«Μήδεια»: Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση του Φρανκ Κάστορφ

Μήδεια Facebook Twitter
Κοστούμια εμπνευσμένα από μιαν άσχετη εποχή, τη δεκαετία του '20, με παγέτες και φτερά, με τα οποία οι ηθοποιοί επιδιώκουν να τονίσουν στο έπακρο τη θεατρικότητα της παρουσίας τους. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης
0

Οι απόβλητες, οι αποσυνάγωγες, οι περιφρονημένες, οι απάτριδες, «les damnés de la terre», αυτές που δεν χωρούν πουθενά, φορείς μιας αρχαίας αγωνίας, μιας ακατάπαυστης λαχτάρας, αυτές που εξακολουθούν να κλονίζονται συθέμελα από τον κοινωνικό εκτοπισμό τους, αυτές που επιμένουν να διατυμπανίζουν τη δίκαιη οργή τους, αυτές που τα έχουν χάσει όλα, αλλά δεν θα πάψουν να πιστεύουν στη δύναμη του έρωτα και της επανάστασης, αυτές που συνομιλούν με τους νεκρούς, με τους ποδοπατημένους, με τους πνιγμένους, με τους φιμωμένους, με τους βιασμένους, αυτές που θα φλέγονται μέχρις ότου εξεγερθεί η αφυδατωμένη πλάση, μέχρις ότου δικαιωθούν οι προδομένοι, αυτές που θα ανασταίνονται ξανά και ξανά, επιμόνως επιστρέφοντας όσο υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν, που αισθάνονται, που διψούν, που ορμούν στο ποτάμι της ζωής μόνο και μόνο για να υπάρξουν αληθινά, κάνοντας τη διαφορά, για λίγα λεπτά, για λίγες ώρες, για όσο τους αναλογεί, ίσως και για μια αιωνιότητα: αυτές είναι οι Μήδειες, από γεννησιμιού τους έως σήμερα, και αυτές προσπάθησε να ζωντανέψει επί σκηνής ο Γερμανός Φρανκ Κάστορφ, επιλέγοντας πέντε διαφορετικές ηθοποιούς για να τις ενσαρκώσουν. 

Αυτό που μένει περισσότερο από την παράσταση είναι ένας ύμνος στην ομορφιά, στην αποφασιστικότητα και στην άσβεστη ορμή της Γυναίκας, η οποία υπερισχύει ακόμη και της πιο δυσώδους «χωματερής» του σύγχρονου πολιτισμού.

Ξεκινώντας από τον Ευριπίδη και ακολουθώντας, επιπροσθέτως, τους πυρακτωμένους συλλογισμούς του Χάινερ Μίλερ και του Ρεμπό, ο Κάστορφ θέλησε να αναδείξει την πολιτική διάσταση της ηρωίδας, θέτοντας από σκηνής μια σειρά κρίσιμων ερωτημάτων: πώς μοιάζει και πώς ομιλεί ένα επαναστατημένο υποκείμενο σήμερα; Μπορεί η Μήδεια να γκρεμίσει τα στεγανά και να αφυπνίσει από σκηνής την επιθυμία του κοινού για μια άλλη κατάσταση του κόσμου; Ή μήπως αυτό το «έργο» έχει τελειώσει και είμαστε όλοι καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουμε κινήσεις κούφιες, μιμητικές, χωρίς αποτέλεσμα; Μπορεί η «Μήδεια» σήμερα, για να παραφράσουμε τον Μαρξ, να παρουσιάζεται ως γνήσια τραγωδία ή μόνον ως φάρσα; 

Μήδεια Facebook Twitter
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηθοποιοί (Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη) επιτελούν έναν ηράκλειο άθλο, μένουν ακλόνητα αφοσιωμένες στην αποστολή τους και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του σκηνοθέτη με πάθος και ζέση, με όλες τις δυνάμεις τους. Φωτ.: Alex Kat

