Γκάντι: Υπεράνθρωπος ή κοινός θνητός γεμάτος προκαταλήψεις;

Γκάντι: Υπεράνθρωπος ή κοινός θνητός γεμάτος προκαταλήψεις; Facebook Twitter
Περιγράφει με ζωηρές λεπτομέρειες τη ζήλεια ή τη λαγνεία που ένιωθε στην πρώιμη φάση του γάμου του.
0

Τα πιο ανοίκεια ίσως τμήματα των απομνημονευμάτων του Γκάντι με τον τίτλο «Μια αυτοβιογραφία ή τα πειράματά μου με την αλήθεια» (για πρώτη φορά δημοσιεύτηκαν σε σειρά άρθρων του το 1925) στη νέα ανανεωμένη τους έκδοση είναι κάποια παραβολικά ηθικολογικά ανέκδοτα, τα οποία όμως εξηγούν ίσως μέρος της ανθεκτικής δημοτικότητας αυτής της βιογραφίας στον «Ευρω-Χριστιανικό» κόσμο εδώ και έναν αιώνα σχεδόν.

 

Παρότι όταν έγραψε το βιβλίο, ο Γκάντι ήταν ήδη ο άγαμος πλέον «brahmacharya» που είχε αποκηρύξει τις σωματικές απολαύσεις προς χάρη της πνευματικότητας και της συνειδητοποίησης, περιγράφει με ζωηρές λεπτομέρειες τη ζήλεια ή τη λαγνεία που ένιωθε στην πρώιμη φάση του γάμου του.

Ο ίδιος ο Γκάντι πάντως έδειχνε να έχει πλήρη κατανόηση του γεγονότος ότι η γνώση και η ιστορία ως αφήγηση είναι εγγενώς υποκειμενικά πράγματα – γεγονός που στην εποχή μας βρίσκεται στο στόχαστρο δυνάμεων τόσο από την Αριστερά όσο και από την Δεξιά.

Σύμφωνα με τις περιγραφές του, έκανε έρωτα με τη γυναίκα του Καστούρμπα την ώρα που πέθαινε ο πατέρας του στο ίδιο σπίτι. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, «αυτή η ντροπή του σαρκικού πόθου ακόμα και στην κρίσιμη ώρα του θανάτου του πατέρα μου, είναι μια κηλίδα που δεν κατάφερα ποτέ να σβήσω ή να ξεχάσω». Ακολούθως, επιχειρεί έναν παραλληλισμό ανάμεσα στις αμαρτήματά του και στο γεγονός ότι η σύζυγός του αργότερα έφερε στον κόσμο ένα μωρό που πέθανε λίγο μετά τη γέννα, και προειδοποιεί «όλους εκείνους που σκοπεύουν να παντρευτούν, να διδαχτούν από το παράδειγμά μου».

Γκάντι: Υπεράνθρωπος ή κοινός θνητός γεμάτος προκαταλήψεις; Facebook Twitter
Ο Γκαντι ως νεαρός δικηγόρος στη Νότιο Αφρική πριν ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος

Σε άλλα σημεία του βιβλίου όμως, προσφέρει από πρώτο χέρι διεισδυτικές περιγραφές του θεσμικού ρατσισμού που καθόριζε το καθεστώς της Νοτίου Αφρικής – όπου εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος μέχρι το 1914 – και άνοιξε το δρόμο για το ακόμα σκληρότερο απαρτχάιντ που επικράτησε αργότερα, ενώ οι σκέψεις σχετικά με το ντύσιμο και την εμφάνιση, αποτελούν δείγματα προβληματισμών της εποχής σχετικά με τη φυλή και την αποικιοκρατία.

Αναρωτιέται, λόγου χάρη, αν η εμφάνισή του με «αλάνθαστο αγγλικό ντύσιμο» θα είναι αρκετή για να τον προστατεύσει από τον ρατσισμό. Κατά τη θητεία του στο Λονδίνο άλλωστε, είχε φροντίσει να απαλλαγεί από κάθε ίχνος «Ινδικής» εμφάνισης για να μην εκτίθεται στη «χλεύη» ή να μοιάζει «στα μάτια των Βρετανών ως βάρβαρος». Τον Γκάντι τον απασχολούσαν ζητήματα πολυπολιτισμικότητας μισό αιώνα περίπου πριν απασχολήσουν τα φιλολογικά έντυπα.

Όταν γράφει σχετικά με τον άγριο πόλεμο των Βρετανών εναντίον του έθνους των Ζουλού, υποστηρίζει ότι η καρδιά του «είναι με τους Ζουλού», σημειώνοντας ότι το γεγονός ότι υπήρξε μάρτυρας φρικαλεοτήτων εναντίον τους τον οδήγησε ακόμα πιο βαθιά στο μονοπάτι της συνειδητοποίησης.

Στην πραγματικότητα όμως, όταν έφτασε στη Νότιο Αφρική, ήταν εμποτισμένος με τυπικές ταξικές και φυλετικές προκαταλήψεις. Πίστευε ότι οι φτωχότεροι Ινδοί μετανάστες ήταν «αδαείς» και «άξεστοι» και δεν θα έπρεπε να έχουν εκλογικά δικαιώματα. Αναφερόταν στους Ζουλού υποτιμητικά ως «κάφρους» και τους αντιμετώπιζε ως «απολίτιστους» και «ταραχοποιούς» ανθρώπους που «ήταν πολύ βρώμικοι και ζούσαν σχεδόν σαν ζώα». Παράλληλα έγραφε άρθρα στα οποία ενθάρρυνε τους Ινδούς να υποστηρίξουν τον πόλεμο εναντίον των Ζουλού, ενώ ο ίδιος είχε δηλώσει εθελοντής στην πλευρά των Βρετανών.

