ΕΠΕΙΔΗ Ο ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΣ συνήθως ξέρει τι κάνει –και για καλό και για κακό– και κυρίως ξέρει ποιος (και πόσο) είσαι, μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκε αιφνιδίως μπροστά μου ένα προπέρσινο άρθρο του Atlantic, γραμμένο από συνομήλική μου αρθρογράφο, την Jennifer Senior, και με τίτλο «Είμαι 53 ετών αλλά στο μυαλό μου είμαι 36». Το πολύ ενδιαφέρον αλλά και παρηγορητικό άρθρο/ρεπορτάζ ασχολείται με το μάλλον αφηρημένο concept ή φαινόμενο της «υποκειμενικής ηλικίας». Είναι όμως κάτι που παθαίνουμε οι περισσότεροι, ειδικά από μια ηλικία και μετά, και συχνά δεν έχει να κάνει με κάποια ακατάβλητη νοσταλγία της νεότητας ούτε με την τρέχουσα (σωματική, ψυχολογική, συναισθηματική) κατάστασή μας.
«Ένας φίλος, κοντά στα 60», γράφει η Senior, «μου είπε πρόσφατα ότι κάθε φορά που κοιτάζεται στον καθρέφτη, δεν είναι τόσο δυσαρεστημένος όσο έκπληκτος με την εμφάνισή του – «σα να έχει γίνει κάποιο λάθος» ήταν τα ακριβή του λόγια. (Τα reunion με παλιούς συμμαθητές ή συμφοιτητές μπορούν να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Τους κοιτάζεις ρυτιδωμένους και αναρωτιέσαι πώς υπέκυψαν τόσο βίαια στον χρόνο. Μετά βλέπεις φωτογραφίες του εαυτού σου από το ίδιο reunion και σου σκάει απότομα η πραγματικότητα)».
Οι ενήλικες άνω των 40 ετών θεωρούν τον εαυτό τους, κατά μέσο όρο, περίπου 20% νεότερο από την πραγματική τους ηλικία (κάντε τους υπολογισμούς σας, εγώ τους έκανα και το πηλίκο μου φαίνεται σωστό).
Παρότι όμως πρόκειται για κάτι εξαιρετικά διαδεδομένο, λίγες είναι οι μελέτες που εξετάζουν αυτό το φαινόμενο και η πλειοψηφία τους είναι γεροντολογικού τύπου, θέτοντας συνήθως το εκνευριστικό συχνά ερώτημα «Πόσο χρονών αισθάνεσαι;» (σωματικά), που, όπως επισημαίνει το άρθρο, είναι ένα εντελώς διαφορετικό ερώτημα από το «Πόσο χρονών είσαι στο μυαλό σου;». Η πιο επισταμένη έρευνα για την υποκειμενική ηλικία έγινε το 2006 στη Δανία, θέτοντας ακριβώς αυτό το ερώτημα σε 1.470 συμμετέχοντες. Το συμπέρασμα ήταν ότι οι ενήλικες άνω των 40 ετών θεωρούν τον εαυτό τους, κατά μέσο όρο, περίπου 20% νεότερο από την πραγματική τους ηλικία (κάντε τους υπολογισμούς σας, εγώ τους έκανα και το πηλίκο μου φαίνεται σωστό).
Ένας άλλος από τους ερωτηθέντες φίλους και γνωστούς της αρθρογράφου –καθηγητής συνταγματικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν– θέτει το ζήτημα πιο διεξοδικά: «Είμαι 53 αλλά στο μυαλό μου είμαι 35, μάλλον επειδή τότε ήταν που απαντήθηκαν ή επιλύθηκαν κάποια σημαντικά θέματα για την ζωή μου, δημιουργώντας συνθήκες οι οποίες έχουν παραμείνει ίδιες έκτοτε. Κάποιοι θεολόγοι στον Μεσαίωνα είχαν θέσει ανάμεσά τους το ερώτημα "ποια είναι η ηλικία των ανθρώπων στον παράδεισο". Η πιο δημοφιλής απάντηση ήταν 33, εν μέρει λόγω της ηλικίας του Χριστού κατά την σταύρωση, εν μέρει όμως, πιστεύω, επειδή είναι μια ηλικία που εκπροσωπεί έναν ιδανικό συνδυασμό σφρίγους και πρώιμης έστω, ωριμότητας».
Σ’ αυτή τη μίνι δημοσκοπική έρευνα της αρθρογράφου, συμμετείχε και η διάσημη συγγραφέας Μάργκαρετ Άτγουντ, η οποία δήλωνε (προ διετίας, παρότι μια χαρά είναι και σήμερα απ΄ όσο μπορούμε να ξέρουμε) ότι από μια ηλικία και μετά δεν έχεις ανάγκη από «υποκειμενικές ηλικίες»: «Στα 53 ανησυχείς ότι είσαι γέρος ή γριά σε σύγκριση με τους νεότερους. Στα 83 απολαμβάνεις τη στιγμή και ταξιδεύεις εδώ και εκεί στο χρόνο, στις τελευταίες οκτώ δεκαετίες. Δεν ανησυχείς αν φαίνεσαι ηλικιωμένος, γιατί είσαι ηλικιωμένος! Και λες διαρκώς με τους φίλους σου αστεία για γέρους. Κατά κάποιους τρόπους, διασκεδάζεις περισσότερο από ό,τι στα 53. Περίμενε και θα δεις!».