Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα

Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Η ταινία εντυπωσίασε στην εποχή της, καθώς ακόμη και οι πιο δύσκολοι κριτικοί, που θέλουν, συχνά, να βγαίνουν πάνω από τα αριστουργήματα που κρίνουν, είπαν καλά λόγια.
4

Όποτε βλέπω το Φόβο του Κώστα Μανουσάκη είναι πάντα σαν την πρώτη φορά. Έτσι συμβαίνει με τις μεγάλες ταινίες, τραγούδια, βιβλία κ.λπ. Κάθε φορά ανακαλύπτεις και κάτι καινούριο, κάτι που δεν το είχες προσέξει παλιότερα, και που από μόνο του (αυτό το «κάτι») έχει τη δύναμη να σε μεταφέρει, ξανά, στην προσωπική σου Σάνγκρι Λα.

Νοιώθω, πάντα, κάτι σαν δέος με το που πέφτουν οι τίτλοι αρχής τού Φόβου στην οθόνη (σε όποια οθόνη), ενώ «χάνομαι» στην τελευταία σκηνή τής ταινίας – ένα αληθινά ψυχοτρόπο 8λεπτο ταξίδι, που ορίζεται από μια κάμερα και μια μουσική (ένα εκπληκτικό μοτίβο του Γιάννη Μαρκόπουλου).

Ο Φόβος δεν είναι από τα φιλμ που έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στο χώρο της κουλτούρας, για χρόνια, να το πούμε αυτό, και οι λόγοι ήταν πολλοί. Ο Κώστας Μανουσάκης έκανε ταινίες για παραγωγούς (Κλέαρχος Κονιτσιώτης, Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης), χρησιμοποιούσε ηθοποιούς τού λεγόμενου εμπορικού κινηματογράφου (Βουγιουκλάκη, Μπάρκουλης, Φυσσούν, Ναθαναήλ, Φωκάς), ενώ δεν είχε κι εκείνο το σαφές πολιτικό στίγμα που θα... έπρεπε να διαθέτεις ως δημιουργός, ώστε να διαφοροποιείσαι από το παλιό. Παραμύθια...

Ο Μανουσάκης κινηματογραφεί σε άσπρο-μαύρο, εκμεταλλευόμενος την ιδανική φωτογραφία του Νίκου Γαρδέλη, την έξοχη μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου και φυσικά το υποκριτικό ταλέντο όλων των ηθοποιών του, με κορυφαίο ανάμεσά τους τον Ανέστη Βλάχο.

Ο Μανουσάκης υπήρξε σκηνοθέτης με αυστηρή προσωπική ματιά, παρ' ότι ο ίδιος δρούσε μέσα στην κοινή διανομή και το εμπορικό κύκλωμα. Και οι τρεις ταινίες που πρόλαβε να γυρίσει (Έρωτας Στους Αμμόλοφους το 1958, Προδοσία το '64, Ο Φόβος το '66) αποδεικνύουν σπάνια (για τα εγχώρια δεδομένα) σκηνοθετική βιρτουοζιτέ, με αποκορύφωμα το Φόβο, φυσικά, εκεί όπου καταθέτει όλη τη μαεστρία του.

Η ταινία γυρισμένη στους βάλτους της Κωπαΐδας, λογικά το καλοκαίρι-φθινόπωρο του '65 (προβλήθηκε στις αίθουσες στις αρχές του '66), πραγματεύεται ένα κοινωνικό πρόβλημα, ή μάλλον πολλά, ταυτοχρόνως, που σχετίζονταν με τα καταπιεσμένα ήθη μιας ξεκομμένης μεγαλοαγροτικής οικογένειας.

Ποιος κυριαρχεί εκεί; Ένας τσιφλικάς πατέρας-αφέντης, ένας αποτυχημένος βασικά οικογενειάρχης με βαθύ αυταρχικό προφίλ (Αλέξης Δαμιανός), καθώς γύρω του κινούνται μόνο δυστυχισμένα πρόσωπα. Ένας καταπιεσμένος και σεξουαλικά ανώριμος γιος από τον πρώτο γάμο του (ο απίστευτος Ανέστης Βλάχος), η μουγκή θρησκόληπτη ψυχοκόρη, το θύμα τού Ανέστη, που αφού βιαστεί στη συνέχεια θα φονευτεί (Έλλη Φωτίου) και ακόμη η δεύτερη σύζυγος τού τσιφλικά, μια επίσης καταπιεσμένη και αλλοτριωμένη από τη μίζερη ζωή της γυναίκα (Μαίρη Χρονοπούλου), που είναι εντελώς αδύναμη, και αυτή, για να επηρεάσει την εξέλιξη των πραγμάτων.

