Η ΣΕΖΟΝ '24-'25 αν μη τι άλλο έχει χαρακτηριστεί από αρκετά πάρτι που επιμελούνται οι καλλιτέχνες απευθείας. Έτσι και το εξαιρετικά πετυχημένο «X» των Adriatique προσγειώθηκε επιτέλους στην Ελλάδα σε μια τοποθεσία-έκπληξη, τα λατομεία του Διονύσου στην Πεντέλη. Το duo της melodic techno έχει ανέβει στο υψηλότερο βάθρο του Afterlife με ένα δικό του στυλ, πλάι στους Tale of us, Artbat και Argy, και κατάφερε να φτιάξει από την αρχή ένα πολύ δημοφιλές show, με τους χαρακτηριστικούς τρεις μεγάλους κάθετους στύλους, τα εντυπωσιακά γραφικά, την επιλογή πρωτότυπων τοποθεσιών (βλ. πυραμίδες Γκίζας) και το δικό του ηχόχρωμα.
Ανηφορίζοντας την Κηφισίας από το κέντρο με μια χαρακτηριστικά αργή ροή για Σάββατο απόγευμα, μετά από περίπου μιάμιση ώρα φτάνουμε λίγο πριν από το σημείο παραλαβής (Βακχών 1) στον Διόνυσο και στο τέρμα της διαδρομής. Παρκάρουμε στις εφτά και μισή, περίπου εξακόσια μέτρα μακριά, μιας και δεν είχε νόημα να πλησιάσουμε περαιτέρω λόγω της αυξημένης κυκλοφορίας. Η διοργάνωση μάς είχε προειδοποιήσει πολλές φορές να φτάσουμε όσο πιο νωρίς γίνεται προς αποφυγή ταλαιπωρίας και συμφόρησης, αλλά περισσότερα πάνω σε αυτό σε λίγο.
H πρώτη ώρα των Adriatique ήταν πολύ όμορφη, με μερικά γνωστά κομμάτια, την κλασική εισαγωγή τους, έντονο μπάσο, σωστό ρυθμό και μερικά πολύ καλά remix παλιότερων κομματιών, techno ή μη. Τα θετικά όμως τελειώνουν κάπου εκεί. Η συνέχεια ήταν τελείως επίπεδη, flat, χωρίς κανένα νεύρο ή ένταση, κλιμάκωση ή κορύφωση.
Η ουρά για την είσοδό μας στα πούλμαν ήδη κοντεύει τα μερικές εκατοντάδες άτομα, παρ' όλα αυτά σε περίπου είκοσι λεπτά είμαστε στην τελική ευθεία προς τα Μάρμαρα Πεντέλης. Μετά τη στενή διαδρομή περίπου δυόμισι χιλιομέτρων, μπαίνουμε χωρίς αναμονές και αντικρίζουμε ένα θέαμα εντυπωσιακό και πολύ ανώτερο των προσδοκιών. Ο χώρος είναι καθηλωτικός, σίγουρα δεν μοιάζει με τίποτα που να έχω ξαναδεί, είναι αχανής και αμφιθεατρικός και σε βάζει αμέσως σε mood. Θετική εντύπωση μου κάνει αμέσως η οργάνωση, με σχετικά γρήγορες ουρές, πάρα πολύ και εξυπηρετικό προσωπικό, τις περισσότερες τουαλέτες που έχω δει ποτέ σε μεγάλο event, με ελάχιστες αναμονές, αν και με αρκετά «αλμυρές» τιμές στα ποτά.
Πετυχαίνουμε από το δεύτερο μισό του σετ του Liva K και μετά και ανυπομονούμε για τη συνέχεια. Νομίζω πως κάπου εδώ πέρασε σε όλους από το μυαλό ο δυσανάλογα πολύς χώρος που είχαμε στη διάθεσή μας και το γεγονός πως το venue, ακόμη και στις εννιά, έμοιαζε μισοάδειο. Κάτι που μας οδηγεί στον ελέφαντα στο δωμάτιο, που ήταν η μαζική άφιξη χιλιάδων θεατών λίγο πριν από ή και λίγο μετά την έναρξη του σετ των Adriatique στις έντεκα. Αυτό που έγινε ήταν αρκετά αναμενόμενο κι εξαιρετικά «ελληνικό», κατά τη γνώμη μου.
Με τους μισούς κατόχους εισιτηρίων να φτάνουν στις εννιά ή αργότερα, όπως ήταν λογικό δημιουργήθηκαν ουρές μη διαχειρίσιμες και ένταση, με αποκορύφωμα κάποια άτομα να παραβλέπουν τις οδηγίες της διοργάνωσης και να ξεκινούν τη διαδρομή προς το venue με τα πόδια, κάτι που απαγορευόταν ρητά. Λόγω του δάσους και της έλλειψης φωτισμού αυτό εμπόδιζε τα λεωφορεία, που δεν μπορούσαν να περάσουν –καθώς υπήρχε κίνδυνος δυστυχήματος– και δημιουργήθηκαν δραματικές σκηνές και κορεσμός στον δρόμο. Το αποτέλεσμα ήταν εικόνες σαν αυτές της επιστροφής με πλοίο μετά τον Δεκαπενταύγουστο, όταν έχει ξεκινήσει η αποβίβαση και περιμένουμε περισσότερο από τρία λεπτά κάπου που δεν θέλουμε να είμαστε, ασφαλώς με έλλειψη σεβασμού και ευγένειας προς τον πλησίον μας.
