Το σπίτι του Κijha και του Yungnsad στο Κερατσίνι μετατρέπεται σε κοινόβιο κάθε Σαββατοκύριακο

Συγκάτοικοι από ανάγκη αλλά και για συντροφιά. Η συγκατοίκηση δεν είναι μόνο ένας τρόπος να τα βγάλεις πέρα οικονομικά σε μια πόλη που γίνεται πανάκριβη αλλά και διέξοδος στη μοναξιά, φιλία και συντροφικότητα και κίνητρο για δημιουργία. Μια παρέα παιδιών δίνει μαθήματα συνύπαρξης σε ένα σπίτι όπου ζουν τέσσερα άτομα (και φιλοξενούνται πολύ περισσότερα).

Από τον M.Hulot
Φωτογραφίες: Freddie F.

Κάνοντας Google τη λέξη «συγκατοίκηση», είναι εντυπωσιακά τα αποτελέσματα που εμφανίζονται, γιατί σχεδόν όλα τα links αφορούν ζευγάρια που βρίσκονται σε σχέση. Μέχρι πρόσφατα αυτό ήταν και το πιο συνηθισμένο, όταν μιλάγαμε για συγκατοίκηση, η σχέση. Το να μοιράζεσαι διαμέρισμα με κάποιον φίλο ή φίλη (που δεν είναι ερωτικός σου σύντροφος) στην Ελλάδα δεν είναι, φυσικά, κάτι καινούργιο, είναι ωστόσο μια κατάσταση που παίρνει μεγάλες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια λόγω των νέων συνθηκών που δημιούργησαν οι κρίσεις κάθε τύπου. Ο βασικός μισθός για τους υπαλλήλους είναι 650 ευρώ, ένα ποσό που δεν σου επιτρέπει να ζήσεις μόνος σου στην Αθήνα: στο κέντρο είναι σχεδόν αδύνατο να βρεις αξιοπρεπές σπίτι κάτω από 500 ευρώ, τα ενοίκια σε γειτονιές περιζήτητες (Εξάρχεια, Κυψέλη, Παγκράτι) έχουν φτάσει στα ύψη, έχουμε το πιο ακριβό ίντερνετ της Ευρώπης, ακριβό ρεύμα, ακριβό φυσικό αέριο, η κεντρική θέρμανση (σε όποια πολυκατοικία υπάρχει) είναι ένα κόστος δυσβάσταχτο για έναν άνθρωπο που ξεκινάει τώρα τη ζωή του. Είτε δουλεύεις για να τα βγάλεις πέρα είτε είσαι φοιτητής και σε βοηθάνε οικονομικά οι γονείς σου, το κόστος ζωής στην Αθήνα είναι μεγαλύτερο από ποτέ και τα πράγματα έχουν γίνει πολύ δύσκολα. Η συγκατοίκηση έχει γίνει αναγκαίο κακό, όπως και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις ‒ στο Λονδίνο ή στο Παρίσι η διαμονή είναι εδώ και πολλά χρόνια ταυτόσημη με τη συγκατοίκηση. Αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα συγκατοικούν περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ, όχι μόνο νεαροί σε ηλικία. Υπάρχουν ζευγάρια που έχουν χωρίσει και μένουν αναγκαστικά στο ίδιο σπίτι επειδή είναι αδύνατο να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, υπάρχουν άνθρωποι που έχασαν τη δουλειά τους στην καραντίνα και νοικιάζουν δωμάτιο στο σπίτι τους, υπάρχουν παιδιά, όπως ο Κijha (Γιάννης) και ο Yungnsad (Γιάννης), που έχουν κάνει το σπίτι που μοιράζονται κοινόβιο και φιλοξενούν όλους τους φίλους τους, Αθηναίους και μη, που θέλουν να ζήσουν το όνειρό τους, να ανεξαρτητοποιηθούν και να δημιουργήσουν.

Συγκατοίκηση δεν σημαίνει μόνο μοιράζομαι ένα σπίτι και τα έξοδά του, σημαίνει και κανόνες και υποχρεώσεις για να μπορείς να ζήσεις με τους άλλους αρμονικά, σημαίνει υποχωρήσεις, αλλά σημαίνει και παρέα, φιλία και συντροφικότητα, κι αυτό ήταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα και στις δύο καραντίνες. Σε μια πόλη όπου η μοναξιά γίνεται όλο και πιο μεγάλο πρόβλημα σε όλο και πιο νεαρές ηλικίες, το να ζεις με συγκάτοικο είναι ένας τρόπος να έχεις κάποιον άνθρωπο δίπλα σου, έστω και στο διπλανό δωμάτιο.

