Τον Enrico Sangiuliano τον είχα βάλει στο μάτι πολύ καιρό. Ούτε που θυμάμαι πού και πώς είχα ανακαλύψει το πρώτο του δισκάκι το 2009 και κάτι μου έκανε κλικ ότι αυτό το 20χρονο, τότε, αγόρι θα είχε πολλά να πει στο μέλλον. Οι κυκλοφορίες του συνέχιζαν να έχουν κάτι ιδιαίτερο, πάντα εντόπιζα έναν περφεξιονισμό σε αυτά που έκανε, δεν υπήρχε ούτε ένα εφεδάκι ή φίλτρο που να ήταν παράταιρο στο αποτέλεσμα.
Δεν ξέρω αν η υπομονή είναι αρετή – στα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, ο Enrico έγινε σούπερ σταρ. Αναδείχθηκε ως ο best-selling techno artist στο Beatport τις χρονιές 2016, 2017 και 2018, βραβεύτηκε ως ο καλύτερος παραγωγός στα DJ Awards του 2019, έκανε remix στον Moby, κυκλοφόρησε στα πιο γνωστά labels και παίζει στα μεγαλύτερα φεστιβάλ και κλαμπ του πλανήτη. Το «Biomorph», το μοναδικό του άλμπουμ, προκάλεσε παραλήρημα στο κοινό. Το δε remix που έκαναν με τη Charlotte de Witte στο υπερ-classic «Age of love» τούς έφερε το σημαντικό επίτευγμα του χρυσού δίσκου το 2022, και η εκδοχή τους θεωρείται πλέον «το modern classic του classic».
«Καλλιτεχνικά, θεωρώ ότι οι κανόνες είναι τα τείχη που μπορούν να σου δώσουν την εσωτερική ελευθερία να δημιουργήσεις το δικό σου όριο. Τότε ξέρεις ότι μπορείς να ταλαντεύεσαι άνετα σε αυτόν τον χώρο και το όριο γίνεται πολύ ευρύ, πιο εύπλαστο».
Από την υπομονή στην επιμονή, που μάλλον κι αυτή μπορεί να αναδειχθεί σε αρετή, πέρασαν 16 χρόνια για να κλείσω την πολυαναμενόμενη συνέντευξή μου με τον Enrico, με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του στη δική του NINETOZERO. Η δισκογραφική λειτουργεί περισσότερο ως ένα ενιαίο πρότζεκτ με αρχή και συγκεκριμένο τέλος, παρά με τους όρους που έχουμε συνηθίσει. Μια αντίστροφη μέτρηση από το κεφάλαιο 9 ως το 0 αποτυπώνεται σε μια διαφορετική κυκλοφορία που εμπεριέχει μια φιλοσοφικού τύπου ηχητική αναζήτηση: Silence, Sound of Space, Reflection, Physical Change, Glitch In Time, Interconnection, Transcendence, Discipline. Βρισκόμαστε λίγο πριν από την εκπνοή του χρόνου, στο 1, με το «Order in Chaos», το οποίο συνδημιούργησε με τον συνθέτη και βιολονίστα Vito Gatto. Τρία κομμάτια που συνδυάζουν τέκνo, κλασική και πειραματική μουσική φτιάχνουν «μία ιστορία ηχητικής εξερεύνησης της έντασης, της απελευθέρωσης και της διάλυσης, αγκαλιάζοντας το χάος ως τον χώρο όπου ξεκινά η δημιουργικότητα».
Age οf Love - «The αge οf love» (Charlotte de Witte & Enrico Sangiuliano Remix)
«Έχει πολύ ήλιο και ζέστη σήμερα στην Πορτογαλία», μου λέει χαμογελώντας, λουσμένος στο φως και φορώντας γυαλιά ηλίου. Έχω μόνο 30 λεπτά στη διάθεσή μου μαζί του και κάπως τον παίρνω από τα μούτρα για να προλάβω να καλύψω όλα αυτά που θέλω. Τον ρωτάω για το «Order in Chaos» και την αίσθηση που του δίνει τώρα, αν κατάφερε να ξεφύγει από τον εαυτό του γι' αυτήν τη δουλειά, αν προσεγγίζει τον ήχο ως αντίδραση σε κάποιο ερέθισμα ή με μαθηματικό τρόπο.
