«Μήδεια»: Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση του Φρανκ Κάστορφ

Μήδεια Facebook Twitter
Κοστούμια εμπνευσμένα από μιαν άσχετη εποχή, τη δεκαετία του '20, με παγέτες και φτερά, με τα οποία οι ηθοποιοί επιδιώκουν να τονίσουν στο έπακρο τη θεατρικότητα της παρουσίας τους. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης
0

Οι απόβλητες, οι αποσυνάγωγες, οι περιφρονημένες, οι απάτριδες, «les damnés de la terre», αυτές που δεν χωρούν πουθενά, φορείς μιας αρχαίας αγωνίας, μιας ακατάπαυστης λαχτάρας, αυτές που εξακολουθούν να κλονίζονται συθέμελα από τον κοινωνικό εκτοπισμό τους, αυτές που επιμένουν να διατυμπανίζουν τη δίκαιη οργή τους, αυτές που τα έχουν χάσει όλα, αλλά δεν θα πάψουν να πιστεύουν στη δύναμη του έρωτα και της επανάστασης, αυτές που συνομιλούν με τους νεκρούς, με τους ποδοπατημένους, με τους πνιγμένους, με τους φιμωμένους, με τους βιασμένους, αυτές που θα φλέγονται μέχρις ότου εξεγερθεί η αφυδατωμένη πλάση, μέχρις ότου δικαιωθούν οι προδομένοι, αυτές που θα ανασταίνονται ξανά και ξανά, επιμόνως επιστρέφοντας όσο υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν, που αισθάνονται, που διψούν, που ορμούν στο ποτάμι της ζωής μόνο και μόνο για να υπάρξουν αληθινά, κάνοντας τη διαφορά, για λίγα λεπτά, για λίγες ώρες, για όσο τους αναλογεί, ίσως και για μια αιωνιότητα: αυτές είναι οι Μήδειες, από γεννησιμιού τους έως σήμερα, και αυτές προσπάθησε να ζωντανέψει επί σκηνής ο Γερμανός Φρανκ Κάστορφ, επιλέγοντας πέντε διαφορετικές ηθοποιούς για να τις ενσαρκώσουν. 

Αυτό που μένει περισσότερο από την παράσταση είναι ένας ύμνος στην ομορφιά, στην αποφασιστικότητα και στην άσβεστη ορμή της Γυναίκας, η οποία υπερισχύει ακόμη και της πιο δυσώδους «χωματερής» του σύγχρονου πολιτισμού.

Ξεκινώντας από τον Ευριπίδη και ακολουθώντας, επιπροσθέτως, τους πυρακτωμένους συλλογισμούς του Χάινερ Μίλερ και του Ρεμπό, ο Κάστορφ θέλησε να αναδείξει την πολιτική διάσταση της ηρωίδας, θέτοντας από σκηνής μια σειρά κρίσιμων ερωτημάτων: πώς μοιάζει και πώς ομιλεί ένα επαναστατημένο υποκείμενο σήμερα; Μπορεί η Μήδεια να γκρεμίσει τα στεγανά και να αφυπνίσει από σκηνής την επιθυμία του κοινού για μια άλλη κατάσταση του κόσμου; Ή μήπως αυτό το «έργο» έχει τελειώσει και είμαστε όλοι καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουμε κινήσεις κούφιες, μιμητικές, χωρίς αποτέλεσμα; Μπορεί η «Μήδεια» σήμερα, για να παραφράσουμε τον Μαρξ, να παρουσιάζεται ως γνήσια τραγωδία ή μόνον ως φάρσα; 

Μήδεια Facebook Twitter
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηθοποιοί (Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη) επιτελούν έναν ηράκλειο άθλο, μένουν ακλόνητα αφοσιωμένες στην αποστολή τους και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του σκηνοθέτη με πάθος και ζέση, με όλες τις δυνάμεις τους. Φωτ.: Alex Kat