 

 Ο Φόβος Trailer

Μέσα σ' αυτή την ερμητικά κλειστή ομάδα, που κινείται μαθηματικά προς τη διάλυσή της, υπάρχει ένα ακόμη πρόσωπο, που έρχεται απ' έξω φέρνοντας μιαν αχτίδα φωτός – ανίκανο όμως και αυτό να διαλύσει το πηχτό σκοτάδι. Είναι η κόρη τού Δαμιανού από το δεύτερο γάμο του (με τη Χρονοπούλου), η Έλενα Ναθαναήλ και είναι βασικά η ελεύθερη σχέση της με το μηχανικό (Σπύρος Φωκάς), που παρεμβάλλεται σαν ένα μικρό φωτεινό ιντερμέντζο πλάι στη γενικότερη φρίκη.

portrait
Κώστας Μανουσάκης

Το σχόλιο τού Μανουσάκη είναι σαφές και προβάλλεται με απόλυτο έλεγχο όλων των εκφραστικών μέσων του. Η υπόσταση (ηθική ή όποια άλλη) της μεγαλοαγροτικής ελληνικής οικογένειας που κυριαρχεί στην ύπαιθρο (οι αναλογίες με τη μεγαλοαστική οικογένεια, που κυριαρχεί στο άστυ, δεν είναι μακρινές) βάλλεται εκ των έσω – από τα ίδια της τα μέλη. Ως κύτταρα της κοινωνίας αυτές οι οικογένειες παραμένουν κλειστές, ανίκανες να επικοινωνήσουν με ό,τι κινείται εκτός τους, με μέλη που δρουν πίσω απ' τις κουρτίνες, πνιγμένα μέσα στις υποδόριες απειλές και τη βία.

Αυτές οι οικογένειες προστατεύονται απ' όλους. Από τα ίδια τους τα μέλη κατ' αρχάς, τουλάχιστον μέχρι να «σπάσει» κάποιο (αν «σπάσει»), από τη γειτονιά και τις τοπικές κοινωνίες, που τα 'χουν κάνει «πλακάκια» για τα μικροσυμφέροντά τους, και βεβαίως από την επίσημη εξουσία, που διατηρεί απέναντί τους μια δουλοπρεπή συμπεριφορά. Πώς, λοιπόν, θα αποδοθεί η δικαιοσύνη, όταν τα πάντα είναι διεφθαρμένα μέχρι το κόκκαλο;

Εδώ επεμβαίνει ο σκηνοθέτης και μ' ένα εντυπωσιακό εύρημα, ακριβώς στο τέλος της ταινίας του, δίνει λύση στο πρόβλημα. Είναι η Φύση εκείνη που θα φέρει τα πράγματα στα ίσια και όχι οι λεγόμενοι θεσμοί, που έχουν σταματήσει προ πολλού να λειτουργούν, όντας βυθισμένοι στη διαφθορά και υπονομευμένοι από την εγγενή αναξιοπιστία τους.

Ο Μανουσάκης κινηματογραφεί σε άσπρο-μαύρο, εκμεταλλευόμενος την ιδανική φωτογραφία του Νίκου Γαρδέλη, την έξοχη μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου και φυσικά το υποκριτικό ταλέντο όλων των ηθοποιών του, με κορυφαίο ανάμεσά τους τον Ανέστη Βλάχο.

Ναι, η φωτογραφία του Γαρδέλη είναι εντυπωσιακή, αφού ώρες-ώρες νομίζεις πως βλέπεις κάδρα βγαλμένα από το Ουγκέτσου Μονογκατάρι (του Κέντζι Μιζογκούτσι), ενώ ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, αυτή η λαϊκή αβαντγκάρντια, που αγγίζει το εξώκοσμο στην τελευταία σκηνή, όντας κι αυτή (η μουσική) ζωντανό κομμάτι της σκηνοθεσίας.

