθετικά ελικόπτερα σε διάφορες αεροπορικές βάσεις.
Η γέφυρα του Κερτς, που κατασκευάστηκε το 2018, συνδέει φυσικά την Κριμαία με την ηπειρωτική Ρωσία και αποτελεί κρίσιμη αρτηρία εφοδιασμού για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη νότια Ουκρανία
Όταν η Ρωσία ξεκίνησε την πλήρους κλίμακας εισβολή της στην Ουκρανία το 2022, τα στρατεύματα και το υλικό που είχαν τοποθετηθεί εκ των προτέρων στην Κριμαία επέτρεψαν την ταχεία προέλαση στα νότια ουκρανικά εδάφη. Η εξασφάλιση ενός χερσαίου διαδρόμου από τη Ρωσία προς την Κριμαία -και η διατήρηση του ελέγχου σε κατεχόμενες περιοχές όπως το Λουχάνσκ, η Ζαπορίζια και η Χερσώνα- έγιναν κεντρικοί στόχοι του ρωσικού στρατού.