Φρανσουάζ Σαγκάν, η συγγραφέας που δεν υπήρξε ποτέ ντεμοντέ

Το πίσω ράφι/ Φρανσουάζ Σαγκάν Facebook Twitter
Η λογοτεχνία δεν ήταν κάτι ιερό για τη Σαγκάν, ούτε την αντιμετώπισε ποτέ σαν διαβατήριο για την αθανασία.
0


«ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ
 το 1954 μ’ ένα μικροσκοπικό μυθιστόρημα, το «Καλημέρα, θλίψη», που σκανδάλισε όλον τον πλανήτη. Ο χαμός της, έπειτα από μια ζωή κι ένα έργο ευχάριστα κι επιπόλαια, δεν σκανδάλισε παρά τον εαυτό της». Αυτήν τη νεκρολογία είχε σκαρώσει η Φρανσουάζ Σαγκάν το 1988, κι αν τον Σεπτέμβριο του 2004, λίγο πριν από τον θάνατό της, της ζητούσαν να την αναθεωρήσει, το πιθανότερο είναι πως δεν θ’ άλλαζε λέξη.

Πέθανε στα εξήντα εννιά της στην ψάθα, κατηγορούμενη για φοροδιαφυγή και με το στίγμα ότι χρηματίστηκε από την εταιρεία πετρελαίων Elf για να μεσολαβήσει υπέρ της στον Φρανσουά Μιτεράν. Τα τελευταία της βιβλία πουλούσαν μεν, αλλά δεν διαβάζονταν με μεγάλη θέρμη. Η εσωτερική της μοναξιά, κινητήριος δύναμη για όλα της τα γραπτά, ίσως της ήταν δυσβάσταχτη, αποψιλωμένη πια από την κοσμική της αίγλη. Μισόν αιώνα, ωστόσο, μετά τη «σκανδαλώδη» της εμφάνιση, και τέτοιες μέρες πριν από είκοσι χρόνια, η Σαγκάν πέρασε στην άλλη όχθη μέσα σ’ ένα κύμα κατανόησης και αγάπης, τόσο μεγάλο όσο και η ευαισθησία και η εξυπνάδα της, τόσο απόλυτο όσο και τα πάθη της.

Για τη συγγραφέα του «Σας αρέσει ο Μπραμς;» και του «Απατηλού καθρέφτη», του «Ένα κάποιο χαμόγελο» και της «Υποταγής», όπως στη ζωή, έτσι και στα μυθιστορήματα, τα τσιγάρα ήταν για να καπνίζονται, το αλκοόλ για να πίνεται, τα ναρκωτικά –σκληρά και μαλακά– για να καταναλώνονται, τα λεφτά για να ξοδεύονται και τα σπορ αυτοκίνητα για να ξεχύνονται στις λεωφόρους σαν τη φωτιά. Κόρη εργοστασιάρχη, εγκατεστημένη από τα δέκα της στη δεξιά όχθη του Παρισιού, αναθρεμμένη με ζεστασιά, αν κι εκπαιδευμένη μέσα σε αυστηρά καθολικά σχολεία, η Σαγκάν, χωρίς ν’ αποχωριστεί το «αστικό» λογοτεχνικό της πλαίσιο, βίωσε και ύμνησε την επιθυμία της για ελευθερία, αδιαφορώντας για το τίμημα σχεδόν προκλητικά.

Μ’ έναν τρόπο, η Σαγκάν δεν υπήρξε ποτέ ντεμοντέ. Και μ’ έναν άλλο, ήταν η επιτομή του μοντέρνου συγγραφέα: πιο σημαντική από τα βιβλία της, πιο διάσημη από τους ήρωές της – τους άστατους, ανώριμους άντρες και τις δοτικές κατά κανόνα γυναίκες, μέλη ερωτικών τριγώνων που αδιαφορούν για την τετριμμένη καθημερινότητα των υπολοίπων.

