MET GALA 2024

Ινδαρές Facebook Twitter

Δημήτρης Ινδαρές: «Στις οριακές συνθήκες ο καθένας αντιδρά με αυτά που κουβαλάει μέσα του»

0

Ρουφώντας με απόλαυση το βιβλίο του «Λενάκι, Δυο φωτιές και δυο κατάρες, Με αφορμή ένα δημοτικό τραγούδι του Μοριά» (Εστία) και μαθαίνοντας ότι έχει στα σκαριά δυό ντοκιμαντέρ, ένιωσα ανακούφιση και χαρά. «Για δες, επιστρέφει δριμύτερο ένα από τα εξαφανισμένα ταλέντα του ελληνικού σινεμά, η κακοποίησή του από την αστυνομία στην ταράτσα του σπιτιού του τον Δεκέμβριο του 2019 δεν τον έβαλε κάτω», σκέφτηκα. Πρόκειται, φυσικά, για τον Δημήτρη Ινδαρέ. 

Ο σκηνοθέτης των ξεχωριστών ταινιών «Ο τσαλαπετεινός του Wyoming» (1995) και «Γαμήλια Νάρκη» (2003) έγινε ξαφνικά πριν δυο χρόνια (πότε κιόλας πέρασε τόσος καιρός) διασημότητα για τους λάθος λόγους. Μια κατάληψη στο διπλανό του σπίτι, ένα «ντου» της αστυνομίας για να βγάλει τους καταληψίες και η αυθαίρετη μεταφορά της επιχείρησης στη δική του ταράτσα μετέτρεψαν τον σκηνοθέτη και τους δυο γιους του σε σάκους του μποξ για τα όργανα της τάξης – ελλείψει άλλων, οι καταληψίες τούς είχαν ξεφύγει κάτω από τη μύτη τους.

Τα παραπάνω πασίγνωστα θα αισθανόμουνα ότι αλλοιώνουν κάπως το καθαρά καλλιτεχνικό κίνητρο που με ώθησε να ξανασυναντήσω μετά από αρκετά χρόνια τον Δημήτρη Ινδαρέ. Δεν μπορώ, όμως, κι ούτε θέλω, να τα αποφύγω. Όχι μόνο γιατί, όσο δημιουργικό και γεμάτο ιδέες κι αν τον βρήκα, παραμένει οργισμένος και βαθιά προβληματισμένος για τα όσα «παράλογα και εξοργιστικά» υπέστη. Εκκρεμεί, άλλωστε, η δίκη του ίδιου και των παιδιών του, του Φίλιππου και του Ιάσονα, που παραπέμπονται για διάφορα τρελά (από επικίνδυνη σωματική βλάβη σε βάρος αστυνομικών μέχρι παράνομη οπλοκατοχή και απείθεια). Αλλά και γιατί μου είχε κολλήσει η ιδέα,  σκυμμένη επί μέρες στο απαιτητικό μα συναρπαστικό «Λενάκι» του, ότι ίσως αυτή η άγρια ιστορία να άφησε, έστω και αμυδρό, το ίχνος της σε κάτι εντελώς, μα εντελώς άσχετο. Σε ένα ιστορικό δοκίμιο. 

Όλοι κάποια στιγμή αναρωτιόμαστε για τις ρίζες μας. Όλοι θέλουμε ή μάλλον χρειαζόμαστε να ανήκουμε κάπου. Η μοναξιά και η απουσία των ριζών είναι αισθήματα που μας υπονομεύουν, μας καθιστούν πιο ευάλωτους.

                     

