Ο δημοφιλής στιχουργός και τραγουδοποιός Παύλος Παυλίδης στα 60 του χρόνια διατηρεί ακόμα μια κράση «εφηβική», αλλά και μια σπάνια ευγένεια, καλλιέργεια και ενσυναίσθηση. Με αφορμή την εμφάνισή του στο φετινό Release Athens 2025 στις 21 Ιουνίου στην πλατεία Νερού, μαζί με τον Κωνσταντίνο Βήτα, που, όπως λέει, πάντα θαύμαζε και παρακολουθούσε, και με τους Super Stereo που θα ανοίξουν τη βραδιά –δύο ονόματα που ο ίδιος επέλεξε για καλλιτεχνική «συντροφιά» –, ανοίγει την καρδιά του στη LiFΟ.
— Η συναυλία σου με τον Κωνσταντίνο Βήτα στην πλατεία Νερού στo πλαίσιo του φετινού Release Athens είναι από τα highlights του φετινού καλοκαιριού, έχετε ωστόσο ξαναπαίξει «μαζί».
Πράγματι. Mάλιστα η πρώτη φορά που μοιραστήκαμε τη σκηνή με τον Κωνσταντίνο ήταν το μακρινό 1996 στο River Party της Καστοριάς, εκείνος τότε με τους Στέρεο Νόβα, των οποίων υπήρξα μεγάλος fan, κι εγώ με τα Ξύλινα Σπαθιά. Στην ίδια εκδήλωση έπαιξαν και οι Τρύπες που, όπως κι εμείς, βρίσκονταν τότε στην πιο δημιουργική περίοδό τους. Αργότερα παίξαμε μαζί και στη Ρόδο με τους Στέρεο Νόβα, σε μια άλλη ωραία συναυλία. Θυμάμαι, επίσης, τις εμφανίσεις τους στον Μύλο στη Θεσσαλονίκη με εκείνες τις υπέροχες εικόνες που περνούσαν στην οθόνη από πάνω τους. Παρακολουθώ με θαυμασμό τα προσωπικά άλμπουμ του Κωνσταντίνου, είναι σίγουρα από τους εγχώριους πρωτοπόρους της ηλεκτρονικής μουσικής και όχι μόνο. Όταν, λοιπόν, μου πρότεινε το Release να διαλέξω τους μουσικούς που θα ήθελα να συνευρεθούμε στις 21/6, ήταν η πρώτη μου επιλογή, μαζί με τους επίσης αγαπημένους Super Stereo, των οποίων ο βασικός συνθέτης και τραγουδιστής, Θανάσης Τζίνγκοβιτς, είναι πολλά χρόνια συνεργάτης μου, τόσο με τους B-Movies όσο και με το καινούργιο μου σχήμα· θα με συνοδεύσει μάλιστα στο μπάσο εκείνη τη βραδιά, όπου θα παίξουμε τραγούδια απ’ όλη μου τη δισκογραφία σε μια πιο φρέσκια εκδοχή, με ανανεωμένο ήχο. Θα έχουμε, επιπλέον, όλη αυτή την εξαιρετική video art δουλειά που έχει κάνει ο Βασίλης Κεχαγιάς με την εικόνα.
«Το “να σωθεί ο κόσμος” είναι μια φράση που με τρομάζει, όπως με τρομάζει όταν η τέχνη καλείται να απολογηθεί για το αν και κατά πόσο αλλάζει τον κόσμο. Ακόμα όμως κι αν ένας μόνο άνθρωπος στρέφει χάρη σε αυτή το βλέμμα του σε μια άλλη κατεύθυνση, ο κόσμος αυτός διατηρεί ελπίδες ν’ ανοίξει γι’ αλλού πανιά».
— Υπάρχουν κιόλας, θαρρώ, κάποια στοιχεία που σε συνδέουν, τρόπον τινά, με τον Κωνσταντίνο Βήτα και τον Γιάννη Αγγελάκα: είστε ιδιαίτερες καλλιτεχνικές περσόνες, έχετε έναν πολύ ιδιαίτερο στίχο και ευρύτατη απήχηση, παρότι κανείς σας δεν θεωρείται ακριβώς ερμηνευτής.
