«Λεωφορείο» δίχως φρένα

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Τι συνέβη τελικά; Τι συμβαίνει πάντοτε; Ποιος δίνει τη συγκατάθεσή του για έναν εγκλεισμό και ποιοι τον επικροτούν; Ποιος ελέγχει το αφήγημα; Ποιες αποκαλούνται «τρελές» και ποιες φιμώνονται; Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
0

Μετά από ένα ταξίδι, τη διάρκεια του οποίου δεν θα μάθουμε ποτέ, η Μπλανς καταφθάνει στο χαμόσπιτο της αδελφής της στη Νέα Ορλεάνη. «Κάτι στην αβεβαιότητά της, όπως και στα λευκά της ρούχα, θυμίζει νυχτοπεταλούδα», σημειώνει ο Ουίλιαμς σχετικά με την πρώτη εμφάνιση της ηρωίδας του.

«Μου είπαν να πάρω το λεωφορείο που λέγεται “Πόθος”, μετά ένα άλλο που γράφει “Νεκροταφείο”  και στο έκτο τετράγωνο να κατέβω – στάση “Ηλύσια Πεδία”», είναι η πρώτη φράση που βγαίνει από τα χείλη της. 

Σε ποιο μέρος του κόσμου υπάρχουν λεωφορεία με τέτοια ονόματα; Αναφέρεται σε υπαρκτά μέσα μαζικής μεταφοράς ετούτη η γυναίκα ή αρέσκεται να μιλά με ποιητικές παραβολές και μυθικές αλληγορίες; 

Πάντοτε στο ενδιάμεσο, πάντοτε στο σύνορο –μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, μεταξύ παρωδίας και τραγικότητας, δράματος και μελοδράματος, αλήθειας και ψεύδους–, εκεί περπατά η Μπλανς και δύσκολα περιγράφεται ο βηματισμός της. 

Η παράσταση δεν μας παρασύρει με την πειθώ της: μας αρπάζει από το μανίκι και μας τραβάει με το ζόρι προς το μέρος της, επιτρέποντάς μας ελάχιστες ανάσες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής.

Η ύπαρξή της όλη, αντιφατική, ρευστή, πολυκύμαντη. Λευκοντυμένη, κομψή παρουσία με πέρλες και γάντια ή πονηρή νεροφίδα που καταναλώνει στα κρυφά το αλκοόλ του γαμπρού της; Ρομαντική και εκλεπτυσμένη δασκάλα αγγλικής λογοτεχνίας ή δασκάλα του έρωτα σε νεαρά αγόρια που πέφτουν στα δίχτυα της; Καλλιεργημένη γυναίκα «με πνεύμα και ανατροφή» ή απελπισμένη ψεύτρα που αποκρύπτει ζωτικές πληροφορίες για το παρελθόν της; Ατυχής κληρονόμος του Μπελ Ρεβ, της επιβλητικής έπαυλης με τις λευκές κολόνες σε μια φυτεία του Μισισίπι, ή μόνιμη ένοικος της κακόφημης Ταραντούλας, της πανσιόν του έρωτα με τα πιο φτηνά δωμάτια; Βασίλισσα που λάμπει ακόμη και στα καταγώγια ή απλώς φαντασμένη που μεγαλοπιάνεται, ενώ δεν έχει στον ήλιο μοίρα; Τραυματισμένη ψυχή που αναζητά καταφύγιο ή ηθικός αυτουργός της αυτοκτονίας του ομοφυλόφιλου συζύγου της;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Ο σκηνοθέτης ερμηνεύει τον «πόλεμο» των δύο κεντρικών ηρώων και των κόσμων τους με όρους υλικούς, «πραγματικούς», σχεδόν κυριολεκτικούς. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Άμα τη αφίξει της στο ετοιμόρροπο κατώφλι των Κοβάλσκι, η Μπλανς, φιγούρα από άλλη εποχή, από άλλη διάσταση, ακατανόητη και απρόσιτη στους κατοίκους των Ηλυσίων Πεδίων, εκτοπισμένη από τα πάτρια εδάφη, από το επάγγελμα και από την ίδια τη ζωή της, θα προσπαθήσει, με νύχια και με δόντια, να διασώσει τις εύθραυστες ψευδαισθήσεις, τα κειμήλια των νεκρών της, την αξιοπρέπειά της. Ο Στάνλεϊ δεν θα την αφήσει να κάνει τίποτε απ’ όλα αυτά. Θα σκίσει τα ρούχα της, θα πετάξει τα φαναράκια της, θα ξεσκεπάσει την «απάτη» της, θα παραβιάσει το σώμα της, θα την παραδώσει σε ένα ζοφερό, δυσοίωνο και άστοργο μέλλον. 