Το να μη ζει μόνος κάποιος έχει τα καλά του και τα κακά του. Όλη η παρέα των παιδιών βρέθηκε θετική κάποια στιγμή στον covid και πέρασε μαζί τον περιορισμό.

Αυτήν τη στιγμή στο σπίτι του Κijha και του Yungnsad ζουν τέσσερα άτομα, συνήθως ζουν περισσότερα, τα Σαββατοκύριακα μπορεί να γίνουν και είκοσι(!). Δύο ακόμη φίλοι τους είχαν περάσει εκεί τη νύχτα. «Βγάζω περίπου 700-800 ευρώ τον μήνα από τη δουλειά μου στο καφέ, δεν με βοηθάνε οι γονείς μου οικονομικά», λέει ο Κijha. Είναι είκοσι χρονών και το σπίτι όπου ζουν είναι το πατρικό του στο Κερατσίνι, 95 τετραγωνικά, «που μπορεί να φιλοξενήσει αρκετό κόσμο». «Τα έξοδα είναι ανάλογα με τον μήνα, συνήθως το ρεύμα και το νερό είναι το πολύ 200 ευρώ, αλλά έχει τύχει να έρθει ΔΕΗ και 480 ευρώ!» εξηγεί. «Δίνουμε και 32 ευρώ τον μήνα στο ίντερνετ, επειδή έχουμε 100στάρα γραμμή. Συν τα κινητά. Αυτήν τη στιγμή δεν πληρώνουμε νοίκι για το σπίτι, επειδή είναι το πατρικό μου, αλλά σε λίγο καιρό, που θα μετακομίσουμε, θα έχουμε και 300 ευρώ νοίκι. Παράλληλα, νοικιάζουμε και μια αποθήκη με 250 ευρώ τον μήνα, όπου επενδύουμε ώστε να γίνει στούντιο! Επειδή το πρόγραμμά μου είναι αρκετά περίεργο και αρκετά κουραστικό, δουλεύω τα βράδια και πάω στη δουλειά στις πέντε το απόγευμα, ξυπνάω μεσημέρι. Δεν ξοδεύω χρόνο στο μαγείρεμα συχνά, μερικές φορές παραγγέλνω καφέ και κάτι να φάω και φεύγω απευθείας για τη δουλειά. Το βράδυ, αν έχει φτιάξει φαΐ ο Yungnsadς ή κάποιος στο σπίτι έχει μαγειρέψει, τσιμπάω κάτι ή, συνήθως, δεν τρώω. Δεν περιοριζόμαστε. Σήμερα μαγείρεψα εγώ και συνήθως, όταν μαγειρεύω, δεν μου αρέσει να επεμβαίνει κάποιος άλλος, μου αρέσει να το κάνω σόλο, αν χρειαστώ βοήθεια, ζητάω. Το μεγαλύτερο προσωπικό μου έξοδο αυτήν τη στιγμή είναι η αποθήκη και μετά το φαγητό. Αν είχα διαφορετικό πρόγραμμα στη δουλειά, θα μπορούσα να μαγειρεύω πολύ πιο συχνά. Δεν ξεκουράζομαι αρκετά και είναι και ψυχοφθόρο το να δουλεύεις νύχτα. Η πολυτέλεια που επιτρέπω στον εαυτό μου είναι να παραγγέλνω φαγητό απ’ έξω».

«Έχουμε τσακωθεί αρκετές φορές επειδή πετάει τα πράγματά του και του ζητάω να τα μαζέψει».

«Επειδή υπήρχαν αναποδιές όσο δούλευα στο fast-food, δεν έτυχε να πάρω ολόκληρο μισθό, οπότε το εισόδημά μου ήταν γύρω στα 650 ευρώ, γιατί οι γονείς μου βοηθούσαν, μου έδιναν δύο κατοστάρικα τον μήνα για να μπορέσω να αντεπεξέλθω», λέει ο Yungnsad. «Δεν είναι υγιεινές οι επιλογές μου και δεν ξοδεύω πάνω από σαράντα ευρώ το μήνα για φαγητό, έχω χάσει δέκα κιλά από τον χειμώνα και ξοδεύω κυρίως λεφτά για τσιγάρα, γιατί το κάπνισμα μου κόβει τη λαιμαργία». Ο Yungnsad είναι δεκαοκτώ χρονών και έχει έρθει πρόσφατα στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη. «Μαγειρεύω ή τρώω έξω, στο fast-food όπου δούλευα μού έδιναν ένα γεύμα, τώρα που δεν δουλεύω θα τρώω κυρίως μακαρόνια και ρύζι ή και κρύα σάντουιτς από το περίπτερο, γιατί είναι διαθέσιμα και το βράδυ, και μπορείς να τρως με 2,5 ευρώ. Ντελίβερι παίρνω κάθε φορά που κερνάει ο Κijha. Αν υπάρχει φαγητό, τρώμε όλοι μαζί, αλλιώς ο καθένας τρώει όποτε πεινάσει».