Ισχύει, και νομίζω ότι το κύριο σημείο επαφής των τριών μας είναι ο ελληνικός στίχος – δεν θα πω αν είναι καλός ή κακός, είναι πάντως ένα σαφές χαρακτηριστικό μας, αισθάνομαι επομένως μια φυσική συγγένεια μαζί τους.
— Έχετε, επίσης, όλοι σας εκδώσει βιβλία, με πιο πρόσφατο τη δική σου ποιητική συλλογή «Αυτή είναι η γειτονιά μου σκύλε» (εκδ. Καστανιώτη, 2024), και είναι ίσως ένα ερώτημα πόσο διαφορετικά λειτουργεί ένας στιχουργός από έναν ποιητή, ιδιότητες που, όχι σπάνια, συμπίπτουν.
Κάτι που διαχωρίζει έναν στιχουργό από έναν ποιητή είναι η φόρμα του τραγουδιού, το οποίο έχει κάποια διάρκεια και συγκεκριμένους κανόνες. Υπάρχει, δηλαδή, μια κατεύθυνση που ακολουθείς και μια άλλου τύπου απεύθυνση συνήθως. Η ποίηση, πάλι, έχει ένα άλλο εύρος, σε απελευθερώνει από τα όρια που θέτει αναγκαστικά ένα τραγούδι. Αυτά, φυσικά, δεν αποκλείουν ένα τραγούδι να είναι βαθιά ποιητικό ή ένα ποίημα να γίνεται εξαιρετικό τραγούδι, ακόμα κι αν δεν γράφτηκε ως τέτοιο.

— Εσύ ξεκίνησες με το τραγούδι ή με την ποίηση;
Η ποίηση με προσείλκυε ήδη από τα 13 μου χρόνια, από τότε που μπήκα κάπως ανυποψίαστα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Βέροιας ‒όπου μεγάλωσα–, μια βιβλιοθήκη πολύ ενημερωμένη και οργανωμένη, παρότι επαρχιακή, διαβάζοντας Ιούλιο Βερν και όλα αυτά που εξάπτουν την παιδική φαντασία. Εκεί άρχισα να έρχομαι σε επαφή με τον Σεφέρη, τον Ρίτσο, τον Καβάφη, τη γενιά του ’30 κ.λπ. Θυμάμαι, μάλιστα, ότι όταν σε ηλικία 16 ετών ζήτησα από την κυρία στο γκισέ ένα βιβλίο του Έκτορα Κακναβάτου με κοίταξε καχύποπτα, λες και της έκανα πλάκα: «Και πού τον ξέρεις εσύ αυτόν», μου έκανε, μη συνειδητοποιώντας πως για εμένα η βιβλιοθήκη αυτή είχε γίνει στέκι και καταφύγιό μου, ήμουν επομένως πιο ενημερωμένος από έναν μέσο συνομήλικό μου, τύγχανα επίσης ιδιαίτερα φιλομαθής. Παρουσίασα, μάλιστα, πρόσφατα και το βιβλίο μου εκεί, κάτι που με γέμισε περηφάνια! Ξεκίνησα, λοιπόν, στις ηλικίες αυτές γράφοντας στίχους, ταυτόχρονα όμως άκουγα πολλή μουσική, ελληνική και ξένη. Τα παιδιά της γενιάς μου άκουσαν ταυτόχρονα τον Τσιτσάνη, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη και μαζί τους Beatles, τους Doors, τους Led Zeppelin, τον David Bowie, τους Ramones, από έντεχνο και ροκ μέχρι disco και πανκ! Μπερδεύονταν όλα στο κεφάλι μας και συνέβαιναν όλα μαζί, είχαμε έπειτα τις ραδιοφωνικές εκπομπές του Πετρίδη, του Δασκαλόπουλου, του Ζήλου, του Φράγκου…
— Ναι, υπήρχε όλο αυτό το κράμα, υπήρχαν όμως επίσης αυστηρά περιχαρακωμένες «φυλές», οι ροκάδες, οι καρεκλάδες, οι μεταλλάδες…
Ναι, και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί αποκαλούσαν π.χ. καρεκλάδες όσους τους άρεσε η χορευτική μουσική, αφού ήταν διαρκώς όρθιοι και χορεύανε! Ούτε, βέβαια, όλες αυτές τις κόντρες που συνέβαιναν και στο εξωτερικό, Mods εναντίον Rockers π.χ. στη Βρετανία, οι οποίες για τους ίδιους τους καλλιτέχνες που διακρίνονταν σε ποικίλα μουσικά είδη δεν είχαν κανένα νόημα. Σήμερα ζούμε ακριβώς στην εποχή που έχουν πια καταργηθεί αυτά τα στεγανά και θα δεις π.χ. σε μια δική μου συναυλία κόσμο που μπορεί να βρίσκει αυθεντικότητα και στη συναυλία ενός πολύ διαφορετικού καλλιτέχνη, σε βαθμό που τρομάζεις! Όμως οι άνθρωποι αυτοί το εννοούν και μπορούν να αγαπούν διαφορετικούς καλλιτέχνες για πολύ διαφορετικούς λόγους, κάτι που βρίσκω πιο υγιές από εκείνο που ζούσαμε εμείς νεότεροι.
