«Rien ne nous y préparait – Tout nous y préparait» στο Παρίσι
Τον Σεπτέμβριο το Παρίσι φιλοξενεί εκδηλώσεις όπως η Εβδομάδα Design (4-8 Σεπτεμβρίου), η Γιορτή των Κήπων (20-21 Σεπτεμβρίου) και το διάσημο Φεστιβάλ Φθινοπώρου (8-15 Σεπτεμβρίου), με εκθέσεις σύγχρονης τέχνης, κινηματογράφου και μουσικής.
Τελευταία ευκαιρία για να αποχαιρετήσουν οι επισκέπτες της Πόλης του Φωτός το Κέντρο Πομπιντού, που θα μείνει κλειστό από το φθινόπωρο του 2025 μέχρι το 2030 για ανακαίνιση, είναι η έκθεση του Γερμανού καλλιτέχνη Wolfgang Tillmans που θα διαρκέσει μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου 2025. Τίτλος της έκθεσης, «Rien ne nous y préparait – Tout nous y préparait» («Τίποτα δεν μας προετοίμαζε γι’ αυτό – Όλα μας προετοίμαζαν γι’ αυτό»), μια ποιητική και αντιφατική φράση που παίζει με τις έννοιες της προετοιμασίας και της μνήμης, υποδηλώνοντας πως οι εμπειρίες μας μπορεί να φαίνονται ανεπαρκείς –αλλά ταυτόχρονα αποδεικνύονται επαρκείς– μπροστά σε ό,τι έρχεται.
Ο Tillmans είναι ο πρώτος φωτογράφος και ο πρώτος μη Βρετανός καλλιτέχνης που απέσπασε το 2000 το βραβείο Τέρνερ. Δεν σταματά να τολμά, να πειραματίζεται και να εξερευνά τις υλικές ιδιότητες της εικόνας, παίζοντας με το φως, την κίνηση, το χρώμα και την ίδια τη φωτοευαισθησία του χαρτιού.
Ο καλλιτέχνης πήρε «carte blanche» από το μουσείο και με πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία έκανε κατάληψη στα 6.000 τ.μ. του δεύτερου ορόφου, αξιοποιώντας το ήδη άδειο περιβάλλον της βιβλιοθήκης, διατηρώντας ίχνη από το χαλί, τα ράφια, τα τραπέζια και τα φωτιστικά, ακόμα και το θρυλικό δωμάτιο αντιγράφων ως δομικά στοιχεία της εγκατάστασης αλλά και ως αναμνηστικά του χώρου που θα μεταμορφωθεί εν όψει της ανακαίνισης. Ο Tillmans, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους φωτογράφους –σε περισσότερα από 35 χρόνια δημιουργίας έχει να επιδείξει πορτρέτα, τοπία, νεκρές φύσεις, αρχιτεκτονική και ντοκουμέντα του σύγχρονου κόσμου σε ποικιλία μεγεθών και υλικών–, δημιούργησε μια εγκατάσταση που περιλαμβάνει κινούμενες εικόνες, ήχο, μουσική, κείμενο, περφόρμανς και ηχητικές εγκαταστάσεις και δεν είναι χρονολογική αλλά σχεδιασμένη ως «διαλογισμός πάνω στη γνώση», στην οπτική αντίληψη και στις πολιτικές αλλαγές μετά το 1989.


Τα σημάδια από τα ράφια και το παλιό χαλί συνθέτουν μια ατμόσφαιρα «φωτογραφικού αρνητικού», ένα παλίμψηστο με συμβολικό βάθος, ενώ η χρήση αντικειμένων της βιβλιοθήκης, σε συνδυασμό με έργα πολύ διαφορετικών μεγεθών, εξυψώνει την εμπειρία πέρα από την απεικονιστική αναπαράσταση. Η έκθεση παρουσιάζει μια «συζήτηση» μεταξύ του χώρου, της μνήμης, της γνώσης και της φωτογραφίας – κάτι βαθιά πολιτικό και αισθητικά εμπλουτισμένο από έναν καλλιτέχνη, ο οποίος, μέσα από ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, ασκεί πολιτική και κοινωνική κριτική, υπερασπίζεται τις queer κοινότητες, προσεγγίζει με σεβασμό το σώμα, τη γυμνότητα και τη σεξουαλικότητα και δεν παραλείπει να είναι ενεργός σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, σε καμπάνιες κατά του Brexit και υπέρ των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ κοινοτήτων. Μάλιστα, ως ιδρυτής του Between Bridges υποστηρίζει κοινωνικά και καλλιτεχνικά πρότζεκτ.
