Αυτή που δεν θα σωπάσει ποτέ

Αυτή που δεν θα σωπάσει ποτέ Facebook Twitter
Ανυπολόγιστης αξίας το κωμικό διαμέτρημα της Γαλήνης Χατζηπασχάλη. Φωτ.: Εύη Καλογηροπούλου
0

Οι φτηνές παγέτες αστράφτουν πάνω στα σώματά τους. «Άραγε θα γίνει κάτι;» αναρωτιούνται σεινάμενοι κουνάμενοι μπροστά από τις θεόρατες χρυσαφί κουρτίνες που περικλείουν σαν «π» τη σκηνή της Φρυνίχου. Η διάθεση είναι ανάλαφρη-περιπαικτική-μπλαζέ∙ κάτι σαν βαριεστημένο όπα-όπα. «Έτσι θα το συνεχίσουμε;» επιμένουν από το μικρόφωνο. Παραμένει ασαφές το κατά πόσο αυτό είναι (και) δική μας ευθύνη. Γεμάτοι ενοχές για την απραξία μας, ανήμποροι να χαλάσουμε χατίρι στους αγαπημένους μας ερμηνευτές, υπακούμε πρόθυμα σε όλες τις οδηγίες που λαμβάνουμε από τα καλοκουρδισμένα στόματά τους: πείτε «ου», πείτε «ναι», πείτε «τζου τζου ναι» κ.ο.κ.

Τι κι αν χτυπάμε παλαμάκια, τι κι αν «κάνουμε κεφάλι», τι κι αν χαχανίζουμε, τελικά «δεν θα γίνει τίποτα», μαθαίνουμε. «Δεν θα γίνει τίποτα ποτέ. Ούτε αύριο, ούτε μεθαύριο, ούτε παραμεθαύριο. Ποτέ ποτέ ποτέ». Είναι τε-τε-τε-λεσίδικο, φαίνεται. Δεν υπάρχει επιστροφή. Θα πεθάνουμε σ’ έναν βούρκο. Θα σαπίσουμε χειροκροτώντας ανόητους με παγέτες που μας «διασκεδάζουν», ενώ κατά βάθος δεν μας έχουν σε καμία εκτίμηση. «Έρχεστε εδώ και βρομάτε σαν σκατά. Γιατί δεν πλένεστε;» μας ρωτά ημιαγριεμένη η Ιωάννα Μαυρέα. «Που και το σκατό καλύτερο είναι από σας», συνεχίζει στο ίδιο μυρωδάτο ύφος.

Δεν έχει επιλέξει να αναδεικνύει το «καλό», αντιθέτως ουρλιάζει μπροστά στο «κακό» σαν το κοριτσάκι από τον Εξορκιστή. Όλα είναι σαθρά, όλα βρομούν και ζέχνουν –προπαντός εμείς–, το μόνο που μας απομένει, αν ποτέ ξυπνήσουμε και το καταλάβουμε, είναι η καύλα και η χαρά του σοδομισμού – άντε και μερικά γνήσια λαϊκά, ελληνικά τραγούδια.

Μετά το κοπρολαγνικό κρεσέντο, το σκηνικό επιτέλους αλλάζει. Τώρα περνάμε στην καθαρή, ανόθευτη παρωδία. Φανταστείτε τον τσεχοφικό Γλάρο εμπλουτισμένο με ξυλοφόρτωμα, σαδομαζοχισμό, κυνοφαγία, παιδεραστία, γλωσσοκοπία και σκηνική υστερία. Ο Τριγκόριν είναι ένα σίχαμα-τύραννος-μεγαλομπεμπές-νάρκισσος που απαιτεί τη στιγμιαία και προπαντός αδιαπραγμάτευτη ικανοποίηση όλων των βίτσιων και καπρίτσιων του, η Γελένα Πόποβα (έτσι λέγεται εδώ η Αρκάντινα) αγγίζει αδιανόητα ύψη ηδονικής παράκρουσης, ικετεύοντάς τον να την τρυπήσει με ένα πιρούνι, ο γιος της Τρέπλιεφ παραμένει ένα μαμόθρεφτο ερωτευμένο με τη Νίνα-Νινάκι –αλλά σε πιο cool εκδοχή και χωρίς αυτοκτονικές τάσεις–, η νεαρή Νατάσα Ναβρατίλοβα περιμένει τον αγαπημένο της κρεμασμένη στο παράθυρο, η Μάσα παρακολουθεί τα πάντα από μία γωνία, μεθυσμένη, ερεθισμένη, αγανακτισμένη, έτοιμη να τα κάνει όλα λίμπα, η βλοσυρή μαγείρισσα Μεντβεντένκο-Μαυρέα αγωνιά για τα σερβίτσια, ενώ ένα παράλογο δράμα τρομερής έντασης εκτυλίσσεται γύρω από το μυστήριο του χαμένου λαρδιού, που φέρνει τα μέλη της οικογένειας σε φριχτή αντιπαράθεση, απελευθερώνοντας ένα παράξενο κράμα πείνας, μούχλας, κλιματικής καταστροφής, σεξουαλικής διαστροφής, splatter σκηνών, ουρλιαχτών, και αναποδογυρισμένων επίπλων.