— Στο τελευταίο σου άλμπουμ, το «Μπρανκαλεόνε», συνδυάζεις διάφορα μουσικά είδη, από ροκ μέχρι ηλεκτρονική.
Αυτό το κάναμε ήδη με τα Ξύλινα Σπαθιά και πληρώσαμε τότε ακριβά την επιλογή μας για έναν δίσκο αλλιώτικο, με πιο ηλεκτρονικό ήχο. Το «καθαρόαιμο» ροκ κοινό μας το είδε ως προδοσία, εμάς πάλι μας άρεσαν πολύ οι μπάντες που είχαν πάρει εκείνη την κατεύθυνση, όπως οι Leftfield. Προσωπικά, πάντα με γοήτευε ο ρυθμός, είτε μιλάμε για ηλεκτρονική χορευτική μουσική είτε για ένα απλό, αργό τραγούδι· μου αρέσει όταν οι στίχοι «χορεύουν» με έναν ωραίο τρόπο.
Παύλος Παυλίδης - Μπρανκαλεόνε (Official Music Video)
— Νομίζω ότι σχεδόν με κάθε μουσική μπορείς να χορέψεις. Ο Νίτσε έγραφε κιόλας ότι θα πίστευε μόνο σε έναν θεό που θα ήξερε να χορεύει!
Σωστός! Ναι, ασφαλώς και μπορείς να χορέψεις με τα περισσότερα μουσικά είδη, ακόμα και με ambient. Αν μια μουσική δεν χορεύεται, απλώς δεν με πολυενδιαφέρει ‒ τα πιο σπουδαία πράγματα είναι αυτά που έχουν έναν σπουδαίο παλμό.
— Παλμό έχουν, βέβαια, και το ραπ, η χιπ-χοπ ή το τραπ, το βασικό τους στοιχείο όμως είναι η ρίμα, ο στίχος, ειδικά στις πιο «ψαγμένες» τους εκδοχές, κι αυτό είναι νομίζω που τα κάνει τόσο δημοφιλή. Αν στιχουργική και ποίηση σχετίζονται, θα λέγαμε ότι η νεότερη ειδικά γενιά «διψάει» για μια ποίηση που εκφράζει καλύτερα τα βιώματά της;
Υπάρχει πράγματι στο χιπ-χοπ μια κυριαρχία του λόγου. Οι στίχοι είναι βιωματικοί, κι έπειτα κάθε γενιά αναζητά τους ήρωες και τους εκφραστές της, καλλιτέχνες που να νιώθουν αυτό που ζει και να λένε τα πράγματα με το όνομά τους, καλά ή άσχημα, να λένε στίχους που να ακούγονται σε στενά, όπου συνήθως δεν φτάνουν οι καθαρά ποιητικές προσεγγίσεις. Εκεί, νομίζω, οφείλεται η επιτυχία του. Με πολλά από αυτά τα παιδιά που είναι στην επικαιρότητα, όπως ο ΛΕΞ, έχουμε συναντηθεί σε συναυλίες και μουσικά φεστιβάλ, έχω παίξει και με κάποιους, π.χ. με τον Εθισμό. Υπάρχει πολλή ευγένεια και σεβασμός από πλευράς τους, βλέπω επίσης να παρακολουθούν με ενδιαφέρον κάτι που όταν συνέβαινε ήταν πολύ μικροί και δεν το πέτυχαν, όπως οι μουσικές που κάναμε με τα Ξύλινα Σπαθιά. Κι εμείς όμως είχαμε επηρεαστεί από τον ήχο του χιπ-χοπ, που είχε μάλιστα τα χρόνια εκείνα ένα έντονα πολιτικό στοιχείο. Αγαπούσαμε πολύ μπάντες όπως οι Red Hot Chili Peppers, Public Enemy, Wu-Tang Clan…
— Μιλάμε και για καλλιτέχνες που όση δημοφιλία κι αν έχουν, κατά κανόνα δεν τους «παίζουν» τα συμβατικά μίντια, περισσότερο μέσω ίντερνετ γίνονται γνωστοί.