Ο Tillmans είναι ο πρώτος φωτογράφος και ο πρώτος μη Βρετανός καλλιτέχνης που απέσπασε το 2000 το βραβείο Τέρνερ. Δεν σταματά να τολμά, να πειραματίζεται και να εξερευνά τις ιδιότητες της εικόνας, παίζοντας με το φως, την κίνηση, το χρώμα και την ίδια τη φωτοευαισθησία του χαρτιού.
Grayson Perry: Delusions of grandeur στο Λονδίνο

Το Λονδίνο έχει Μιγέ στη National Gallery και Μόνα Χατούμ στο Barbican, το Θέατρο Πικάσο στην Tate Modern και μια έκθεση για τη Μαρία Αντουανέτα και το στυλ της που ξεκινά στο V&A – εκεί θα δείτε άλλη μια με κοσμήματα Cartier που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως αντικείμενα τέχνης, φαντασίας, δημιουργικότητας και ασύλληπτης τεχνικής. Πέρα από αυτά, όμως, αξίζει να γνωρίσετε το έργο μιας ιδιοφυούς προσωπικότητας, ενός σπουδαίου καλλιτέχνη και ακτιβιστή, του Grayson Perry, που εκτίθεται στη Συλλογή Wallace.
Η έκθεση, που τιτλοφορείται «Delusions of grandeur», φιλοξενεί περισσότερα από 40 νέα έργα του Perry, του 65χρονου καλλιτέχνη που αλληλεπιδρά με τον κόσμο όπως κανένας άλλος. Το έργο του έχει βαθιά απήχηση στον θεατή, αμφισβητώντας, προκαλώντας και αντανακλώντας τη σύγχρονη κοινωνία, από το υψηλό έως το παράλογο. Έχει δημιουργήσει την Claire, μια πολύ ιδιαίτερη θηλυκή περσόνα/εναλλακτικό εαυτό που αποτελεί βασικό στοιχείο της δημόσιας παρουσίας και της καλλιτεχνικής του ταυτότητας. Εμφανίζεται συχνά δημοσίως ντυμένος ως Claire, φορώντας εκκεντρικά, πολύχρωμα ρούχα που θυμίζουν παιδικά φορέματα, φουτουριστικά κοστούμια ή παραμυθένια ενδύματα. Την περιγράφει ως κομμάτι του εαυτού του, μια ταυτότητα μέσω της οποίας εκφράζεται με απόλυτη ελευθερία. Την αποκαλεί με τρυφερότητα «η άλλη μου πλευρά» – δεν είναι ένας χαρακτήρας αλλά η προέκτασή του, ενώ μέσω της Claire διερευνά ζητήματα όπως το φύλο, οι κοινωνικές προσδοκίες, η κοινωνική τάξη και η ταυτότητα. Δεν αυτοπροσδιορίζεται ως τρανς αλλά ως ετεροφυλόφιλος άντρας που εκφράζει μια πλευρά του εαυτού του με «θηλυκή» μορφή και ενσαρκώνει τη σύγκρουση μεταξύ προσωπικής ελευθερίας και κοινωνικής σύμβασης. Η Claire είναι γνωστή και δημοφιλής φιγούρα στη βρετανική ποπ κουλτούρα και στα μέσα ενημέρωσης.

Στην έκθεση συναντάμε, μεταξύ άλλων, κεραμικά, ταπισερί και έργα σε χαρτί που θα εκτίθενται παράλληλα με μερικά από τα αριστουργήματα της Συλλογής Wallace, τα οποία ενέπνευσαν τον Perry και τον βοήθησαν να διαμορφώσει το όραμά του γι' αυτή την ιστορική έκθεση. Άλλωστε και τα νέα του έργα ανταποκρίνονται στην περίφημη μόνιμη Συλλογή Wallace, με τον καλλιτέχνη να έχει αξιοποιήσει την ευρύτερη ποικιλία τεχνικών, ειδών και μορφών που έχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς.