Η παράσταση παρουσιάζει και τις δύο αυτές πιθανότητες, αφήνοντάς τες να ανταγωνιστούν η μία την άλλη. Από τη μια, δηλαδή, έχουμε τη σοβαρότητα της προσωπικής και κοινωνικής διαμαρτυρίας, όπως αυτή εκφράζεται κυρίως μέσα από την αδιάπτωτη υποκριτική ένταση των πέντε πρωταγωνιστριών. Από την άλλη, έχουμε το επαναλαμβανόμενο «κλείσιμο του ματιού», τα μεταθεατρικά σχόλια των ηθοποιών που αστειεύονται για τη διάρκεια της παράστασης («θα είναι μια παράσταση που θα κρατήσει ώρα», μας λένε χαριτωμένα, ενώ λίγο αργότερα αναρωτιούνται, πίσω από την «κουρτίνα», «τι βλέπεις; Έχουν μείνει καθόλου θεατές;»), μας φλερτάρουν («η καρδιά μου είναι ένα τούβλο που χτυπάει μόνο για σας») και, το κυριότερο, γίνονται «ηθοποιοί», γίνονται μετα-μπρεχτικοί «θεατρίνοι», λένε ο ένας τα λόγια του άλλου, αλλάζουν επιδεικτικά κοστούμια εμπνευσμένα από μιαν άσχετη εποχή, τη δεκαετία του '20, με παγέτες και φτερά, επιδιώκοντας έτσι να τονίσουν στο έπακρο τη θεατρικότητα της παρουσίας τους, το γεγονός δηλαδή ότι ερμηνεύουν «ρόλους» και ότι όλο αυτό δεν είναι παρά ένα καλοστημένο θέαμα. 

Μήδεια Facebook Twitter
Η Αγγελική Παπούλια ως Μήδεια. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Δυστυχώς, ούτε η μία διάσταση ούτε η άλλη λειτουργεί πλήρως. Η Μήδεια είναι εξ ορισμού μια επαναστάτρια που μιλά εξ ονόματος των ταπεινωμένων «άλλων» – των γυναικών, των ξένων, των περιθωριοποιημένων, των τρελών, των δαιμονοποιημένων, των τεράτων. Ο Κάστορφ, όμως, θεωρεί πως οφείλει «να μας μασήσει την τροφή», καταφεύγοντας σε διαρκείς επεξηγηματικές και απλοϊκές «υποσημειώσεις»: σλόγκαν κατά του καπιταλισμού («Capitalism means I can’t breathe»), του καταναλωτισμού, της έκπτωσης των πάντων («πωλείται το κάθε ανεκτίμητο σώμα» αλλά και «ξεπούλημα διαμαντιών αχαλίνωτο» διαβάζουμε στην οθόνη), επισήμανση της κυριαρχίας της Coca-Cola (που δεσπόζει στο σκηνικό ακόμη και «χαλασμένη»), του Μεγάλου Αδελφού, αλλά και αφελείς καταγγελίες εναντίον σύγχρονων απολυταρχικών καθεστώτων ή μαρτυρίες αιχμαλώτων που βασανίστηκαν στη Μακρόνησο προστίθενται κάθε τόσο στο σώμα της παράστασης, επιβαρύνοντάς το με την αίσθηση ότι ο σκηνοθέτης θέλει να καυτηριάσει όλα τα πολιτικά εγκλήματα εις βάρος των αδυνάμων, ανά τις εποχές και ανά τις ηπείρους. 

Μα η ίδια κατάφωρη έλλειψη οικονομίας παρατηρείται και στο αφηγηματικό κομμάτι: ο Κάστορφ μοιάζει αποφασισμένος να φέρει στο φως κάθε ασήμαντη λεπτομέρεια, κάθε περιστατικό, κάθε συνάντηση και κάθε πράξη στις οποίες προέβη η Μήδεια στη διάρκεια του «έργου» της: πρέπει να τη δούμε να παθαίνει ατύχημα και να τραυματίζεται (για ποιον λόγο άραγε;) με έναν τόσο ερμηνευτικά πειστικό τρόπο σε βαθμό που να ανησυχήσουμε για την αρτιμέλεια της ηθοποιού; Πρέπει να τη δούμε να φιλάει ένα φίδι για να θυμηθούμε ότι είναι «μάγισσα» και μπορεί να φτιάξει η ίδια το γιατρικό της;

Πρέπει να τη δούμε να σφάζει τον εαυτό της αντί για τα παιδιά της για να καταλάβουμε ότι η παιδοκτονία είναι επί της ουσίας αυτοκτονία; Πρέπει να δούμε τους ηθοποιούς ντυμένους φαντάρους με πολυβόλα και αίματα στα χέρια για να πειστούμε ότι οι άνδρες επιδίδονται σε περιττούς πολέμους; Ναι, για τον σκηνοθέτη πρέπει όλα να εικονογραφηθούν, να καταγραφούν, να αναπαρασταθούν ξανά και ξανά, μέχρις εξαντλήσεως. Να τα ακούσουμε όπως τα έγραψε ο Ευριπίδης, αλλά να ακούσουμε και την πιο μοντέρνα εκδοχή του Μίλερ, μήπως μας διαφύγει καμιά οπτική, μήπως μας μείνει καμιά απορία. Να ακούσουμε την εκδοχή της Μήδειας, αλλά να μην αφήσουμε παραπονεμένη τη Γλαύκη, είναι κι αυτή αδικημένη, να μας πει κι αυτή τον πόνο της... 

