ΤΕΛΙΚΑ ΔΕΝ ΗΡΘΑΝ τα πάνω-κάτω σ’ αυτό το Euro που μας ψυχαγώγησε αρκούντως και με τον κόσμο στις κερκίδες μάς πρόσφερε μια ψευδαίσθηση κανονικότητας, που ενισχύθηκε από τη συνήθη τραγική κατάληξη που έχουν οι απόπειρες της Εθνικής Αγγλίας να σηκώσει κάποιο σημαντικό τρόπαιο μετά από μισό και πλέον αιώνα.
Τουλάχιστον έφτασε για πρώτη φορά από το 1966 σε τελικό πριν υποκύψει στη μοίρα και στην κατάρα των πέναλτι που υποτίθεται ότι είχε εξορκίσει στο Μουντιάλ του 2018, όταν είχε αποκλείσει στη διαδικασία της «ρωσικής ρουλέτας» την Κολομβία, στη συνέχεια όμως, πιστή στο πεπρωμένο της, αποκλείστηκε στον ημιτελικό από την Κροατία στην παράταση.
Για τους περιστασιακούς επισκέπτες του ποδοσφαίρου που συνωστίζονται κι αυτοί κοντά στην οθόνη όταν διεξάγονται διοργανώσεις τέτοιου «οικουμενικού» βεληνεκούς, τα πέναλτι ως δραματική κλιμάκωση της ιστορίας αποτελούν το ιδανικό τηλεοπτικό φινάλε καθώς ταιριάζουν πολύ περισσότερο στις κλειστοφοβικές διαστάσεις της οθόνης παρά στην οπτική που μπορεί έχει ένας θεατής μέσα στο γήπεδο. Ένα αφύσικο, στατικό, μη οργανικό, επίπλαστο και βεβιασμένο δράμα, σύμφωνα με τους διάφορους επικριτές τους, μια διαδικασία που συνιστά κακή τέχνη και φτηνό μελόδραμα.
Κανείς δεν θυμάται αυτούς που τα έβαλαν, όλοι όμως θυμούνται για πάντα αυτούς που έχασαν τα κρίσιμα πέναλτι, άντε κι αυτούς που τα έπιασαν ενίοτε και έγιναν οι ήρωες της στιγμής, ο τραγικός σταρ όμως είναι αναμφισβήτητα αυτός που το χάνει και η απώλεια αυτή έχει άμεσο και συντριπτικό κόστος, όπως συνέβη χθες, καλή ώρα.
Από την άλλη, υπάρχουν και αυτοί που πιστεύουν ότι πρόκειται για την επαρκέστερη αλληγορία για την ανθρώπινη κατάσταση που μπορούν να προσφέρουν τα ανταγωνιστικά σπορ, σ’ ένα πεδίο μάλιστα γεμάτο από εμπειρικές μεταφορές και ιλιγγιώδεις αναλογίες με την αληθινή ζωή.
Ανάμεσά τους και διάφοροι σημαντικοί συγγραφείς, Ευρωπαίοι και Λατινοαμερικανοί κυρίως, με αποκορύφωμα την μυθοπλαστική πραγματεία του Πέτερ Χάντκε περί αποξένωσης με ήρωα έναν πρώην τερματοφύλακα που ασυνείδητα σχεδόν εξελίσσεται σε ψυχάκια δολοφόνο (γυναικοκτόνο συγκεκριμένα) στην «Αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι».
Μια απόφαση είναι το πέναλτι που συμπυκνώνει τον φόβο, την ελπίδα, το μετάνιωμα, την πικρία, τη λύτρωση και όλα τα έντονα συναισθήματα που εμφανίζονται διογκωμένα στις κρίσιμες περιστάσεις της ζωής. Κανείς δεν θυμάται αυτούς που τα έβαλαν, όλοι όμως θυμούνται για πάντα αυτούς που έχασαν τα κρίσιμα πέναλτι, άντε κι αυτούς που τα έπιασαν ενίοτε και έγιναν οι ήρωες της στιγμής, ο τραγικός σταρ όμως είναι αναμφισβήτητα αυτός που το χάνει και η απώλεια αυτή έχει άμεσο και συντριπτικό κόστος, όπως συνέβη χθες, καλή ώρα.
Κακή και ψυχρή βεβαίως για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αγγλίας, που θα έχει άλλη μια ευκαιρία ίσως του χρόνου τον Δεκέμβρη (τα ύστερα του κόσμου…) στο Παγκόσμιο Κύπελο του Κατάρ, μια διοργάνωση-ύβρις που έχει ήδη στοιχίσει την ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους που βρέθηκαν να δουλεύουν στα εργοτάξιά του κάτω από εντελώς απάνθρωπες συνθήκες.
Εκεί δεν θα είναι μακάβρια μόνο η διαδικασία των πέναλτι αλλά ολόκληρη η διοργάνωση, σαν τις ταινίες τρόμου που στο τέλος αποκαλύπτεται ότι όλο το κακό συνέβη επειδή το μέρος όπου διαδραματιζόταν η δράση είχε χτιστεί πάνω σε νεκροταφείο αυτοχθόνων.