ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΑ «μικρά» νησιά, το τέλος του Αυγούστου δεν είναι πλέον το θαμπό σβήσιμο του καλοκαιριού αλλά η τελευταία και πιο επεισοδιακή μάχη της υψηλής σεζόν. Μια επιχείρηση αναγκαστικής και μαζικής φυγής από τον παράδεισο, κι ας έχει σε μεγάλο βαθμό χαθεί η ιδιαίτερη φυσιογνωμία που είχαν αυτά τα μέρη που κάποτε συμβόλιζαν έναν εναλλακτικό παραθερισμό.
Πού και πού μόνο συναντά κανείς ίχνη, σπαράγματα και σωματίδια από ένα χαμένο vibe μιας μυθικής άγονης γραμμής. Η τέρμα άκρη της παραλίας, ένα μαγαζί που επιμένει στα παλιά, μερικοί γυμνοί ηλικιωμένοι «χίπηδες» (σχεδόν πάντα Γερμανοί) με δέρμα χαρτοφύλακα που περιφέρονται με τα χέρια δεμένα στη μέση ανάμεσα σε τέντες, ομπρέλες και πολύβουες οικογένειες με τόνους συμπράγκαλα κι αξεσουάρ. Φαντάσματα από άλλες εποχές και άλλες συνθήκες, στοιχειωμένοι διακομιστές μιας άλλης αντίληψης, πρόσφυγες από έναν κόσμο και μια αντίληψη που δεν υπάρχει πια.
Μακάρι να μην περνούσαμε τις διακοπές μας σ’ ένα καθεστώς ψυχαναγκασμού όπου όλα πρέπει να τέλεια, ιδανικά κι αξέχαστα.
«Ένα κρεβάτι / και να είναι Αύγουστος / και ξέρω εγώ να ξαναζήσω», έλεγε ο ποιητής (Χρίστος Λάσκαρης). Μακάρι να ήταν τόσο απλό. Μακάρι να μην περνούσαμε τις διακοπές μας σ’ ένα καθεστώς ψυχαναγκασμού όπου όλα πρέπει να τέλεια, ιδανικά κι αξέχαστα.
Μακάρι να μην έπρεπε να έχεις κλείσει αυτό το κρεβάτι έναν χρόνο πριν και να μην έπρεπε να τηλεφωνάς για να κλείσεις τραπέζι στις ταβέρνες και τα εστιατόρια του νησιού την ώρα που θεωρητικά «χαλαρώνεις» στην παραλία.
Μακάρι να μην αγκομαχούσες μεταξύ υπερπληρότητας και υπερτίμησης. Μεταξύ του πελάτη που έχει πάντα δίκιο και του προσωπικού που δεν μπορεί να βρει το δικό του. «Χαλαρώστε ρε γαμώτο, σε διακοπές είστε» άκουσα κάποια στιγμή να ουρλιάζει μια κοπέλα, υπονομεύοντας έτσι η ίδια το μήνυμα που ήθελε να περάσει στην παρέα της, η οποία δεν ακουγόταν πριν το ξέσπασμά της.
Και μέσα σ’ όλα αυτά, το ραδιενεργό πεδίο δοκιμασίας των σχέσεων –φιλικών, ερωτικών, οικογενειακών– που είναι συχνά οι διακοπές, ειδικά του Αυγούστου. Ο άνεμος είναι ισχυρός, η αμμοβολή έντονη, αλλά εμείς πνέουμε ασθενείς έως μέτριοι. Υπάρχουν φορές που το να μοιραστείς την ανεμελιά, το ξέγνοιασμα, την χαλάρωση, με τους άλλους μοιάζει να είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο. Όταν συμβαίνει όμως, και μάλιστα μέσα σε τόσο κόσμο, είναι μια υπερβατική κατάσταση.
«Ο Αύγουστος ξεγλίστρησε μέσα σε μια στιγμή του χρόνου / επειδή ποτέ δεν ήταν δικός μου», λέει η Τέιλορ Σουίφτ στο κομμάτι «August» (από την ανιψιά μου το έμαθα), και έχει δίκιο. Ο Αύγουστος ανήκει σε όλους και δεν ανήκει σε κανέναν και κάθε φορά που φεύγει μάς αφήνει αυτό το συναίσθημα εγκατάλειψης και ανεκπλήρωτων προσδοκιών.