Μήδεια Facebook Twitter
Η Μαρία Ναυπλιώτου ως Μήδεια. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Και φυσικά, πρέπει να υποταχθούμε στο μάτι της κάμερας: τι άλλο να κάνουμε όταν οι δύο από τις τρεις ώρες της θεατρικής δράσης μεταφέρονται στη μεγάλη οθόνη; Και τι είναι αυτό που δεν μπορεί να παρασταθεί «ζωντανά», ενώπιόν μας, αλλά πρέπει να αποκαλυφθεί διαμεσολαβημένο εν είδει ποιοτικού «ριάλιτι»; Καταρχάς, όλα όσα συμβαίνουν έξω από την ορχήστρα, στο «κόκκινο δωμάτιο», έναν χώρο ειδικά διαμορφωμένο, αδιαπέραστο από το βλέμμα του θεατή. Σε αυτό το δωμάτιο περνούν τον περισσότερο χρόνο τους οι ηθοποιοί: σώματα που κάθονται σε καρέκλες και κοιτούν κουρασμένα, περιπτύξεις ερωτικές, χειρονομίες ικετευτικές, φιγούρες χορευτικές, η Μήδεια με το χτυπημένο πόδι και οι φίλες της να την περιθάλπουν, ένα φτηνιάρικο σιντριβάνι που μπαίνει στην πρίζα, ένα αστείο με μπανανόφλουδα, ένα συνονθύλευμα πανομοιότυπων εικόνων που κουράζουν, λόγω της ομοιομορφίας τους, τον θεατή.

Θα είχε ίσως ενδιαφέρον αν στο δωμάτιο αυτό παρακολουθούσαμε το «απαγορευμένο», το κρυφό, το ανομολόγητο, έναν παράλληλο κόσμο, έναν κόσμο που να συμπλήρωνε τον ορατό, τον «επίσημο», τον θεσπισμένο κόσμο της ορχήστρας∙ εν προκειμένω, έχουμε απλώς ένα εύρημα που γαργαλά την περιέργεια, καλλιεργεί επί ματαίω τις προσδοκίες του θεατή (τι θα συμβεί στο κόκκινο δωμάτιο;), ο οποίος ουδέποτε ανταμείβεται για την υπομονή του (τίποτε ενδιαφέρον δεν συμβαίνει στο κόκκινο δωμάτιο, εκτός ίσως από τον πυρετώδη μονόλογο, από το «Μια εποχή στην κόλαση» του Ρεμπό, που ερμηνεύει εξαιρετικά η Στεφανία Γουλιώτη, ή τη στιγμή όπου η Μήδεια της Ναυπλιώτου εκλιπαρεί συγκινητικά τον Κρέοντα να της χαρίσει μια μέρα ακόμη με τα παιδιά της πριν από την εξορία). 

Μήδεια Facebook Twitter
Ο Νίκος Ψαρράς διαπρέπει επιλέγοντας αυτοσαρκαστικούς υποκριτικούς τόνους. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Η κάμερα, όμως, υπηρετεί και μιαν άλλη αποστολή, πιο σημαντική: εστιάζει εμμονικά στα πρόσωπα των πέντε γυναικών. Αυτό αποκτά αυτομάτως ενδιαφέρον, εφόσον το ανθρώπινο πρόσωπο συνιστά ένα από τα πιο γοητευτικά τοπία στα οποία μπορεί να σταθεί το βλέμμα.

Όμως κι εδώ αντιμετωπίζουμε πρόβλημα, αφ’ ης στιγμής η κάμερα έρχεται να «μεγεθύνει» κάτι ήδη μεγεθυμένο: μια ακραία εξπρεσιονιστική υποκριτική που υιοθετείται πανομοιότυπα απ' όλες τις Μήδειες, εκμηδενίζοντας τελικά την ιδιαιτερότητα της καθεμιάς και στερώντας τον θεατή από το εύρος των αποχρώσεων και των διακυμάνσεων που θα περίμενε να εισπράξει σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, προκειμένου να συναισθανθεί την πολλαπλότητα της Μήδειας. Αντ’ αυτού, εδώ εισπράττει ξανά και ξανά το ίδιο: ένα θυμωμένο γυναικείο πρόσωπο που συσπάται «έξαλλο».