Η διάσημη Ινδή συγγραφέας (του «Θεού των μικρών πραγμάτων» μεταξύ άλλων) Αρουντάτι Ρόι μεταχειρίστηκε πρόσφατα αυτές τις αντιφάσεις σημειώνοντας το πώς ο Γκάντι έκρινε σωστό στην αυτοβιογραφία του να ανιχνεύσει κάποια στοιχεία της ζωής του με αφοπλιστική ειλικρίνεια (όπως αυτά που συνδέονται με τη σεξουαλικότητά του, λόγου χάρη), ενώ υπήρξε πολύ πιο επιφυλακτικός σε ζητήματα κοινωνικής τάξης και φυλής, αρνούμενος να ανασκευάσει προηγούμενες αρχαϊκές απόψεις του, γεγονός που την κάνει να αναρωτιέται αν πραγματικά είχε πάψει να της υιοθετεί.

Στη νέα βιογραφία του Γκάντι με τίτλο "Gandhi: The years that changed the world 1914–1948", ο συγγραφέας του βιβλίου Ramachandra Guha, της απαντά με οργή σχεδόν, δηλώνοντας ότι οι απόψεις της προδίδουν σοβαρό έλλειμμα «ακαδημαϊκής προσέγγισης και κοινωνιολογικής αντίληψης». Για τον ίδιο τον Guha, το συνολικό άθροισμα των λόγων και των έργων του Γκάντι, ασχέτως των όποιων σφαλμάτων και ανακολουθιών, τον καθιστούν μια αναμφισβήτητα προοδευτική μορφή της εποχής του, ειδικά σε ζητήματα φύλου, φυλής, κοινωνικής τάξης και κάστας.

Ο ίδιος ο Γκάντι πάντως έδειχνε να έχει πλήρη κατανόηση του γεγονότος ότι η γνώση και η ιστορία ως αφήγηση είναι εγγενώς υποκειμενικά πράγματα – γεγονός που στην εποχή μας βρίσκεται στο στόχαστρο δυνάμεων τόσο από την Αριστερά όσο και από την Δεξιά. Όπως άλλωστε είχε πει χαρακτηριστικά, «κάθε υπόθεση μπορεί να γίνει αντιληπτή μέσα από επτά τουλάχιστον διαφορετικές οπτικές, οι οποίες είναι όλες ορθές από μόνες τους, αλλά όχι συγχρόνως και όχι στις ίδιες περιστάσεις».

Με στοιχεία από το Times Literary Supplement


Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Daily / Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Πώς μπορεί κανείς να συγκεντρώνεται στο μικρό κάδρο ενός ανοιχτού βιβλίου, όταν υπάρχει το μεγάλο κάδρο –ο ουρανός, η θάλασσα, τα βράχια, το πολύτιμο τοπίο, οι άνθρωποι στα καλύτερά τους– που μπορείς να το χαρείς μόνο για ένα δραματικά περιορισμένο διάστημα;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Βιβλίο / Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Επιστρέφει με ένα νουάρ για τη σκοτεινή δράση της alt-right στην Ελλάδα και μιλάει για όσα ανακάλυψε, για τη σχέση του με τον ήρωά του Μιχάλη Κρόκο, αλλά και για το πόσο επικίνδυνο είναι να είσαι συγγραφέας σήμερα. 
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ποτέ πια δεν θα είμαι ο γιος της»

Βιβλίο / Ένα βιβλίο - στοχασμός για τα γηρατειά που παραγκωνίζονται κοινωνικά

Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Ντιντιέ Εριμπόν γράφει για την εισαγωγή της μητέρας του σε γηροκομείο, για τη ζωή και τον θάνατο μιας γυναίκας του λαού που δεν άφησε διαθήκη - γιατί δεν υπήρχε τίποτα ν’ αφήσει.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ειρήνη Γιαννάκη

Βιβλίο / Η Ειρήνη Γιαννάκη γράφει ποίηση για μια χώρα που επιζητεί το δράμα

Με αφορμή την έκδοση της συλλογής «Δόξα Έβρου», μία ψύχραιμη φωνή των social media μιλά για τη δικτατορία της γνώμης, το στρογγύλεμα της ιστορίας και την ποίηση ως το πιο ειλικρινές είδος λογοτεχνίας.
M. HULOT
Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Βιβλίο / Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Το «τρομερό παιδί» της γαλλικής λογοτεχνίας βρίσκεται όλο και πιο συχνά στην Αθήνα που τόσο αγαπά· με αφορμή την εμφάνισή του στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, μίλησε στη LiFO για την κοινωνικοπολιτική επικαιρότητα στη Γαλλία και διεθνώς.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Ισμαήλ Κανταρέ «Η κόρη του Αγαμέμνονα», «Ο Διάδοχος»

Το Πίσω Ράφι / Ο Ισμαήλ Κανταρέ και η επιβίωση των αλβανικών γραμμάτων

Η «Κόρη του Αγαμέμνονα» και ο «Διάδοχος» γράφτηκαν σε μια εποχή που ο διασημότερος σύγχρονος Αλβανός λογοτέχνης ένιωσε ότι πρέπει να αφήσει ένα είδος διαθήκης, ασκώντας ευθεία κριτική στο καθεστώς Χότζα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Σαν Σήμερα Γεννήθηκε / «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Παναγιώτη Πούλο, ομότιμο καθηγητή Φιλοσοφίας και Αισθητικής της ΑΣΚΤ και μεταφραστή του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και η σάγκα του “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

The Book Lovers / «Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και το “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με τον Νίκο Καραπιδάκη, ομότιμο καθηγητή Μεσαιωνικής Ιστορίας και διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία», για τα βιβλία που τον διαμόρφωσαν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