ΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ για το «Googoosh: A Sinful Voice» («Γκουγκούς: Μια αμαρτωλή φωνή»), το βιβλίο απομνημονευμάτων της διάσημης Ιρανής τραγουδίστριας που ζει εδώ και 25 χρόνια στην εξορία, την αποκαλεί «προκάτοχο της Beyoncé και της Madonna» – μια σύγκριση που μπορεί να φαίνεται υπερβολική στο διεθνές κοινό, αλλά στην πραγματικότητα την υποτιμά. Η Googoosh, το πραγματικό όνομα της οποίας είναι Φαεγκέ Ατάσιν, είναι οπωσδήποτε η μεγαλύτερη ποπ σταρ στην ιστορία του Ιράν, αλλά για τους συμπατριώτες της αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο: σε μια χώρα με έντονες πολιτικές, θρησκευτικές και πολιτισμικές διαιρέσεις, η Googoosh υπερβαίνει όλους τους διαχωρισμούς.
Σιίτες κληρικοί, ψαράδες από το Μπαλουχιστάν και έφηβοι από την Τεχεράνη έχουν περάσει ατέλειωτες ώρες ακούγοντας τα τραγούδια της και μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να βρεις έναν Ιρανό που να μην ξέρει τους στίχους τους. Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι στην πατρίδα της τής απαγορεύτηκε να τραγουδάει για 21 χρόνια, από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 μέχρι το 2000, όταν της επιτράπηκε να φύγει από τη χώρα. Στην Τεχεράνη όμως, παρά την απαγόρευση, η μουσική της ήταν πάντα κάπου κοντά.
«Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν η ποίηση, τα συναισθήματα και οι αισθήσεις που μου επέτρεπαν να απελευθερώσω ό,τι είχα καταπιέσει». Αυτή η φράση μπορεί να ακούγεται κούφια σε μια χώρα τόσο έντονα φορτισμένη πολιτικά όπως το Ιράν, αλλά ήταν καθοριστική για τη φήμη της Googoosh.
Μια πηγή της διαρκούς φήμης της είναι η διάχυτη νοσταλγία για τη σχετική ευημερία, έστω και υπό αυταρχικό ζυγό, που προηγήθηκε της επανάστασης. Αυτή η λαχτάρα για μια υποτιθέμενη χρυσή εποχή συχνά παρερμηνεύεται από τους ξένους. Πολλοί από τους συμπατριώτες της δεν νοσταλγούν το καταπιεστικό καθεστώς του Σάχη αλλά τα οφέλη της δεκαετίας του 1970: την οικονομική ανάπτυξη με διψήφια ποσοστά, τη θεαματική άνοδο του βιοτικού επιπέδου, τον άνευ προηγουμένου κοινωνικό φιλελευθερισμό και την αίσθηση πολιτιστικής ζωντάνιας, της οποίας η Googoosh αποτελεί πρωταρχικό παράδειγμα.
Googoosh - Makhloogh گوگوش - مخلوق
Από τη μία πλευρά, ήταν σαφώς συνδεδεμένη με την ηγεσία που θα εκδιωκόταν από τους φονταμενταλιστές. Αγαπημένη της κρατικής τηλεόρασης και τακτική επισκέπτρια της αυτοκρατορικής αυλής, η Googoosh τραγουδούσε για την οικογένεια του Σάχη, ενώ κάποτε είχε σταλεί στο Ομάν για να τραγουδήσει για τα στρατεύματα που πολεμούσαν εκεί μια αριστερή εξέγερση. Αλλά η Googoosh ήταν επίσης αγαπητή στους αστούς διανοούμενους που ευνοούσαν τους αντιπάλους του Σάχη.
