«Ο Μεγάλος Σκύλος»: Μέσα στο οργουελικό σύμπαν της Βίκυς Τσελεπίδου

«Ο Μεγάλος Σκύλος»: Μέσα στο οργουελικό σύμπαν της Βίκυς Τσελεπίδου Facebook Twitter
Η Τσελεπίδου επιχειρεί να απαντήσει στο πιο κρίσιμο ερώτημα απ' όλα: πού πάει ο άνθρωπος όταν «εξαφανίζεται» και όχι απλώς πεθαίνει και ποιο είναι ακριβώς το νόημα της θνητότητας και της ζωής;
0



ΕΙΝΑΙ ΣΑΦΕΣ ΟΤΙ η Βίκυ Τσελεπίδου δεν φοβάται ‒ όχι μόνο τη γραφή, με την οποία μπορεί να πειραματίζεται, φτάνοντάς τη στα όριά της αλλά ούτε την απεραντοσύνη της ύλης, την οποία τολμά να κοιτάει κατάματα, θέτοντας τα μεγάλα ερωτήματα που ενίοτε ούτε φιλόσοφοι δεν τολμούν.

Αν στα προηγούμενα βιβλία της άφησε έντονα το συγγραφικό της στίγμα, που σφραγίστηκε και από το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, θίγοντας κρίσιμα οντολογικά και ηθικά ζητήματα, στον Μεγάλο Σκύλο καταπιάνεται με το ανοιχτό ερώτημα του νοήματος της ζωής και των ορίων του χώρου και του χρόνου. Χωρίς να αρκείται στα όρια ενός συγκεκριμένου χώρου, που φαινομενικά ξεκινάει από το Λονδίνο και φτάνει στο Κολοράντο, τολμάει να μιλήσει για έναν Νέο Τόπο και κυρίως για μια Νέα Εποχή, για ένα οργουελικό σύμπαν, όπου οι άνθρωποι θα μεταφέρονται μετά τον θάνατό τους μέσω της κρυοσυντήρησης, καταψύχοντας ουσιαστικά τα κύτταρά τους.

Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Ντελίλο, ο οποίος πρώτος είχε καταπιαστεί με το κρίσιμο ζήτημα της ανθρώπινης μεταφοράς σε μια νέα ζωή μέσω της κατάψυξης των κυττάρων, η Τσελεπίδου το χρησιμοποιεί ως αφορμή για να απαντήσει στο πιο κρίσιμο ερώτημα απ' όλα: πού πάει ο άνθρωπος όταν «εξαφανίζεται» και όχι απλώς πεθαίνει και ποιο είναι ακριβώς το νόημα της θνητότητας και της ζωής;

Ξεδιπλώνοντας όλο το ημερολογιακό χρονικό μέσα από μια αφήγηση που εναλλάσσεται ανάμεσα σε μέρες της εβδομάδας και μήνες, η συγγραφέας αφήνει με έμμεσο τρόπο να διαφανεί η απάντηση στα απανωτά ερωτήματα και στην εναγώνια, διαρκή μάχη της θνητότητας. 


Η απάντηση δεν έρχεται με τρόπο κατηγορηματικό, επιβεβαιώνοντας ότι αυτό είναι το υπέρτατο πλεονέκτημα της λογοτεχνίας έναντι της επιστήμης και της φιλοσοφίας, αλλά στήνεται μεθοδικά και άκρως σκηνοθετικά μέσα από περιστατικά που αφορούν δύο παράλληλες ιστορίες: αυτήν της Μάριον, ενός δεκαπεντάχρονου κοριτσιού που μόλις έχει επανέλθει από την κρυοσυντήρηση σε ένα περίεργο κτίριο, όπου οι επίσης περίεργοι «ανακριτές» μιλούν μια αλλόκοτη γλώσσα, και αυτήν ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, του κυρίου και της κυρίας Τζόουνς, που αποφασίζουν να δοκιμάσουν αυτήν τη νέα μέθοδο ως πέρασμα σε μια άλλη ζωή.

Ενώ η μικρή Μάριον προσπαθεί να αντιληφθεί το νόημα της επαναφοράς, το ζεύγος, που υποφέρει από προβλήματα υγείας, προσπαθεί να μαντέψει τι σημαίνει το παράξενο ταξίδι τους για το μέλλον: αλήθεια, αξίζουν οι οικονομίες μιας ζωής για μια κατάσταση που δεν μπορεί καν να προβλεφθεί; Πώς θα είναι η μνήμη τους, που πρέπει να κρατηθεί άθικτη ‒γιατί τότε είναι που θα επέλθει ο θάνατος‒, και τι ακριβώς θα βρουν όταν ξυπνήσουν; Ποια η σχέση των αποψυγμένων εαυτών με αυτό που ήταν πριν πεθάνουν; Σε τι γλώσσα θα επικοινωνούν και με ποιους ακριβώς χωροχρονικούς όρους;


Ξεδιπλώνοντας όλο το ημερολογιακό χρονικό μέσα από μια αφήγηση που εναλλάσσεται ανάμεσα σε μέρες της εβδομάδας και μήνες, η συγγραφέας αφήνει με έμμεσο τρόπο να διαφανεί η απάντηση στα απανωτά ερωτήματα και στην εναγώνια, διαρκή μάχη της θνητότητας: αυτή αφορά τόσο τη δημιουργία, που αφήνει το ίχνος της στην ελάχιστη λεπτομέρεια, όπως τα αντικείμενα που φτιάχνει με τα τούλια από τις άπειρες μπομπονιέρες που μάζευε μια ζωή η κυρία Τζόουνς, όσο και την αγάπη. Κυρίως τον έρωτα, που μένει ανέπαφος, κυρίαρχος και επιβλητικός, για να θυμίζει πως το έργο Ρωμαίος και Ιουλιέτα, που υποσκάπτει με τρόπο διακειμενικό το μυθιστόρημα, δεν είναι απλώς ένα ακόμα έργο αλλά ο μοναδικός τρόπος για να κερδίσει ο άνθρωπος, κάθε άνθρωπος, την αθανασία.