Είναι πράγματι σαν να μην τη χρειάζονται αυτή την προβολή, όπως δεν τη χρειαζόμασταν ούτε οι μπάντες που έγραψαν ιστορία στα ’90s. Ούτε εμάς μας παίζανε τότε τα ΜΜΕ, αλλά κι εμείς δεν πολυενδιαφερόμασταν γι’ αυτό. Μας παρακαλούσαν, θυμάμαι, να βγούμε στην τηλεόραση και δεν πηγαίναμε, κυκλοφορούσαμε στον δρόμο και δεν μας αναγνώριζαν, τα τραγούδια μας τα ήξερε ωστόσο όλος ο κόσμος και στις συναυλίες μας γινόταν χαμός. Τα σημερινά παιδιά ξέρουν να αξιοποιούν τα νέα μέσα που άλλωστε τους ενδιαφέρουν περισσότερο, καθώς εκεί βρίσκουν το κοινό τους.
— Μια θεματική που επανέρχεται συχνά στα τραγούδια σου είναι η ομορφιά, από το «Σιωπηλό Ποτάμι» («θα ξάπλωνα κοντά σου μέχρι να βγεις στο φως / μπροστά στην ομορφιά σου θα στεκόμουνα σκυφτός») μέχρι το «Όταν πεθαίνει γύρω κάθε ομορφιά». Θα πεθάνει, λες, προτού προλάβει να σώσει τον κόσμο, καθώς λέγεται;
Χαίρομαι πολύ που ανακάλυψες μια εμμονή μου, από αυτές που δεν έχουν πολυακουστεί – συνήθως οι φίλοι μου, όταν θέλουν να με πειράξουν λένε «τι είναι ο Παυλίδης; Ένα κορίτσι, ένα καράβι, ένα λιμάνι, αυτό!». Κοίτα, δεν ξέρω αν τελικά θα σώσει τον κόσμο η ομορφιά, μου αρέσει όμως πολύ αυτή η φράση και μολονότι ποτέ δεν κατάλαβα πώς θα το κάνει, θέλω να την εμπιστεύομαι. Το «να σωθεί ο κόσμος» είναι εντούτοις μια φράση που με τρομάζει, όπως με τρομάζει όταν η τέχνη καλείται να απολογηθεί για το αν και κατά πόσο αλλάζει τον κόσμο. Ακόμα όμως κι αν ένας μόνο άνθρωπος στρέφει χάρη σε αυτή το βλέμμα του σε μια άλλη κατεύθυνση, ο κόσμος αυτός διατηρεί ελπίδες ν’ ανοίξει γι’ αλλού πανιά.
Παύλος Παυλίδης - Όταν πεθαίνει γύρω κάθε ομορφιά (Official Video)
— Καμιά φορά, βέβαια, γυρνάει κόντρα ο αέρας και ο κόσμος πισωγυρίζει ξανά, όπως βλέπουμε να γίνεται σήμερα.
Σίγουρα, γι’ αυτό και έχει αξία να επιμένουμε στην κατεύθυνση της ομορφιάς, κόντρα σε κάθε εμπόδιο ή αντιξοότητα.
