Ερμής Facebook Twitter
Φωτ.: Freddie F./LIFO

Ermis: «Το τρέμολο του μπουζουκιού ήταν ο αγαπημένος μου ήχος από νιάνιαρο»

0

Είναι θαυμαστή η πορεία του Ερμή στην ελληνική μουσική. Από τη συνεργασία του με τον Good Job Nicky, που τον έβαλε με εντυπωσιακό τρόπο στη δισκογραφία και τον έκανε περιζήτητο συνθέτη, μέχρι τα προσωπικά του EP με ήχους που δεν θα περίμενες να ενδιαφέρουν έναν νέο άνθρωπο –ο οποίος αυτήν τη στιγμή δημιουργεί τη σύγχρονη ελληνική ποπ– και τη δουλειά του με τη Μαρίνα Σάττι, τον Κωνσταντίνο Αργυρό και πρόσφατα τον Sidarta, αποδεικνύει συνεχώς ότι το ταλέντο τον οδηγεί διαισθητικά και με εντελώς προσωπικό τρόπο. Ο Ερμής είναι σημαντικό κεφάλαιο της σύγχρονης ποπ, γιατί δημιουργεί ακομπλεξάριστα και τολμηρά, χρησιμοποιώντας το ρετρό και την παράδοση με φρέσκια ματιά και σεβασμό, χωρίς περιττά τερτίπια.

Στην «Άνω Πέτρα» έκανε τον ήχο του κλαρίνου συναισθηματικό όχημα για να αποτίνει φόρο τιμής στον παππού του που τον μεγάλωσε, ενώ στο νέο EP του χρησιμοποιεί το μπουζούκι για να αναπλάσει τον κόσμο των μεγάλων Ελλήνων συνθετών μέσα από κλασικές συνθέσεις των Debussy, Schubert, Chopin, Mozart, Camille Saint-Saëns, Samuel Barber, φτιάχνοντας τον ήχο του καλοκαιριού. Έχει μόλις επιστρέψει από την Αμερική, από το Λος Άντζελες, όπου πήγε για να συνοδέψει την προβολή ενός ντοκιμαντέρ για το οποίο έχει γράψει τη μουσική, και μιλάει για τα στούντιο της Paramount που τον εντυπωσίασαν. «Είμαι σε ένα ωραίο σημείο στη ζωή μου τώρα», λέει, «το στούντιό μου είναι στον έβδομο χρόνο του και έχει μαζευτεί πολλή δουλειά. Η συνεργασία μου με τον Good Job Nicky είναι το project που με έβαλε και με τα δύο πόδια στην αγορά, και με πάρα πολύ μεράκι. Ήταν μεγάλο level up για μένα, τεράστιο. Ξαφνικά άλλαξε η ζωή μου».

«Όλα τα κομμάτια μου είναι θάλασσα με κάποιον τρόπο, γιατί έχω εμμονή με τη θάλασσα. Κολυμπάω κάθε μέρα τα τελευταία 7 χρόνια. Είναι ένα πείραμα για το πώς επηρεάζει έναν άνθρωπο το να πηγαίνει κάθε πρωί στη θάλασσα. Προφανώς την προκαλώ την τύχη μου, αλλά με κυνηγάει κιόλας, γιατί για τον Κωνσταντίνο Αργυρό μου έφεραν το τραγούδι “Ωκεανός”, με τη Μαρίνα είμαστε μαζί στο “Αχ, θάλασσα”, με τον Sidarta δουλέψαμε μαζί στο “Mais Interlude”».

Η δουλειά του με τον Good Job Nicky ήταν η αρχή, αλλά δεν είναι η μόνη που τον χαρακτηρίζει. Ο Ερμής ανήκει σε μια γενιά που ανακαλύπτει τους ελληνικούς ήχους και τους χρησιμοποιεί για να δημιουργήσει νέα μουσική, εντελώς σύγχρονη.

«Έχουμε απελευθερωθεί μουσικά, για αρκετούς λόγους» εξηγεί. «Ο ένας –μιλώντας προσωπικά– είναι ότι δεν είχα βρει πρότυπα, παρότι τα αναζήτησα πάρα πολύ όταν ήρθα στην Ελλάδα να ξεκινήσω τη μουσική. Ούτε στούντιο όπου να νιώσω σαν στο σπίτι μου και ότι είναι ώρα να δημιουργήσω, ούτε ανθρώπους που να είναι αισιόδοξοι και να μου δίνουν μια φρέσκια ματιά. Οπότε, επειδή δεν τα βρήκαμε αυτά τα πρότυπα, απελευθερωθήκαμε τελείως, δεν υπήρχε πεπατημένη. Επιπλέον, απελευθερωθήκαμε επειδή υπάρχει τόση γνώση στο ίντερνετ και άπειρα εργαλεία, plug-ins, διάφοροι τρόποι να πλάσεις τον ήχο. Κατεβάζεις ένα εργαλείο που δεν ξέρεις τι κάνει, μπορεί να το χρησιμοποιήσεις λάθος, και από αυτό το λάθος να βγει κάτι ωραίο.