Η παράσταση παρουσιάζει και τις δύο αυτές πιθανότητες, αφήνοντάς τες να ανταγωνιστούν η μία την άλλη. Από τη μια, δηλαδή, έχουμε τη σοβαρότητα της προσωπικής και κοινωνικής διαμαρτυρίας, όπως αυτή εκφράζεται κυρίως μέσα από την αδιάπτωτη υποκριτική ένταση των πέντε πρωταγωνιστριών. Από την άλλη, έχουμε το επαναλαμβανόμενο «κλείσιμο του ματιού», τα μεταθεατρικά σχόλια των ηθοποιών που αστειεύονται για τη διάρκεια της παράστασης («θα είναι μια παράσταση που θα κρατήσει ώρα», μας λένε χαριτωμένα, ενώ λίγο αργότερα αναρωτιούνται, πίσω από την «κουρτίνα», «τι βλέπεις; Έχουν μείνει καθόλου θεατές;»), μας φλερτάρουν («η καρδιά μου είναι ένα τούβλο που χτυπάει μόνο για σας») και, το κυριότερο, γίνονται «ηθοποιοί», γίνονται μετα-μπρεχτικοί «θεατρίνοι», λένε ο ένας τα λόγια του άλλου, αλλάζουν επιδεικτικά κοστούμια εμπνευσμένα από μιαν άσχετη εποχή, τη δεκαετία του '20, με παγέτες και φτερά, επιδιώκοντας έτσι να τονίσουν στο έπακρο τη θεατρικότητα της παρουσίας τους, το γεγονός δηλαδή ότι ερμηνεύουν «ρόλους» και ότι όλο αυτό δεν είναι παρά ένα καλοστημένο θέαμα. 

Μήδεια Facebook Twitter
Η Αγγελική Παπούλια ως Μήδεια. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Δυστυχώς, ούτε η μία διάσταση ούτε η άλλη λειτουργεί πλήρως. Η Μήδεια είναι εξ ορισμού μια επαναστάτρια που μιλά εξ ονόματος των ταπεινωμένων «άλλων» – των γυναικών, των ξένων, των περιθωριοποιημένων, των τρελών, των δαιμονοποιημένων, των τεράτων. Ο Κάστορφ, όμως, θεωρεί πως οφείλει «να μας μασήσει την τροφή», καταφεύγοντας σε διαρκείς επεξηγηματικές και απλοϊκές «υποσημειώσεις»: σλόγκαν κατά του καπιταλισμού («Capitalism means I can’t breathe»), του καταναλωτισμού, της έκπτωσης των πάντων («πωλείται το κάθε ανεκτίμητο σώμα» αλλά και «ξεπούλημα διαμαντιών αχαλίνωτο» διαβάζουμε στην οθόνη), επισήμανση της κυριαρχίας της Coca-Cola (που δεσπόζει στο σκηνικό ακόμη και «χαλασμένη»), του Μεγάλου Αδελφού, αλλά και αφελείς καταγγελίες εναντίον σύγχρονων απολυταρχικών καθεστώτων ή μαρτυρίες αιχμαλώτων που βασανίστηκαν στη Μακρόνησο προστίθενται κάθε τόσο στο σώμα της παράστασης, επιβαρύνοντάς το με την αίσθηση ότι ο σκηνοθέτης θέλει να καυτηριάσει όλα τα πολιτικά εγκλήματα εις βάρος των αδυνάμων, ανά τις εποχές και ανά τις ηπείρους. 

Μα η ίδια κατάφωρη έλλειψη οικονομίας παρατηρείται και στο αφηγηματικό κομμάτι: ο Κάστορφ μοιάζει αποφασισμένος να φέρει στο φως κάθε ασήμαντη λεπτομέρεια, κάθε περιστατικό, κάθε συνάντηση και κάθε πράξη στις οποίες προέβη η Μήδεια στη διάρκεια του «έργου» της: πρέπει να τη δούμε να παθαίνει ατύχημα και να τραυματίζεται (για ποιον λόγο άραγε;) με έναν τόσο ερμηνευτικά πειστικό τρόπο σε βαθμό που να ανησυχήσουμε για την αρτιμέλεια της ηθοποιού; Πρέπει να τη δούμε να φιλάει ένα φίδι για να θυμηθούμε ότι είναι «μάγισσα» και μπορεί να φτιάξει η ίδια το γιατρικό της;

Πρέπει να τη δούμε να σφάζει τον εαυτό της αντί για τα παιδιά της για να καταλάβουμε ότι η παιδοκτονία είναι επί της ουσίας αυτοκτονία; Πρέπει να δούμε τους ηθοποιούς ντυμένους φαντάρους με πολυβόλα και αίματα στα χέρια για να πειστούμε ότι οι άνδρες επιδίδονται σε περιττούς πολέμους; Ναι, για τον σκηνοθέτη πρέπει όλα να εικονογραφηθούν, να καταγραφούν, να αναπαρασταθούν ξανά και ξανά, μέχρις εξαντλήσεως. Να τα ακούσουμε όπως τα έγραψε ο Ευριπίδης, αλλά να ακούσουμε και την πιο μοντέρνα εκδοχή του Μίλερ, μήπως μας διαφύγει καμιά οπτική, μήπως μας μείνει καμιά απορία. Να ακούσουμε την εκδοχή της Μήδειας, αλλά να μην αφήσουμε παραπονεμένη τη Γλαύκη, είναι κι αυτή αδικημένη, να μας πει κι αυτή τον πόνο της... 