— Έχεις γράψει και τραγούδια με πολιτικό στίχο, κι ας μη θεωρείσαι από τους κατεξοχήν πολιτικοποιημένους καλλιτέχνες.
Ναι, το «Σόσιαλ», ας πούμε, από το τελευταίο μου άλμπουμ, όπως και το «Ερχόμαστε από τον ορίζοντα», το οποίο γράφτηκε για την παράσταση για τον Γιάννη Μαρκόπουλο που κάναμε το ’23 στη Στέγη. Σε αυτήν είχα διασκευάσει τα «Γκρεμισμένα σπίτια» και καθώς δούλευα το κομμάτι αυτό που αναφέρεται στη Μικρασιατική Καταστροφή και την προσφυγιά που την ακολούθησε, σκεφτόμουν ποιων τα σπίτια γκρεμίζονται σήμερα και γιατί, πού πάνε όλοι αυτοί οι σύγχρονοι πρόσφυγες που έρχονται από τον ορίζοντα, αν βέβαια στο μεταξύ δεν πνιγούν. Ναι, έχω αποφύγει να ταυτιστώ με κάποιον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο ή κόμμα, προτιμώ να μιλώ μέσα από τους στίχους και τα τραγούδια μου. Δεν έχω, ωστόσο, αρνηθεί να συμμετάσχω σε συναυλίες με πολιτικοκοινωνικό πρόσημο ή υπέρ κάποιου σκοπού.
— Ήταν, νομίζω, να συμμετάσχεις και σε κάποια από τις συναυλίες για τα Τέμπη, κάτι που τελικά δεν συνέβη.
Αυτό που δεν ξέρουν πολλοί είναι ότι εκείνες τις μέρες ετοιμαζόταν μια παράλληλη εκδήλωση για τα Τέμπη στη Θεσσαλονίκη, όπου θα εμφανιζόμουν με τον ΛΕΞ και άλλους καλλιτέχνες, κάπως όμως τα κατάφεραν ο κυβερνητικός και ο δημοτικός μηχανισμός στη Θεσσαλονίκη να την παρεμποδίσουν. Στενοχωρήθηκα γι’ αυτό, αλλά χάρηκα που η αθηναϊκή συναυλία τουλάχιστον πήγε τόσο καλά. Μπορεί, έπειτα, η τραγωδία των Τεμπών να ήταν το κύριο σημείο αναφοράς, όμως τόσο μέσα από τη συναυλία εκείνη όσο και από τις μαζικές κινητοποιήσεις που προκάλεσε εκφράστηκε η οργή του κόσμου για πολλά ακόμη πράγματα.
— Ενδιαφέρον έχει, βέβαια, και το πώς θα εκτονωθεί εκλογικά αυτή η οργή.
Αυτό είναι κι ένα δικό μου μεγάλο ερώτημα – θα άξιζε ασφαλώς να γίνει μια έρευνα για το τι κόσμος συμμετείχε στις διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου, όπως και για το πού κινείται ή πρόκειται να κινηθεί πολιτικά ο ίδιος κόσμος. Θα έβγαζε, πιστεύω, ενδιαφέροντα συμπεράσματα, παρότι μπορεί να μην ήταν όλα ενθαρρυντικά.
— Πολιτικό τραγούδι ήταν και το «Ένα αλλιώτικο παιδάκι» που είχες γράψει για τον Ζακ Κωστόπουλο.
