Τα πολιτισμικά είδωλα

Τα πολιτισμικά είδωλα Facebook Twitter
Αναρωτιέμαι μήπως στο πέρασμα του χρόνου στήνεται μια ύπουλη συναισθηματική παγίδα με βάση τη μυθολογία των καλλιτεχνών. Προφανώς υπάρχει αυτή η διάσταση.
0



ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
της μεγάλης περφόρμερ –και όχι απλώς τραγουδίστριας– Τίνα Τέρνερ συνειδητοποιούμε ότι ένα μεγάλο μέρος του προηγούμενου αιώνα το έχουμε ταυτίσει με τα καλλιτεχνικά και πολιτισμικά μεγέθη του. Μπορεί να θυμόμαστε, να μνημονεύουμε ή να εκτιμούμε πολιτικούς, στοχαστές ή άλλες σπουδαίες φυσιογνωμίες του παρελθόντος, όμως αγαπάμε ακόμα – ή μας συγκινούν– άνθρωποι σαν την Τίνα Τέρνερ ή σαν τον τεράστιο βιρτουόζο της ροκ κιθάρας Jeff Beck που μόλις προχτές τον τίμησαν με μια συναυλία οι παλιοί του φίλοι από τους Faces. 

Μπορεί να πει κανείς ότι αυτά τα πρόσωπα συντηρούν για χάρη μας μια ιδέα ευδαιμονίας, αν και πολλοί από αυτούς είχαν βασανιστεί και καταταλαιπωρηθεί στην προσωπική τους ζωή. Εννοώ πως μας έκαναν με έναν τρόπο ευτυχισμένους, δωρίζοντάς μας κάτι από το πάθος της τέχνης τους, κι έτσι για πολλές δεκαετίες αντλούμε αποθέματα από αυτό το «ταμείο».

Η Τίνα Τέρνερ ήταν 83. Ο Τζεφ Μπεκ, που πέθανε στις αρχές του χρόνου, ήταν γεννημένος το 1944. Η δύναμη της παρουσίας τους δεν εξηγείται απλώς από την πολιτισμική ηγεμονία μιας boomer νοσταλγίας ούτε από τον ιό του RΙΡ, που είναι το καθημερινό εγερτήριο σάλπισμα των ενηλίκων στα κοινωνικά μέσα.

Λέγεται, φυσικά, ότι όλο αυτό είναι μια βιομηχανία της πολιτισμικής νοσταλγίας, μια vintage ανακύκλωση ή ένα τέχνασμα του συναισθηματικού καπιταλισμού που τρέφεται από τις ίδιες μας τις ευαισθησίες. Πολλά μπορεί να ειπωθούν γι' αυτή την αγάπη για τα γερο-είδωλα που σβήνουν επειδή ήρθε η ώρα τους ή και πιο πρόωρα, ενώ, όπως λέμε, «είχαν ακόμα να δώσουν». Συχνά άλλωστε σχολιάζουμε επικριτικά τις επανασυνδέσεις παλαιών γκρουπ, τις περιοδείες ογδοντάρηδων ρόκερ, τις νεανικές στολές ρυτιδιασμένων ανθρώπων που καταφτάνουν από το 1970 στο παρόν και, καμιά φορά, κλέβουν την παράσταση. Ανεξάρτητα όμως από το φίλτρο της πολιτισμικής κριτικής ή άλλες ιδεολογικές αντιρρήσεις, η δυνατότητα των παλαιών πολιτισμικών ειδώλων να επιβιώνουν ως ζωντανές συναισθηματικές αναφορές είναι εντυπωσιακή. Συμβαίνει επίσης κάτι αξιοσημείωτο: οι νεότεροι, όταν αποφασίζουν να το «ψάξουν» κάπως, πάλι σε ιστορικά πολιτισμικά είδωλα καταφεύγουν. Ενώ από πολλές απόψεις δεν τους λένε κάτι ιδιαίτερο το ένα ή άλλο βαρύ όνομα της δικής μας μνήμης –το πολύ-πολύ να το γνωρίζουν ως όνομα–, κάποια στιγμή ανακαλύπτουν με τη σειρά τους μια Τίνα Τέρνερ ή μια Κέιτ Μπους και εκεί αναγνωρίζουν ένα άλλο μέγεθος. 