Εκείνη την εποχή ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν σφόδρα επηρεασμένος από το μυστικιστικό έργο τού Γιάννη Χρήστου (το έχει πει ο ίδιος παλιά) και όλη η μουσική του στο Φόβο διαθέτει τέτοια υπερβατικά στοιχεία. Η δε τελευταία σκηνή, που είναι για ανθολογία, έχει τη μουσική σε πρωταγωνιστικό ρόλο, κατά τον τρόπο του Χρήστου στους Πέρσες (Θέατρο Τέχνης), δημιουργώντας θεία έκσταση και άγχος. Ο συνδυασμός, δε, κίνησης και μουσικής, μόνο από τους Κουν και Χρήστου, σ' αυτόν το βαθμό, είχε επιτευχθεί. Ίσως και από τους Κούνδουρο-Χατζιδάκι, στο Δράκο, μια δεκαετία νωρίτερα...

Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο Αλέξης Δαμιανός στο ρόλο του τσιφλικά πατέρα-αφέντη

Η ταινία εντυπωσίασε στην εποχή της, καθώς ακόμη και οι πιο δύσκολοι κριτικοί, που θέλουν, συχνά, να βγαίνουν πάνω από τα αριστουργήματα που κρίνουν, είπαν καλά λόγια. Να δύο...

Ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος στην Ελευθερία (29/6/1966), στο κείμενό του «Μία ανατομία του Ελληνικού Κινηματογράφου, 1965-1966» :

«Η πιο τολμηρή απομάκρυνση από τα εσκαμμένα και η πιο αξιόλογη καλλιτεχνική επιτυχία (χωρίς να χαθεί πάντως η "επαφή": 300 χιλιάδες εισιτήρια σε Αθήνα-Πειραιά) ήταν ο Φόβος του Κώστα Μανουσάκη. Εδώ, ένα ουσιαστικό και αδρό περιεχόμενο βρήκε την άξια φιλμική έκφρασή του. Είναι σίγουρα ένα φιλμ εθνικό, γιατί κοιτάζει κατάματα τις αρρώστιες και τα προβλήματα της φυλής μας από μέσα και όχι απ' έξω, με γραφικότητα. Με το άλμα αυτό στο παρελθόν, στην ρεαλιστική ηθογραφία του Χατζόπουλου και του Θεοτόκη, αλλά εμπλουτισμένη με σύγχρονα στοιχεία, όπως η ψυχανάλυση, ο Μανουσάκης δένει γερά το θέμα με τη γη, με τις παραδοσιακές δυνάμεις από τη μια, και με την ιστορική στιγμή από την άλλη. Οι εικόνες του δεν παραφράζουν το μύθο, αλλά δημιουργούν μόνες τους τις συγκρούσεις, σημαίνουν το δράμα, εκφράζουν με όλα τα εικαστικά τους στοιχεία.
Τα ελαττώματα, η κονταρομαχία νατουραλισμού και συμβόλου, η κλίση προς το θρίλερ, η υπερβολική δραματική υπογράμμιση, η αισθητική υπερφόρτωση δεν ανατρέπουν το γεγονός πως ο Φόβος είναι ένας ζωντανός οργανισμός, που στέκει στα πόδια του».

Και ο Αντώνης Μοσχοβάκης από την Αυγή (1/3/1966):

«Ο σκηνοθέτης αναδείχνεται κυρίαρχος των μέσων του, εναλλάσσει μαεστρικά, βίαια, ρωμαλέα τα πλάνα, τις σκηνές, οικοδομεί την ατμόσφαιρα, συνυφαίνει την ψυχολογία με τη δράση. Το ντεκουπάζ είναι επιδέξιο, το μοντάζ εύστοχο, ευλύγιστο, η σκηνοθεσία ευρηματική, εμπνευσμένη. Ίσως θα διαφωνήσει κανείς με τον ωμό νατουραλισμό της (ιδιαίτερα στη σκηνή των ψαριών), αλλά δεν μπορεί να αρνηθεί τη δημιουργικότητά της. Ο Μανουσάκης κάνει κινηματογράφο. Με την τρίτη αυτή ταινία του, κατατάσσεται δικαιωματικά ανάμεσα στους μετρημένος στα δάχτυλα του ενός χεριού σκηνοθέτες-δημιουργούς του κινηματογράφου μας».

Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Αφίσα της ιταλικής έκδοσης

Ο Φόβος επιλέχθηκε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο 16ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (24 Ιουνίου – 5 Ιουλίου 1966) αφήνοντας άριστες εντυπώσεις (Χρυσή Άρκτος στο Cul-de-sac του Πολάνσκι), ενώ δεν προβλήθηκε σε κανένα από τα Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς η ταινία δεν πρόλαβε την διοργάνωση του '65, ενώ ήταν αργά πια για 'κείνη του '66. Παρά ταύτα η εμπορική πορεία της, τόσο εδώ όσο και στο εξωτερικό υπήρξε εντυπωσιακή.