Ο Perry έχει μια μακροχρόνια σχέση με τους θησαυρούς στο Hertford House. Ενθουσιασμένος από την αντίθεση ανάμεσα στην ακραία θηλυκότητα του γαλλικού ροκοκό του 18ου αιώνα και την απροκάλυπτη αρρενωπότητα των όπλων και των πανοπλιών, θυμάται πόσο είχε εντυπωσιαστεί όταν, ως νεαρός καλλιτέχνης, είχε αντικρίσει το διάσημο πορτρέτο της Μαντάμ ντε Πομπαντούρ του Φρανσουά Μπουσέ. Οι ιστορικά άκαμπτοι έμφυλοι ρόλοι αποτελούν ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στην πολυετή καριέρα του, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην παρούσα έκθεση.

Το «Delusions of grandeur» διερευνά την ίδια τη φύση της χειροτεχνίας και την τελειομανή προσπάθεια ενός καλλιτέχνη. Παρουσιάζει περίπλοκα χειροποίητα αντικείμενα μαζί με έργα κατασκευασμένα με ψηφιακή τεχνολογία, συγκρίνοντας ένα αντικείμενο που μπορεί να χρειάστηκε χιλιάδες ώρες για να δημιουργηθεί με ένα που ήταν δυνατό να γεννηθεί με το πάτημα ενός κουμπιού. Μέσα από αυτές τις αντιθετικές προσεγγίσεις, ο Perry θέτει ερωτήματα σχετικά με την αυθεντικότητα και τον ρόλο του καλλιτέχνη στο μέλλον. Κατά την ανάπτυξη της έκθεσης, δημιουργήθηκε η φανταστική περσόνα της Shirley Smith, μιας γυναίκας που ξυπνάει στο Hertford House έπειτα από μια κρίση και πιστεύει ότι είναι η νόμιμη κληρονόμος των έργων τέχνης που την περιβάλλουν. Μέσα από πορτρέτα προγόνων και αντίγραφα παλαιών δασκάλων, αυτή η φανταστική ζωή θα αγγίξει τις πραγματικές ιστορίες, τις επιρροές και τις δύσκολες εμπειρίες που μπορεί να φέρει στο προσκήνιο η τέχνη.
Πάολο Βερονέζε (1528-1588) στη Μαδρίτη

Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2025, το Μουσείο Πράδο παρουσιάζει την πρώτη μεγάλη μονογραφική έκθεση στην Ισπανία αφιερωμένη στον Πάολο Βερονέζε, έναν από τους πιο λαμπρούς και αξιοθαύμαστους δασκάλους της Βενετσιάνικης Αναγέννησης. Η έκθεση αναδεικνύει την εικαστική ευφυΐα ενός κορυφαίου καλλιτέχνη, ο οποίος δημιούργησε ένα μοναδικό μορφοπλαστικό σύμπαν. Πρόκειται για έναν ζωγράφο με ολιστική αντίληψη της τέχνης, που περιλάμβανε άπειρες αισθητικές και πολιτιστικές αναφορές, τις οποίες απέδιδε με τεράστια ελευθερία έκφρασης, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς τη σύλληψη. Η έκθεση αυτή αντιπροσωπεύει την κορύφωση μιας μακροχρόνιας διαδικασίας μελέτης και επαναξιολόγησης της συλλογής του Πράδο σε έργα της βενετσιάνικης σχολής, μίας από τις σημαντικότερες στον κόσμο. Έρχεται ως συνέχεια των επιτυχημένων εκθέσεων για τον Τισιανό (2003), τον Τιντορέτο (2007) και τον Λορέντζο Λότο, ολοκληρώνοντας μια εξαιρετική επισκόπηση της ζωγραφικής της Βενετσιάνικης Αναγέννησης.