Αυτό, ξέρεις, έγινε σχεδόν αυτόματα, ήδη σκεφτόμουν να γράψω ένα ποίημα μόλις μαθεύτηκε η άγρια δολοφονία του και βγήκε στον αέρα εκείνο το ανατριχιαστικό βίντεο, όταν φίλοι του μου ζήτησαν μια δήλωση σχετικά. Τους πρότεινα αυτούς τους στίχους και συναντηθήκαμε να τους τους δώσω σε ένα κλαμπ όπου σύχναζε, το BEqueer. Καθώς, μάλιστα, το συμβάν ήταν πολύ φρέσκο, υπήρχε, θυμάμαι, μια αναταραχή και κόσμος μπαινόβγαινε κλαίγοντας. Ήταν συγκινητικό όσο και αποκαλυπτικό να βλέπω όλους αυτούς τους ανθρώπους αφενός να απορούν, αφετέρου να θρηνούν, αλλά να δηλώνουν ταυτόχρονα σθεναρά την παρουσία τους έξω, στον δρόμο. Το τραγούδι αυτό και το βιντεοκλίπ που το συνόδευε ήταν από τα πιο συγκινητικά πράγματα που έχω κάνει. Μαζευτήκαμε για το δεύτερο κιόλας ένα σωρό κόσμος οικειοθελώς σε έναν χώρο και περάσαμε μια ολόκληρη μέρα προβάροντας κοστούμια, βάφοντας ο ένας τον άλλο κ.λπ., σαν να συνέβαινε μια σκοτεινή γιορτή, σαν μια κατάφαση στη ζωή παρά το πένθος. Είναι, έπειτα, νομίζω σαφές ότι η αφορμή για το τραγούδι αυτό ήταν μεν ο Ζακ, αναφέρεται όμως σε πολλά άλλα ευάλωτα πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες και στις ρατσιστικές συμπεριφορές που υφίστανται. Δεν ήταν μόνο η ωμή, απρόκλητη βία που σε σόκαρε αλλά περισσότερο η αδιαφορία των περαστικών μπροστά σε ένα τέτοιο σκηνικό.
Παύλος Παυλίδης & B-movies - Ένα αλλιώτικο παιδάκι
— Στο βιντεοκλίπ αυτού του κομματιού εμφανίστηκες μάλιστα κι εσύ in drag. Δεν σκέφτηκες, αλήθεια, «τι θα πει ο κόσμος»;
Σίγουρα γνώριζα ότι εμφανιζόμενος έτσι θα προκαλούσα διάφορα σχόλια από πολλές κατευθύνσεις, ένιωθα όμως πως, αν ήθελα να ξεπεράσω τη δυσπιστία των υπόλοιπων συμμετεχόντων, αυτός θα ήταν ο καλύτερος τρόπος. Είχα, βέβαια, τους στίχους που έκαναν σαφή την πρόθεσή μου, αλλά δεν ήθελα όλα αυτά τα παιδιά να αισθάνονται ότι θα χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες ενός ακόμη εμπορικού βιντεοκλίπ. Έκανα, λοιπόν, σαφές ότι το τραγούδι αυτό δεν θα το εκμεταλλευτεί κανείς εμπορικά και ότι θα συμμετάσχω κι εγώ στα γυρίσματα στο ίδιο ύφος με όλους τους υπόλοιπους, κι ας μην ανήκω στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Αυτό βοήθησε να δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερο κλίμα όπου τα κλάματα μπερδεύονταν με τα γέλια. Γελούσαν και μαζί μου γιατί δεν μπορούσα να περπατήσω εύκολα, πολλά ευτράπελα συνέβαιναν στα καμαρίνια και όταν κατάλαβαν ότι πρόκειται, στ’ αλήθεια, να εκτεθώ κι εγώ, με αγκάλιασαν και με βοήθησαν. Όταν, μάλιστα, εμφανίστηκε κάποια στιγμή ο Χάρης Φραγκούλης κι έκανε εκείνη την απίστευτη περφόρμανς με τον υπέροχα τρελό χορό του, η μέρα κάπως απογειώθηκε. Δεν ξέρω πόσο σπουδαίο βγήκε τελικά αυτό το βιντεοκλίπ, αλλά χαίρομαι πολύ που το κάναμε ‒ δύσκολα θα ξαναζήσω μια τόσο ιδιαίτερη συγκίνηση!
— Τα τωρινά σου διαβάσματα;
Τα τελευταία χρόνια έχω διαβάσει αρκετή ποίηση, ένας ποιητής μάλιστα που διαβάζω όταν ξυπνάω και λίγο πριν κοιμηθώ, χωρίς να πάψω να τον απολαμβάνω, είναι ο Καναδός Ίρβινγκ Λέιτον, «πνευματικός πατέρας» του Λέοναρντ Κοέν.