Το πιο σημαντικό για μένα είναι ότι όταν ξεκινήσαμε να έχουμε τις πλατφόρμες, YouTube, Spotify, Apple Music, για κάποιον λόγο όλοι προσπαθούσαν να κάνουν δυτική μουσική, σκέφτονταν ότι μπορεί να τους ακούσει κάποιος από την Αμερική και να γίνουν ο επόμενος Justin Bieber. Όλοι προσπαθούσαν να κάνουν δυτική ποπ, αλλά τώρα που έχει τόσο πολύ κορεστεί το αυτί μας, πρέπει να κάνουμε αυτό που μας βγαίνει με μεγαλύτερη ειλικρίνεια, πράγματα που μόνο εδώ θα μπορούσαν να γίνουν. Αυτό μας έχει απελευθερώσει ακόμα πιο πολύ. Ειδικά τη Μαρίνα Σάττι. Όλο αυτό που συμβαίνει τώρα το βλέπω σαν μια μελέτη της παρακαταθήκης, γιατί υπάρχουν πολλές επανεκτελέσεις και διασκευές και κόντρα διασκευές, και η ποπ μουσική έχει αρχίσει να έχει παραδοσιακά στοιχεία – όλοι έχουν ανακαλύψει τον πλούτο της και τον ξεψαχνίζουν. Είμαι μέρος της μελέτης αυτής, απλώς ψάχνω να βρω ένα μικρό παραθυράκι για να δω ποιο θα είναι το επόμενο πράγμα».

Από την Κουάλα Λουμπούρ στο Λαγονήσι

Ερμής Facebook Twitter
«Θεωρώ ότι είμαι πολύ τυχερός που έχω κάνει ταξίδια, τώρα το καταλαβαίνω, και είναι από τα οφέλη που δεν περίμενα να έχω από τη μουσική». Φωτ.: Freddie F./LIFO

«Γεννήθηκα στη Μαλαισία το 1995, από Έλληνες γονείς που ταξίδευαν πάρα πολύ και μας είχαν εμφυσήσει μια κουλτούρα αλλαγής. Ο πατέρας μου είναι ζυθοποιός και ήταν μια ζωή σε ζυθοποιεία, ξεκίνησε από επόπτης γραμμής και έμεινε για σαράντα χρόνια σχεδόν στην ίδια δουλειά. Δεν είχαν καμία σχέση οι γονείς μου με τη μουσική· βέβαια η μητέρα μου μάς έχει εμφυσήσει την αγάπη της για το μπαλέτο και το θέατρο. Παρότι εμείς είχαμε μια μικρή αντίσταση σε αυτά, εκείνη επέμενε και πάρα πολύ καλά έκανε. Είμαι τρομερά ευγνώμων. Είναι και από τις αγαπημένες αναμνήσεις με τη μαμά μου, γιατί στις παραστάσεις ήταν πραγματικά ο εαυτός της, την έβλεπα να συγκινείται, παρότι είναι γενικά ένας άνθρωπος αρκετά αυστηρός.

Τα πρώτα μου χρόνια τα πέρασα στη Μαλαισία μιλώντας αγγλικά, με βρετανική προφορά, την οποία δυστυχώς έχασα. Όταν ήμουν δύο χρονών ήρθαμε στην Ελλάδα και μας υποδέχτηκε ο παππούς μου στο Λαγονήσι. Ο παππούς μου υπήρξε κομβικός χαρακτήρας για μένα, γιατί πολλά πράγματα τα οποία τα θεωρώ τον πυρήνα μου, το πού ανήκω, είναι τα βιώματα που είχα με εκείνον όταν ήμουν τεσσάρων, πέντε, έξι χρονών: να κολυμπάμε, να μιλάμε ελληνικά, να τρώμε, να είμαι με ένα βρακί και να βρέχομαι για ώρες με το λάστιχο και να ποτίζω τα φυτά, να παίζω ανέμελα είτε εκεί, είτε στην Άρτα, όπου ήταν το χωριό μας... Όση καλοσύνη έχω για τον κόσμο σήμερα είναι αυτή που πήρα τότε απ' τον παππού. Μετά ενηλικιώθηκα στα νότια της Αθήνας».