Ναι, σίγουρα, η Μπανς τον περιφρονεί, τον ταπεινώνει, τον αποκαλεί «Πολωνέζο» και «πίθηκο», υπονομεύει τη σχέση του με τη Στέλλα, με το σπίτι του, με την ίδια την ταυτότητά του. Η μάχη διαγράφεται λυσσαλέα, σε όλα τα φανερά και τα αφανή επίπεδα: συγκρούεται ο παλιός με τον νέο κόσμο, οι φυτείες με τα εργοστάσια, η ευαισθησία με τον κυνισμό, η κουλτούρα της φινέτσας με το ήθος του χυδαίου πραγματισμού, οι νυχτοπεταλούδες με τους κόκορες (έτσι περιγράφει τον Στάνλεϊ ο συγγραφέας), το αλλούτερο με το κανονικό, το κάλεσμα της ποίησης και της φαντασίας με τη δύναμη της βιολογίας και της οικονομικής αναγκαιότητας.  

Έχει μεγάλη σημασία, τελικά, να δούμε πώς –με ποια μέσα, με ποια ρητορική, με ποιες μεθοδεύσεις–στοιχειοθετείται αυτή η πάλη, τότε και σήμερα: ποιος εισακούεται και ποιος όχι; Ποιος δικαιώνεται και ποιος διώκεται; Ποια εκδοχή της ιστορίας (σχετικά με τον βιασμό) γίνεται πιστευτή;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Ο Στάνλεϊ του Μπαλή δεν είναι ούτε μέλος της εργατικής τάξης, ούτε μετανάστης, ούτε μάτσο άνδρας: στερούμενος κοινωνικής ταυτότητας, μένει τελικά μετέωρος. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Όπως ευστοχα παρατηρεί μια θεωρητικός¹, «το βασανιστικό σημείο εστίασης του έργου δεν είναι ότι ένας μεθυσμένος σύζυγος καθυποτάσσει και βιάζει την εξίσου μεθυσμένη νύφη του σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα της Νέας Ορλεάνης... αλλά ότι η πράξη του δημοσιοποιείται και μια γυναίκα τιμωρείται γι’ αυτό. Η Μπλανς απομακρύνεται υπό το συναινούν βλέμμα των υπόλοιπων χαρακτήρων που βρίσκονται επί σκηνής». Τη βλέπουν να αναχωρεί για το ψυχιατρείο, συνοδεία του γιατρού και της νοσοκόμας, και κουνάνε συγκαταβατικά το κεφάλι (η Στέλλα εκφράζει μερικές ενοχές, αλλά δεν κάνει τίποτε για να εμποδίσει την αποπομπή). Τι συνέβη τελικά; Τι συμβαίνει πάντοτε; Ποιος δίνει τη συγκατάθεσή του για έναν εγκλεισμό και ποιοι τον επικροτούν; Ποιος ελέγχει το αφήγημα; Ποιες αποκαλούνται «τρελές» και ποιες φιμώνονται;

Πηγαίνοντας σήμερα να παρακολουθήσουμε ένα νέο ανέβασμα του θρυλικού «Λεωφορείου», οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε εκ των προτέρων τη φριχτή κατάληξη των πραγμάτων – τι θα συμβεί στην Μπλανς και ποιοι θα το προκαλέσουν. Όμως επιθυμούμε με την ίδια λαχτάρα να βιώσουμε την αγωνιώδη πορεία της προς τον αφανισμό, να αφουγκραστούμε τους τρόπους με τους οποίους ένα κατατρεγμένο ον μάχεται ενάντια στη σωματική βία, στην κοινωνική κατακραυγή, στον συναισθηματικό και οικονομικό εκφοβισμό. Δυστυχώς, αυτή η δυνατότητα σύνδεσης δεν μας παρέχεται στην παράσταση του Δημήτρη Καραντζά και των συνεργατών του. Για να είμαι ακριβής, δεν μας παρέχεται με τρόπο γοητευτικό, πειστικό, που να μας αφορά, που να νοηματοδοτεί το κείμενο και να βουτά στον ωκεανό των συμβολισμών του. 