Το βιβλίο αφορά κυρίως, όπως φαίνεται και από τον τίτλο του, ένα πασίγνωστο και με πολλές παραλλαγές δημοτικό τραγούδι, για τον έρωτα ανάμεσα στη χριστιανή Ελένη, κόρη άρχοντα, και τον Τουρκαλβανό Ελμάζ-αγά. Το τραγούδι δεν αναφέρεται μόνο σε ένα πραγματικό σκάνδαλο, με χρονολογία (γύρω στα 1812) και συγκεκριμένο τόπο, το χωριό Λειβάρτζι των Καλαβρύτων, στην ορεινή Αχαΐα, αλλά έχει και άμεση σχέση με την οικογένεια, τους προγόνους του σκηνοθέτη. Διότι η τολμηρή και ανυπότακτη Ελένη, που αψήφησε θρησκεία και οικογένεια για τα ωραία μάτια ενός επιφανούς εχθρού, τσιφλικά και ηγέτη των περίφημων μέχρι σήμερα Τουρκαλβανών του Λάλα, είχε έναν πρωτοξάδελφο που τον έλεγαν Δημητράκη Ινταρέ. Ο συνονόματος του σκηνοθέτη έγινε από τους πρωταγωνιστές του δράματος, αφού πάνω στο ξέσπασμα της Επανάστασης, στις 16 Μαρτίου του 1821, επιτέθηκε στον πύργο του Ελμαζ-αγά και τον έκαψε, παίρνοντας εκδίκηση και οδηγώντας τον ίδιο, την Ελένη και τα δυο τους παιδιά σε νέες περιπέτειες. 

lenaki
KANTE KΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Δημήτρης Ινδαρές, «Λενάκι, Δυο φωτιές και δυο κατάρες, Με αφορμή ένα δημοτικό τραγούδι του Μοριά», εκδόσεις Εστία

Μια τυχαία ανακάλυψη από τον σκηνοθέτη στο πατρικό του, στην Πάτρα, ενός πάκου από έγγραφα με χρονολογία το 1894 και την υπογραφή του Λάμπρου Ινδαρέ, εγγονού του Δημητράκη Ινταρέ, ήταν το έναυσμα για μια πραγματικά θηριώδη, μα τόσο καλογραμμενη και γοητευτική έρευνα. Ο σκηνοθέτης κάνει φύλλο και φτερό την ίδια την ερωτική ιστορία, αλλά και τα ιστορικά και κοινωνικά της συμφραζόμενα. Μπαίνει στη φωτιά της Επανάστασης. Ζωντανεύει τα ήθη της ντόπιας κοινωνίας. Δανείζεται από σημαντικά ιστορικά κείμενα και πηγές, αλλά εμπιστεύεται και τη λογοτεχνία και τις προφορικές παραδόσεις. Και έτσι γεννήθηκε ένα λαμπρό ανάγνωσμα, που οι εκδόσεις Εστία το φρόντισαν ιδιαίτερα. Το βιβλίο «Λενάκι, Δυο φωτιές και δυο κατάρες» στολίζουν 110 ζωγραφιές και σχέδια της Λυδίας Βενιέρη, μια παράλληλη αφήγηση, που, όπως λέει και ο συγγραφέας, «λειτουργεί μαγικά, φωτίζει και τα δικά μου συναισθήματα απέναντι στα πρόσωπα και τα γεγονότα».   

— Το «Λενάκι» ξεκίνησε πριν ή μετά το πασίγνωστο επεισόδιο με την κατάληψη στο διπλανό σας σπίτι και τη σύλληψη σας, τον Δεκέμβριο του 2019;    

Είχε ξεκινήσει από πριν. Είχαν γραφτεί τα δύο τρίτα. Μόνο το κλείσιμο του βιβλίου, που είναι και το πιο προσωπικό, γράφτηκε μετά. Νομίζω ότι μπορεί κάποιος να το ψυχανεμιστεί. 

— Ναι, φαίνεται ένα κάποιο ψυχικό βάρος. Έχει κι έναν έντονο προσωπικό τόνο, δεν κρύβετε ότι το γράψιμο του βιβλίου είναι και μια διαδικασία να ανακαλύψετε «όσα καλά ή κακά οι πρόγονοι κατέλειπαν», όπως γράφετε.  

Ο κάθε άνθρωπος που ψάχνεται, για κάποιον λόγο το κάνει. Ίσως και για να απελευθερωθεί από κάποια φορτία του παρελθόντος. Εγώ προσωπικά είμαι σε μια τέτοια διαδικασία χρόνια τώρα, και μην ξεχνάτε και την περιέργεια που έχει ο άνθρωπος που επαγγελματικά δουλεύει με τη μυθοπλασία. Ε, δεν θελει και πολύ να γραφτεί ένα τέτοιο βιβλίο. Και καθώς το υλικό του γινόταν πιο σύνθετο, όσο περισσότερο με οδηγούσε σε άγνωστες για μένα περιοχές της λαογραφίας και της ιστορίας, τόσο διαπίστωνα ότι με έκανε να εντοπίζω μέσα μου ακαθόριστες μνήμες. Κοιμισμένα φαντάσματα του παρελθόντος μου. Είχα την αίσθηση ότι βυθίζομαι σε μια σκοτεινή περιοχή, πίσω από μια βαριά, μαύρη κουρτίνα. 