Ένα βουβό παιδί με ποδήλατο και πιάνο

«Ήμουν για πολλά χρόνια ένα βουβό παιδί, εντελώς βουβό, υπήρχε μια περίοδος που δεν ήθελα να μιλήσω σε κανέναν. Ίσως να ήταν από την έντονη αλλαγή περιβάλλοντος, που με έβαλε σε μια κατάσταση να παρατηρώ περισσότερο απ' ό,τι να είμαι πρωταγωνιστής σε αυτά που συνέβαιναν. Ήθελα να φτιάχνω παιχνίδια για τον αδελφό μου και μίλαγα μόνο από μέσα μου. Η αλλαγή ήρθε προς το γυμνάσιο, οπότε προσπάθησα να ενταχθώ περισσότερο στις παρέες και να είμαι πιο αρεστός, πιο κοινωνικός, να ζω λίγο περισσότερο αυτά που ζούσαν τα άλλα παιδιά. Θυμάμαι τον εαυτό μου να ψάχνει πολύ, και αρκετά συνειδητά. Ήμουν πολύ αυστηρός με τον εαυτό μου, έφτιαχνα λίστες αμέτρητες, του τύπου Πώς θα σηκώνεις το τηλέφωνο: θα λες “παρακαλώ”, “ναι”, “εμπρός”, “ορίστε”, “λέγετε;”. Έκανα εξάσκηση στο πώς θα περπατάω, εξάσκηση για να μην έχω ανοιχτό το στόμα μου όταν είμαι επιβάτης στο τραμ. Κομβικά στοιχεία της παιδικής μου ηλικίας ήταν το πιάνο και το ποδήλατο. Το πιάνο γιατί ήταν η λαλιά μου, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο άρχισα να εκφράζω τα συναισθήματά μου και να επικοινωνώ με τον κόσμο. Όχι ότι έπαιζα καμιά συμφωνία, μάθαινα μόνος μου σε ένα γερμανικό πιάνο που είχαμε, αλλά η μουσική αρκούσε για να καταλάβει η μαμά μου αν είχα καλή ή κακή μέρα. Το ποδηλατάκι μου ήταν η ανεξαρτησία μου – αυτό ήθελα, να επικοινωνώ και να είμαι ανεξάρτητος. Στο σχολείο το τερμάτισα, ήταν ένα ακόμα πράγμα που είχα επιβάλει στον εαυτό μου, να είμαι πρώτος, οπότε στο σχολείο ήμουν ο πρώτος, έτσι το τελείωσα. Αργότερα μου βγήκε μια αντίδραση σε όλο αυτό».

Σπουδές και Restart

Ermis: Σύγχρονη ποπ με κλαρίνο, μπουζούκι και την Ελλάδα των μεγάλων συνθετών Facebook Twitter
«Όλοι προσπαθούσαν να κάνουν δυτική ποπ, αλλά τώρα που έχει τόσο πολύ κορεστεί το αυτί μας, πρέπει να κάνουμε αυτό που μας βγαίνει με μεγαλύτερη ειλικρίνεια, πράγματα που μόνο εδώ θα μπορούσαν να γίνουν». Φωτ.: Freddie F./LIFO

«Θεωρώ ότι είμαι πολύ τυχερός που έχω κάνει όλα αυτά τα ταξίδια, τώρα το καταλαβαίνω, και είναι από τα οφέλη που δεν περίμενα να έχω από τη μουσική. Σε πολύ συμπυκνωμένο χρόνο πήγα στο Εδιμβούργο για τρία χρόνια για να σπουδάσω οικονομικά – με εξειδίκευση στα συμπεριφορικά οικονομικά, επειδή μου φαίνονταν πιο ενδιαφέροντα από τα απλά οικονομικά. Ήθελα να καταλάβω σε καθημερινό επίπεδο πώς λειτουργεί ο κόσμος, όχι μόνο σε θεωρητικό, και μετά έκανα πρακτική στο Λονδίνο. Όταν ήμουν παιδάκι και με ρωτούσαν τι θέλω να κάνω έλεγα “μουσική”, το έλεγα ασταμάτητα στον εαυτό μου, αλλά στον κόσμο έλεγα ότι θέλω να έχω μια επιχείρηση. Ήθελα να κάνω κάτι σημαντικό στη ζωή μου.