«Νομίζω ότι είμαι λάτρης των κανόνων, γενικώς. Καλλιτεχνικά, θεωρώ ότι οι κανόνες είναι τα τείχη που μπορούν να σου δώσουν την εσωτερική ελευθερία να δημιουργήσεις το δικό σου όριο. Τότε ξέρεις ότι μπορείς να ταλαντεύεσαι άνετα σε αυτόν τον χώρο και το όριο γίνεται πολύ ευρύ, πιο εύπλαστο. Είμαι τόσο συνηθισμένος σε κάτι ακριβές, που σε αυτή την περίπτωση ήθελα να πάω προς την άλλη κατεύθυνση, να αφήσω τον ήχο ελεύθερο, να ξεφορτωθώ το χρονικό πλέγμα, τα ρυθμικά μοτίβα που είναι “σε τάξη στο χάος”. Τελικά, δεν υπάρχει ούτε μία επανάληψη, ούτε ένα μοτίβο που ξαναχρησιμοποιήθηκε».
«Η προσαρμογή και η τροποποίηση ξεκίνησε από τον Vito. Ηχογράφησε τα έγχορδά του και η πρόθεση, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος, ήταν να προσπαθήσει να “καθίσει” κάπου – φαντάσου οπτικά ένα μεγάλο σχήμα που τοποθετείται σε ένα μέρος. Μιλάμε ήδη, δηλαδή, για μια παράτυπη ηχητική συμπεριφορά. Όταν το άκουσα, σκέφτηκα “γαμώτο, αυτή είναι καθαρή αταξία, όντως μια ξεκάθαρη τάξη στο χάος”. Ήταν κάτι που μπορούσα να θυμηθώ, που μπορούσα να παρακολουθήσω, και ταυτόχρονα κάτι εντελώς ελεύθερο και απαλλαγμένο από τις συνηθισμένες κλίμακες, από τη δομή, εντελώς αποδομημένο. Τότε, σκέφτηκα πως αυτός είναι ο Vito και η συμβολή του σε αυτή την ιδέα, κι έτσι πήρα το Roland 909 μου και είπα “εντάξει, αν ο Vito παίζει τα έγχορδα, εγώ θα παίξω τα ντραμς”».
«Ξέρεις, είμαι ντράμερ. Έχω να αγγίξω πραγματικά ντραμς πολύ καιρό, αλλά ο λόγος που μου αρέσει η χορευτική μουσική, η τέκνo και η ρυθμική ηλεκτρονική μουσική είναι επειδή υπάρχει ο παλμός, έχει εύρος – μπορώ να διαμορφώσω ήχους που δεν υπάρχουν. Λοιπόν, με τα παραδοσιακά ντραμς θα είχα πάντα το ίδιο snare, τα ίδια κύμβαλα. Τα ντραμς μου, σε αυτή την περίπτωση, ήταν ένα Roland 909 και δημιούργησα ένα σάουντρακ πάνω στην ερμηνεία του Vito. Κάπως έτσι έγινε η προσαρμογή, ο Vito τη διαμόρφωσε, εγώ προσαρμοζόμουν πλήρως σε εκείνον».
«Κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων έπαιξα όλες τις ακολουθίες μου, τα ντραμς και τις μπασογραμμές, πολλά μέρη εγχόρδων για να τα χρησιμοποιήσουμε ενδεχομένως στο “Order in Chaos”. Δημιουργήσαμε μια έκδοση που δεν κυκλοφόρησε. Είχα την αίσθηση ότι έπρεπε να κάνω κάτι πολύ πιο απλό γι' αυτό, οπότε το ξαναέφτιαξα από την αρχή, αφαιρώντας τα έγχορδα του Vito, άρα στο κομμάτι που κυκλοφορήσαμε με αυτόν τον τίτλο τελικά είμαι μόνο εγώ».