Ο Μπεχρούζ Βοσούγκι, ένας ηθοποιός της νέας γενιάς που αγαπούσαν οι αντιφρονούντες, ήταν συμπρωταγωνιστής της σε πολλές ταινίες και τελικά έγινε ο δεύτερος σύζυγός της. Μερικοί από τους συνθέτες των τραγουδιών της ήταν αφοσιωμένοι αριστεροί. Η περιβόητη μυστική αστυνομία, η SAVAK, της είχε ζητήσει να αφαιρέσει συγκεκριμένους στίχους από τα τραγούδια της επειδή «θα μπορούσαν να εκληφθούν ως αντι-καθεστωτικές υπόνοιες», όπως η ίδια αφηγείται. Αυτοί οι στίχοι διαγράφηκαν από τις ηχογραφήσεις, αλλά εκείνη συνέχισε να τους τραγουδάει προκλητικά στις ζωντανές εμφανίσεις της, ακόμη και για τη βασιλική οικογένεια.
Η ίδια καθιστά σαφές στο βιβλίο της την αδιαφορία της για την πολιτική: «Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν η ποίηση, τα συναισθήματα και οι αισθήσεις που μου επέτρεπαν να απελευθερώσω ό,τι είχα καταπιέσει». Αυτή η φράση μπορεί να ακούγεται κούφια σε μια χώρα τόσο έντονα φορτισμένη πολιτικά όπως το Ιράν, αλλά ήταν καθοριστική για τη φήμη της. Και οι δύο γονείς της μεγάλωσαν στην μεγάλη τουρκογενή κοινότητα των Αζέρων του Ιράν και τα αζέρικα ήταν η πρώτη της γλώσσα.Ο πατέρας της είχε έντονη προφορά, κάτι που, κατά την άποψή της, μπορεί να περιόρισε τις προοπτικές του ως ηθοποιού. Ο παππούς της από τη μεριά της μητέρα της είχε υπηρετήσει ως συνταγματάρχης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν, ένα βραχύβιο αυτόνομο κρατίδιο που υποστηριζόταν από τους Σοβιετικούς. Η κατάρρευσή του, το 1946, οδήγησε στην εκτέλεσή του και στην εξορία της οικογένειάς του στην Τεχεράνη, όπου γεννήθηκε η Googoosh το 1950.
Στο βιβλίο της γράφει ότι την κορόιδευαν στο σχολείο επειδή ήταν από μικρή στον χώρο του θεάματος, «ο οποίος θεωρούνταν κατώτερης τάξης», και επειδή ήταν το μόνο παιδί που εμφανιζόταν στα θρυλικά καμπαρέ της Τεχεράνης. Όπως γράφει, «ακόμη και οι Νεοϋορκέζοι σοκάρονταν βλέποντας ένα τόσο μικρό παιδί να εμφανίζεται αργά το βράδυ σε ένα εκλεπτυσμένο νυχτερινό κέντρο». Αλλά, όπως πολλά παιδιά που βγήκαν μικρά στο σανίδι, η ίδια έβρισκε παρηγοριά στον κόσμο της σκηνής. Όπως περιγράφει, έγινε η πιο διάσημη ποπ σταρ του Ιράν «όχι επειδή το ήθελα, αλλά επειδή έπρεπε – η φωνή μου ήταν «το μόνο πράγμα στο οποίο είχα εγώ τον έλεγχο, ήταν η θεραπεία μου». Δεν είχε ακόμη συμπληρώσει τα δέκα όταν έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Φόβος και ελπίδα» του 1960, ενώ στη συνέχεια πρωταγωνίστησε σε 29 ταινίες.