Μια πρόκληση ήταν για την μπουρζουαζία και το παρθενικό της μυθιστόρημα, το «Καλημέρα, θλίψη», το οποίο έγραψε στα μπιστρό μέσα σ’ ένα εξάμηνο και δημοσίευσε μ’ ένα ψευδώνυμο αλιευμένο από τον Προυστ και μ’ έναν στίχο του Ελιάρ για τίτλο, πριν καλά καλά συμπληρώσει τα δεκαεννιά της. «Τότε δεν είχα καταλάβει τίποτε, κι ακόμα και σήμερα δεν μπορώ ν’ αποδώσω το σκάνδαλο παρά σε δύο ανόητους λόγους», θα εξομολογηθεί το 1984 στο αυτοβιογραφικό –και αμετάφραστο στα ελληνικά– «Με τις καλύτερες αναμνήσεις μου»:

«Κανείς δεν ανεχόταν ότι μια κοπελίτσα δεκαεπτά, δεκαοχτώ χρονών μπορεί να κάνει έρωτα μ’ ένα αγόρι της ηλικίας της χωρίς να είναι ερωτευμένη και χωρίς να τιμωρείται γι’ αυτό», έγραφε για την ηρωίδα της. «Το να μη λιώνει από αγάπη και το να μη μένει έγκυος στο τέλος του καλοκαιριού ήταν ασυγχώρητο. Όπως ήταν ασυγχώρητο το ότι το ίδιο κορίτσι γνώριζε τους έρωτες του πατέρα της, ότι συζητούσαν σαν σύμμαχοι μεταξύ τους θέματα-ταμπού ακόμα για τις σχέσεις παιδιών και γονιών».

sagan
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ. Φρανσουάζ Σαγκάν, Καλημέρα Θλίψη, εκδ. Ζαχαρόπουλος

Τα δημοσιεύματα που προκάλεσε το «Καλημέρα, θλίψη» το '54 –μέσα σε λίγους μήνες οι πωλήσεις του εκτινάχθηκαν στις 200.000 αντίτυπα– ξεπέρασαν ακόμα κι εκείνα για τη βράβευση του Χέμινγουεϊ με Νόμπελ. Έκτοτε το όνομα της Σαγκάν –αυτού του γοητευτικού «τέρατος», όπως έσπευσε να τη χαρακτηρίσει ο Φρανσουά Μοριάκ– παρέμεινε στο συλλογικό υποσυνείδητο πλάι σ’ αυτό της Μπαρντό, συνδεδεμένο με την περίφημη απελευθέρωση των ηθών, την ανεμελιά και τη φρεσκάδα που είχαν εισβάλει με φόρα στη μεταπολεμική και τόσο συντηρητική γαλλική κοινωνία.

Τι κι αν αργότερα ο προγαμιαίος έρωτας φάνταζε υποχρεωτικός στα μάτια όλων; Από την επέλαση του AIDS κι έπειτα, τα χρόνια του '50 αναδύθηκαν ξανά στην επιφάνεια τυλιγμένα μ’ ένα πέπλο ποίησης και νοσταλγίας. Μ’ έναν τρόπο, η Σαγκάν δεν υπήρξε ποτέ ντεμοντέ. Και μ’ έναν άλλο, ήταν η επιτομή του μοντέρνου συγγραφέα: πιο σημαντική από τα βιβλία της, πιο διάσημη από τους ήρωές της – τους άστατους, ανώριμους άντρες και τις δοτικές κατά κανόνα γυναίκες, μέλη ερωτικών τριγώνων που αδιαφορούν για την τετριμμένη καθημερινότητα των υπολοίπων.