Αυτή που δεν θα σωπάσει ποτέ Facebook Twitter
Η Κιτσοπούλου ξερνάει. Με όλους και με όλα. Φωτ.: Εύη Καλογηροπούλου

Αφού κορυφωθεί με μια ακραία πράξη βίας –τη φριχτή τιμωρία που επιβάλλεται από την ομήγυρη στη Μάσα, όταν η τελευταία ξεμπροστιάζει τον παιδεραστή Ιλία Αντρέγιεβιτς–, η παράσταση κλείνει σε ήρεμους τόνους με μια ακόμη παρωδία, αυτήν τη φορά της τηλεοπτικής εκπομπής «Κυριακή στο χωριό»: η ειδυλλιακή ζωή στο Πετσετοχώρι ορεινής Αιτωλοακαρνανίας, τα ροζ μάγουλα των χωρικών, η επαφή με το χώμα, ο καταρράκτης του Χρυσού Δράκου (ναι! Ο Δράκος ζει μέχρι σήμερα), τα τιτιβίσματα των αηδονιών, το μπούκοβο, το μαχλέπι, το ρακόμελο, οι άνθρωποι με τις «ανοιχτές ψυχές» συνθέτουν την γνήσια ελληνική ουτοπία, αυτήν που οι «ψαγμένοι» Αθηναίοι έχουν απολέσει οριστικώς διάγοντας έναν βίο πλήρους αποκτήνωσης.  

«Μιλάω για έναν θυμό προσωπικό, βαθύ, από μέσα, πολύ προσωπικό, θυμό με πόνο, ΘΥΜΟ, ΘΥΜΟ, ΘΥΜΟ!» είναι η τελευταία φράση που ακούγεται πριν από τη λήξη και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, πράγματι, ο θυμός συνιστά, ακόμα, το βασικό κινητήριο συναίσθημα της συγγραφέως, η οποία διαποτίζει με αυτό άλλο ένα δημιούργημά της.

Η Κιτσοπούλου έχει θυμό. Και τον εκφράζει ποκιλοτρόπως. Ξεκινάει μ’ ένα βεβιασμένο τσιφτετέλι-ωδή στο «τίποτα», περνάει στην εκτόνωση διά βωμολοχίας, βρίσκει προσωρινή διέξοδο στην αποδόμηση και την κοροϊδία, καταλήγει με τον απόλυτο εμπαιγμό της δήθεν αυθεντικής ελληνικότητας. Σατιρίζει τη νοθευμένη μπουζουκο-κουλτούρα μας, κανιβαλίζει τους κλασικούς –αλλά κι αυτούς που ονειρεύονται να γίνουν «κλασικοί»–, ξεσκεπάζει την υποκρισία μας γύρω από το θέμα της γυναικείας κακοποίησης, μιλάει για τη σκοτεινή πλευρά της σεξουαλικότητας, κραυγάζει τη σαρωτική δύναμη της επιθυμίας, της αναρχικής παρόρμησης, της ηδονής που πηγάζει από τη βία, από το γκρέμισμα κάθε ιερού και όσιου, κάθε παγιωμένης «αξίας» που μας καθηλώνει στα αόρατα δεσμά μας. Η κατάσταση δεν θα αλλάξει ποτέ, η απραξία μας θα συνεχίζεται επ' άπειρον, θα καταπίνουμε αμάσητα όλα τα σκουπίδια που μας σερβίρουν, θα παρακολουθούμε μουδιασμένοι τον εξευτελισμό μας σε μια μετα-μπεκετική λούπα δίχως τέλος, δίχως προοπτική ανατροπής. 

Αυτή που δεν θα σωπάσει ποτέ Facebook Twitter
Αστράφτουν οι Ιωάννα Μαυρέα και Γιάννης Κότσυφας. Φωτ.: Εύη Καλογηροπούλου

Κι αν η ζωή διαθέτει θετικές πλευρές, αυτές ουδόλως αφορούν την Κιτσοπούλου. Δεν έχει επιλέξει να αναδεικνύει το «καλό», αντιθέτως ουρλιάζει μπροστά στο «κακό» σαν το κοριτσάκι από τον Εξορκιστή. Όλα είναι σαθρά, όλα βρομούν και ζέχνουν –προπαντός εμείς–, το μόνο που μας απομένει, αν ποτέ ξυπνήσουμε και το καταλάβουμε, είναι η καύλα και η χαρά του σοδομισμού – άντε και μερικά γνήσια λαϊκά, ελληνικά τραγούδια.