«Αυτήν τη στιγμή, άμα τύχει να πάω με φίλους σε κάποιο thrift shop για ρούχα, δίνω ελάχιστα, κανένα 30άρι», συνεχίζει ο Κijha. «Παπούτσια παίρνω, αν σκιστούν, απ’ το skate, αλλά έχω χορηγό που μου δίνει παπούτσια. Συνήθως δεν βγαίνω καν, δεν προλαβαίνω, δεν έχω χρόνο, και η διασκέδασή μου είναι να αράξω με φίλους στο σπίτι μου. Το πολύ-πολύ να πάω να πιω καμία μπίρα, πέντε-δέκα ευρώ max. Όλα τα λεφτά μου πάνε στη μηχανή μου, στις βενζίνες και στα λάδια. Θα ήθελα να είχα δύο χιλιάρικα τον μήνα για να επενδύσω στην αποθήκη. Μόλις βγούνε αυτά τα λεφτά από τη μέση, που τα δίνω σταδιακά, θα είμαι πολύ άνετος. Με 800 ευρώ τον μήνα νομίζω ότι ζω άνετα, πολύ άνετα, απλώς θα ήθελα να είχα περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Ο μόνος λόγος που θα ήθελα να έχω λεφτά είναι για να έχω ελεύθερο χρόνο, να μην έχω την ανάγκη να δουλεύω κάθε μέρα. Τώρα δεν μου φτάνει το 24ωρο, δουλεύω πάρα πολλές ώρες, τα χέρια μου πονάνε πολύ και δεν έχω χρόνο για τη μουσική μου όσο θα ήθελα». Μουσική φτιάχνει μετά τη δουλειά, τις πρωινές ώρες.

«Η συγκατοίκηση μερικές φορές είναι δύσκολη, αλλά σε γενικές γραμμές έχει πλάκα και περνάμε καλά. Αυτήν τη στιγμή στο σπίτι μένουν τέσσερα άτομα, κανονικά είμαι εγώ και ο Yungnsad, ανά διαστήματα όμως έρχονται φίλοι μας από άλλες περιοχές, η Θεοδώρα από τη Θεσσαλονίκη, ο Νίκος από τη Σπάρτη, και μένουν στο σπίτι. Δεν ζητάω λεφτά, ενοίκιο, μερικές φορές δίνουν εκείνοι λεφτά και παίρνουν πράγματα για το σπίτι, π.χ. καθαριστικά. Άμα μετακομίζαμε όλοι μαζί, προφανώς θα μοιραζόμασταν τα έξοδα, αλλά είναι μικρό το χρονικό διάστημα που μένουν και δεν θέλω να τους επιβαρύνω, επειδή ξέρω ότι δεν έχουν λεφτά. Θέλω να βοηθάω κόσμο που δυσκολεύεται, τους δίνω μια ευκαιρία να κάνουν τη ζωή που θέλουν, να γνωρίσουν κόσμο ή να έχουν νέες ευκαιρίες για τον εαυτό τους στην Αθήνα. Ο Νώντας π.χ., θέλει full on να συγκατοικήσει μαζί μας και μάλλον θα γίνει».

«Το μεγαλύτερο προσωπικό μου έξοδο είναι τα ρούχα και τα τατουάζ», λέει ο Yungnsad. «Είναι η προτεραιότητά μου, πάνω από το φαγητό. Αν μου έχουν περισσέψει είκοσι ευρώ, με τα οποία θα μπορούσα να φάω, πάω σε thrift shop για ρούχα και οτιδήποτε κάνει πάνω από πέντε ευρώ είναι ακριβό. Η πολυτέλεια που θα επιτρέψω στον εαυτό μου; Θα προσπαθήσω να έχω κρεβάτι, γιατί τώρα κοιμάμαι σε ένα φουσκωτό από τα Jumbo. Το μόνιμό μου έξοδο είναι το καθημερινό μου αναψυκτικό, το Master Hell. Θα μπορούσα να φάω με αυτά τα λεφτά, αλλά δεν πειράζει. Προτιμώ να μη βγαίνω γιατί δεν έχω λεφτά να ξοδέψω, αλλά, αν τύχει, πάω σε καμιά καφετέρια. Για να ζήσω άνετα, θα ήθελα να είχα 1.500 ευρώ τον μήνα, αν τα είχα, θα ήμουν full chill. Τότε θα είχα την άνεση να ξοδεύω για πράγματα άχρηστα, όπως για φαγητό».

