«Γατόπαρδος»: Μια εξαίσια νωπογραφία της παρακμής

Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα Facebook Twitter
Ο Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα λίγο πριν από το τέλος της ζωής του έγραφε το μυθιστόρημα που θα σημάδευε τη σύγχρονη ιταλική λογοτεχνία, τον «Γατόπαρδο».
0

Στα τέλη του 1954 οι θαμώνες του μπαρ «Ματζάρα» στο Παλέρμο έβλεπαν σχεδόν σε καθημερινή βάση έναν κακοντυμένο και απόμακρο ηλικιωμένο κύριο να γεμίζει σελίδες επί σελίδων, σκυμμένος πάνω από το μικροσκοπικό τραπέζι του. Στο ίδιο μπαρ, τους επόμενους μήνες, κάποιοι προνομιούχοι φίλοι του είχαν την τύχη ν΄ ακούσουν από τα χείλη του το μεγαλύτερο μέρος όσων έγραφε.

Ο γηραιός κύριος ονομαζόταν Τζουζέπε Τομάζι. Ήταν δούκας της Πάρμας και πρίγκιπας της νήσου Λαμπεντούζα, γόνος ενός από τους πιο αριστοκρατικούς οίκους της Σικελίας. Παλιός πολεμιστής, επικεφαλής για ένα διάστημα του Ιταλικού Ερυθρού Σταυρού, ακάματος ταξιδευτής και πάνω απ’ όλα βιβλιοφάγος, λίγο πριν από το τέλος της ζωής του έγραφε το μυθιστόρημα που θα σημάδευε τη σύγχρονη ιταλική λογοτεχνία, τον «Γατόπαρδο». Μια εξαίσια νωπογραφία της παρακμής, ένα έργο πολυεδρικό γεμάτο πικρία, όπου το βίωμα και η μνήμη συναντιώνται με την επινόηση και η πραγματικότητα με την αίσθηση της Ιστορίας.

Το μοναδικό μυθιστόρημα του Λαμπεντούζα –αυτό που μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Λουκίνο Βισκόντι το 1963 με πρωταγωνιστές τους Μπαρτ Λάνγκαστερ, Κλαούντια Καρντινάλε και Αλέν Ντελόν–  πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1971 σε μετάφραση του Κοσμά Πολίτη (εκδ. Διογένης) και από το 1999 το βρίσκει κανείς σε μια πολύ φροντισμένη έκδοση των «Bell», όπου τη μετάφραση, την εισαγωγή και το εκτενές επίμετρο υπογράφει η Μαρία Σπυριδοπούλου.

«Γατόπαρδος»: Μια εξαίσια νωπογραφία της παρακμής Facebook Twitter
Σκηνή από τον «Γατόπαρδο» του Βισκόντι.

Ο «Γατόπαρδος», με το που κυκλοφόρησε στην Ιταλία, έγινε ανάρπαστος τόσο  από …ευαίσθητες κυρίες μιας κάποιας ηλικίας όσο και από οργισμένους νεολαίους ή μικροαστούς αναγνώστες λαϊκών περιοδικών.

Η δράση του «Γατόπαρδου» ξεκινά την άνοιξη του 1860 κι ολοκληρώνεται μισόν αιώνα αργότερα. Είναι η ιστορία του Ντον Φαμπρίτσιο, του πρίγκιπα ντι Σαλίνα, αρχηγού ακόμα μιας από τις ισχυρότερες οικογένειες της Σικελίας. Καθώς ο Γκαριμπάλντι ενώνει το νησί με την υπόλοιπη Ιταλία υπό το σκήπτρο ενός καινούριου βασιλιά, μια νέα τάξη, εύρωστη κι αχαλίνωτη, ετοιμάζεται να πάρει τη θέση της γερασμένης αριστοκρατίας.

Ο ήρωας του Λαμπεντούζα –μυθιστορηματική εκδοχή ενός αληθινού προγόνου του συγγραφέα– βρίσκεται διχασμένος ανάμεσα σε αντίθετες τάσεις. Είναι ένας πλούσιος φεουδάρχης που όμως αδυνατεί να εμποδίσει τη λεηλασία της περιουσίας του από τους τοκογλύφους και τους ανερχόμενους αστούς, όντας ταυτόχρονα μάρτυρας του έρωτα που γεννιέται ανάμεσα στον αγαπημένο του ανιψιό και μια ζάμπλουτη άλλα άξεστη χωριατοπούλα.

Ο Γατόπαρδος
Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, Ο Γατόπαρδος, εκδόσεις Bell

Πιστός στις παραδόσεις, υπερήφανος για την καταγωγή του αλλά και κρυφός θαυμαστής του Διαφωτισμού, αυτός ο ερασιτέχνης αστρονόμος δεν τρέφει αυταπάτες. Ξέρει ότι τα προνόμια της τάξης του δεν μπορεί να διαρκέσουν για πάντα. Ο Ντον Φαμπρίτσιο παρακολουθεί τον αργό θάνατο του κόσμου στον οποίο ανήκει και αποδέχεται την πραγματικότητα με τη φινέτσα ενός αληθινού ευγενούς, απίστευτα στωικού, είρωνα και σνομπ.

Ο Λαμπεντούζα δεν ευτύχησε να δει το έργο του τυπωμένο. Τον Ιούλιο του ΄57, λίγες μέρες αφότου έλαβε αρνητική επιστολή από τον Έλιο Βιτορίνι, συγγραφέα και στέλεχος των εκδόσεων Εϊνάουντι, άφησε την τελευταία του πνοή, στα εξήντα του, χτυπημένος από καρκίνο των πνευμόνων.