Δημήτρης Ινδαρές: «Στις οριακές συνθήκες ο καθένας αντιδρά με αυτά που κουβαλάει μέσα του» Facebook Twitter
Εικονογράφηση της Λυδίας Βενιέρη για το βιβλίο

— Οι ρίζες μας, δηλαδή, έχουν και διττή επίδραση; Μπορεί να μας μεταφέρουν και κάτι το σκοτεινό και δύσκολο;   

Όταν συναντιόμαστε με το παρελθόν, όταν το ακουμπάμε, είτε μας ζεσταίνει είτε μας καίει. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, μια οδός θεραπείας είναι εκεί και μας περιμένει. Όλοι κάποια στιγμή αναρωτιόμαστε για τις ρίζες μας. Όλοι θέλουμε ή μάλλον χρειαζόμαστε να ανήκουμε κάπου. Η μοναξιά και η απουσία των ριζών είναι αισθήματα που μας υπονομεύουν, μας καθιστούν πιο ευάλωτους. Μια ανάμνηση, μια φωτογραφία, ένας θρύλος, οι ιστορίες του οικογενειακού παρελθόντος, ακόμη και του πιο «ταπεινού», προκαλούν πάντα αυθεντική συγκίνηση. 

— Πώς θα περιγράφατε, λοιπόν, με λίγα λόγια το βιβλίο σας; 

Εστιάζει σε ένα τρίγωνο: τους πρωταγωνιστές ενός αλλόθρησκου ειδυλλίου που απασχόλησε τη λαϊκή μούσα της εποχής, τη Λειβαρτζινή Ελένη και τον Ελμάζ-αγά της Μοστενίτσας, αλλά και τον οπλαρχηγό Δημητράκη Ινταρέ, ξάδελφο της Ελένης. Αυτός κατέστρεψε τον οχυρό πύργο του Αγά κατά την έκρηξη της Επανάστασης και έτρεψε σε φυγή την οικογένεια της Ελένης και του Ελμάζ. Δυο ακόμα πρόσωπα με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα για τη συμβολική τους, κυρίως, υπόσταση. Η μαμά της Ελένης, Μαρία Σισίνη, που καταράστηκε την κόρη της. Και η κόρη που απέκτησε η Ελένη με τον Ελμάζ, η επονομάζομενη «Τουρκομαρία», που έζησε στην Πάτρα ως πόρνη.      

        

— Οι πηγές σας, πέρα από τα οικογενειακά τεκμήρια, ποιες ήταν; Δεν είχατε δα και καμιά προπαίδεια σε τέτοιου είδους θηριώδη έρευνα, εκτός κι αν όντως βοήθησε το κινηματογραφικό σας μπακγκράουντ.     

Η Ιστορία, η λογοτεχνία, η γεωγραφία, οι βιβλιοθήκες, πραγματικές και ψηφιακές, οι κουβέντες με ανθρώπους που ενδιαφέρονται για την έρευνα. Αυτά ήταν τα εργαλεία μου. Ναι, διάβασα και έψαξα πολύ. Δουλειά ντετέκτιβ θα την έλεγα. Είναι σαν να ξυπνάει μέσα σου μια δύναμη που τίποτα δεν τη σταματάει. Όταν αυτό που θέλεις ανταποκρίνεται σε ένα αίτημα που έχει νόημα, ένα νόημα που επιβεβαιώνεται όσο ψάχνεις, τότε βρίσκεις τον τρόπο να πάρεις απαντήσεις. Αλλά μην ξεχνάτε ότι η έρευνα είναι σημαντικό στάδιο στη συγγραφή ενός σεναρίου, όλοι οι δάσκαλοι στο λένε. Και καθώς η δική μου σκέψη τροφοδοτείται βασικά από τη φαντασία, με βοήθησε και η φαντασία να εντοπίσω κάποια επιπλέον τεκμήρια.  