Μήδεια Facebook Twitter
Η Μαρία Ναυπλιώτου ως Μήδεια. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Και φυσικά, πρέπει να υποταχθούμε στο μάτι της κάμερας: τι άλλο να κάνουμε όταν οι δύο από τις τρεις ώρες της θεατρικής δράσης μεταφέρονται στη μεγάλη οθόνη; Και τι είναι αυτό που δεν μπορεί να παρασταθεί «ζωντανά», ενώπιόν μας, αλλά πρέπει να αποκαλυφθεί διαμεσολαβημένο εν είδει ποιοτικού «ριάλιτι»; Καταρχάς, όλα όσα συμβαίνουν έξω από την ορχήστρα, στο «κόκκινο δωμάτιο», έναν χώρο ειδικά διαμορφωμένο, αδιαπέραστο από το βλέμμα του θεατή. Σε αυτό το δωμάτιο περνούν τον περισσότερο χρόνο τους οι ηθοποιοί: σώματα που κάθονται σε καρέκλες και κοιτούν κουρασμένα, περιπτύξεις ερωτικές, χειρονομίες ικετευτικές, φιγούρες χορευτικές, η Μήδεια με το χτυπημένο πόδι και οι φίλες της να την περιθάλπουν, ένα φτηνιάρικο σιντριβάνι που μπαίνει στην πρίζα, ένα αστείο με μπανανόφλουδα, ένα συνονθύλευμα πανομοιότυπων εικόνων που κουράζουν, λόγω της ομοιομορφίας τους, τον θεατή.

Θα είχε ίσως ενδιαφέρον αν στο δωμάτιο αυτό παρακολουθούσαμε το «απαγορευμένο», το κρυφό, το ανομολόγητο, έναν παράλληλο κόσμο, έναν κόσμο που να συμπλήρωνε τον ορατό, τον «επίσημο», τον θεσπισμένο κόσμο της ορχήστρας∙ εν προκειμένω, έχουμε απλώς ένα εύρημα που γαργαλά την περιέργεια, καλλιεργεί επί ματαίω τις προσδοκίες του θεατή (τι θα συμβεί στο κόκκινο δωμάτιο;), ο οποίος ουδέποτε ανταμείβεται για την υπομονή του (τίποτε ενδιαφέρον δεν συμβαίνει στο κόκκινο δωμάτιο, εκτός ίσως από τον πυρετώδη μονόλογο, από το «Μια εποχή στην κόλαση» του Ρεμπό, που ερμηνεύει εξαιρετικά η Στεφανία Γουλιώτη, ή τη στιγμή όπου η Μήδεια της Ναυπλιώτου εκλιπαρεί συγκινητικά τον Κρέοντα να της χαρίσει μια μέρα ακόμη με τα παιδιά της πριν από την εξορία). 

Μήδεια Facebook Twitter
Ο Νίκος Ψαρράς διαπρέπει επιλέγοντας αυτοσαρκαστικούς υποκριτικούς τόνους. Φωτ.: Θωμάς Δασκαλάκης

Η κάμερα, όμως, υπηρετεί και μιαν άλλη αποστολή, πιο σημαντική: εστιάζει εμμονικά στα πρόσωπα των πέντε γυναικών. Αυτό αποκτά αυτομάτως ενδιαφέρον, εφόσον το ανθρώπινο πρόσωπο συνιστά ένα από τα πιο γοητευτικά τοπία στα οποία μπορεί να σταθεί το βλέμμα.

Όμως κι εδώ αντιμετωπίζουμε πρόβλημα, αφ’ ης στιγμής η κάμερα έρχεται να «μεγεθύνει» κάτι ήδη μεγεθυμένο: μια ακραία εξπρεσιονιστική υποκριτική που υιοθετείται πανομοιότυπα απ' όλες τις Μήδειες, εκμηδενίζοντας τελικά την ιδιαιτερότητα της καθεμιάς και στερώντας τον θεατή από το εύρος των αποχρώσεων και των διακυμάνσεων που θα περίμενε να εισπράξει σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, προκειμένου να συναισθανθεί την πολλαπλότητα της Μήδειας. Αντ’ αυτού, εδώ εισπράττει ξανά και ξανά το ίδιο: ένα θυμωμένο γυναικείο πρόσωπο που συσπάται «έξαλλο».