Με τα οικονομικά φανταζόμουν ότι θα αποκτούσα εμπειρία σε μια μεγάλη τράπεζα και θα γυρνούσα να κάνω μια δική μου ιδέα, αυτό ήταν το σκεπτικό, γι' αυτό και κυνηγούσα διάφορους διαγωνισμούς επιχειρηματικότητας, και αντί να ετοιμάζω τις διακοπές μου, σκεφτόμουν ποια πρακτική θα κάνω. Το έβλεπα σαν πρόκληση. Έκανα τη δεύτερη πρακτική μου στη Μόσχα, έκανα την τρίτη στο Μακάου, παράλληλα πήγα και στην Αμερική για έναν χρόνο στο Όρεγκον –φοβερή εμπειρία– αλλά γύρισα στην Ελλάδα επειδή μου απέρριψαν τη βίζα. Μόλις γύρισα στην Αθήνα, βρήκα να κάνω κι άλλη πρακτική, και επειδή δεν περνούσα καλά και είχα ήδη αρχίσει να δίνω τη μουσική μου στον κόσμο, πήρα την απόφαση να φτιάξω το στούντιό μου. Και στα 23 μου, μετά από όλη αυτή την πορεία, αποφάσισα να ασχοληθώ μόνο με τη μουσική.

Οι γονείς μου αντέδρασαν, αλλά σήμερα το βλέπω διαφορετικά από ό,τι το έβλεπα τότε, γιατί ξέρω ότι με αγαπάνε. Θεώρησαν ότι ο Ερμής κλάταρε απ’ την πίεση και βρίσκει τον εύκολο δρόμο, ότι κάνω ένα διάλειμμα. Για πολύ καιρό, από τον οικογενειακό μου κύκλο λάβαινα αγγελίες για δουλειές, μέχρι και τον δεύτερο χρόνο λειτουργίας του στούντιο οι συγγενείς μου θεωρούσαν ότι ψάχνω για δουλειά. Ήταν ένα έξτρα κίνητρο το να αποδείξω στον εαυτό μου ότι θα τα καταφέρω, αλλά ήταν τρομερό το ψυχολογικό φορτίο τα δύο πρώτα χρόνια, που δεν ήξερα πώς να βιοποριστώ. Έψαχνα να βρω ανθρώπους που είχαν κάνει κάτι με τη μουσική και ήταν τεράστια η απογοήτευση. Έχω μηνύματα που τα κρατάω σαν reminders, “δύσκολα τα πράγματα, μην το κάνεις, δεν έχει νόημα”, από ανθρώπους που θαύμαζα, ενώ περίμενα έναν καλό λόγο».

Good Job Nicky και Μαρίνα Σάττι 

Ermis: Σύγχρονη ποπ με κλαρίνο, μπουζούκι και την Ελλάδα των μεγάλων συνθετών Facebook Twitter
«Για πολύ καιρό, από τον οικογενειακό μου κύκλο λάβαινα αγγελίες για δουλειές, μέχρι και τον δεύτερο χρόνο λειτουργίας του στούντιο οι συγγενείς μου θεωρούσαν ότι ψάχνω για δουλειά». Φωτ.: Freddie F./LIFO

Όταν ξεκίνησα, πριν από εφτά χρόνια, είχα βρει τις δισκογραφικές σε μια κατάσταση λίγο μεταβατική. Δεν ήταν στα πιο δυνατά τους, οπότε δεν με δελέασαν ποτέ ώστε να πάω κάπου αποκλειστικά. Μέχρι και σήμερα νιώθω πολύ τυχερός που μπορώ να συνεργάζομαι ανεξάρτητα με όλες αυτές τις εταιρείες. Παίζει ρόλο και η κατάσταση στην οποία ξεκίνησα, ούτε πρότυπα είχαμε, ούτε πώς να κάνουμε το στούντιό μας ξέραμε, κάτι που εμένα με απελευθέρωσε. Τα έκανα όλα μόνος μου, με τον τρόπο που νόμιζα ότι είναι σωστός, με την αισθητική μου, ανεπηρέαστος. Η πρώτη μου δουλειά ήταν ένα προσωπικό δισκάκι που το λένε “Μπλε”, χαιρετισμός στους αγαπημένους μου Έλληνες συνθέτες, δανειζόμενος όλα αυτά τα ερεθίσματα που είχα από μικρή ηλικία, το οποίο σηματοδοτεί την αρχή του ταξιδιού μου, γιατί τα κομμάτια αυτά από στόμα σε στόμα έφτασαν στο ραδιόφωνο.