Αυτό ίσως είναι σημαντικό, να μείνουμε δηλαδή με αυτή την εικόνα αποτυπωμένη στο μυαλό μας – είναι, όμως, αρκετό; Οι πέντε Μήδειες γίνονται τελικά μία επί της οθόνης, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις ως προς το ύφος, που οφείλονται κυρίως στα μοναδικά φυσικά χαρακτηριστικά κάθε ηθοποιού (π.χ. το ηχόχρωμα της φωνής τους) και όχι στη σκηνοθετική καθοδήγηση προς μια εξερεύνηση εναλλακτικών προσεγγίσεων του ρόλου.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηθοποιοί (Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη) επιτελούν έναν ηράκλειο άθλο, μένουν ακλόνητα αφοσιωμένες στην αποστολή τους και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του σκηνοθέτη με πάθος και ζέση, με όλες τις δυνάμεις τους. Η πιο συγκινητική στιγμή τους υλοποιείται, παραδόξως, εκτός οθόνης, όταν κάθονται παραταγμένες στο χείλος της ορχήστρας, στραμμένες προς το κοινό, σαν ένας Χορός από Μήδειες που κατέφθασαν μέχρι το σήμερα από τα βάθη του χρόνου και του χώρου, με το αίτημά τους απαράλλαχτο.

Μήδεια Facebook Twitter
Η Στεφανία Γουλιώτη. Φωτ.: Alex Kat

Γοητευτική ιδιαιτερότητα παρουσιάζει επίσης η σκηνή όπου ο Ιάσων απευθύνεται στη Μήδεια, εκείνη όμως έχει αποχωρήσει από τη σκηνή, αφήνοντάς τον να μιλάει στο κενό της απουσίας της – μόνος, αβοήθητος, αξιολύπητος. Η ερμηνεία του Αινεία Τσαμάτη αποδεικνύεται γενικότερα μεστή και δουλεμένη, αναδεικνύοντας τη «μετριότητα» του Ιάσονα, την ανημπόρια του να σταθεί στο ύψος της πρώην συντρόφου του. Γόνιμη η παρουσία του Νικόλα Χανακούλα, έρχεται να προσθέσει μια γκροτέσκα διάσταση στο σύνολο, ενώ ο Νίκος Ψαρράς διαπρέπει, επιλέγοντας αυτοσαρκαστικούς υποκριτικούς τόνους.

Το άρμα της Μήδειας δεν απογειώνεται ποτέ. Η Έξοδος μοιάζει περιττή, οι Μήδειες του Κάστορφ παρουσιάζονται ούτως ή άλλως δικαιωμένες από το πρώτο λεπτό. Αυτό που μένει περισσότερο από την παράσταση είναι ένας ύμνος στην ομορφιά, στην αποφασιστικότητα και στην άσβεστη ορμή της Γυναίκας, η οποία υπερισχύει ακόμη και της πιο δυσώδους «χωματερής» του σύγχρονου πολιτισμού. Το ότι ο ύμνος αυτός πραγματοποιείται εν πολλοίς σχηματικά, θεωρείται a priori δεδομένος δηλαδή, συνιστά ίσως τη μεγαλύτερη αδυναμία της παράστασης. Αφυπνίζει τελικά ετούτη η «Μήδεια» την επιθυμία μας να ονειρευτούμε μιαν άλλη, πιο «επαναστατική» θεώρηση του κόσμου; Την ερεθίζει σίγουρα στην αρχή, στην πορεία όμως την αποδυναμώνει και την αφήνει σε σύγχυση.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Επίδαυρος explained

Επίδαυρος explained / Λουίζα Αρκουμανέα: «Στην Επίδαυρο δεν υπάρχει "απαγορεύεται"»

Το αρχαίο δράμα, η ελληνικότητα και οι νεωτερισμοί των παραστάσεων, οι περιορισμοί και οι ελευθερίες που θέτει η συνθήκη της Επιδαύρου και όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς προτού βρεθεί σε αυτή: η θεατρική κριτικός της LiFO σε μια συζήτηση με αφορμή την έναρξη των φετινών Επιδαυρίων και του δεύτερου κύκλου της επιτυχημένης σειράς podcasts «Αρχαίο Δράμα Explained», όπου αναλύει τα έργα που θα δούμε προσεχώς.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Επίδαυρος: Τι θυμάμαι από το πιο ωραίο θέατρο του κόσμου

Θέατρο / Επίδαυρος: Τι θυμάμαι από το πιο ωραίο θέατρο του κόσμου

Σπουδαίες παραστάσεις, μεγάλες απογοητεύσεις, εντάσεις και μαγικές στιγμές. Ερμηνείες που έμειναν ανεξίτηλες στη μνήμη. Ποίηση στη σκηνή. Όλα μπορούν να συμβούν κάθε καλοκαίρι στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