Το πίσω ράφι/ Φρανσουάζ Σαγκάν Facebook Twitter
Η Φρανσουάζ Σαγκάν είχε να το λέει: «Πάντα υπήρξα ελεύθερη. Τόσο ελεύθερη όσο μπορεί να είναι μια γυναίκα, ελεύθερη ν’ αγαπήσω έναν βλάκα, ελεύθερη να ζήσω όπως επιθυμώ». Φωτ.: Gianni GIANSANTI/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image

Η ίδια δεν ανήκε σε καμία λογοτεχνική γενιά. Παρόλο που συνέπεσε χρονικά με την άνθιση του νουβό ρομάν, δεν μοιραζόταν καμία από τις φιλοδοξίες των εκπροσώπων του. «Δεκάρα δεν δίνω», έλεγε. Η λογοτεχνία δεν ήταν κάτι ιερό για τη Σαγκάν, ούτε την αντιμετώπισε ποτέ σαν διαβατήριο για την αθανασία: «Δεν ξέρω αν έχω μια θέση στην ιστορία της λογοτεχνίας, σίγουρα όμως έχω μια θέση στην ιστορία των εκδόσεων». Στην πραγματικότητα, δούλευε περισσότερο απ’ ό,τι παραδεχόταν, δεν ήταν όλα της τα βιβλία «γραμμένα στο πόδι», όπως αυτοσαρκαζόταν, κι αντιμετώπιζε τη γραφή σαν ένα «ανεκτίμητο» δώρο, σαν μια απόλαυση που δεν συγκρίνεται με καμία άλλη.

Ή σχεδόν καμία. Γιατί, σ’ ένα άλλο σημείο του «Με τις καλύτερες αναμνήσεις μου», μιλάει για μια πηγή απόλαυσης και περηφάνειας που δεν έχει την παραμικρή σχέση με τις λέξεις και την έμπνευση. Η Σαγκάν αναφέρεται σε μια βραδιά της σε καζίνο της Ντοβίλ. Όχι σ’ εκείνη απ’ την οποία κέρδισε όσα ακριβώς κόστισε το μοναδικό σπίτι που αγόρασε ποτέ της (αυτό της Νορμανδίας, που αργότερα κατασχέθηκε) αλλά σ' εκείνη απ’ την οποία βγήκε χρεωμένη με 300 μόλις φράγκα! Ούτε οι πιο θριαμβευτικές πρεμιέρες θεατρικών της έργων, ούτε οι πλέον διθυραμβικές κριτικές για τα μυθιστορήματά της δεν της προσέφεραν την πληρότητα εκείνης της βραδιάς, ομολογεί. «Το παιχνίδι», γράφει, «δεν απαιτεί μόνο τρέλα ή ένα φρικτό, ασύλληπτο βίτσιο στο υποσυνείδητο, απαιτεί και ψυχραιμία και θέληση και κουράγιο. Όταν χάνεις αδιάκοπα όλο το απόγευμα, όλη τη βδομάδα, όταν νιώθεις πως σ’ έχουν εγκαταλείψει οι θεοί, και ξαφνικά ο τροχός της τύχης στρέφεται πάλι προς το μέρος σου, χρειάζεται να κάνεις μια τεράστια προσπάθεια για να επιβληθείς στον εαυτό σου και ν’ ανακτήσεις την πίστη σου, για ν’ αρπάξεις την ευκαιρία από τα μαλλιά και να επωφεληθείς».

Το πίσω ράφι/ Φρανσουάζ Σαγκάν Facebook Twitter
Ποια καθωσπρέπει αστή θα σάρωνε τους δρόμους του Σαν Τροπέ, με τα ξυπόλυτα πόδια της να εναλλάσσονται στα πεντάλ μιας ντεκαποτάμπλ Φεράρι; Ποια θ’ αντιμετώπιζε την ταχύτητα «όχι σαν πρόκληση, ούτε σαν απόδειξη για οτιδήποτε, αλλά σαν βουτιά στην ευτυχία»;