Η πρώτη συνεργασία ήρθε έναν χρόνο μετά, με τον Good Job Nicky. Θέλαμε να αγοράσουμε ένα μεταχειρισμένο drone με τον αδελφό μου, είδαμε μια αγγελία που έτυχε να είναι από τον αδελφό του Νικόλα, και ήρθε ο Νικόλας να μας το δώσει. Συστηθήκαμε, είπαμε ότι κάνουμε μουσική και κανονίσαμε να βρεθούμε την επόμενη εβδομάδα. Ήρθε στο στούντιο και γράψαμε κατευθείαν το πρώτο μας κομμάτι, και γεννήθηκε μια σχέση τρομερά δημιουργική. Καταλήξαμε τα επόμενα δύο χρόνια να είμαστε κάθε μέρα μαζί και να στήνουμε όλο αυτό το πράγμα, που μας έβαλε και τους δύο στον κόσμο της σύγχρονης ποπ. Ήταν τύχη να είναι αυτή η πρώτη μου συνεργασία και να απολαμβάνω τέτοιας αποδοχής τόσο γρήγορα. Με βοήθησε να εξελιχθώ, μέχρι τότε είχα εμπειρία ως ντράμερ, με τη μεγαλύτερη συναυλία μου να έχει 350 άτομα. Τα θεωρούσα πολλά, μέχρι που η πρώτη συναυλία του Good Job Nicky στην Τεχνόπολη έγινε sold out και η δεύτερη, στο Nostos Festival στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, είχε χιλιάδες άτομα.

good job nicky - Come Home 

Ήταν τρομερός ο φόβος για το πώς θα αντεπεξέλθουμε, αλλά αυτό με έκανε να εξελιχθώ, έμαθα πώς να στήνω μια μπάντα, πώς να γράφω παρτιτούρες, πώς να επικοινωνώ με έγχορδα, πώς στήνεται ένα σόου-εμπειρία. Και φυσικά άνοιξε πάρα πολλές πόρτες. Το κινητό μου δεν σταμάτησε να χτυπάει, κι ενώ είμαι άνθρωπος με τάσεις ερημίτη, ξαφνικά ο κύκλος μου διογκώθηκε πολύ γρήγορα. Βέβαια, τα “ναι” που είπα ήταν επιλεκτικά: στη Χάρις Αλεξίου, που τη θαύμαζα από νιάνιαρο, στον Κωνσταντίνο Αργυρό –κάναμε μαζί τον “Ωκεανό”, που είχα την τιμή να τον ακούσω στο Royal Albert Hall με ορχήστρα–, στην επανεκτέλεση του “Ζεϊμπέκικου” του Σαββόπουλου, ένα τραγούδι που μόλις έβγαλα με τον Sidarta, στον οποίο βλέπω φοβερά ευρηματικές ελληνικές μελωδίες. Και, φυσικά, στη Μαρίνα Σάττι. Αυτές είναι οι προτάσεις που δέχτηκα. Προτάσεις μου είχαν γίνει και για τον κινηματογράφο, που ήταν ο καημός μου ανέκαθεν. Θέλω να κάνω ελληνική κινηματογραφική μουσική και μακάρι το μέλλον μου να μου επιφυλάσσει αυτό.

Υπάρχουν λίγα άτομα που μπορούν να καταλάβουν αυτό που πάει να κάνει η Μαρίνα και επειδή το αναγνωρίζουν μάς δίνεται ένα πάτημα να συνεχίσουμε να εξερευνούμε. Για μένα το πιο αγχολυτικό και απενοχοποιητικό είναι να βλέπεις κόσμο να διασκεδάζει με τη μουσική της Μαρίνας ή τη δική μου ή οποιουδήποτε καλλιτέχνη. Από τη στιγμή που βλέπω σε όλα τα κλαμπ να γίνεται πανικός με το “Ζάρι” από νεαρόκοσμο, κοιμάμαι ήσυχος. Όποιο μουσικό κεφάλαιο και αν αποφασίσει στο μέλλον να ακολουθήσει η Μαρίνα, θα τη στηρίξω γιατί πιστεύω πολύ στο όραμά της. Είναι η πλέον ταλαντούχα μουσική οραματίστρια στην Ελλάδα».