Ο σκηνοθέτης ερμηνεύει τον «πόλεμο» των δύο κεντρικών ηρώων και των κόσμων τους με όρους υλικούς, «πραγματικούς», σχεδόν κυριολεκτικούς: από το πρώτο λεπτό (έστω από το πρώτο δεκάλεπτο) η σκηνή παραδίδεται σε μια πρωτοφανή ένταση φωνών, χειρονομιών, διαπληκτισμών. Τραπέζια που σωριάζονται επιδεικτικά, άνθρωποι που μιλάνε φωναχτά, σεξ στην ντουζιέρα με ουρλιαχτά, κι άλλα ουρλιαχτά... πώς να κορυφωθεί σταδιακά μια ιστορία, μια συναισθηματική διαδρομή, όταν έχει ήδη κορυφωθεί, και μάλιστα με τόσο τεχνητό τρόπο, προτού καν αρχίσει;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Aπό το πρώτο λεπτό (έστω από το πρώτο δεκάλεπτο) η σκηνή παραδίδεται σε μια πρωτοφανή ένταση φωνών, χειρονομιών, διαπληκτισμών. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Η παράσταση δεν μας παρασύρει με την πειθώ της: μας αρπάζει από το μανίκι και μας τραβάει με το ζόρι προς το μέρος της, επιτρέποντάς μας ελάχιστες ανάσες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Δεν μεριμνά ώστε να ξεδιπλωθούν οι σχέσεις, να αναδυθούν τα ερωτήματα, να κυκλοφορήσει η οσμή του κινδύνου, να φανερωθούν οι περιδινήσεις μιας πανταχόθεν βαλλόμενης συνείδησης: το γκάζι είναι πατημένο ανελλιπώς και όποιος πρόλαβε τον Κύριο οίδε. Ως εκ τούτου, δεν αφομοιώνουμε το υπόστρωμα, δεν το βλέπουμε καν: τι υπάρχει κάτω από όλα αυτά τα εξοντωτικά στριμώγματα, τα πέρα-δώθε, τα μπες-βγες; Τι διακυβεύεται; Τι σηματοδοτεί η συντριβή της Μπλανς και τι η «νίκη» του Στάνλεϊ;   

Καμαρούλα μια σταλιά ‒ η σκηνογράφος Μαρία Πανουργιά έκανε τα αδύνατα δυνατά για να δημιουργήσει μια κατάφωρη αίσθηση ασφυξίας στο διαμέρισμα των Κοβάλσκι. Σχεδιάζοντας τα πιο στενά δωμάτια που μπορεί να φανταστεί κανείς, θέλησε προφανώς να δείξει πώς η τριβή των σωμάτων και η έλλειψη ιδιωτικότητας οδηγούν στον εκτροχιασμό των συμπεριφορών. Αυτό, όμως, που τελικά δημιουργείται σ’ εμάς, τους θεατές, είναι ένα συνεχές και μη παραγωγικό άγχος – θα χωρέσουν ή δεν θα χωρέσουν οι ηθοποιοί στη μικροσκοπική καρέκλα; Πόσο στρίμωγμα αντέχουν τα έπιπλα των νάνων προτού διαλυθούν; 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αλεξία Καλτσίκη είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός, εξόχως ικανή να αντιληφθεί το μέγεθος του ρόλου της και να δονηθεί από αυτόν, όπως αποδεικνύει η παθιασμένη ερμηνεία της ως Μπλανς. Δυστυχώς, το γενικότερο κλίμα υστερίας τη ρουφάει στον στρόβιλό του, στις φρενήρεις ταχύτητές του, αποτρέποντας κάθε ουσιαστική γνωριμία και επαφή μαζί της. Τρέχουμε πίσω της ασθμαίνοντας, ασυγκίνητοι και αποξενωμένοι μέχρι τέλους. Τότε, και μόνο τότε, πραγματοποιείται ένα μικρό θαύμα: μια ρωγμή γεννιέται, ένας χώρος πολύτιμος, μέσα στον οποίο καθίσταται δυνατό να τη συναντήσουμε και, για πρωτη φορά, να ταυτιστούμε μαζί της και με το πεπρωμένο της. Εξερχόμενη από το μπάνιο, γυμνή και βρεγμένη, εγκαταλελειμμένη και πολλαπλώς κακοποιημένη, σηκώνει ψηλά τα χέρια ζητώντας να την ντύσουν με το παλιακό φόρεμα της εξόδου της. «Βοηθήστε με», λέει χαμηλόφωνα η ηθοποιός, κι αυτή η απλή φράση που βγαίνει αδύναμα από τα χείλη της κινεί μέσα μας όλη τη θλίψη του κόσμου. Δεν υπάρχουν πια φωνές, τρεξίματα, αναμπουμπούλα: μονάχα μια συντετριμμένη γυναίκα που ζητάει τη βοήθειά μας.