Αν, λοιπόν, η μικρή Μάριον φλέρταρε στα δεκαπέντε της κάπως πρώιμα, εξαιτίας ενός ανέφικτου έρωτα, με τον θάνατο, ο απόλυτα εφικτός έρωτας του ζεύγους Τζόουνς είναι που μετατρέπει το πανούργο αυτό μυθιστόρημα από science fiction αφήγημα σε ουσιαστική, τολμούμε να πούμε, νεο-ρομαντική λογοτεχνία.

Εξάλλου, μόνο έτσι, τρέφοντας πίστη στη βαθιά, ανεξίτηλη αγάπη, μπορούμε να αντικρίσουμε το πιο λαμπρό αστέρι που ξεχωρίζει πιο πολύ απ' όλα από τον Μεγάλο Σκύλο, δηλαδή από τον μεγάλο αστερισμό του νότιου ημισφαρίου, γνωστό και ως Σείριο.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

 

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ποιος ασχολείται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2020;

Δ. Πολιτάκης / Ποιος ασχολείται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2020;

Ούτε ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς δεν το έχει «σηκώσει» ποτέ και θα προτιμούσα να πάει έτσι μέχρι το τέλος (μου). Αν βέβαια σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και το πάρει τελικά ο Ντον Ντελίλο, δεν θα παραπονεθώ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Daily / Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Πώς μπορεί κανείς να συγκεντρώνεται στο μικρό κάδρο ενός ανοιχτού βιβλίου, όταν υπάρχει το μεγάλο κάδρο –ο ουρανός, η θάλασσα, τα βράχια, το πολύτιμο τοπίο, οι άνθρωποι στα καλύτερά τους– που μπορείς να το χαρείς μόνο για ένα δραματικά περιορισμένο διάστημα;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Βιβλίο / Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Επιστρέφει με ένα νουάρ για τη σκοτεινή δράση της alt-right στην Ελλάδα και μιλάει για όσα ανακάλυψε, για τη σχέση του με τον ήρωά του Μιχάλη Κρόκο, αλλά και για το πόσο επικίνδυνο είναι να είσαι συγγραφέας σήμερα. 
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ποτέ πια δεν θα είμαι ο γιος της»

Βιβλίο / Ένα βιβλίο - στοχασμός για τα γηρατειά που παραγκωνίζονται κοινωνικά

Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Ντιντιέ Εριμπόν γράφει για την εισαγωγή της μητέρας του σε γηροκομείο, για τη ζωή και τον θάνατο μιας γυναίκας του λαού που δεν άφησε διαθήκη - γιατί δεν υπήρχε τίποτα ν’ αφήσει.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ειρήνη Γιαννάκη

Βιβλίο / Η Ειρήνη Γιαννάκη γράφει ποίηση για μια χώρα που επιζητεί το δράμα

Με αφορμή την έκδοση της συλλογής «Δόξα Έβρου», μία ψύχραιμη φωνή των social media μιλά για τη δικτατορία της γνώμης, το στρογγύλεμα της ιστορίας και την ποίηση ως το πιο ειλικρινές είδος λογοτεχνίας.
M. HULOT
Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Βιβλίο / Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Το «τρομερό παιδί» της γαλλικής λογοτεχνίας βρίσκεται όλο και πιο συχνά στην Αθήνα που τόσο αγαπά· με αφορμή την εμφάνισή του στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, μίλησε στη LiFO για την κοινωνικοπολιτική επικαιρότητα στη Γαλλία και διεθνώς.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Ισμαήλ Κανταρέ «Η κόρη του Αγαμέμνονα», «Ο Διάδοχος»

Το Πίσω Ράφι / Ο Ισμαήλ Κανταρέ και η επιβίωση των αλβανικών γραμμάτων

Η «Κόρη του Αγαμέμνονα» και ο «Διάδοχος» γράφτηκαν σε μια εποχή που ο διασημότερος σύγχρονος Αλβανός λογοτέχνης ένιωσε ότι πρέπει να αφήσει ένα είδος διαθήκης, ασκώντας ευθεία κριτική στο καθεστώς Χότζα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Σαν Σήμερα Γεννήθηκε / «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Παναγιώτη Πούλο, ομότιμο καθηγητή Φιλοσοφίας και Αισθητικής της ΑΣΚΤ και μεταφραστή του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και η σάγκα του “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

The Book Lovers / «Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και το “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με τον Νίκο Καραπιδάκη, ομότιμο καθηγητή Μεσαιωνικής Ιστορίας και διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία», για τα βιβλία που τον διαμόρφωσαν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