Η ταινία παίχτηκε σε Ανατολή και Δύση, σε όλη την Ευρώπη (Δυτική Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Γιουγκοσλαβία...) και ακόμη σε Καναδά, Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού, φέρνοντας χρήματα στους παραγωγούς της. Παρά ταύτα ήταν η τελευταία ταινία που θα γυρνούσε ο Κώστας Μανουσάκης!

Μετά από μια τέτοια εμπορική επιτυχία, ένας σκηνοθέτης, μόλις στα 37 χρόνια του, περνάει στην αφάνεια και για σχεδόν 40 χρόνια, μέχρι το θάνατό του, τον Αύγουστο του 2005, ελάχιστοι θα κατορθώσουν να μεταφέρουν νέα του σ' ένα ευρύτερο περιβάλλον. Τι είχε συμβεί;

Σ' ένα Παρασκήνιο αφιερωμένο στη μνήμη του, που είχε μεταδοθεί την 28/12/2005 από την ET1 –βασικά λέμε για την ταινία 'Κώστας Μανουσάκης, Ο Εξόριστος Κινηματογραφιστής' του Ηλία Γιαννακάκη– έμαθα πως ο Μανουσάκης υπήρξε ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος, σίγουρα μοναχικός, τον οποίο, οι περί τα κινηματογραφικά ασχολούμενοι, τον απομόνωσαν στην πορεία ακόμη περισσότερο.

Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο Φόβος δεν είναι από τα φιλμ που έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στο χώρο της κουλτούρας, για χρόνια, και οι λόγοι ήταν πολλοί.

Και τις τρεις ταινίες που πρόλαβε να γυρίσει τις γύρισε με πολλά προβλήματα, δημιουργώντας την αίσθηση πως ήταν δύστροπος, βασανιστικός με τους ηθοποιούς, απρόσιτος και άλλα τέτοια, που τον έφεραν, σταδιακά, σε ακόμη μεγαλύτερη κόντρα με τους (υποψήφιους) χρηματοδότες του.

Αν και ο Μανουσάκης προσπάθησε στη Μεταπολίτευση να περάσει κάποια σενάριά του στο Κέντρο Κινηματογράφου σκόνταψε στις τότε κομματικές εμπάθειες, με αποτέλεσμα να κλειστεί ακόμη περισσότερο στον εαυτό του, απομακρυσμένος από το σινάφι και κυρίως από την τέχνη του, στερώντας έτσι από την ελληνική κινηματογραφία το τάλαντο ενός κορυφαίου της auteur.

Ο Φόβος τού έφαγε το σωθικά; Σίγουρα ναι. Αν σκεφθούμε πως ο ίδιος είχε επενδύσει πολλά σ' εκείνη την παραγωγή, τη βράβευση/αναγνώριση της οποίας τη θεωρούσε εφαλτήριο για τις επόμενες ταινίες του που ποτέ δεν έκανε.

Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Η φωτογραφία του Γαρδέλη είναι εντυπωσιακή, αφού ώρες-ώρες νομίζεις πως βλέπεις κάδρα βγαλμένα από το Ουγκέτσου Μονογκατάρι... Στη φωτό η Έλενα Ναθαναήλ
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη: μια θρυλική ταινία από το 1966 με αληθινή διεθνή καριέρα Facebook Twitter
Οθόνες
4

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

6 αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τον κόσμο που ζούμε τώρα

Οθόνες / 6 αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τον κόσμο που ζούμε τώρα

Το Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Καστελλορίζου πρόβαλε φέτος ταινίες πολιτικά φορτισμένες που οραματίζονται ένα μέλλον χωρίς σύνορα. Έξι από αυτές έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση χάρη στην αισθητική και την προβληματική τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο ξεχασμένος απαγωγέας Τόνι Κυρίτσης, που ενέπνευσε τον Γκας Βαν Σαντ για το Dead Man's Wire

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Dead Man’s Wire»: Η χλιαρή επιστροφή του Γκας βαν Σαντ