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αλεξία Καλτσίκη είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός, εξόχως ικανή να αντιληφθεί το μέγεθος του ρόλου της και να δονηθεί από αυτόν. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Ο Άρης Μπαλής μοιάζει αρχικά να προσφέρει μια ανατρεπτική εκδοχή του Στάνλεϊ, έτσι όπως το παρουσιαστικό του εναντιώνεται στις συνήθεις αναπαραστάσεις του ήρωα. Γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι η εξωτερική απόκλιση δεν αρκεί: υιοθετώντας το κινησιολογικό λεξιλόγιο του μάτσο άνδρα (κυκλοφορεί με τα «σώβρακα», ανοίγει τα πόδια καθήμενος, σκαμπιλίζει τον πισινό της γυναίκας του ενώπιον όλων, εκσφενδονίζει αντικείμενα), ο ηθοποιός επιχειρεί προφανώς να μας δείξει ότι η πατριαρχία καραδοκεί εκεί όπου δεν την περιμένουμε. Αυτές οι μικρές επιτελεστικές δράσεις αρρενωπότητας, όμως, συνθέτουν ένα μάλλον άγαρμπο αποτέλεσμα, σαν κάποιος να προσπαθεί να πείσει για κάτι που του είναι, επί της ουσίας, ξένο. Ο Στάνλεϊ του Μπαλή δεν είναι ούτε μέλος της εργατικής τάξης, ούτε μετανάστης, ούτε μάτσο άνδρας: στερούμενος κοινωνικής ταυτότητας, μένει τελικά μετέωρος. 

Παραδομένη σε μια αδιάκοπη υπερδιέγερση, η εντυπωσιακά νευρωτική Στέλλα της Δήμητρας Βλαγκοπούλου δεν μας αφήνει ποτέ να δούμε την τρυφερή πλευρά της ηρωίδας της ή, έστω, να καταλάβουμε την αιτία που κρύβεται πίσω από την πεισματική αφοσίωσή της σε τούτο τον βίαιο άνδρα. Η σχέση τους δεν διαπνέεται από καμία αληθινή θέρμη, όπως, άλλωστε, ούτε η αντίστοιχη με την αδελφή της. 

Όσο για το ποιητικό κλείσιμο της παράστασης, το «γκρέμισμα» των τοίχων και την αποκάλυψη ενός λουλουδιαστού κήπου πίσω από το διαμέρισμα, αυτό όχι μόνο δεν αντιστρέφει τις παγιωμένες πλέον εντυπώσεις μας αλλά στέλνει και ένα αμφιλεγόμενο μήνυμα όσον αφορά τον προορισμό της κεντρικής ηρωίδας: ας μην ξεχνιόμαστε, όσο κι αν τη συνδράμει η δύναμη της φαντασίας της, η Μπλανς στο άσυλο θα καταλήξει και όχι σε κάποιον ευωδιαστό Παράδεισο...

¹Anca Vlasopolos

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