Η σχέση της Σαγκάν με τα χρήματα ήταν παροιμιώδης. «Ο πατέρας μου με δασκάλεψε σωστά», θα εξομολογηθεί το '94 στον «Νουβέλ Ομπσερβατέρ», ανακαλώντας την ημέρα όπου ο εκδότης της, ο Ρενέ Ζιλιάρ, τη συμβούλεψε να εμπιστευτεί τη διαχείριση των 500 εκατομμυρίων φράγκων που της αναλογούσαν από το «Καλημέρα, θλίψη» στον μπαμπά της. Εκείνος, όμως, αντέδρασε ως εξής: «"Ενήλικη δεν είσαι; Ξόδεψέ τα αμέσως, παραείναι επικίνδυνο να τα κρατάς!" Είχε δίκιο. Αντιλαμβάνεστε τι θα 'χα απογίνει αν έπρεπε να αποταμιεύσω ή να επενδύσω; Μια φρικτή αστή θα ήμουν».

Μόνο γι’ αυτό δεν την κατηγόρησε κανείς! Ποια καθωσπρέπει αστή θα σάρωνε τους δρόμους του Σαν Τροπέ, με τα ξυπόλυτα πόδια της να εναλλάσσονται στα πεντάλ μιας ντεκαποτάμπλ Φεράρι; Ποια θ’ αντιμετώπιζε την ταχύτητα «όχι σαν πρόκληση, ούτε σαν απόδειξη για οτιδήποτε, αλλά σαν βουτιά στην ευτυχία»; Ποια θα δήλωνε «αρνούμαι να ομολογήσω ή να αρνηθώ ότι παίρνω κοκαΐνη, έχω δικαίωμα να παίρνω ό,τι θέλω, το λέει το Σύνταγμα»;

Μια ζωή κρυμμένη πίσω από μια τεράστια ξανθιά φράντζα, ετοιμόλογη και νευρώδης, γενναιόδωρη όχι μόνο με τους ήρωες που επινόησε αλλά και με δημιουργούς που τη σημάδεψαν, όπως ο Σαρτρ, ο Τένεσι Ουίλιαμς, ο Όρσον Γουέλς, η Κάρσον ΜακΚάλερς, η Μπίλι Χόλιντεϊ, η  Φρανσουάζ Σαγκάν είχε να το λέει: «Πάντα υπήρξα ελεύθερη. Τόσο ελεύθερη όσο μπορεί να είναι μια γυναίκα, ελεύθερη ν’ αγαπήσω έναν βλάκα, ελεύθερη να ζήσω όπως επιθυμώ».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

*Τα βιβλία της Φρανσουάζ Σαγκάν κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ζαχαρόπουλος

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί τα βιβλία των γυναικών συγγραφέων πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές απ' ό,τι των αντρών;

Βιβλίο / Γιατί τα βιβλία των γυναικών συγγραφέων πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές απ' ό,τι των αντρών;

Στις συμβατικές εκδόσεις οι τίτλοι με γυναίκες συγγραφείς τιμολογούνται περίπου στη μισή τιμή σε σύγκριση με τα βιβλία που έχουν συγγράψει άνδρες, ενώ υποεκπροσωπούνται και στα πιο διακεκριμένα είδη
IRENE D'ATHENES
Η ανατρεπτική πρόζα τριών σπουδαίων γυναικών

Βιβλίο / Η ανατρεπτική πρόζα τριών σπουδαίων γυναικών σε τρία πρωτότυπα μυθιστορήματα

Η άκρως πρωτότυπη γραφή είναι το νήμα που συνδέει τις σχιζοφρένειες της Ουέτζουν Ουάνγκ με τα τριαντάφυλλα της Έλσα Τριολέ και τα εργοστάσια ζάχαρης της Ντοροτέε Έλμιγκερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Βιβλίο / Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα με καλεσμένους από 16 χώρες και τιμώμενο πρόσωπο τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, το φετινό φεστιβάλ σημείωσε τη μεγαλύτερη προσέλευση στην ιστορία του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

The Review / Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα έκδοση του έργου του Ζαν Ζενέ, εξετάζουν τους λόγους που μπορεί να μας αφορά ακόμα και σήμερα το θρυλικό βιβλίο του 1945. ― ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