«Ως ένας νέος είκοσι χρονών που εργάζεται για να τα βγάλει πέρα, δεν θα τα κατάφερνα αν δεν είχα συγκάτοικο».

Πώς είναι η συμβίωση σε ένα σπίτι όπου μπαινοβγαίνει καθημερινά τόσος κόσμος;

«Είμαι αρκετά ιδιότροπος», λέει ο Κijha, «θέλω να είναι όλα σχετικά στην εντέλεια, να είναι καθαρά, αλλά, λόγω της δουλειάς, δεν έχω χρόνο να καθαρίζω, γενικά το σπίτι είναι ένα μαύρο χάλι κάθε μέρα, επειδή έχουμε πάντα πάρα πολύ κόσμο. Επίσης, επειδή τα δωμάτια έχουν γίνει άνω κάτω, δεν έχω δικό μου χώρο. Δεν έχουμε ντουλάπες, αυτήν τη στιγμή είναι μια χαοτική περίοδος στις ζωές μας και περιμένουμε να μετακομίσουμε στην αποθήκη, είτε σε ένα διαμέρισμα κοντά, για να διαμορφώσουμε τον χώρο από την αρχή, να κάνουμε reset και να βολευτεί ο καθένας με τον τρόπο που θέλει.

Συγκατοικώ με τον Yungnsad κυρίως, τα άλλα παιδιά είναι περαστικοί. Ο Yungnsad δεν έχει ξαναζήσει μόνος, είναι η πρώτη φορά, και ακόμα και στο σπίτι του δεν έκανε πολλές δουλειές, δεν γνωρίζει να τις κάνει, δεν ξέρει. Αυτό είναι δύσκολο, γιατί εγώ πρέπει να κάνω και τον γονέα, εκτός από τον φίλο. Είμαι φίλος του και τον βοηθάω, αλλά ο γονέας έχει την ευθύνη να μάθει στο παιδί του να κάνει κάποιες οικιακές δουλειές, για να είναι πιο προετοιμασμένο όταν βγει στον έξω κόσμο. Επειδή δεν ξέρει να κάνει δουλειές, επιβαρύνομαι εγώ. Προσπαθεί να με βοηθάει, και βοηθάει, ψυχικά πιο πολύ, αλλά είναι δύσκολο να γυρνάς σπίτι και τα ρούχα να μην έχουν μπει στο πλυντήριο ή να μην έχουν πλυθεί τα πιάτα και να πρέπει να κάνεις και έξτρα δουλειά. Δεν έχω κανένα θέμα να τα κάνω, δεν παραπονιέμαι, αλλά η έξτρα βοήθεια είναι πάντα καλοδεχούμενη και την εκτιμώ. Το αντιλαμβάνεται κι αυτός, αλλά δεν το κάνει πάντα. Εγώ έχω τους δικούς μου ρυθμούς κι εκείνος τους δικούς του, ο καθένας συνεισφέρει στο σπίτι με τον τρόπο του.

Κάποιοι κανόνες, βέβαια, χτίζονται, εγώ αρκετές φορές μπορεί να γίνομαι και σπαστικός. Έχουμε τσακωθεί αρκετές φορές επειδή πετάει τα πράγματά του και του ζητάω να τα μαζέψει. Ευτυχώς, τα μαζεύει και μετά δεν το ξανακάνει. Άφηνε συχνά τις πετσέτες και τις κάλτσες όπου να ’ναι, τις μαζεύει τώρα και τις βάζει στο δωμάτιό του. Εκεί δεν επεμβαίνω, μερικές φορές είναι χάλια, αλλά είναι το δωμάτιό του. Ούτε αυτός μου λέει για το δικό μου. Από κει και πέρα, τα πάμε πάρα πολύ καλά, ό,τι και αν του πω να κάνει θα το κάνει, δεν λέει ποτέ όχι, αλλά κι εγώ, ως άτομο, δεν έχω το capacity να ξέρω τι χρειάζομαι για να του το ζητήσω.