Σκάνδαλα, βάσανα και καημοί συνόδευσαν την ενήλικη καριέρα της από την αρχή. Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε τον Μαχμούντ Γκορμπάνι, έναν σκηνοθέτη καμπαρέ, με τον οποίον απέκτησε ένα παιδί, ενώ η ίδια βρισκόταν συνεχώς υπό την κρίση του κοινού – αβάσιμες φήμες ισχυρίζονταν ότι ήταν κακή μητέρα ή ουσιοεξαρτημένη. Η Googoosh γράφει ότι οι απιστίες του Γκορμπάνι ήταν αυτό που καταδίκασε τον γάμο τους. Στη συνέχεια, παντρεύτηκε τον Βοσούγκι, που φαινόταν να είναι ο έρωτας της ζωής της, αλλά σύμφωνα με την ίδια ήταν ζηλιάρης και χειριστικός. Ο τρίτος σύζυγός της, Χομαγιούν Μεσντάχι, υπέφερε από βαρύ εθισμό στην κοκαΐνη, γράφει η ίδια. Χωρίς να το γνωρίζει το κοινό, ήταν συχνά άφραγκη, προδομένη από τους συζύγους και τους μάνατζέρ της.
Στο βιβλίο αναπολεί με ενθουσιασμό την ανάδυση της Τεχεράνης ως κοσμοπολίτικου κέντρου κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, όταν οι Ιρανοί συνέρρεαν για να δουν ταινίες όπως η «Dolce Vita» του Φελίνι και το «Μερικοί το προτιμούν καυτό». Η ίδια τραγούδησε στην Ιταλία, την Τυνησία και τη Γαλλία μαζί με καλλιτέχνες όπως ο Ρέι Τσαρλς, η Τίνα Τέρνερ και ο Σαρλ Αζναβούρ, αλλά και προς τιμή του Χουάν Κάρλος της Ισπανίας όταν επισκέφθηκε το Ιράν το 1978. Όλα αυτά έληξαν απότομα το 1979, όταν η Ισλαμική Δημοκρατία, στην προσπάθειά της να δημιουργήσει ένα νέο είδος πολίτη, επέβαλε αυστηρότατους περιορισμούς στις τέχνες. Η σόλο ερμηνεία τραγουδιών από γυναίκες, ακόμη και θρησκευτικών, απαγορεύτηκε (και η απαγόρευση ισχύει μέχρι σήμερα).
Η Googoosh, η οποία βρισκόταν στη Νέα Υόρκη όταν ανατράπηκε το καθεστώς του Σάχη, αποφάσισε να επιστρέψει στο Ιράν λίγους μήνες αργότερα. Το 1980, συνελήφθη και κρατήθηκε για έναν μήνα σε ένα βρόμικο υπόγειο, μαζί με τη συνάδελφό της, την ποπ τραγουδίστρια Μαριάν και διάφορες σεξεργάτριες. Μετά την αποφυλάκισή της, της απαγορεύτηκε να εγκαταλείψει τη χώρα, ακόμη και για να δει τον γιο της, ο οποίος είχε φύγει από το Ιράν και τελικά εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες. Αναγκασμένη να υπογράψει ότι δεν θα τραγουδούσε ή δεν θα εμφανιζόταν ξανά, η Googoosh ξεκίνησε να ζει αποτραβηγμένη από τη δημοσιότητα.
Τη δεκαετία του 1990 παντρεύτηκε τον Ιρανό σκηνοθέτη Μασούντ Κιμιάι, ο οποίος τελικά τη βοήθησε να αποκτήσει διαβατήριο. Το 2000 έφυγε για μια παγκόσμια περιοδεία και δεν επέστρεψε ποτέ. Έκτοτε ζει μια ζωή ροκ σταρ στην εξορία, με sold out συναυλίες σε χώρους όπως το Royal Albert Hall και το Madison Square Garden. Εκτός από τα πολιτικά πρόσωπα, είναι ίσως η πιο διάσημη Ιρανή στον κόσμο σήμερα. Ωστόσο, τα πιο αξιομνημόνευτα τραγούδια της χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1970. Η ισλαμική επανάσταση κατέστρεψε την καριέρα της όταν ήταν 29 ετών, όχι όμως τη δημοτικότητά της ή τον μύθο της.
Με στοιχεία από «The Atlantic»