«Όλα ξεκίνησαν από μια νοητική διαδικασία. Πώς διαμορφώνουμε ολόκληρη την ιστορία; Πρώτα ήρθε το “Adaptation for Strings and 909”, η είσοδος σε ένα νέο περιβάλλον και η προσαρμογή σε αυτό, αλλά και η προετοιμασία του εδάφους γι' αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει. Η προσαρμογή είναι δράμα, είναι ένταση, είναι σιωπές, βάρος, προσδοκία και άγχος. Το “Order in Chaos” είναι η απελευθέρωση, η τοποθέτηση αυτών των μη κανόνων στον χρόνο και τον χώρο, η μη χρήση οποιασδήποτε μελωδίας, η χρήση μόνο ρυθμού και δύναμης. Μετά σκεφτήκαμε ότι με το “Dissolution” θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε εκεί από όπου προήλθαμε, δηλαδή να “διαλυθούμε”. Για να το πετύχουμε αυτό, πήραμε τα μέρη του “Order in Chaos” και τα αποδομήσαμε στην ουσία τους. Όταν το άκουγα, σκεφτόμουν ότι θα μπορούσε να είναι ένα μικρό σάουντρακ για μια ταινία ή ένα βιντεοπαιχνίδι. Αν έφτιαχνα ποτέ το σάουντρακ για μια ταινία, θα διάλεγα μία του Ντέιβιντ Λιντς», μου απαντάει έπειτα από σκέψη.
Ο Enrico Sangiuliano ξεκίνησε να γράφει μουσική στο PlayStation όταν ήταν παιδί. «Έπαιζα βιντεοπαιχνίδια, αλλά κάποια στιγμή άρχισα να φτιάχνω μουσική, οπότε σταμάτησα να παίζω και χρησιμοποιούσα το PlayStation μόνο για να δημιουργώ ήχους. Τώρα, το βιντεοπαιχνίδι μου είναι το στούντιο», λέει γελώντας. «Έφτιαχνα, λοιπόν, μουσική στην κονσόλα, την ηχογραφούσα σε CD και μετά έπαιζα με CD και βινύλια στο υπνοδωμάτιό μου μαζί με τους φίλους μου. Περνούσαμε ολόκληρα απογεύματα ή βράδια εκεί – έμενα σε ένα μικρό διαμέρισμα με τη μαμά μου. Η αστυνομία ερχόταν κάθε δύο εβδομάδες επειδή η μουσική ήταν πολύ δυνατή, όλοι παραπονιόντουσαν στην περιοχή, μια μικρή καταστροφή. Το δωμάτιό μου ήταν το εργαστήριό μου και η παιδική χαρά μου. Δεν υπήρχε, όμως, κάποιος μελλοντικός στόχος».
«Ήμουν ακόμη στο σχολείο, 15-16 χρονών, δεν ήξερα πού να πάω, δεν με τραβούσε κάτι. Ένας φίλος μου, που του έφτιαχνα CD με τη μουσική μου για να ακούει στο αυτοκίνητο, είχε σχέσεις με μια psychedelic trance ομάδα που ονομαζόταν Alien Spirit. Διοργάνωναν παράνομα πάρτι στην περιοχή και στις πόλεις γύρω από το μικρό χωριό μου στη βόρεια Ιταλία. Μου είπε πως η μουσική μου ήταν τόσο καλή που ήθελε να με φέρει σε επαφή με αυτούς τους τύπους. Εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να διασκεδάσω, να καπνίσω πολλούς μπάφους, να γίνω λιώμα με τους φίλους μου, να κάνω πάρτι, να μη σκέφτομαι την πραγματικότητα, να ξεφεύγω από την καθημερινότητα».
Enrico Sangiuliano - «Order in Chaos» (Reactive Mix) [NTZ001]
«Ένα βράδυ πήγα να επισκεφτώ το μέρος όπου έμενε αυτή η ομάδα. Είχαν εκεί τα μηχανήματα και τα ηχοσυστήματα που χρησιμοποιούσαν τα Σαββατοκύριακα – στο σαλόνι ήταν το DJ booth. Μπήκα μέσα και μου είπαν “Εnrico, χαιρόμαστε για τη γνωριμία, ακούσαμε ότι θέλεις να παίξεις κάτι για εμάς”. Έτσι, έπαιξα μερικούς δίσκους, τους, άρεσε πολύ αυτό που άκουσαν και με προσκάλεσαν να παίξω στα πάρτι τους – κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Τα πάρτι ήταν δωρεάν, δεν έπαιρνα καθόλου χρήματα. Άρχισα να παίζω στα ρέιβ και να φτιάχνω μουσική που θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες μου ως DJ. Ένα βράδυ ήταν εκεί ένας μεγαλύτερος διοργανωτής και χόρευε μπροστά μου. Του άρεσε πολύ η μουσική και το σετ μου και με έκλεισε να παίξω σε μεγαλύτερα παράνομα πάρτι.