Δεν είναι τυχαίο, φυσικά, ότι η ίδια γράφει για τον εαυτό της και υποδύεται τον ρόλο της Μάσας: η αλκοολική, σεξουλιάρα, αμακιγιάριστη και ανυπόταχτη Μάσα είναι η μόνη που τολμά να ξεσκίσει τον ιστό της εγκληματικής σιωπής, να αψηφήσει τον φόβο των οδυνηρών συνεπειών, να τις υποστεί μέχρι τέλους. Η Μάσα/Λένα είναι η Λαβίνια του Σαίξπηρ, η Κασσάνδρα του Αισχύλου και η Έιμι Γουάινχάουζ σε ένα. Καταραμένη να τραγουδάει την αλήθεια και να μην την πιστεύει κανείς· όχι μόνο να μην την πιστεύει αλλά να της κόβει κυριολεκτικά τη γλώσσα σε μια απελπισμένη απόπειρα παραδειγματικής φίμωσής της. (Αντι)φεμινιστικό ίνδαλμα, οργισμένη ρομαντική καλλιτέχνις, ιέρεια της απελευθέρωσης, Ερινύα και Μέδουσα μαζί, αυτή την περσόνα καλλιεργεί, χρόνια τώρα, η Κιτσοπούλου για τον εαυτό της, φροντίζοντας, από τη μια, να τη συνδέσει επιμελώς με την προσωπική της μυθολογία και, από την άλλη, να την τοποθετήσει στο πλέον αντι-μυθολογικό σκηνικό της σύγχρονης ευτέλειας και παρακμής.

Η Κιτσοπούλου ξερνάει. Με όλους και με όλα. Ξερνάει μαζί μας, με τους συναδέλφους της, με τους φίλους της (το «σκετς» του εμετού ήταν ίσως το πιο επιτυχημένο της παράστασης). Μας διασκεδάζει, μας ταπεινώνει, μας νουθετεί, μας εξηγεί γιατί η ζωή μας «έχει γίνει ένα καραόκε», μας προκαλεί, μας δοκιμάζει. Μας πετά καταπρόσωπα το «τίποτα». Όμως, παρόλο που βρίθει παρανοϊκών ιδεών κι ευρημάτων, παρόλο που επιστρατεύει τους καλύτερους και τις καλύτερες – ανυπολόγιστης αξίας το κωμικό διαμέτρημα της Γαλήνης Χατζηπασχάλη και της Ιωάννας Μαυρέα, ενώ εξίσου αστράφτουν δίπλα τους ο Γιάννης Κότσυφας, ο Θοδωρής Σκυφτούλης και ο Πάνος Παπαδόπουλος–, δεν αποφεύγει τελικά το «ξεχείλωμα», το αναμάσημα, την κόπωση – σαν να επιμένει κανείς να στίβει επί ώρες το ίδιο κουκούτσι. Πόσο να αρμέξεις το «τίποτα»; 

Αυτή που δεν θα σωπάσει ποτέ Facebook Twitter
Ο Θοδωρής Σκυφτούλης. Φωτ.: Εύη Καλογηροπούλου

Με αυτόν τον τρόπο, οδηγεί τον θεατή σε μια θέση ανυπόφορη: τον αναγκάζει ν’ ακούει το ίδιο «μήνυμα» ξανά και ξανά, πολτοποιημένο μέχρι εξοντώσεως (της έμπνευσης, της υπομονής, της απόλαυσης). Θα έλεγε, βέβαια, κανείς, ότι εκεί παίζεται όλο το παιχνίδι, στη δοκιμασία των αντοχών μας. Αν εγώ σας δείχνω το τίποτα, αν ορθώνω απέναντί σας τον καθρέφτη της αποβλάκωσής σας, εσείς γιατί δεν αντιδράτε; Γιατί παρακολουθείτε σαν χάνοι και τα δέχεστε όλα αγόγγυστα; θα μπορούσε να ρωτά η δημιουργός.

Το περασμένο Σάββατο, η κυρία που καθόταν δίπλα μου επέλεξε να κάνει ακριβώς αυτό: να αντιδράσει. Το έπραξε υιοθετώντας διάφορες μεθόδους, πότε σφυρίζοντας, πότε μιλώντας «αγενώς» και, τέλος, βγάζοντας το κινητό της και τηλεφωνώντας σε μια φίλη. Αυτή η αθώα πράξη αντίστασης απέναντι στην κενότητα και την ξεθυμασμένη επαναληπτικότητα της σκηνικής δράσης προκάλεσε πλήθος παρατηρήσεων από τους «σοβαρούς», προσηλωμένους θεατές, οι οποίοι, υπνωτισμένοι από το είδωλό τους στον καθρέφτη, δεν ήθελαν να χάσουν ούτε λέξη από το «έργο». Κι αυτή, τελικά, ήταν η πιο ενδιαφέρουσα, από πολιτικής άποψης, στιγμή της βραδιάς, η πιο περίτρανη απόδειξη της αποχαύνωσής μας, της ανημπόριας μας να αμφισβητήσουμε το κύρος της θεατρικής συνθήκης, ακόμα και όταν η τελευταία μάς περιπαίζει, μας καταπιέζει και μας ακυρώνει επιδεικτικά. Όπως ακριβώς κάνουμε, δηλαδή, σε όλη την υπόλοιπη ζωή μας.

Δείτε εδώ περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