— Κρίνοντας από τη δική μου οικογένεια, που έναν μόνο ηρωικό πρόγονο έχει –παρεμπιπτόντως υποστήριξε και τον Δημητράκη Ινταρέ στις απαιτήσεις του από τον Όθωνα!– και όλο τις ιστορίες του άκουγα παιδί, φανταζόμουνα ότι κι εσείς παίζατε στα δάχτυλα όλες αυτές τις ηρωικές, δραματικές και συναρπαστικές οικογενειακές ιστορίες. Εδώ που τα λέμε, μέχρι κι ένα δημοτικό τραγούδι είχατε.  

Κι όμως. Δεν ήξερα πολλά. Ο μπαμπάς μου ήταν της εγγλέζικης κουλτούρας, δεν περιαυτολογούσε, ούτε μάς έλεγε πολλά για την ιστορία της οικογένειας Ινδαρέ. Ηταν αυτός, άλλωστε, που είχε κρύψει, «προστατεύσει» κάπου ένα πάκο σημαντικά γράμματα-τεκμήρια, αυτά που ανακάλυψα. Μια γενική εικόνα μόνο είχα. Θυμάμαι τη μάνα μου να μας λέει για την Ελένη, που αγάπησε Τούρκο και ήταν Ινδαροπούλα – που δεν ήταν ακριβώς, ξαδέλφη των Ινδαρέ ήταν. Η μάνα μου, όμως, ήταν από τη Σμύρνη και βρισκόταν πολύ πιο κοντά στα παραμύθια και τις ιστορίες, είχε γοητευτεί από την ιστορία της Ελένης. Αλλά, γενικά τότε, εμένα δεν δούλευε στο μυαλό μου όλο αυτό. Μόνο όταν ανακάλυψα τα χαρτιά του Λάμπρου Ινδαρέ και έφτασα στην ιστορία της Ελένης, του Ελμάζ και, φυσικά, του Δημητράκη Ινταρέ, τότε μόνο συνειδητοποίησα πλήρως το δημοτικό τραγούδι και τη σχέση με την οικογένειά μου. Και ο ενοχικός Δημήτρης αισθάνθηκε άσχημα, που ο συνονόματός του πρόγονος κατέστρεψε αυτό το ειδύλλιο. 

— Είχατε αποκοπεί από το χωριό σας, το Λειβάρτζι. Κάπου γράφετε ότι ήταν ανύπαρκτο στον «γενεογεωγραφικό» σας χάρτη. 

Ποτέ δεν είχα πάει στο Λειβάρτζι, τώρα με το βιβλίο πρωτοπήγα. Νομίζω ότι το κάψιμο του πύργου της οικογένειας το 1895 ήταν το τέλος. Τώρα που πηγαίνω συχνά, αφού γυρίζω κι ένα ντοκιμαντέρ εκεί, το «Λήθη/Το Λενάκι», η υποδοχή των κατοίκων είναι πάρα πολύ φιλική.  

Ινδαρές Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Και έχετε και το όνομα του Δημητράκη Ινταρέ! Του τύπου που δεν έκαψε μόνο το σπίτι της Ελένης και του Ελμάζ-αγά, αλλά πήρε μέρος στην Επανάσταση και μέχρι γράμματα στον Όθωνα έγραφε. 

Και όχι μόνο. Την ξέρετε, βέβαια, τη φοβερή κόντρα Καλαβρυτινών και Μεσσήνιων για το πού ξεκίνησε η Επανάσταση. Η επίθεση που έκανε στις 16 Μαρτίου στον πύργο του Ελμάζ στη Μοστενίτσα αναφέρεται ως η πρώτη εναντίον οργανωμένου τούρκικου οχυρού. Συνδέεται, λοιπόν, ο Δημητράκης Ινταρές με το θολό ημερολογιακό σημείο εκκίνησης της Επανάστασης.   