Ο Βερονέζε έδρασε σε μια κρίσιμη εποχή για τη Βενετία, κατά την οποία αναδύονταν θρησκευτικές εντάσεις και εμφανίζονταν τα πρώτα σημάδια οικονομικής και πολιτικής παρακμής – όλα καμουφλαρισμένα με μαεστρία από τα πινέλα ενός καλλιτέχνη ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στην αποτύπωση του «μύθου της Βενετίας», που διατηρείται έως σήμερα. Όπως όλοι οι σπουδαίοι καλλιτέχνες, έτσι και ο Βερονέζε ξεπέρασε την εποχή του. Η ομορφιά και η κομψότητα των συνθέσεών του γοήτευσαν συλλέκτες και καλλιτέχνες για αιώνες – από τον Φίλιππο Δ΄ και τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ έως τον Ρούμπενς, τον Βελάσκεθ, τον Ντελακρουά και τον Σεζάν.

Με περισσότερα από 100 έργα που βρίσκονται σε διάλογο με εμβληματικούς πίνακες της μόνιμης συλλογής του Πράδο, η έκθεση χωρίζεται σε έξι θεματικές και χρονολογικές ενότητες. Στην ενότητα «Από τη Βερόνα στη Βενετία» εξετάζεται η μαθητεία του καλλιτέχνη στη γενέτειρά του, τη Βερόνα, μια πόλη με πλούσιο ρωμαϊκό παρελθόν και ζωντανή καλλιτεχνική παράδοση: ο Βερονέζε επηρεάστηκε από τον Τισιανό, τον Ραφαήλ και τον Παρμιτζανίνο, αλλά ανέπτυξε γρήγορα το δικό του ύφος, με κομψότητα και έντονα χρώματα, που τον ανέδειξαν θριαμβευτικά στη Βενετία το 1551. Στο «Μεγαλοπρεπές θέατρο» φωτίζεται η προσέγγιση του Βερονέζε στον χώρο και στην αφήγηση, καθώς και στον θεατρικό συμβολισμό. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στους φημισμένους «Δείπνους» του, που αποτυπώνουν την πολυτέλεια της βενετικής αριστοκρατίας.
Στην ενότητα «Δημιουργική διαδικασία: Εφεύρεση και επανάληψη» διερευνάται η ζωγραφική ευφυΐα του Βερονέζε και η λειτουργία του εργαστηρίου του, ενός από τα πλέον παραγωγικά της εποχής, ενώ στην ενότητα «Αλληγορία και Μυθολογία» εξετάζεται πώς ο Βερονέζε διακρίθηκε στην αλληγορία και τη μυθολογική θεματολογία, ώστε να φτάσει στο επίπεδο του Τισιανού και να κληρονομήσει τους πελάτες του. Στην ενότητα «Ύστερος Βερονέζε» αναλύεται η τελευταία δεκαετία της ζωής του, κατά την οποία το ύφος του γίνεται πιο σκοτεινό, δραματικό και συμβολικό. Το τοπίο αποκτά νέα σημασία και οι συνθέσεις γίνονται αστάθμητες. Αυτή η μεταστροφή οφείλεται τόσο σε αισθητικές επιρροές (π.χ. Τιντορέτο, Μπασάνο) όσο και στο θρησκευτικό κλίμα που επικρατούσε μετά τη Σύνοδο του Τρέντο. Στην έκτη ενότητα παρουσιάζονται η κληρονομιά του και οι καλλιτέχνες που επηρέασε, όπως ο Ελ Γκρέκο, ο Ρούμπενς, ο Βελάσκεθ, ο Τιέπολο, ο Ντελακρουά και ο Σεζάν.
Πρόκειται για μια ιστορική έκθεση που προσφέρει στους επισκέπτες μια μοναδική ευκαιρία να εμβαθύνουν στο έργο ενός εκθαμβωτικού καλλιτέχνη της Αναγέννησης, που επέδρασε όσο λίγοι στη ζωγραφική του ισπανικού Χρυσού Αιώνα.