Η φιλοσοφία που έκανε τα σετ μου ξεχωριστά ήταν το ότι έπαιζα πολλή (δική μου) μουσική, που δεν είχε κυκλοφορήσει κάπου. Όλη η μουσική που χρησιμοποιούσαμε όλοι οι DJs στην εποχή αυτών των πάρτι ήταν ακυκλοφόρητη. Αν δεν την έδινα εγώ σε άλλους ανθρώπους, ήταν απλώς ανύπαρκτη. Έτσι, αν ο κόσμος ήθελε να ακούσει τους δίσκους μου, έπρεπε να έρθει να ακούσει εμένα, ήταν ο μόνος τρόπος. Μετά ξεκίνησα να κάνω τα openings σε μεγάλους guest DJs που μου έμαθαν τη σημασία της δημιουργίας της δυναμικής και της εισαγωγής των ανθρώπων σε μια βραδιά χορού, στήνοντας την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Κάποια στιγμή η φούσκα της ρέιβ φάσης έσκασε, επειδή μας ακολουθούσε η αστυνομία. Υπήρχαν πολλοί –πώς να το πω– που προσπαθούσαν ουσιαστικά να κάνουν αυτήν τη φούσκα να σκάσει. Άλλωστε η αστυνομία ήταν πίσω από τους μεγαλύτερους διοργανωτές. Ένιωσα ότι δεν υπήρχε άλλη εξέλιξη για μένα εκεί, ήδη έπαιζα στα πιο σημαντικά πάρτι και σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να πάω λίγο παραπέρα. Κάπως έτσι “συνταξιοδοτήθηκα” από τα ρέιβ.
Μετακόμισα από το μικρό μου χωριό, που ήταν κοντά στο Ρέτζιο Εμίλια, στο Μιλάνο και πούλησα το αυτοκίνητο για να πληρώσω το πρώτο έτος σπουδών στον Σχεδιασμό Ήχου. Μετά μου πρόσφεραν το δεύτερο ή τρίτο έτος δωρεάν επειδή οι βαθμοί μου ήταν πολύ καλοί και τα χρήματά μου πολύ λίγα, με βοήθησαν σε αυτό. Αυτή, λοιπόν, ήταν η καλύτερη επιλογή που έκανα ποτέ. Μπορούσα, επιτέλους, να γνωρίσω ανθρώπους, να έρθω σε επαφή με sound nerds σαν εμένα, να συνδεθώ μαζί τους και να διδαχθώ αυτό που αγαπούσα. Δεν με ένοιαζε τίποτα – ήμουν στη σχολή, σπούδαζα sound design, έκανα όλες τις δραστηριότητες, και τις επιπλέον, ουσιαστικά κοιμόμουν εκεί. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα το έκανα ως δουλειά, ειδικά ως DJ». Ίσως γι’ αυτό όταν τον βλέπεις να παίζει φαίνεται ότι το απολαμβάνει πραγματικά, σκέφτομαι. «Παίζω μόνο μουσική που μου αρέσει πολύ και λατρεύω να αυτοσχεδιάζω. Δεν παίζω τα ίδια κομμάτια συνέχεια, βαριέμαι».
Είναι σαφές από την εξέλιξη της κουβέντας πως είναι δύσκολο να αποσπάσεις τον Enrico από το dancefloor και κάπως όλο αυτό μετουσιώνεται αρμονικά με τη δουλειά του στο στούντιο. «Προσπαθώ να διατηρήσω μια ισορροπία μεταξύ της πραγματικής ζωής και της ζωής στην περιοδεία ή στο στούντιο. Νομίζω, λοιπόν, ότι το τέλειο τρίγωνο, η τέλεια ισορροπία των πραγμάτων είναι να ακούς τον εαυτό σου, αλλά και να θυμάσαι από πού προέρχεσαι. Να είσαι συνδεδεμένος με τους ανθρώπους που αγαπάς και ταυτόχρονα να παίζεις και να σκέφτεσαι το στούντιο – αυτά με τροφοδοτούν. Για παράδειγμα, όταν παίζω, όταν ακούω κάποιον να παίζει ή όταν κάνω μουσική έρευνα, τροφοδοτώ, φυσικά, την καλλιτεχνική πλευρά, αλλά από την άποψη της περφόρμανς. Ταυτόχρονα, όταν είμαι στο στούντιο σκέφτομαι ποιοι δίσκοι μού λείπουν από την τσάντα μου, τι θα ήθελα να παίξω, τι θα ήθελα να ακούσω ο ίδιος αν ήμουν στο κέντρο του dancefloor».