Αναρωτιέμαι αν αυτό δείχνει την εμπέδωση ενός πολιτισμικού συντηρητισμού που ορισμένοι παρατηρητές θεωρούν και ως μια αιτία (μία από τις πολλές) της λειψής δύναμης των ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών ιδεών. Μήπως τούτη η συνεχής απόδοση τιμών και το συναίσθημα που εκλύεται για λογαριασμό γέρικων ειδώλων μάς εμποδίζει να βρούμε καινούργιες, ισχυρές αναφορές και στόχους; Μήπως, πέρα από μια πολιτισμική γεροντοφιλία, δείχνει και αδυναμία συμφιλίωσης και αποδοχής των τάσεων του παρόντος;

Κάνω συχνά αυτή την άσκηση αμφιβολίας κάθε φορά που πιάνω τον εαυτό μου να συγκρίνει μια σημερινή (ή πρόσφατη) σκηνική παρουσία με μια Τίνα Τέρνερ του χθες, ένα τρίλεπτο ποπ τραγούδι στα charts του 2023 με ένα αντίστοιχο σαράντα χρόνων πίσω. Αναρωτιέμαι μήπως στο πέρασμα του χρόνου στήνεται μια ύπουλη συναισθηματική παγίδα με βάση τη μυθολογία των καλλιτεχνών. Προφανώς υπάρχει αυτή η διάσταση. Ισχύει όμως και κάτι άλλο που δύσκολα μπορεί να το αντικρούσει κανείς: αυτό που λέμε δημοφιλής κουλτούρα είχε φάσεις μεγάλης ανθοφορίας και εξάρσεις απίστευτης δημιουργικότητας. Είχε στιγμές μεγαλείου ακόμα και στην πιο εμπορική, μαζική, καταναλωτική της διάσταση. Πολύ νέα παιδιά μπόρεσαν να γεννήσουν εξαιρετικά τραγούδια, να εγγράψουν υποθήκες για το μέλλον. Κριτήριο είναι η αντοχή τους στον χρόνο με την έννοια ότι εκατομμύρια άνθρωποι μπόρεσαν να ακούσουν χίλιες (ή περισσότερες) φορές ένα απλό κομματάκι και να μην το βαρεθούν. Είναι πολύ δύσκολο να μην παραδεχτεί κανείς ότι εδώ και είκοσι τουλάχιστον χρόνια αυτό δεν το συναντάς πλέον. Ελάχιστα δείγματα αντέχουν στη χρήση πάνω από τον ετήσιο κύκλο τους.

Η Τίνα Τέρνερ ήταν 83. Ο Τζεφ Μπεκ, που πέθανε στις αρχές του χρόνου, ήταν γεννημένος το 1944. Η δύναμη της παρουσίας τους δεν εξηγείται απλώς από την πολιτισμική ηγεμονία μιας boomer νοσταλγίας ούτε από τον ιό του RIP που είναι το καθημερινό εγερτήριο σάλπισμα των ενηλίκων στα κοινωνικά μέσα. Υπήρξε μια τεράστια κοιτίδα δημιουργικότητας και ένα ύψος καλλιτεχνικής αλήθειας που εξηγεί τη συναισθηματική δόνησή μας. Η αγάπη μας γι' αυτά τα πρόσωπα και ό,τι έφτιαξαν στη σκηνή έχει λόγο ύπαρξης και ξεπερνάει τους εξωραϊσμούς της ηλικίας και τα τεχνάσματα του θεάματος. 

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τίνα Τέρνερ: Ο θρίαμβος που άργησε είκοσι χρόνια

Μουσική / Τίνα Τέρνερ (1939-2023): Ένας αληθινός θρύλος

Παρ’ όλες τις επιτυχίες και τις εκρηκτικές εμφανίσεις, η Τίνα Τέρνερ έζησε τα πρώτα σαράντα χρόνια της ζωής της με μοναξιά, κακοποίηση και στερημένη από αγάπη. Ο τρόπος που άφησε πίσω της τον τρόμο και την ενδοοικογενειακή βία και έγινε σύμβολο τόλμης και περηφάνιας και η πορεία της προς τη σαρωτική επιτυχία είναι είναι τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το παζλ της ζωής της.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Περιμένουμε καρτερικά και αποσβολωμένοι την επόμενη καταστροφή»