Marina Satti - Ah Thalassa 

Το κλαρίνο και το μπουζούκι

«Κομβική στιγμή στην παιδική μου ηλικία ήταν μια μέρα που είχε έρθει να με πάρει ο πατέρας μου από το tae kwon do: ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου του και βλέπω κάτω από την πόρτα ένα CD. Το μάζεψα, κι όταν πήγα σπίτι και το έβαλα είδα πως ήταν μια live ηχογράφηση από κονσόλα με τον Κώστα Σαφέτη, σε ένα πανηγύρι στην Καρδίτσα. Ήταν κάτι που άκουγα για πρώτη φορά και αυτό το CD το έλιωσα από τη χρήση. Απ’ τη μία είχαμε Doors και Black Sabbath που ακούγαμε τότε, γιατί παίζαμε “Call of Duty”, κι απ’ την άλλη άκουγα το πανηγύρι και είχα τρελαθεί. Στη συνέχεια τον εξερεύνησα πάλι αυτόν τον ήχο, στο πλαίσιο της διασκέδασης με φίλους, παριστάνοντας ότι κάνουμε πλάκα. Παρ’ όλα αυτά με συγκινούσε με έναν αληθινό τρόπο. Το EP μου “Άνω Πέτρα” θα είναι για πάντα για μένα ξεχωριστό, γιατί τα καλοκαίρια πήγαινα με τον παππού μου τον Ανδρέα στην Άνω Πέτρα και ακούγαμε τα αγαπημένα του κλαρίνα και τον έβλεπα να χορεύει περήφανος. Αυτά τα βιώματα δεν φεύγουν ποτέ, και ενώ το κλαρίνο ήταν ένα όργανο που μου φαινόταν σκληρό, όταν ήθελα να τον αποχαιρετήσω, επειδή ήταν ένα τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή μου, έκλεισα όλη μου την καλή ενέργεια και τις καλές αναμνήσεις από τα καλοκαίρια μας και κάποιες από τις ομιλίες του σε αυτό το δισκάκι. Κι επειδή βγήκε λίγο καιρό μετά την απώλειά του, δεν μου ήταν εύκολο ούτε να το προωθήσω ούτε να μιλήσω γι' αυτό.

Άνω Πέτρα

Υπήρξαν κάποιες κομβικές συναυλίες που άρχισαν να απενοχοποιούν λίγο το μπουζούκι, αλλά παρότι δεν έχει το ίδιο στίγμα που είχε κάποτε, έχει το decadence του hardcore λαϊκού. Δεν ήταν για λόγιους, και υπήρξαν και διάφορες κουλτούρες, πιο ευρωπαϊκές, που το καταδίκασαν ως κατεξοχήν οριεντάλ όργανο. Όλο αυτό ξεκίνησε από την “αλητεία” του, αλλά έχει στιγματιστεί ως κάτι ανατολίτικο. Σε ένα γαλλικό ντοκιμαντέρ για τον Θεοδωράκη, ο ίδιος το υπερασπίζεται και λέει ότι είναι ένα όργανο που μπορεί να παίξει τα πάντα. Όλα αυτά μου έδωσαν την έμπνευση για να φτιάξω το project μου “μπου ζού κι”. Είμαι ερωτευμένος με το μπουζούκι. Ήμουν από νιάνιαρο. Το τρέμολο του μπουζουκιού ήταν ο αγαπημένος μου ήχος όλων των εποχών. Ήθελα επίσης να εντρυφήσω στην κλασική μουσική, γιατί ως αυτοδίδακτος ένιωθα ότι είχα ένα κενό εκεί, και παρότι με γοήτευε πολύ αυτός ο κόσμος, δεν είχα οικειότητα. Και τέλος, ήθελα να καταλάβω τι άκουγαν οι μεγάλοι Έλληνες συνθέτες. Γιατί εγώ ξέρω τι ακούω, ακούω εκείνους, εκείνοι, όμως, τι άκουγαν; Τα τελευταία δύο-τρία χρόνια ακούω αποκλειστικά κλασική μουσική –κυρίως Γάλλους συνθέτες– και μπουζούκια, συγκεκριμένα Θεοδωράκη, Ζαμπέτα, Βαμβακάρη, Τσιτσάνη. Οπότε, αυτό το project μού βγήκε πολύ φυσικά. Ανακάλυψα τις επιρροές του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη μέσα από τα γαλλικά κομμάτια, ανακάλυψα την πολυπλοκότητα του μπουζουκιού μέσα από αυτό το πείραμα, ότι πραγματικά μπορεί να παίξει τα πάντα, κι ενώ το project λέγεται “μπου ζού κι”, δεν έχει να κάνει με το μπουζούκι, είναι μια εξερεύνηση της ελληνικής μουσικής.

