Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ πέρασε μέσα από όλα τα στερεότυπα και τις παρεξηγήσεις των δεκαετιών της Μεταπολίτευσης, αν και εκδρομέας του ΄60. Κάποια στιγμή μας δώρισε έναν αναρχικό αέρα, περισσότερο όμως μια ποιητική αίσθηση της ιστορίας. Η πλατεία που ήταν γεμάτη, ο Καραϊσκάκης, ο Μπάλος, τα αεροπλάνα και τα βαπόρια της Μπέλου. Ακόμα και ο εθνορομαντικός οίστρος και η ωδή σε μια Ελλάδα παιδική και μαγική, ακόμα και ο Σαββόπουλος που γινόταν πιο θυμόσοφος, θυμώνοντας ενίοτε τον εξεγερμένο μας εαυτό, ακόμα και αυτός που απομακρυνόταν από το αρχικό του σχήμα, συνέχισε να είναι ζωντανός μέσα μας.
Θα γραφτούν πολλά, ήδη έχουν ειπωθεί και αναλυθεί πτυχές, μουσικές, ποιητικές και πολιτικές. Ο Σαββόπουλος ήταν αυτός που επιδίωξε περισσότερο και με πιο επινοητικό τρόπο να πραγματώσει την ενότητα των νεοελληνικών πηγών στο τραγούδι. Είχε μια αισθηματική σχέση με το δυτικό και το ανατολικό, το ανάλαφρο και το βαρύ, τραγουδώντας την αχλή μιας νοσταλγίας πριν η νοσταλγικότητα μεταβληθεί σε ιδεολογία.
Θυμάμαι ανθρώπους της γενιάς του να τον ορίζουν ως μια ανορθοδοξία στους Λαμπράκηδες, να τον προβάλλουν στο φως των διαδηλώσεων του ΄65. Τα πρώτα χρόνια του ΄70 με τους πειραματισμούς του ήταν αυτά που έλαμψαν, με τον ηλεκτρικό παγανισμό τους, μέσα στα δικά μας, κατοπινά όνειρα. Ύστερα ήρθαν οι κυκλωτικοί χοροί, οι κοινότητες, η αμφισβήτηση της αμφισβήτησης. Ό,τι όμως και αν υπήρξε ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε τη δόνηση, τον λοξό τόνο, μια διάθεση μεταμόρφωσης και γιορτής. Επέστρεφε σε μια πάμφωτη αυλή περιμένοντας τους φίλους, το νόημα της συνάθροισης.
Ο Σαββόπουλος ήταν αυτός που επιδίωξε περισσότερο και με πιο επινοητικό τρόπο να πραγματώσει την ενότητα των νεοελληνικών πηγών στο τραγούδι. Είχε μια αισθηματική σχέση με το δυτικό και το ανατολικό, το ανάλαφρο και το βαρύ, τραγουδώντας την αχλή μιας νοσταλγίας πριν η νοσταλγικότητα μεταβληθεί σε ιδεολογία.
Η απογοήτευση κάποιων, οι νέες προσχωρήσεις όσων τον ανακάλυψαν αργά και βέβαια ο αιώνιος διχασμός ανάμεσα στον νεαρό και στον ώριμο Σαββόπουλο. Τι θα μείνει από αυτά; Τώρα που ήρθε ο θάνατος, έχω την εντύπωση, πως θα ανέβει ψηλότερα η παρουσία του, το πολύχρωμο αποτύπωμα του περάσματός του ανάμεσα στα ρήγματα των τελευταίων εξήντα χρόνων. Είχε, όντως, κάτι από τροβαδούρο που δασκάλιζε, που ήθελε να νουθετεί και να τέρπει. Μπλέχτηκε (με ευθύνη του) στο πολιτικό ψυχόδραμα αφού τον έκαναν είδωλο οι «συντηρητικοί» και γέννησε δυσπιστίες που έγιναν άδικες και ισοπεδωτικές αρνήσεις. Τα έχει αυτά η ζωή όσων μιλούν και εξηγούν αλλάζοντας μέσα στο χρόνο.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος στάθηκε τελικά μέσα σε αυτή την ονειρική υφή της πραγματικότητας που ήθελε και ο Χρήστος Βακαλόπουλος. Θέλω να πω πως ό,τι ωραίο μας άφησε, αποτέλεσε κομμάτι αυτού του ονειρικού υφάσματος. Σάρκα από τη σάρκα μιας μοντέρνας αίσθησης που κοιτούσε και στα παλιά, έγινε ο άγγελος εξάγγελος των αντιφάσεών μας.
Γι' αυτό αγαπήθηκε ακόμα και από όσους αποξένωσε. Και θα βάλουν σήμερα, αύριο να ακούσουν κάτι από το Περιβόλι του Τρελού ή τη Ρεζέρβα, ανάβοντας ένα κερί στη μνήμη του παιδιού που γεννήθηκε το Δεκέμβρη του ΄44 για να πεθάνει μια συννεφιασμένη μέρα του του Οκτωβρίου του ΄25.