— Με τι άλλο ασχολείσαι όταν δεν γράφεις στίχους και δεν κάνεις μουσική, πέρα βέβαια από την οικογένειά σου;
Με πολύ καθημερινά, κοινότoπα πράγματα, όπως το να μαγειρεύω, που με διασκεδάζει πολύ! Έχω επίσης έναν κήπο στη Χαλκιδική και απολαμβάνω να βλέπω τα δέντρα που φυτεύω να μεγαλώνουν. Μου αρέσει, επίσης, να κάνω παρέα με τους φίλους μου, να ευθυμούμε και να λέμε διάφορες μπούρδες!
— Κάνεις ακόμα κραιπάλες;
Καμιά φορά, ναι, δεν είναι όμως σίγουρα η καθημερινότητά μου, δεν θα άντεχε και το σώμα μου πια. Κάνοντας έπειτα μουσικές περιοδείες σε όλη τη χώρα, χορταίνεις και με το παραπάνω και ταξίδια και ξενύχτια και διασκέδαση!
— Η πιο υγιεινή συνήθειά σου;
Να μπαίνω στα χώματα και να «βρομίζω» σαν μικρό παιδί! Αυτό κάνω όταν πηγαίνω στον κήπο που λέγαμε. Με ευεργετεί, με γειώνει και το να παιδεύομαι εκεί και να πηγαίνω έπειτα για κολύμπι είναι για μένα πολύ ok απόλαυση. Το τι είναι, βέβαια, υγιεινό σχετίζεται πολύ με τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν στα άκρα, αλλά αυτό αντισταθμίζεται ακριβώς επειδή σκέφτονται με έναν τρόπο υγιή. Ούτε, πάλι, είναι «συνταγή σωτηρίας» το να γυμνάζεσαι εντατικά ή να υιοθετήσεις μια αυστηρά υγιεινή διατροφή ‒ αν το ζήτημα ήταν τόσο απλό θα το είχαμε λύσει. Η βασική διεργασία συμβαίνει νομίζω μέσα στον νου των ανθρώπων.

— Άλλωστε, σίγουρα η ευτυχία μπορεί κάποτε να κρύβεται σε πολύ απλά πράγματα, σαν κι αυτά που περιέγραψες παραπάνω.
Ναι, ούτε καν στη μακροζωία. Μπορεί να ζεις με εξωφρενικές ταχύτητες, να πίνεις ό,τι μπορεί να πιει ο κόσμος όλος, να είσαι στα μάτια κάποιων άλλων αυτοκαταστροφικός και να ζήσεις μια ζωή πιο σύντομη μεν, αλλά αξιοζήλευτη ‒ δεν θα σου πω εγώ αν είσαι σωστός ή λάθος.
— Έχεις κάτι άλλο στα σκαριά αυτή την εποχή;
Πάντα υπάρχει κάτι εκεί κι ένας λόγος που δεν θα κάνουμε πολλές ζωντανές εμφανίσεις αυτό το καλοκαίρι είναι ο νέος δίσκος που ετοιμάζουμε με την μπάντα. Ετοιμάζουμε ταυτόχρονα μια παράσταση μαζί με την ορχήστρα εγχόρδων του Αλέξανδρου Λιβιτσάνου, ένα εγχείρημα που ονειρεύομαι πολλά χρόνια, όπου τα τραγούδια μας θα στηθούν εξαρχής με ένα τελείως άλλο πνεύμα και μια πιο αβανγκάρντ προσέγγιση. Έχω κιόλας την πολυτέλεια την τελευταία διετία να συνεργάζομαι με τη Fine! Records που είναι ό,τι ωραιότερο μου συνέβη σε όλη τη δισκογραφική και συναυλιακή πορεία μου.
