Η είδηση ότι η Shell εξετάζει την εξαγορά της βρετανικής ανταγωνίστριάς της BP, σε μια συμφωνία που θα μπορούσε να εξελιχθεί στη μεγαλύτερη στον πετρελαϊκό κλάδο των τελευταίων δεκαετιών, προκάλεσε έντονη κινητικότητα στη διεθνή αγορά ενέργειας.
Το ρεπορτάζ της Wall Street Journal, που επικαλείται πηγές με γνώση των συνομιλιών, έκανε λόγο για πρώιμες επαφές μεταξύ των δύο κολοσσών, με στόχο μια συμφωνία–ορόσημο για τον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.
Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, η Shell έσπευσε να διαψεύσει ότι βρίσκονται σε εξέλιξη τέτοιες διαπραγματεύσεις. «Δεν διεξάγονται συνομιλίες», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας στο πρακτορείο Reuters, προσθέτοντας: «Αυτές οι φήμες αποτελούν περαιτέρω εικασίες της αγοράς. Όπως έχουμε επανειλημμένα πει, είμαστε απολύτως επικεντρωμένοι στη δημιουργία αξίας για τη Shell, μέσα από τη βελτίωση των επιδόσεων, τη δημοσιονομική πειθαρχία και την απλοποίηση των διαδικασιών».
Παρά την επίσημη διάψευση, το ενδεχόμενο μιας τέτοιας συμφωνίας προκαλεί αίσθηση: εφόσον υλοποιηθεί, θα είναι η μεγαλύτερη εξαγορά στον τομέα των ορυκτών καυσίμων μετά το ιστορικό deal των 83 δισ. δολαρίων που δημιούργησε την Exxon Mobil στις αρχές του 21ου αιώνα. Θα πρόκειται επίσης για τη μεγαλύτερη εταιρική συμφωνία του 2025, ξεπερνώντας κάθε άλλη στο χρηματιστηριακό ταμπλό.
Η πιθανή εξαγορά της BP θα ενίσχυε θεαματικά τη θέση της Shell απέναντι σε ανταγωνιστές όπως η Exxon και η Chevron, δίνοντάς της σημαντικό πλεονέκτημα στο παγκόσμιο εμπόριο πετρελαίου, φυσικού αερίου και υγροποιημένου LNG.
Shell από θέση ισχύος – BP υπό πίεση
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Shell προσεγγίζει τις όποιες συζητήσεις από ισχυρή θέση. Η κεφαλαιοποίησή της ξεπερνά τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η μετοχή της έχει υπεραποδώσει σημαντικά έναντι της BP τα τελευταία χρόνια.
Η BP, από την πλευρά της, προσπαθεί να συνέλθει από μια δύσκολη περίοδο στρατηγικών αναταράξεων: η αποτυχημένη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι διαδοχικές διοικητικές αλλαγές και οι περικοπές επενδύσεων στην καθαρή ενέργεια έχουν πλήξει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης, η BP εξετάζει την πώληση της Castrol, μονάδας παραγωγής λιπαντικών, και την αποεπένδυση από τη Lightsource, τη θυγατρική της στον ηλιακό τομέα.
Πρόσφατα, ο πρόεδρος της BP, Έλγκε Λουντ, κεντρικός αρχιτέκτονας της στρατηγικής πράσινης μετάβασης της εταιρείας, ανακοίνωσε ότι πρόκειται να παραιτηθεί.
Η στρατηγική της Shell: Επιστροφή στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο
Η Shell, στο μεταξύ, έχει κάνει στροφή στην κερδοφορία, επενδύοντας εκ νέου σε παραδοσιακές πηγές ενέργειας και περιορίζοντας τις φιλοδοξίες της στην πράσινη μετάβαση. Τον Μάιο ανακοίνωσε ένα νέο πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ εξετάζει και την πώληση χημικών περιουσιακών στοιχείων σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Ο CEO της, Ουαέλ Σαουάν, έχει δηλώσει ότι ο «πήχης» για μεγάλες εξαγορές παραμένει υψηλός και ότι η εταιρεία παραμένει επικεντρωμένη στην ενίσχυση του βασικού της επιχειρηματικού μοντέλου.
Τι σημαίνει για την αγορά ενέργειας
Αναλυτές σημειώνουν ότι μια ενδεχόμενη συμφωνία μεταξύ Shell και BP θα είχε εκτεταμένες επιπτώσεις, όχι μόνο στο ευρωπαϊκό ενεργειακό τοπίο αλλά και παγκοσμίως. Θα δημιουργούσε έναν πετρελαϊκό γίγαντα με αυξημένη επιρροή στις τιμές ενέργειας, στην πολιτική της ενεργειακής μετάβασης και στην εμπορική κυριαρχία στο LNG.
Για την ώρα, πάντως, η αγορά περιορίζεται σε σενάρια. Η BP δεν έχει σχολιάσει το δημοσίευμα της WSJ, ενώ οι ρυθμοί των όποιων συνομιλιών –αν όντως υφίστανται– περιγράφονται από τις ίδιες πηγές ως «αργοί και χωρίς συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα».
Με πληροφορίες από Reuters