— Υπάρχουν καθόλου ζωγραφιές, ντοκουμέντα για το πώς ήταν ο πύργος σας, εκεί που έζησε και ερωτεύτηκε τον Ελμάζ η Ελένη, αλλά και για τη μορφή του Δημητράκη; 

Όχι, τίποτα δεν υπάρχει. Και να σκεφτείτε ότι ο Σύλλογος των Λειβαρτζινών θέλησε να του κάνει του Δημητράκη ένα μνημείο. Και η δικιά μου η αντίδραση ήταν: «Παιδιά, γιατί μνημείο στον Δημητράκη; Στην Ελένη οφείλετε κάτι. Η Ελένη είναι από το χωριό σας κι αυτή είναι που έκανε μια τρομερή επανάσταση, μια γενναία υπέρβαση με το να ερωτευθεί Τούρκο. Εσείς οι ίδιοι, η παράδοσή σας, έχετε διασώσει την απίστευτη δήλωσή της «άντρα χρώσταγα, άντρα πήρα».  

— Συναρπαστική η ιστορία της Ελένης, αλλά δεν έπαυα να σκέφτομαι ότι μπορεί να ‘ναι και λίγο μύθος. 

Όχι, καθόλου, από τη στιγμή που υπάρχουν άνθρωποι που γνώρισαν και έγραψαν για τα παιδιά της με τον Ελμάζ, την «Τουρκομαρία» και τον «Τουρκοχριστόδουλο». Άνθρωποι σοβαροί, που δεν μπορείς να τους αμφισβητήσεις, όπως ο περίφημος  Γ. Παπανδρέου, ο ιστορικός της Ηλείας και των Καλαβρύτων. 

— Κρίμα που τα δικά της ίχνη χάθηκαν.

Στο ντοκιμαντέρ που γυρίζω υπάρχει ένας άνθρωπος που πολύ πειστικά λέει ότι πρέπει να τη «φάγανε» οι Λειβαρτζινοί για λόγους εκδίκησης.  

Ινδαρές Facebook Twitter
Στο ντοκιμαντέρ που γυρίζω υπάρχει ένας άνθρωπος που πολύ πειστικά λέει ότι πρέπει να τη «φάγανε» οι Λειβαρτζινοί για λόγους εκδίκησης.   Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Το ντοκιμαντέρ είναι κάτι παράλληλο με το βιβλίο; 

Το βιβλίο προηγείται πολύ του ντοκιμαντέρ, άσχετα αν κάποια στιγμή, χάρη στο Ίδρυμα Κωστόπουλου, έκανα τα πρώτα γυρίσματα για να προλάβω κάποιους παππούδες στο Λειβάρτζι, τους τελευταίους που θυμούνται και λένε τους πλήρεις στίχους του δημοτικού τραγουδιού που αναφέρει τον Ελμάζ και την Ελένη. Ένας έφυγε, ήταν μια συγκλονιστική φιγούρα. Όταν άκουσε πως είμαι εκεί και ψάχνω την ιστορία της Ελένης, έφαγε τον κόσμο να ‘ρθει, να μου μιλήσει. Και είπε ό,τι είχε να πει στον φακό σαν να αισθανόταν ότι είναι ο τελευταίος που κρατάει μια αλήθεια, που πρέπει κάπου να μείνει. Μέσα απο όλες αυτές τις επαφές, για το βιβλίο και το ντοκιμαντέρ, ειδικά με τους παππούδες, είδα τη σημασία της προφορικής παράδοσης.  

— Τι ακριβώς θέλετε να πετύχετε με το ντοκιμαντέρ; 

Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η σύνδεση της ιστορίας της Ελένης με το σήμερα. Ούτε ιστορικό ντοκιμαντέρ (τόσα έχουν γίνει), ούτε λαογραφικό θέλω να κάνω. Είναι δύσκολο αυτό που έχω στο μυαλό μου. Θα ‘θελα να προσεγγίσω τα τραύματα αυτής της ιστορίας με τον συμφιλιωτικό τρόπο που έχει η δημοτική μούσα. Η οποία, όπως φαίνεται και από το τραγούδι της Ελένης, ούτε σχολιάζει ούτε δικάζει. Τώρα περνάμε στην κύρια φάση των γυρισμάτων, με τη βοήθεια του ΕΚΚ και της ΕΡΤ. Έναν χρόνο θα τον φάμε σίγουρα. 