Αυτό ίσως είναι σημαντικό, να μείνουμε δηλαδή με αυτή την εικόνα αποτυπωμένη στο μυαλό μας – είναι, όμως, αρκετό; Οι πέντε Μήδειες γίνονται τελικά μία επί της οθόνης, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις ως προς το ύφος, που οφείλονται κυρίως στα μοναδικά φυσικά χαρακτηριστικά κάθε ηθοποιού (π.χ. το ηχόχρωμα της φωνής τους) και όχι στη σκηνοθετική καθοδήγηση προς μια εξερεύνηση εναλλακτικών προσεγγίσεων του ρόλου.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηθοποιοί (Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη) επιτελούν έναν ηράκλειο άθλο, μένουν ακλόνητα αφοσιωμένες στην αποστολή τους και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του σκηνοθέτη με πάθος και ζέση, με όλες τις δυνάμεις τους. Η πιο συγκινητική στιγμή τους υλοποιείται, παραδόξως, εκτός οθόνης, όταν κάθονται παραταγμένες στο χείλος της ορχήστρας, στραμμένες προς το κοινό, σαν ένας Χορός από Μήδειες που κατέφθασαν μέχρι το σήμερα από τα βάθη του χρόνου και του χώρου, με το αίτημά τους απαράλλαχτο.

Μήδεια Facebook Twitter
Η Στεφανία Γουλιώτη. Φωτ.: Alex Kat

Γοητευτική ιδιαιτερότητα παρουσιάζει επίσης η σκηνή όπου ο Ιάσων απευθύνεται στη Μήδεια, εκείνη όμως έχει αποχωρήσει από τη σκηνή, αφήνοντάς τον να μιλάει στο κενό της απουσίας της – μόνος, αβοήθητος, αξιολύπητος. Η ερμηνεία του Αινεία Τσαμάτη αποδεικνύεται γενικότερα μεστή και δουλεμένη, αναδεικνύοντας τη «μετριότητα» του Ιάσονα, την ανημπόρια του να σταθεί στο ύψος της πρώην συντρόφου του. Γόνιμη η παρουσία του Νικόλα Χανακούλα, έρχεται να προσθέσει μια γκροτέσκα διάσταση στο σύνολο, ενώ ο Νίκος Ψαρράς διαπρέπει, επιλέγοντας αυτοσαρκαστικούς υποκριτικούς τόνους.

Το άρμα της Μήδειας δεν απογειώνεται ποτέ. Η Έξοδος μοιάζει περιττή, οι Μήδειες του Κάστορφ παρουσιάζονται ούτως ή άλλως δικαιωμένες από το πρώτο λεπτό. Αυτό που μένει περισσότερο από την παράσταση είναι ένας ύμνος στην ομορφιά, στην αποφασιστικότητα και στην άσβεστη ορμή της Γυναίκας, η οποία υπερισχύει ακόμη και της πιο δυσώδους «χωματερής» του σύγχρονου πολιτισμού. Το ότι ο ύμνος αυτός πραγματοποιείται εν πολλοίς σχηματικά, θεωρείται a priori δεδομένος δηλαδή, συνιστά ίσως τη μεγαλύτερη αδυναμία της παράστασης. Αφυπνίζει τελικά ετούτη η «Μήδεια» την επιθυμία μας να ονειρευτούμε μιαν άλλη, πιο «επαναστατική» θεώρηση του κόσμου; Την ερεθίζει σίγουρα στην αρχή, στην πορεία όμως την αποδυναμώνει και την αφήνει σε σύγχυση.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Επίδαυρος explained

Επίδαυρος explained / Λουίζα Αρκουμανέα: «Στην Επίδαυρο δεν υπάρχει "απαγορεύεται"»

Το αρχαίο δράμα, η ελληνικότητα και οι νεωτερισμοί των παραστάσεων, οι περιορισμοί και οι ελευθερίες που θέτει η συνθήκη της Επιδαύρου και όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς προτού βρεθεί σε αυτή: η θεατρική κριτικός της LiFO σε μια συζήτηση με αφορμή την έναρξη των φετινών Επιδαυρίων και του δεύτερου κύκλου της επιτυχημένης σειράς podcasts «Αρχαίο Δράμα Explained», όπου αναλύει τα έργα που θα δούμε προσεχώς.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Επίδαυρος: Τι θυμάμαι από το πιο ωραίο θέατρο του κόσμου

Θέατρο / Επίδαυρος: Τι θυμάμαι από το πιο ωραίο θέατρο του κόσμου

Σπουδαίες παραστάσεις, μεγάλες απογοητεύσεις, εντάσεις και μαγικές στιγμές. Ερμηνείες που έμειναν ανεξίτηλες στη μνήμη. Ποίηση στη σκηνή. Όλα μπορούν να συμβούν κάθε καλοκαίρι στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