Δεν έγιναν κάποια οργανωτικά λάθη; Σίγουρα. Ίσως αν είχαν ενοικιαστεί αστικού τύπου λεωφορεία όλα να ήταν γρηγορότερα. Τα πούλμαν (coach) έχουν εγγενώς αργό ρυθμό επιβίβασης και χωρούν μόνο πενήντα άτομα. Επίσης θα μπορούσαν να είχαν τοποθετηθεί κάγκελα και νοητά διαζώματα με security ώστε να αναγκάζονται όλοι σε μια πολιτισμένη σειρά χωρίς «εξυπνάδες». Δεν γνωρίζω κάτω από ποιες συνθήκες πίεσης προς το προσωπικό κάποιοι κατάφεραν να ξεκινήσουν τη διαδρομή με τα πόδια· κανονικά δεν έπρεπε να τους επιτραπεί καν η είσοδος στον χώρο. Επίσης, η αλήθεια είναι πως αν είχαν κοπεί 20-25% λιγότερα εισιτήρια, όλα θα ήταν ευκολότερα.

Διαβάζοντας όλες τις ανακοινώσεις πριν το event, ήμουν ήδη έτοιμος για αρκετή αναμονή λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα του. Δεν φταίει, κατά την άποψή μου, η διοργάνωση για το γεγονός ότι, ενώ τόνιζε στους θεατές ότι πρέπει να φτάσουν όσο το δυνατόν νωρίτερα, το peak των αφίξεων έφτασε να είναι 3,5+ ώρες μετά το άνοιγμα. Τα λεωφορεία γέμιζαν τέσσερα-τέσσερα ή πέντε-πέντε. Δεν ήταν λίγα σε αριθμό. Με τη χωρητικότητα του καθενός όμως να είναι περίπου πενήντα άτομα και τον χρόνο που χρειάζονταν για να γεμίσουν να είναι τρία με τέσσερα λεπτά το καθένα, τα μαθηματικά είναι κάπως εύκολα όσον αφορά τον ρυθμό της μετακίνησης.
Πάμε τώρα όμως στα του σετ και της μουσικής, που έχουν και τη μεγαλύτερη σημασία. Το κυκλικό σχήμα του χώρου δημιουργεί συνθήκες πραγματικά στερεοφωνικού ήχου, κι έτσι ήταν στην πράξη, πάρα πολύ ποιοτικός για ανοιχτό event, ενώ ακόμη και το μπάσο ξεχώριζε με την καθαρότητά του. Η μουσική και τα φώτα πλαισιώνονταν ιδανικά από αυτό το εκπληκτικό σκηνικό γύρω μας. Τα ίδια τα φώτα ήταν προσεγμένα και καλαίσθητα, ιδίως αφότου βγήκαν οι Adriatique κι έγινε η νύχτα μέρα.
H πρώτη τους ώρα ήταν πολύ όμορφη, με μερικά γνωστά κομμάτια, την κλασική εισαγωγή τους, έντονο μπάσο, σωστό ρυθμό και μερικά πολύ καλά remix παλιότερων κομματιών, techno ή μη. Τα θετικά όμως τελειώνουν κάπου εκεί. Η συνέχεια ήταν τελείως επίπεδη, flat, χωρίς κανένα νεύρο ή ένταση, κλιμάκωση ή κορύφωση. Το σετ έπεφτε συνεχώς και ήταν πληκτικό.
Ήδη κατά τη μία, και παρά τον χρόνο που απαιτούνταν για να φτάσει κάποιος, ο χώρος είχε αρχίσει ήδη αισθητά να αδειάζει. Τους έχω ακούσει πολλές φορές τους Adriatique, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Ολλανδία και αλλού. Δεν χωράει αμφιβολία πως ξέρουν να παίζουν – και πολύ καλά. Έχουν δυνατά και ξεχωριστά melodic techno set. Αυτό ήταν ένα βαριεστημένο (θεωρώ) afro house set που περισσότερο προσιδίαζε στον Adam Port ή τον &Me παρά στους Tale of Us. Πολύ χαμηλά BPMs και αδιάφορα κομμάτια, δίχως συναίσθημα. Τα σετ που προηγήθηκαν δεν ήταν φυσικά καλύτερα, τόσο του Liva K όσο και του Rivo είχαν ελάχιστες καλές στιγμές. Δεν τους είδα σχεδόν ποτέ να φορούν ακουστικά για να ακούσουν το επόμενο κομμάτι τους, όλα θύμιζαν μια έτοιμη playlist. Νομίζω πως όλοι γνωρίζουμε πάνω κάτω τα δυσθεώρητα ποσά με τα οποία αμείβονται οι DJs κι είναι κρίμα στην Ελλάδα μια μεγάλη μερίδα εξ αυτών να δίνει σταθερά το λιγότερο που μπορεί.
Δεν περίμενα φυσικά να ακούσω hard techno στα λατομεία Διονύσου, 9άρια ή Alignment. Ήξερα πού πήγαινα κι ήμουν ok. Όμως αν είχαν headliners έναν από τους Colyn, Innellea, Kevin de Vries ή Joris Voorn, για παράδειγμα, θα ακούγαμε κατά πολύ ανώτερη μουσική. Θα κόστιζε και λιγότερο στη διοργάνωση και θα ξεχνούσαμε και την όποια ταλαιπωρία. Γιατί στο τέλος αυτό που μένει κι αυτό που έχει πάντα σημασία είναι η μουσική. Κι η μουσική δεν ήταν καλή. Αυτό ήταν το βασικό μειονέκτημα του Σαββάτου, όχι τόσο ο συνωστισμός ή η δύσκολη επιστροφή. Προσωπικά θα έδινα κι άλλη μια ευκαιρία στη διοργάνωση. Ιδανικά με πιο «ψαγμένο» lineup.