— Είναι όμορφο το Λειβάρτζι; Τα ορεινά μέρη της Πελοποννήσου είναι υπέροχα. 

Είναι ένα πολύ ιδιαίτερο χωριό, τέρμα Θεού. Το έχει τσακίσει η διάβρωση του βουνού. Είναι περίκλειστο και όπου δεν υπάρχει ορίζοντας οι άνθρωποι κοιτάνε μέσα τους – κάτι που έχει πάντα παρενέργειες.  

— Γύρισατε κι ένα ακόμα ντοκιμαντέρ, στο πλαίσιο του προγράμματος του ΥΠΠΟ για τον κορωνοϊό. Τι ακριβώς είναι αυτό; 

Λέγεται «Μνήμη με ουρά». Είναι γύρω από έναν παππού που λέει ιστορίες από τον πόλεμο, έχει περάσει τη ζωή του γύρω από τον Αμβρακικό, σε διβάρια, και ζωγραφίζει  ακουαρέλες. Όταν ξεκίνησε η πανδημία υπήρξε αυτή η πολύ συναισθηματική δήλωση του Τσιόδρα, τότε που έσπασε και είπε ότι αγωνιζόμαστε να σώσουμε τους παππούδες μας, που είναι πολύ σημαντικοί για μας. Και δυο χρόνια πριν με είχε συγκλονίσει, μού είχε μείνει στο μυαλό, ένα άρθρο του Αλέξη Παπαχελά που έλεγε πάρτε βίντεο και κασετόφωνα και καταγράψτε τους παππούδες σας που έζησαν τον πόλεμο, φεύγουν και η μαρτυρία τους είναι πολύτιμη. Γνωρίζοντας, λοιπόν, καλά αυτόν τον 91χρονο παππού, σκέφτηκα ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τη μνήμη, στηριγμένο όλο πάνω του. Γυρίστηκε στην Πρέβεζα, όπου ζει. 

— Μυθοπλασία πότε με το καλό θα κάνετε;  

Μου λείπει η μυθοπλασία, δεν λέω. Ήθελα να κάνω το «Μαμ» του Σερέφα, με είχε καταγοητεύσει. Πήρε έγκριση από το ΕΚΚ στην αρχή της κρίσης, αλλά δεν μπόρεσα να βρω από πουθενά αλλού τη βοήθεια που είχα επιπλέον ανάγκη. Έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα από τότε που έκανα ταινίες. Ιδέες έχω, βέβαια. 

— Έχετε ζήσει τις παλιές, ηρωικές στιγμές του ελληνικού σινεμά. 

Και μεγάλους δασκάλους.

Ινδαρές Facebook Twitter
Ήθελα να κάνω το «Μαμ» του Σερέφα, με είχε καταγοητεύσει. Πήρε έγκριση από το ΕΚΚ στην αρχή της κρίσης, αλλά δεν μπόρεσα να βρω από πουθενά αλλού τη βοήθεια που είχα επιπλέον ανάγκη. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Τι συγκινητική που ήταν η άμεση στήριξή σας από το κινηματογραφικό σινάφι, τότε με τα επεισόδια στην ταράτσα.       

Υπάρχουν σχέσεις και δεσμοί. Άλλωστε, 20 χρόνια στον χώρο του σινεμά δούλευα, η διαφήμιση, μολονότι έχει εντελώς άλλη λογική, στο σινεμά ανήκει. Συναντιέται σ’ αυτή και συνεργάζεται ο κινηματογραφικός κόσμος, έχει την ευκαιρία να επιβεβαιώσει όχι μόνο την αξιοσύνη του αλλά και τους δεσμούς του σε σχέση με τα κοινά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε. Η διαφήμιση, βέβαια, ξεζουμίζει τους ανθρώπους, τους κάνει να φοβούνται να αναπτύξουν πιο ουσιαστικές σχέσεις. Εγώ, όμως, δεν μπορώ να συνυπάρχω με τους ανθρώπους σε πρώτο επίπεδο, πιστεύω πάρα πολύ στις σχέσεις. Έτσι επιδίωξα να μη σταματήσει αυτή η επαφή.     