H απίθανη μόδα του 20ού αιώνα στη Φλωρεντία

Δεν θα μπορούσε η Φλωρεντία να μη διαθέτει ένα ανανεωμένο μουσείο μόδας. Μέσα στο Palazzo Pitti, λοιπόν, στο Μουσείο Κοστουμιών και Μόδας εκτίθενται σε εννέα νεόκτιστες αίθουσες ενδύματα του 20ού αιώνα, συνθέτοντας σε μια ενιαία αφήγηση τα στυλ του περασμένου αιώνα, από το τσάρλεστον της δεκαετίας του 1920 έως την εκθαμβωτική δεκαετία του ’80 του Enrico Coveri, περνώντας από τις εκπληκτικές δημιουργίες των Elsa Schiaparelli, Yves Saint Laurent, Pierre Cardin και Roberto Capucci.
Η έκθεση αφηγείται τη μόδα του 20ού αιώνα ως οπτική και πολιτισμική γλώσσα, σε διαρκή διάλογο με τη ζωγραφική και τις τέχνες. Ακριβώς έναν χρόνο μετά την πλήρη ανακαίνιση και την επανέναρξη λειτουργίας της Πινακοθήκης, η επιλογή των έργων του 20ού αιώνα παρουσιάζεται κυκλικά, προσφέροντας στο κοινό ένα νέο, μαγευτικό κεφάλαιο στην ιστορία του κοστουμιού. Με μια συλλογή 15.000 ιστορικών ενδυμάτων και αξεσουάρ από τον 18ο αιώνα έως σήμερα, το μουσείο αποφάσισε να ανανεώνει τις εκθέσεις του κάθε χρόνο, προβάλλοντας ενδύματα που φυλάσσονταν σε αποθήκες προσεκτικά αποκατεστημένα αλλά ποτέ ξανά εκτεθειμένα. Έτσι, περνώντας από τις αίθουσες που είναι αφιερωμένες στη μόδα του 17ου και του 18ου αιώνα και στα ρούχα των Μεδίκων, φτάνουμε στην ενότητα «Η μόδα του τσάρλεστον – Πρωτοπορία και εξωτισμός», όπου η εξωτική αισθητική συναντά την καλλιτεχνική πρωτοπορία. Μπροστά στο εντυπωσιακό Τρίπτυχο του Γαλιλαίου Σίνι που μετατρέπει την αίθουσα σε σκηνή δραματική και όμοια με όπερα του Πουτσίνι εκτίθεται το φόρεμα που φορούσε η σύζυγος του ζωγράφου στην πρεμιέρα της «Τουραντότ» στη Σκάλα του Μιλάνου το 1926.
Εκτίθενται επίσης υπέροχα φορέματα από πολυτελή μετάξια με διακοσμητικά μοτίβα εμπνευσμένα από την Κίνα, την Ιαπωνία και την Ινδία, αποδεικνύοντας πως ο οριενταλισμός συνδέθηκε άρρηκτα με την επιθυμία των flappers για χειραφέτηση και πειραματισμό – πρόκειται για τις γυναίκες που τόλμησαν να αψηφήσουν τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής τους. Ακολουθούν δύο αίθουσες αφιερωμένες στον Μεσοπόλεμο με εντυπωσιακά ενδύματα που αντανακλούν την αρ ντεκό κουλτούρα, τις πρωτοποριακές τάσεις και τη λάμψη της δεκαετίας του ’30. Σε αυτό το σκηνικό, ο πίνακας του Felice Casorati «Ο Ξένος» («Lo straniero») λειτουργεί ως αντίστιξη στα έργα των Elsa Schiaparelli και Madeleine Vionnet.


Η διαδρομή συνεχίζεται με μια ενότητα αφιερωμένη στη μεταπολεμική μόδα με ένα σπανιότατο φόρεμα του νεαρού Yves Saint Laurent, ο οποίος ανέλαβε δημιουργικός διευθυντής του οίκου Dior το 1957, μετά τον θάνατο του Christian Dior. Παρουσιάζονται επίσης τρία φορέματα που ανήκαν στην Ingrid Bergman, ανάμεσά τους και ένα της Gattinoni. Ακολουθούν τρεις αίθουσες αφιερωμένες στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, με αποκορύφωμα την εξερεύνηση του Space Age Movement, ενός κινήματος με μινιμαλιστική αισθητική, εμπνευσμένη από τις διαστημικές αποστολές και την τεχνολογική πρόοδο της εποχής. Φυσικά, δεν θα μπορούσαν να λείπουν ενδύματα εμβληματικών σχεδιαστών όπως οι André Courrèges, André Laug και Pierre Cardin.