Κλιματική Αλλαγή / «Περιμένουμε καρτερικά και αποσβολωμένοι την επόμενη καταστροφή»

Με αφορμή την COP30 που φιλοξενείται φέτος στην καρδιά του Αμαζονίου, συνομιλούμε με τον Γιώργο Δικαίο, κύριο ερευνητή της Έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία (ΕΚΠΑ) και του ΕΛΙΑΜΕΠ, για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τα φαντάσματα του 2015 και οι ανοιχτοί λογαριασμοί 

Οπτική Γωνία / Τα φαντάσματα του 2015 και οι ανοιχτοί λογαριασμοί 

Η κυβέρνηση επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει στο εσωτερικό τις πρόσφατες συμφωνίες με τις ΗΠΑ και να κλείσει ανοιχτά μέτωπα, ενώ στην αντιπολίτευση μεγαλώνει ο ανταγωνισμός με τους νέους παίκτες που έρχονται από το παρελθόν. 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Πυρόπληκτος Έβρος, πράσινα σχέδια: H αιολική πίεση στα καμένα / Τα πράσινα σχέδια στον πυρόπληκτο Έβρο

Ρεπορτάζ / Τα «πράσινα» σχέδια στον πυρόπληκτο Έβρο

Η πρόσφατη απόρριψη αιτήσεων για εγκατάσταση αιολικών σταθμών στις καμένες εκτάσεις του Έβρου από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας-Θράκης ανέδειξε την ανάγκη για σαφές θεσμικό πλαίσιο στη χωροθέτησή τους· η πολιτεία το υποσχέθηκε, αλλά, όπως καταγγέλλεται, δεν το έχει κάνει ακόμη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Η πολιτική σαπουνόπερα του Αλέξη Τσίπρα

Οπτική Γωνία / Η πολιτική σαπουνόπερα του Αλέξη Τσίπρα

Τις τελευταίες μέρες παρακολουθούμε να ξεδιπλώνεται σχεδόν σαν διαφημιστική καμπάνια, με καθημερινά επεισόδια, το λεγόμενο rebranding του πρώην πρωθυπουργού, που επιστρέφει με το βιβλίο «Ιθάκη», κάτι σαν απόπειρα σκηνοθεσίας του παρελθόντος του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι σημαίνουν οι συμφωνίες για την ενέργεια με τις ΗΠΑ και πόσο συμφέρουν την Ελλάδα 

Οπτική Γωνία / Explainer: Οι συμφωνίες για την ενέργεια με τις ΗΠΑ και πόσο συμφέρουν την Ελλάδα 

Η Ελλάδα αποκτά βασικό ρόλο στην υλοποίηση του αμερικανικού σχεδίου για την αντικατάσταση του ρωσικού αερίου με αμερικανικό LNG στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Ο Μαμντάνι είναι ο αντίπαλος που θέλει ο Τραμπ

Οπτική Γωνία / Ο Μαμντάνι είναι ο αντίπαλος που θέλει ο Τραμπ

Ο Ζοχράν Μαμντάνι θα ορκιστεί στο δημαρχείο της Νέας Υόρκης την 1η Ιανουαρίου. Οι κάτοικοι των πέντε μεγάλων διαμερισμάτων θα τον παρακολουθούν. Το ίδιο κι ένας πρώην Νεοϋορκέζος, περίπου 200 μίλια νοτιότερα.
THE LIFO TEAM
Λειψυδρία: ο οδικός χάρτης για την υδατική ασφάλεια της Αττικής

Ρεπορτάζ / Το νερό τελειώνει. Πώς θα αντιμετωπίσει τη λειψυδρία η Αττική;

Υπό την πίεση της σταδιακής μείωσης των υδατικών αποθεμάτων, η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι η υδροδότηση της Αττικής τις επόμενες δεκαετίες θα διασφαλιστεί με τεχνικά έργα και θεσμικές παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα του συστήματος.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
ΜΑΜΝΤΑΝΙ

Οπτική Γωνία / Τζέφρι Σακς στη LiFO: «Ο Μαμντάνι στέλνει μήνυμα ελπίδας έναντι του αυταρχισμού του Τραμπ»

Μια άμεση ανάλυση της νίκης του νέου δημάρχου της Νέας Υόρκης και ένα σχόλιο από τον διακεκριμένο καθηγητή Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