861
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Κάτι πολύ όμορφο που ανακάλυψα ακούγοντας κλασική μουσική είναι ότι επειδή είναι μια παρτιτούρα γραμμένη σε χαρτί, ο πλούτος κρύβεται στην ερμηνεία και στο να επιτρέπεις στον εαυτό σου να μην είναι απόλυτα στο τέμπο καμιά φορά. Αυτό το χρησιμοποίησα και πρακτικά και μεταφορικά, γιατί πρακτικά είναι από τα project στα οποία δεν είχαμε μετρονόμο. Ενώ όταν φτιάχνουμε ένα beat το πρώτο πράγμα είναι να βάλουμε μετρονόμο, στα κομμάτια αυτού του άλμπουμ υπάρχουν παύσεις που είναι μεγαλύτερες, έχει τις ανάσες του, υπάρχουν σημεία που είναι πιο γρήγορα, υπάρχουν κουπλέ, ρεφρέν που μπορεί να έχουν και δέκα bpm διαφορά, αλλά δεν το καταλαβαίνεις. Και μεταφορικά το χρησιμοποιήσαμε αυτό, γιατί είναι το πρώτο project που δεν βιάστηκα καθόλου να το κάνω, του έδινα τον χρόνο του. Με απελευθέρωσε αυτό πάρα πολύ. Απήλαυσα επίσης το ότι μου επέτρεψα να γίνουν και κάποια λαθάκια. Επειδή γίνεται η κουβέντα για την ΑΙ, έχω αφήσει να ακουστεί το ξεκούρδιστο πιάνο, ή το τρίξιμο του σκαμπό, λίγο πιο έντονα η πένα του Θοδωρή που παίζει μπουζούκι, το κούρδισμα της Κατερίνας που παίζει βιολί – αυτό το project είναι πολύ περισσότερα από το να διασκευάσουμε μερικά κομμάτια κλασικά.    

Όλα τα κομμάτια μου είναι θάλασσα με κάποιον τρόπο, γιατί έχω εμμονή με τη θάλασσα. Κολυμπάω κάθε μέρα τα τελευταία 7 χρόνια. Είναι ένα πείραμα για το πώς επηρεάζει έναν άνθρωπο το να πηγαίνει κάθε πρωί στη θάλασσα. Προφανώς την προκαλώ την τύχη μου, αλλά με κυνηγάει κιόλας, γιατί για τον Κωνσταντίνο Αργυρό μου έφεραν το τραγούδι “Ωκεανός”, με τη Μαρίνα είμαστε μαζί στο “Αχ, θάλασσα”, με τον Sidarta δουλέψαμε μαζί στο “Mais Interlude” και υπάρχει κι άλλο ένα κομμάτι που πάλι έχει να κάνει με θάλασσα. Με κυνηγάει αυτό το πράγμα και γουστάρω. Ο πλούτος για μένα είναι να είμαι μαυρισμένος όλο τον χρόνο και ξυπόλυτος».

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

AEON: Η «ντίβα από την Κρήτη» που παντρεύει τη ραπ με τη λύρα

Μουσική / AEON: Η «ντίβα από την Κρήτη» που παντρεύει τη ραπ με τη λύρα

Ξεκίνησε από την παραδοσιακή μουσική, όμως, η ανάγκη της για κοινωνικοποίηση την οδήγησε στη ραπ. Με αφορμή το τελευταίο της άλμπουμ, «Χαϊμαλίνα», η 25χρονη AEON μιλά για τον σεξισμό που αντιμετώπισε στα πρώτα της βήματα και για το πώς συνδύασε την κρητική μπουκόλυρα με ραπ ρυθμούς.
M. HULOT
Pan Pan: «Πάντα αναζητάω να βλέπω την πόλη από ψηλά»

Lifo Videos / Pan Pan: «Μ' αρέσει πάντα να βλέπω την πόλη από ψηλά»

O Pan Pan δεν είναι μόνο μουσικός ή κομίστας· ό,τι δημιουργεί μοιάζει συχνά με μια προσωπική ξενάγηση στην Αθήνα των ’90s και των ΄00s, μέσα από το βλέμμα ενός παιδιού που μεγάλωσε στην «κρυμμένη» γειτονιά του Πολυγώνου.
APON: «Δεν είναι θέμα συγκυριών, είναι θέμα αξίας το αν θα ξεχωρίσεις μέσα στο χάος της σημερινής μουσικής»

Μουσική / APON: «Όταν πήγα να δειγματίσω τα πρώτα μου τραγούδια, γελάγανε»

Η πρωτοφανής επιτυχία ενός νεαρού τραγουδοποιού που με το πρώτο άλμπουμ του προκαλεί πανδαιμόνιο στο ραδιόφωνο και στις μουσικές πλατφόρμες, ενώνοντας μουσικά ένα ετερόκλητο κοινό κάθε ηλικίας.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Daily / Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Τα δώδεκα επεισόδια της ομώνυμης σειράς βρίσκονται στο Ertflix, η παρακολούθηση της σειράς όμως υπονομεύεται συχνά από την συμβατική και στεγνή προσέγγιση, και η στημένη παρουσία της Χάρις Αλεξίου στο ρόλο της παρουσιάστριας-αφηγήτριας δεν βοηθάει.  
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Πολυαγαπημένη μου Βίβιαν»: Στο φως η επιστολή που έγραψε ο Μάλκολμ ΜακΛάρεν στην Βίβιαν Γουέστγουντ λίγο πριν τον θάνατό του