Μια άλλη ενότητα εστιάζει στον Roberto Capucci, μία από τις πιο τολμηρές και καινοτόμες μορφές της ιταλικής μόδας, που σε μια εποχή που κυριαρχούσαν η νιότη, η μίνι φούστα και το προσιτό prêt-à-porter εκείνος παρέμεινε πιστός σε μια σχεδόν αρχιτεκτονική και γλυπτική προσέγγιση, κερδίζοντας διεθνή αναγνώριση. Η έκθεση ολοκληρώνεται εκρηκτικά με τον Enrico Coveri: ο τρόπος που χρησιμοποιούσε τις παγέτες τη δεκαετία του 1980 έγινε σύμβολο του εκκεντρικού, χιουμοριστικού και αντισυμβατικού του ύφους.
«Between your teeth» στη Λισαβόνα

«Between your teeth» είναι ο τίτλος της έκθεσης στο Centro de Arte Moderna Gulbenkian που παρουσιάζει την Πορτογαλίδα Paula Rego και τη Βραζιλιάνα Adriana Varejão, δυο καλλιτέχνιδες από διαφορετικές γενιές, οι οποίες συνυφαίνουν τα θέματά τους και παρουσιάζουν νέες αναγνώσεις.
Πριν από λίγα χρόνια, συμφώνησαν να συνδιοργανώσουν μια έκθεση. Ο θάνατος της Rego το 2022, ωστόσο, έκανε τη Varejão να οργανώσει την έκθεση με 80 έργα που περιγράφουν έναν διάλογο μεταξύ δύο γυναικών που δεν φοβούνται να αντιμετωπίσουν τον κόσμο με ένταση και φαντασία.
Ο τίτλος της έκθεσης προέρχεται από το βιβλίο «Ποιήματα για τους άνδρες της εποχής μας» της Βραζιλιάνας ποιήτριας και μυθιστοριογράφου Χίλντα Χιλστ, το οποίο γράφτηκε το 1974 ως σαφής υπόδειξη της κατάστασης που βίωνε η Βραζιλία λόγω της δικτατορίας.
Η συνάντηση των δύο καλλιτέχνιδων πραγματοποιείται σε 13 αίθουσες που έχουν αναδιαμορφωθεί δημιουργώντας λαβυρινθώδεις χώρους. Σε κάθε αίθουσα εντοπίζουμε τα διάφορα «στρώματα» πίσω από τα θεματικά σύμπαντα των δύο καλλιτέχνιδων. Άυλα και ανεπαίσθητα στην περίπτωση της Rego, πιο φυσικά στα έργα της Varejão, μας επιτρέπουν να ανακαλύψουμε τι βρίσκεται κάτω από το δέρμα κάθε καλλιτέχνη.

Η πρώτη ύλη που εξερευνούν είναι η ανθρωπότητα, η ιστορία της και η ιστορία της βίας και της αδικίας – είτε πολιτισμικής είτε προσωπικής φύσεως. Οι καλλιτέχνιδες αποδομούν και ανατρέπουν επίσημες αφηγήσεις, πολλαπλές αναφορές, λογοτεχνικές, καλλιτεχνικές, ιστοριογραφικές, εκτρέποντας το αρχέγονο νόημα αυτών των διαφορετικών πηγών.
Η Paula Rego και η Adriana Varejão προέρχονται από διαφορετικές γενιές, από δύο διαφορετικές ηπείρους, την Ευρώπη και τη Νότια Αμερική, που τις χωρίζει ο Ατλαντικός Ωκεανός, αλλά η δραστηριότητά τους συνέπεσε και απλώθηκε σε μια περίοδο τριών δεκαετιών. Ακολούθησαν αυτόνομες πορείες, οι οποίες συχνά συνέκλιναν σε πολλαπλά επίπεδα. Αυτή η έκθεση επιδιώκει να αναδείξει σημεία τομής όπου αυτές οι πορείες συνδέονται και δημιουργούν φωτεινά σημεία σε μια δραματουργία στην οποία τα επιλεγμένα έργα είναι οι κύριοι πρωταγωνιστές.