Φαντάζομαι πως πολλά άτομα που ασχολούνται με την παραγωγή θα ήθελαν να ξέρουν τα τρικ ενός ανθρώπου που καταφέρνει να έχει αυτό το αποτέλεσμα, το πώς κάνει ένα τέτοιο crossover και απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό. Πώς συνειδητοποιεί ο ίδιος ότι ένα κομμάτι είναι πραγματικά καλό. «Όταν κλαίω ή όταν ανατριχιάζω», λέει σχεδόν με τρυφερότητα. «Υπάρχει πάντα μια στιγμή στο στούντιο που κλαίω και πολλές στιγμές που ανατριχιάζω, κι αυτό σημαίνει ότι είμαι στον σωστό δρόμο. Γιατί αν το νιώθω εγώ, πιθανότατα θα το νιώσει και ο κόσμος. Κι αν ανατριχιάσω ή κλάψω, σημαίνει ότι ίσως θα το κάνουν κι άλλοι άνθρωποι. Συνέβη χθες με το “Κεφάλαιο Μηδέν”, το τελευταίο της NINETOZERO, όταν δούλευα στο στούντιο».
Enrico Sangiuliano - Astral Projection
Κάθε φορά που δακρύζει ο Enrico, βάζει άλλο ένα κομμάτι στη δυναμική ιταλική κληρονομιά στον χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής, που είναι αξιοθαύμαστη. Μιλάμε για τον Francesco Farfa, τον Giorgio Moroder, στέκεται στα ταλέντα που έμειναν περιορισμένα στην ιταλική επικράτεια, στις λαμπρές στιγμές, στα τοπικά κινήματα, αλλά και στον μεγάλο όγκο δουλειάς, σε έργα ανθρώπων που δεν έχουν πια ορατότητα. «Δεν είναι απαραίτητα δικό τους λάθος», υποστηρίζει, «ή ίσως είναι καιρός να προσπαθήσουμε να ρίξουμε λίγο φως σε ό,τι θα μπορούσε να χαθεί». Η κουβέντα πάει στην τρέχουσα κατάσταση της τέκνο σκηνής και στον δημιουργικό χώρο που ο ίδιος καταλαμβάνει σε αυτή. «Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση. Δεν σκέφτομαι την τρέχουσα κατάσταση, αλλά τι μου αρέσει να παίζω. Για άλλη μια φορά, το θέμα είναι τι θέλω να έχω στην τσάντα μου με τους δίσκους».
«Επικεντρώνομαι στο dancefloor ή σε ό,τι νιώθω ότι χρειάζομαι. Όταν φτιάχνω κομμάτια όπως το “Adaptation for Strings and 909”, τα φτιάχνω για τον εαυτό μου ως ακροατή και όχι για τον εαυτό μου στην πίστα. Αλλά πρώτα σκέφτομαι εμένα, επειδή είμαι ένα σφουγγάρι συναισθημάτων και με γνωρίζω καλά. Μετά, εμπιστεύομαι τις αισθήσεις μου και τα μοιράζομαι με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αλλά αυτό που κάνω, αυτό που συμβαίνει αυτόματα, είναι η ηχητική μου ταυτότητα. Δεν προσπαθώ να ακουστώ σαν τον εαυτό μου. Στην πραγματικότητα, προσπαθώ να κάνω κάτι διαφορετικό κάθε φορά, το ορκίζομαι. Και τις περισσότερες φορές δεν χρησιμοποιώ ήχους που έχω ήδη χρησιμοποιήσει, ξεκινάω από το μηδέν. Δεν θέλω να πάρω έναν εμβληματικό, μελωδικό ήχο που ήδη χρησιμοποιώ, αλλά καταλήγω να κάνω κάτι παρόμοιο ούτως ή άλλως. Αν μου δώσεις ένα μηχάνημα, αρχίζω να τροποποιώ τα κουμπιά, κι αν θέλω να φτιάξω μια μπασογραμμή, πιθανότατα θα δημιουργήσω μία ανάλογη του γούστου μου, αυτή που κάποια στιγμή έγινε η ταυτότητά μου. Είναι κάτι που συνειδητοποίησα ότι συμβαίνει χωρίς να το πιέσω καθόλου στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι στους οποίους παίζω τη μουσική μου για πρώτη φορά μου το λένε: “Α, είναι πολύ λυρικό”. Οk, είναι καλό να το ξέρω».