— Απ’ όσα ποιήματα και τραγούδια έχεις γράψει ως τώρα, υπάρχει κάποιο που να σε πόνεσε, να σε βασάνισε περισσότερο;
Όχι, το αντίθετο! Είναι τόσο μεγάλη η χαρά τού να γράφω ένα τραγούδι που ακόμα κι αν αναφέρεται στο πώς μπορεί να ένιωσα άσχημα ή να πόνεσα κάποτε, όπως το «Μόνο αυτό» («ίσως φτάνει μόνο αυτό / μια ακόμα μαχαιριά / από μια ατσάλινη γροθιά / ένα τελευταίο χτύπημα»), πάλι με χαροποιεί, επειδή κατάφερα να εκφράσω αυτό που νιώθω. Όταν, βέβαια, έγραφα το «Ένα αλλιώτικο παιδί», ναι, ένιωσα μεγάλη πίεση γιατί αντιλαμβανόμουν ότι εδώ θα μιλήσω για τον πόνο πολλών ανθρώπων. Γενικά μιλώντας, όμως, ναι, η χαρά είναι που συνοδεύει τη δημιουργία.

— Σπούδασες Νομική. Σκέφτηκες ποτέ πού θα ήσουν σήμερα αν ακολουθούσες μια τέτοια καριέρα;
Είχα πράγματι μπει στη Νομική Σχολή, αλλά την παρακολούθησα για έναν μόλις χρόνο. Ήταν αρκετός για να αντιληφθώ ότι δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσω! Τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι η κιθάρα και το μπλοκάκι με τους στίχους μου με ενδιαφέρουν πολύ περισσότερο από το Ποινικό Δίκαιο και οποιαδήποτε άλλη συμβατική δουλειά.
— Απ’ όσα έζησες μέχρι τώρα, τι θα κρατούσες περισσότερο;
Πάντα με τρομάζουν αυτές οι ερωτήσεις! Έχω σίγουρα περάσει και δύσκολες περιόδους, όπως εκείνη που άφησα το πανεπιστήμιο μέχρι να πάω στο Παρίσι, να ζήσω το «θαύμα» με τον «μάγο» Μπρανκαλεόνε, τον συνθέτη Νίκο Καντάρη, και να ξεκινήσω επαγγελματικά με την τραγουδοποιία. Δεν τους βάζω, ωστόσο, ένα μαύρο χρώμα γιατί πολλές φορές τέτοιες περίοδοι λειτουργούν σαν ελατήριο που σε τινάζει με φόρα μπροστά, όπως σε ένα θρίλερ που σε κυνηγά κάποιος με ένα μαχαίρι κι εσύ αναζητάς τρόπο να ξεφύγεις, ακόμα και πηδώντας σε έναν ορμητικό καταρράκτη! Γιατί αυτό που απειλεί να μας σκοτώσει μπορεί τελικά να μην είναι ο μαχαιροβγάλτης αλλά ο φόβος μας να πηδήξουμε στον καταρράκτη. Αν, πάλι, κάτι έμαθα όλα αυτά τα χρόνια, είναι να μη βιάζομαι να εκφέρω άποψη για κάποιον ή κάτι, να δίνω ευκαιρίες στους ανθρώπους και στην τέχνη τους αλλά και στον εαυτό μου, ώστε να καταλαβαίνω καλύτερα μερικά πράγματα.
— Μα και το να προσπαθεί κανείς να καταλαβαίνει, δηλαδή να μπορεί να ακούσει, να νιώσει τον άλλο κι ας διαφωνήσει, είναι νομίζω μια τέχνη σε έναν κόσμο όπου χάρη και στα σόσιαλ όλοι πια μιλάμε έντονα και ακατάσχετα.
Συμφωνώ απόλυτα, πιστεύω κιόλας ότι ζούμε στο αποκορύφωμα αυτής της φάσης, των ανθρώπων δηλαδή που απευθύνονται στους άλλους με το δάκτυλο διαρκώς σηκωμένο, αν όχι με κάτι ακόμα πιο απειλητικό! Λιγοστεύουν διαρκώς όσοι είναι πρόθυμοι να ακούσουν μια άλλη γνώμη πέρα από τη δική τους και όσων συμφωνούν μαζί τους, που να μπορούν να σκεφτούν κριτικά και όχι σε «κουτάκια».
Ο Παύλος Παυλίδης θα εμφανιστεί στο φετινό Release Athens 2025 στην Πλατεία Νερού, στις 21 Ιουνίου 2025 μαζί με τον Κ. Βήτα. Τη βραδιά θα ανοίξουν οι Super Stereo.