«Είναι σοκαριστικό, έχουμε τόσο διαφορετικά προγράμματα με τον Γιάννη, που δεν τον βλέπω κάθε μέρα».

Ευελπιστώ να βγάλουμε λεφτά από αυτό που θέλουμε να κάνουμε, από τη μουσική, τα live, το merchandise, κι αν έχω πιο πολύ χρόνο να ασχολούμαι με την τέχνη μου, θα είμαι και πιο άνετος στο σπίτι και γενικά η ψυχική μου υγεία θα εκτοξευθεί. Λόγω της δουλειάς, η μέρα μου είναι ένας φαύλος κύκλος, πάω στις πέντε το απόγευμα στη δουλειά και επιστρέφω στις δύο το πρωί, και συνήθως υπάρχει κόσμος στο σπίτι, κόσμος που απλώς θέλει να έρχεται να αράζει γιατί περνάει καλά. Είναι σοκαριστικό, έχουμε τόσο διαφορετικά προγράμματα με τον Yungnsad, που δεν τον βλέπω κάθε μέρα. Χωρίς τον Yungnsad θα ήταν πολύ δύσκολο να συντηρώ το σπίτι και παράλληλα να τελειώσω την αποθήκη. Όλα αυτά θα γινόντουσαν πολύ πιο αργά, με τη βοήθειά του φτάνω πιο εύκολα στους στόχους μου. Κάνει σε όλους καλό αυτό, γιατί τους κρατάει σε εγρήγορση».

«Τα πλεονεκτήματα της συγκατοίκησης είναι και μειονεκτήματα, το ότι θα μάθεις να ζεις με άλλους ανθρώπους ναι μεν είναι ενοχλητικό, επειδή είναι ενοχλητικοί οι άνθρωποι, αλλά, από την άλλη, μαθαίνεις να γίνεσαι άνθρωπος και να σέβεσαι τον άλλο. Πρέπει να είσαι καθαρός γιατί δεν έχει κανένας την όρεξη να βλέπει τα ρούχα σου πεταμένα παντού», λέει ο Yungnsad.

«Τα πλεονεκτήματα της συγκατοίκησης είναι ότι έχω κόσμο, έχω φίλους, έχω συντροφιά, και γενικά περνάμε πάρα πολύ καλά», λέει ο Κijha. «Τα μειονεκτήματα είναι ότι ο καθένας χρειάζεται τον χώρο του και όταν ο δικός σου προσωπικός χώρος εισβάλλει στον χώρο του άλλου, γίνεται εκνευριστικό. Αλλά όταν τα βρίσκετε μεταξύ σας και είστε καλά, δεν νομίζω ότι θα δημιουργηθεί κάποιο θέμα. Από κει και πέρα, ο καθένας θέτει όρια, ορίζει πού δεν θέλει τι ή τι είναι αυτό στη συμπεριφορά σου που τον εκνευρίζει. Ως ένας νέος είκοσι χρονών που εργάζεται για να τα βγάλει πέρα, δεν θα τα κατάφερνα αν δεν είχα συγκάτοικο. Ίσως και να ήταν τόσο ψυχοφθόρο, που να μην το άντεχα και να τα παρατούσα. Η συγκατοίκηση είναι αναγκαία και είναι καλή επιλογή, σε βάζει στη διαδικασία να μάθεις καλύτερα τον εαυτό σου, τους άλλους, μαθαίνεις να επικοινωνείς και να συνεννοείσαι, να τηρείς όρια, να σέβεσαι. Αν δεν έχεις πάρει αυτές τις αρχές από το σπίτι σου, σίγουρα η συγκατοίκηση θα σου τις μάθει. Πρέπει να έχεις ανοιχτό μυαλό, ο καθένας είναι διαφορετικός και προτείνω τη συγκατοίκηση σε όποιον θέλει να ξεκινήσει μια νέα ζωή σε άλλη πόλη ή να ζήσει την ενήλικη ζωή, να έχει ευθύνες, τον δικό του χώρο. Και να έχεις και κανένα γκομενάκι, που λέει ο λόγος, μπορεί να είναι δύσκολο να απομονωθείς με τόσο κόσμο, αλλά όλο και κάποιο σημείο θα βρεις…»

«Ξοδεύω κυρίως λεφτά για τσιγάρα, γιατί το κάπνισμα μου κόβει τη λαιμαργία».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