Μετά από πέντε χρόνια ο Αμερικανός σκηνοθέτης επανέρχεται με την ξεχασμένη ιστορία ενός απαγωγέα, κάνοντας μια βιογραφία με νόημα, που όμως δεν προσθέτει κάτι στη φιλμογραφία του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βίκι Κριπς στη LIFO: «Καθένας επιλέγει το δικό του δηλητήριο»

Οθόνες / Βίκι Κριπς: «Καθένας επιλέγει το δικό του δηλητήριο»

Η ηθοποιός που στάθηκε σαν ίση προς ίσο απέναντι σε ολόκληρο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις μιλάει στη LiFO σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης με αφορμή την κυκλοφορία του «Hot Milk», που συμπεριλαμβάνει γυρίσματα στη χώρα μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Οθόνες / To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Μια ταινία βασισμένη σε βιβλίο του Στίβεν Κινγκ, η επιστροφή του Ντάρεν Αρονόφσκι, η καλύτερη ταινία του Κουροσάβα σε επανέκδοση και το τέταρτο μέρος της σειράς ταινιών θρίλερ «Το Κάλεσμα» – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
«Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Έκκληση από τους συντελεστές της ταινίας της Κάουτερ Μπεν Χάνια να σταματήσουν επιτέλους οι δολοφονίες παιδιών στη Γάζα, με αφορμή το σπαρακτικό τηλεφώνημα της 6χρονης Παλαιστίνιας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
A House of Dynamite

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «House of Dynamite»: Η Κάθριν Μπίγκελοου πατάει το κουμπί – και μας κόβει την ανάσα

Με χειρουργική ακρίβεια, η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με Όσκαρ σκηνοθεσίας μας πείθει ανατριχιαστικά για τον επικείμενο πυρηνικό όλεθρο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο μάγος του Κρεμλίνου

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Ο μάγος του Κρεμλίνου»: Ο ρυθμιστής του Πούτιν δεν χωρά σε ταινία

Πίσω από το ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας, κρύβεται ο ψίθυρος ενός σύγχρονου Ρασπούτιν. Ο Ολιβιέ Ασαγιάς τον ακολουθεί – αλλά μήπως τον πρόδωσε η φόρμα;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
No other choice

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «No other choice»: Η ταινία που θα οδηγήσει τον Παρκ Τσαν-γουκ στα Όσκαρ

Ο Κορεάτης σκηνοθέτης παραμένει ένας από τους μεγάλους σύγχρονους κινηματογραφιστές, αν και η αντικαπιταλιστική του σάτιρα «No other choice» δεν είναι η καλύτερή του ταινία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Είναι σαν να κάνεις τον Δράκουλα χορτοφάγο»: Γιατί το σέξι τέρας του Φρανκενστάιν που παίζει ο Τζέικομπ Ελόρντι είναι λάθος

Οθόνες / Γιατί το σέξι τέρας του νέου «Φρανκενστάιν» είναι λάθος

Στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος της Μέρι Σέλεϊ από τον Γκιγιέρμο ντελ Τόρο πρωταγωνιστεί ο «εξωφρενικά όμορφος» Τζέικομπ Ελόρντι στον ρόλο του τέρατος – πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα μια ταινία χωρίς ειρμό. 
THE LIFO TEAM
O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Οθόνες / O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός διασκευών του έργου του δημοφιλούς συγγραφέα που θα δούμε στο πανί, στο γυαλί και στο σανίδι, κι αυτό στάθηκε αφορμή για ένα αφιέρωμα στις καλύτερες ταινίες που ενέπνευσαν τα γραπτά του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

O Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο θα έκανε την Μέρι Σέλεϊ περήφανη. Ο δικός του Φρανκενστάιν κατορθώνει να μην προδώσει το πνεύμα του πολυδιασκευασμένου μυθιστορήματός της.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Λούκα Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ανταπόκριση από τη Βενετία / After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ο Λούκα Γκουαντανίνο νοσταλγεί τη χαμένη τέχνη του διαλόγου, αλλά το After the Hunt χάνει το δίκιο του στην ακαδημαϊκή φλυαρία και τις σεναριακές αστοχίες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Οθόνες / Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Από το «Awful Truth» του Λίο ΜακΚάρεϊ στο «Gone Girl» του Ντέιβιντ Φίντσερ κι από τις μπεργκμανικές «Σκηνές από έναν γάμο» στο «Revolutionary Road» του Σαμ Μέντες, ανατρέχουμε σε δέκα ταινίες για όσους ενώθηκαν ενώπιον Θεού κι ανθρώπων «μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος».   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