Μουσική / Η επιστολή μεταμέλειας του Μάλκολμ ΜακΛάρεν προς τη Βίβιαν Γουέστγουντ, λίγο πριν τον θάνατό του

Τα αποκαλυπτήρια μιας επιστολής γεμάτης μετάνοια αλλά και πικρία, την οποία έγραψε –αλλά δεν έστειλε ποτέ– ο διαβόητος μάνατζερ των Sex Pistols προς την πρώην σύντροφο και συνοδοιπόρο του.
THE LIFO TEAM
APON: «Δεν είναι θέμα συγκυριών, είναι θέμα αξίας το αν θα ξεχωρίσεις μέσα στο χάος της σημερινής μουσικής»

Μουσική / APON: «Όταν πήγα να δειγματίσω τα πρώτα μου τραγούδια, γελάγανε»

Η πρωτοφανής επιτυχία ενός νεαρού τραγουδοποιού που με το πρώτο άλμπουμ του προκαλεί πανδαιμόνιο στο ραδιόφωνο και στις μουσικές πλατφόρμες, ενώνοντας μουσικά ένα ετερόκλητο κοινό κάθε ηλικίας.
M. HULOT
H βαθιά υπνωτική ενέργεια του DJ Nobu

Μουσική / H βαθιά υπνωτική ενέργεια του DJ Nobu

Κάθε σετ του είναι μια κατάδυση, μια αργή πτώση σε υποσυνείδητα μοτίβα, σε αχαρτογράφητους ήχους, σε σκοτεινούς διαδρόμους που παραπέμπουν περισσότερο σε τελετουργία παρά σε πάρτι. Ένας από τους σημαντικότερους DJ's της εποχής μας έρχεται στην Αθήνα για ένα βράδι.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Χελμός

Μουσική / Χελμός: 30 στιγμές από το πιο «ψηλό» φεστιβάλ του καλοκαιριού

Στημένο στα 1.700 μέτρα, το 3ο Helmos Mountain Festival υποδέχτηκε μερικά από τα πιο αγαπημένα ονόματα της εγχώριας σκηνής, σε ένα τριήμερο που συνδύασε μουσική, φύση και κορυφές - κυριολεκτικά και μεταφορικά.
LIFO NEWSROOM
Μυρτώ Βασιλείου: «Μου έχουν πει υποτιμητικά "πες κανένα λαϊκό, αυτό τραβάει"»

Μουσική / Μυρτώ Βασιλείου: «Μου έχουν πει υποτιμητικά "πες κανένα λαϊκό, αυτό τραβάει"»

Η νέα φωνή της ελληνικής μουσικής είναι, όπως λέει, «λίγο καθαρίστρια, λίγο ιδιωτική υπάλληλος, λίγο τραγουδίστρια». Μόλις έκλεισε τα τριάντα, ετοιμάζεται να ανέβει ξανά στη σκηνή με τη Νατάσσα Μποφίλιου και δείχνει πως έχει πολλά να προσφέρει.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Tsoula Festival

Μουσική / Tsoula Festival: Το πιο φρέσκο νησιώτικο φεστιβάλ στήνεται στην Αστυπάλαια

Με όνομα εμπνευσμένο από το παραδοσιακό φυλαχτό του νησιού, το φεστιβάλ που οραματίστηκαν τρεις δημοσιογράφοι στρέφει τα βλέμματα στην «πεταλούδα του Αιγαίου» – και έχουμε αποκλειστικά το πλήρες πρόγραμμά του.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Ο Σαίξπηρ, η Αθήνα και ένα Καλοκαιρινό Όνειρο

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ο Σαίξπηρ, η Αθήνα και ένα Καλοκαιρινό Όνειρο

Η Ματούλα Κουστένη μάς ξεναγεί στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του Φέλιξ Μέντελσον που εμπνέεται από τον Σαίξπηρ και θα ζωντανέψει, όπως και στο κείμενο, «στην Αθήνα, μια καλοκαιρινή νύχτα».
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Στέφανος Αθανασίου

Μουσική / Στέφανος Αθανασίου: «Γράφω για τον έρωτα, ο οποίος δεν έχει φύλο, δεν έχει καταγωγή»

Ο νεαρός τραγουδοποιός από τα Γιάννενα δεν είχε σκοπό να πει δημοτικά, αλλά συνόδεψε τη θεία του, Παγώνα Αθανασίου, σε δύο νεο-παραδοσιακά τραγούδια της Ηπείρου που του προκάλεσαν ανατριχίλα.
M. HULOT