— Μου δίνετε την εντύπωση ότι είστε στα πολύ καλά και δημιουργικά σας. Και ότι ίσως αυτή η περιπέτεια με την αστυνομία να σας κινητοποίησε μετά από μια μεγάλη απουσία από τα κινηματογραφικά πράγματα.  

Δεν θα ‘λεγα ότι συμβαίνει ακριβώς κάτι τέτοιο. Απλώς για είκοσι τόσα χρόνια, κυρίως μετά τη δεύτερη ταινία μου, ασχολήθηκα με τη διαφήμιση. Χάρη σ' αυτή, και δουλεύοντας πολύ σκληρά, μεγάλωσα δυο παιδιά. Δεν ανήκω στην κατηγορία του ανθρώπου που μπορεί να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Όταν άρχισε να φθίνει η δουλειά στη διαφήμιση, σαν να άνοιξε το κεφάλι μου στο να κάνω τα πράγματα που θα ‘θελα να κάνω. Η ιστορία με την αστυνομία δεν θα ‘λεγα  ότι με «κινητοποίησε», αλλά ότι μου δημιούργησε την ανάγκη να δηλώσω ποιος είμαι. Όλη αυτή η δυσφημιστική έκθεση από ένα μεγάλο φάσμα ανθρώπων (επωνύμων, θεσμικών λειτουργών κ.λπ.) σε κάνει ακόμα πιο αποφασιστικό στο να δείξεις ποιος είσαι. 

— Σκέφτομαι ότι αυτό ακριβώς ξεκίνησατε ήδη να κάνετε από την ταράτσα, με εκείνο το εντυπωσιακό, πρωτοφανές για ανάλογες καταστάσεις, πυκνό, έντονο και ουσιαστικό λεκτικό ξέσπασμα. 

Κατ' αρχάς να πώ ότι η γλώσσα είναι για μένα η μεγάλη μου παρηγοριά. Σε κάθε σύγκρουση ή δυσκολία, η μεγάλη μου ανάγκη είναι να γράψω απευθυνόμενος σ’ αυτόν που με στενοχώρησε. Αλλά τότε στην ταράτσα, όταν άρχισα να μιλάω, δεν είναι ότι έκανα μια δήλωση, κι ας πήρε τις διαστάσεις δήλωσης. Ήταν η αυθόρμητη έκφραση αγωνίας ενός ανθρώπου δεμένου, δαρμένου, ξεφτιλισμένου, που κινητοποιείται από το ένστικτο της επιβίωσης και κυρίως από την ανάγκη να αποσπάσει τα παιδιά του από τους αστυνομικούς, να πάψουν να τα κακοποιούν και να τα βρίζουν χυδαία. Ήταν ο λόγος ενός ανθρώπου που του συμβαίνει κάτι το εξωφρενικό. Και μια έκκληση να εμφανιστεί επιτέλους ένας εισαγγελέας, ο νόμος. Γιατί αυτοί οι αστυνομικοί δεν ήταν ο νόμος. 

— Γράφτηκαν πολλά τότε για τη στάση σας. 

Μια δημοσιογράφος είπε ότι ήταν τα «δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητάς μου». Άλλοι, «α, ο σκηνοθέτης σκηνοθετεί τον εαυτό του»... Ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Αλλά στις οριακές συνθήκες δεν έχεις περιθώριο ούτε να παίξεις ούτε να υποκριθείς. Και ο καθένας αντιδρά με αυτά που κουβαλάει μέσα του. 

— Έλπιζα ότι κάπως την έχετε αφήσει πίσω σας αυτή την ιστορία, ότι μόνο η εκκρεμότητα της δίκης σας υπάρχει. Και ότι η ζωή συνεχίζεται με βιβλία και ταινίες. 

Δεν γίνεται να αφήσεις πίσω σου κάτι τέτοιο. Δεν είναι μόνο η δίκη που εκκρεμεί. Αν δεν αξιολογηθεί αυτό που συνέβη, αν δεν το συζητήσουμε και δεν το δουλέψουμε στο πλαίσιο του πολιτεύματος, μαύρο φίδι που μας έφαγε. Σε καιρό δημοκρατίας πολλοί θεσμικοί παράγοντες αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, όλες οι πλευρές της εξουσίας έκαναν φάουλ. 