Ο «Γατόπαρδος» κυκλοφόρησε έναν χρόνο αργότερα από τις εκδόσεις Φελτρινέλι, καθώς εκεί, ο Τζιόρτζιο Μπασάνι που είχε μόλις στρατολογηθεί για να διευθύνει τη σειρά σύγχρονων συγγραφέων, εκτίμησε δεόντως «το εύρος της ιστορικής άποψης», τα «τέλεια, ενίοτε μαγευτικά, εκφραστικά μέσα», την «υπέροχη αίσθηση του χιούμορ» και τον «γνήσιο λυρισμό» του Λαμπεντούζα, αποφαινόμενος πως το μυθιστόρημά του «είναι από εκείνα τα έργα για τα οποία δουλεύει ή για τα οποία προετοιμάζεται κανείς μια ολόκληρη ζωή».

Ο «Γατόπαρδος», με το που κυκλοφόρησε στην Ιταλία, έγινε ανάρπαστος τόσο από… ευαίσθητες κυρίες μιας κάποιας ηλικίας όσο και από οργισμένους νεολαίους ή μικροαστούς αναγνώστες λαϊκών περιοδικών. Την ίδια περίοδο, στους κόλπους των κριτικών η συζήτηση περιστράφηκε κυρίως γύρω από το αν πρόκειται για έργο «δεξιό» ή «αριστερό», με τους διανοούμενους να παλινδρομούν ανάμεσα στον πειρασμό να το θαυμάσουν ως αριστούργημα ή να το απορρίψουν ως παρωχημένο και αντιδραστικό.

Γεγονός είναι ότι, από την εποχή της Αναγέννησης, κανένας άλλος καρπός της ιταλικής κουλτούρας δεν είχε τόσο πλατιά απήχηση στο εξωτερικό.  

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Daily / Όχι βιβλία, όχι πλαστικά σε θάλασσες κι ακτές 

Πώς μπορεί κανείς να συγκεντρώνεται στο μικρό κάδρο ενός ανοιχτού βιβλίου, όταν υπάρχει το μεγάλο κάδρο –ο ουρανός, η θάλασσα, τα βράχια, το πολύτιμο τοπίο, οι άνθρωποι στα καλύτερά τους– που μπορείς να το χαρείς μόνο για ένα δραματικά περιορισμένο διάστημα;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Βιβλίο / Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Επιστρέφει με ένα νουάρ για τη σκοτεινή δράση της alt-right στην Ελλάδα και μιλάει για όσα ανακάλυψε, για τη σχέση του με τον ήρωά του Μιχάλη Κρόκο, αλλά και για το πόσο επικίνδυνο είναι να είσαι συγγραφέας σήμερα. 
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ποτέ πια δεν θα είμαι ο γιος της»

Βιβλίο / Ένα βιβλίο - στοχασμός για τα γηρατειά που παραγκωνίζονται κοινωνικά

Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Ντιντιέ Εριμπόν γράφει για την εισαγωγή της μητέρας του σε γηροκομείο, για τη ζωή και τον θάνατο μιας γυναίκας του λαού που δεν άφησε διαθήκη - γιατί δεν υπήρχε τίποτα ν’ αφήσει.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ειρήνη Γιαννάκη

Βιβλίο / Η Ειρήνη Γιαννάκη γράφει ποίηση για μια χώρα που επιζητεί το δράμα

Με αφορμή την έκδοση της συλλογής «Δόξα Έβρου», μία ψύχραιμη φωνή των social media μιλά για τη δικτατορία της γνώμης, το στρογγύλεμα της ιστορίας και την ποίηση ως το πιο ειλικρινές είδος λογοτεχνίας.
M. HULOT
Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Βιβλίο / Εντουάρ Λουί: «Μου είναι αδύνατο να δεχτώ πως ο πατέρας μου εξακολουθεί να ψηφίζει τη Λεπέν»

Το «τρομερό παιδί» της γαλλικής λογοτεχνίας βρίσκεται όλο και πιο συχνά στην Αθήνα που τόσο αγαπά· με αφορμή την εμφάνισή του στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, μίλησε στη LiFO για την κοινωνικοπολιτική επικαιρότητα στη Γαλλία και διεθνώς.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Ισμαήλ Κανταρέ «Η κόρη του Αγαμέμνονα», «Ο Διάδοχος»

Το Πίσω Ράφι / Ο Ισμαήλ Κανταρέ και η επιβίωση των αλβανικών γραμμάτων

Η «Κόρη του Αγαμέμνονα» και ο «Διάδοχος» γράφτηκαν σε μια εποχή που ο διασημότερος σύγχρονος Αλβανός λογοτέχνης ένιωσε ότι πρέπει να αφήσει ένα είδος διαθήκης, ασκώντας ευθεία κριτική στο καθεστώς Χότζα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Σαν Σήμερα Γεννήθηκε / «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Παναγιώτη Πούλο, ομότιμο καθηγητή Φιλοσοφίας και Αισθητικής της ΑΣΚΤ και μεταφραστή του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και η σάγκα του “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

The Book Lovers / «Με συγκινούν τα αμερικανικά pulp μυθιστορήματα και το “Όσα παίρνει ο άνεμος”»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με τον Νίκο Καραπιδάκη, ομότιμο καθηγητή Μεσαιωνικής Ιστορίας και διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία», για τα βιβλία που τον διαμόρφωσαν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