«Τα κομμάτια του “Order in Chaos” τείνουν περισσότερο προς τη μουσική για παρτιτούρες ή για κάτι διαφορετικό από το dancefloor· είναι μουσική φτιαγμένη για ακρόαση, κάτι που έχω ξανακάνει στο παρελθόν. Έχω κυκλοφορήσει μερικά κομμάτια που είναι μόνο για ακουστική απόλαυση, όπως το “Spatial Perception”. Υπάρχει ένα στο Reflection EP, το “Source of Propagation”, που είναι μια απλή αφήγηση. Αυτός είναι, λοιπόν, ένας τρόπος να δώσω λίγο χώρο σε εκείνη την πλευρά του εαυτού μου που είναι sound designer, η οποία εξακολουθεί να είναι μέρος μου και δεν βγαίνει προς τα έξω αν επικεντρωθώ μόνο στη χορευτική μουσική. Μερικές φορές δουλεύω πάνω σε ένα χορευτικό κομμάτι και εστιάζω σε ένα μόνο στοιχείο. Το παίζω σόλο για να το τελειοποιήσω και συχνά νομίζω ότι αυτό το στοιχείο είναι τόσο ωραίο που θα μπορούσε να λάμψει μόνο του, περιτριγυρισμένο από κενό, αλλά δεν θα συμβεί, αυτό επειδή είναι μέρος του χορευτικού κομματιού».
«Μου αρέσει να κάνω κινηματογραφικά πράγματα, να πηγαίνω πέρα από τον χορό. Είμαι πολύ χαρούμενος που η NINETOZERO είναι ένα προσωρινό πρότζεκτ, επειδή θα είναι δύσκολο να το αφήσω να φύγει, γιατί όσο περισσότερο πηγαίνει προς το τέλος, τόσο περισσότερο το νιώθω, όσο περισσότερο το ζω, τόσο περισσότερο γίνεται μέρος του εαυτού μου. Όμως μετά θα είμαι ξανά ελεύθερος να δημιουργώ χώρο και σιωπή, να δημιουργώ με ελευθερία κάτι άλλο στο μέλλον. Είναι συναρπαστικό, και όλα όσα κάνω δεν τα σκέφτομαι πολύ». Του επιβεβαιώνω πως αυτό είναι πολύ απελευθερωτικό, αλλά αναρωτιέμαι αν κάνει πλάνα γι' αυτό που θα ακολουθήσει. «Δεν σκέφτομαι τόσο μακριά, αλλά τώρα που μου το λες, ίσως στο μέλλον δώσω στον εαυτό μου περισσότερο χώρο για πράγματα που περιλαμβάνουν τον ακουστικό σχεδιασμό και ξεπερνούν τα όρια του dancefloor».
Του θυμίζω μια παλιά του δήλωση, όταν είχε πει πως τη στιγμή που συνδυάζεται η ακοή με την αφή και την όραση μπορείς να περάσεις σε ένα άλλο επίπεδο κατανόησης της μουσικής και τον ρωτάω αν έχει καταφέρει να «δει» ή να «αγγίξει» τον ήχο. «Αγγίζω τον ήχο κάθε φορά που βρίσκομαι στο στούντιο. Έχω δύο ηχεία αρκετά μεγάλα. Πρόσφατα έκανα μια προσαρμογή για strings και προσπαθούσα να “τεντώσω” ένα ακατέργαστο kick drum για να δημιουργήσω ένα υπο-μπάσο. Η συχνότητα ήταν τόσο χαμηλή που έβγαινε αέρας από τα subwoofer, την ένιωθα στο δέρμα μου, στα μαλλιά μου, οπότε, ναι, κυριολεκτικά άγγιζα τον ήχο», μου λέει χαϊδεύοντας απαλά το πρόσωπό του. «Είναι πανέμορφο το συναίσθημα. Ο ήχος είναι δόνηση – μια συγκεκριμένη συχνότητα αντηχεί μέσα στο σώμα μας, στο στήθος μας, αγγίζει το 100%. Τον βλέπω στο νερό, στον ισοσταθμιστή φάσματος, στους παλμογράφους όταν δημιουργώ συχνότητες. Είμαι τυχερός».
Enrico Sangiuliano & Vito Gatto - Adaptation for strings and 909 [NTZ001]
Το «Order in Chaos» EP κυκλοφορεί από τη NINETOZERO. Κάντε κλικ εδώ για να το ακούσετε.