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

MET GALA 2024

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Ινδαρές: «Το αίσθημα της αδικίας δεν καταπίνεται»

Ελλάδα / Δημήτρης Ινδαρές: «Το αίσθημα της αδικίας δεν καταπίνεται»

Ο γνωστός σκηνοθέτης, που έγινε talk of the town μετά την αστυνομική εισβολή στο σπίτι του και την προσαγωγή στη ΓΑΔΑ (18/12/19) με την ανυπόστατη κατηγορία ότι σχετίζονταν οικογενειακώς με τη γειτονική κατάληψη, ξαναθυμάται την απίστευτη εκείνη περιπέτεια και μιλά για την αναμενόμενη δίκη αλλά και για τα προσεχή επαγγελματικά του σχέδια.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

The Book Lovers / «Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Νίκο Τσούχλο, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου Αθηνών και αναπληρωτή καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, για το αναγνωστικό του εκκρεμές.
THE LIFO TEAM
σταινμπεκ

Σαν Σήμερα / Σαν σήμερα το 1940 «Τα σταφύλια της οργής», το magnum opus του Τζον Στάινμπεκ, τιμάται με το βραβείο Πούλιτζερ

Στο δημοφιλέστερο βιβλίο του, που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ σαν σήμερα το 1940, ο Στάινμπεκ αποτυπώνει την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Με το καινούργιο κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Βιβλίο / Ο Σαλμάν Ρούσντι έζησε για να ξαναβάλει κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Τα πιο κρίσιμα 27 δευτερόλεπτα της ζωής του, η δολοφονική επίθεση που δέχτηκε το 2022 σε ένα κέντρο για συγγραφείς στη Νέα Υόρκη αποτελεί τον πυρήνα του αυτοβιογραφικού βιβλίου του «Μαχαίρι».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Απώλειες / Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Η ζωή και το έργο του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα που στις σελίδες του κατάφερε να συνδυάσει τη μαγεία των Γνωστικών με την περιπέτεια της περιπλάνησης και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πέτρος Μάρκαρης: «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»

Το πίσω ράφι / «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»: Η περιήγηση του Πέτρου Μάρκαρη στις γειτονιές από τις οποίες περνά ο Ηλεκτρικός

Η διαδρομή Πειραιάς - Κηφισιά δεν είναι απλώς ο συντομότερος δρόμος για ν’ ανακαλύψει κανείς την Αθήνα, αλλά κι ο προσφορότερος για να διεισδύσει στην κοινωνική της διαστρωμάτωση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

The Book Lovers / Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με την πρόεδρο του ΔΣ της Ταινιοθήκης της Ελλάδας και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τις «διαδρομές» που κάνει από τα βιβλία στο σινεμά και από το σινεμά στα βιβλία.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο Καβάφης στην Αθήνα

Σαν Σήμερα / Η ιδιαίτερη, «περίπλοκη και κάπως αμφιλεγόμενη» σχέση του Καβάφη με την Αθήνα

Σαν σήμερα το 1933 πεθαίνει ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια: Η έντονη και πολυκύμαντη σχέση του με την Αθήνα αναδεικνύεται στην έκθεση του νεοαφιχθέντος Αρχείου Καβάφη στη Φρυνίχου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Παπαδιαμάντης και η αυτοκτονία στη λογοτεχνία

Βιβλίο / Ο Παπαδιαμάντης και η αυτοκτονία στη λογοτεχνία

Το ημιτελές διήγημα «Ο Αυτοκτόνος», στο οποίο ο συγγραφέας του βάζει τον υπότιτλο «μικρή μελέτη», μας οδηγεί στο τοπίο του Ψυρρή στο τέλος του 19ου αιώνα, κυρίως όμως στο ψυχικό τοπίο ενός απελπισμένου και μελαγχολικού ήρωα.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Βιβλίο / Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Για πρώτη φορά κυκλοφορούν ιστορίες από το αρχείο του Πέδρο Αλμοδόβαρ με τον τίτλο «Το τελευταίο όνειρο», από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα, συνδέοντας το ιερό με το βέβηλο, το φανταστικό με το πραγματικό και τον κόσμο της καταγωγής του με τη λάμψη της κινηματογραφίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