ΠΕΝΤΕ ΜΕΡΕΣ έχουν περάσει από την τελετουργική κλήρωση των ομίλων για το προσεχές Παγκόσμιο Κύπελο της FIFA (ή Μουντιάλ, όπως νοσταλγικά επιμένουμε να το λέμε) και ακόμα να κοπάσουν οι αναταράξεις, οι διαμαρτυρίες αλλά και η ναυτία που προκάλεσε σε όσους παρακολούθησαν, έστω και αποσπασματικά, αυτή την φαντασμαγορία του cringe. Κορυφαία – και δυστυχώς αξέχαστη – στιγμή αυτής της δυστοπικής φιέστας ήταν φυσικά η απονομή «μεταλλίου ειρήνης» στον Ντόναλντ Τραμπ από τον ανεκδιήγητο Πρόεδρο της FIFA, Τζιάνι Ινφαντίνο (σχεδόν νοσταλγεί κανείς την τερατώδη κυνική απάθεια του προκατόχου του, του αλήστου μνήμης Σεπ Μπλάτερ), ο οποίος από χθες κατηγορείται και επισήμως για παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ (και της Ειρήνης) προσήλθε στην τελετή για να παραλάβει το βραβείο του συνοδεία πεζοναυτών, επικυρώνοντας έτσι ένα από τα διάσημα σλόγκαν του προφητικού «1984» του Όργουελ: «Ο πόλεμος είναι ειρήνη». Αλλά και συνολικά η υφή της τελετής είχε κάτι που συνδύαζε χολιγουντιανό σόου, προπαγανδιστικό «ράλι» και τελετουργία σέκτας. Το φοβερό (ή θλιβερό) είναι ότι ο Τραμπ (ο οποίος φάνηκε να «τον παίρνει» και λίγο ενώ τραγουδούσε ο Αντρέα Μποτσέλι, αλλά δεν μπορούμε να τον ψέξουμε και γι α αυτό) και το μετάλλιό του, δεν ήταν από τα χειρότερα ή πιο εξωφρενικά επεισόδια μιας εκδήλωσης η οποία διανθίστηκε με μουσικοχορευτικά νούμερα αστέρων στην παρακμή ή στην δύση τους.
Κι όμως, αυτή η χυδαία επίδειξη εξουσίας φαίνεται να ανησυχεί μόνο ένα μικρό μέρος των φιλάθλων. Οι πωλήσεις εισιτηρίων για το Αμερικάνικο Παγκόσμιο Κύπελλο σπάνε ρεκόρ, παρά τις μακράν πιο υψηλές τιμές στην ιστορία, παρά τους περιορισμούς στις βίζες, παρά την καταστολή των Λατινοαμερικανών μεταναστών γύρω από τα στάδια. Παρά τον Τραμπ και τον Ινφαντίνο.
Ακούσαμε ζωντανά και το νέο, επίσημο άσμα της FIFA και του επόμενου Μουντιάλ, το κομμάτι “Desire” από τον Ρόμπι Γουίλιαμς. Η ιαχή “We love soccer! We rock” απηχεί στο ρεφρέν ενός τραγουδιού που έμοιαζε με καραμπινάτο προϊόν AI, παρότι ουδείς αποκαλεί έτσι (“soccer”) το άθλημα στις χώρες που είναι παραδοσιακά και βαθιά αγαπητό, ανάμεσά τους και το Μεξικό, το οποίο είναι συν-διοργανώτρια χώρα της προσεχούς διοργάνωσης, και του οποίου η Πρόεδρός ήταν επίσης παρούσα στην τελετή αλλά έμοιαζε εξαιρετικά αμήχανη και παγιδευμένη.
Κάποτε η FIFA, ακόμα κι όταν ήταν βαθιά βουτηγμένη σε κάθε είδους σκάνδαλα, κρατούσε τουλάχιστον κάποια προσχήματα και κάποιες γεωπολιτικές αποστάσεις. Αυτό έχει λήξει προ πολλού, αν αναλογιστούμε τη διαδρομή του Μουντιάλ από τη Ρωσία του Πούτιν στο Κατάρ του Εμίρη Ταμίμ μπιν (οι χώρες που φιλοξένησαν τα δύο προηγούμενα Παγκόσμια Κύπελα) κι από τις ΗΠΑ του Τραμπ στη Σαουδική Αραβία του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, όπου θα διεξαχθεί η διοργάνωση του 2030.
«Ο δεσποτισμός ήταν ανέκαθεν συνυφασμένος με την φαιδρότητα», σχολίαζε η Monde στην ανταπόκρισή της από τη φιέστα του Ινφαντίνο, αυτή την «συγκλονιστική επίδειξη δουλοπρέπειας από τον επικεφαλής του παγκόσμιου ποδοσφαίρου προς έναν αρχηγό κράτους, η οποία υπερέβαινε τόσο πολύ την παρωδία ή την σάτιρα ώστε ήταν αδύνατον να γελάσεις…
Κι όμως, αυτή η χυδαία επίδειξη εξουσίας φαίνεται να ανησυχεί μόνο ένα μικρό μέρος των φιλάθλων. Οι πωλήσεις εισιτηρίων για το Αμερικάνικο Παγκόσμιο Κύπελλο σπάνε ρεκόρ, παρά τις μακράν πιο υψηλές τιμές στην ιστορία, παρά τους περιορισμούς στις βίζες, παρά την καταστολή των Λατινοαμερικανών μεταναστών γύρω από τα στάδια. Παρά τον Τραμπ και τον Ινφαντίνο. Αυτή είναι η τραγωδία του ποδοσφαίρου: η σαγηνευτική του δύναμη εξακολουθεί να λειτουργεί ανεξάρτητα από τις κακοποιήσεις που υφίσταται. Αυτό κάνει ακόμη πιο δύσκολη κάθε προσπάθεια ανάκτησης του παιχνιδιού να ανακτήσει από τη FIFA, η οποία το οδήγησε σε μια δυστοπία όπου τερατώδη εγώ απονέμουν μεταξύ τους παράσημα ανθρωπιάς».