Ανησυχία έχει προκαλέσει η ανακοίνωση του ΕΦΕΤ για την ανάκληση τσουρεκιού με γέμιση πραλίνα φουντουκιού από την ελληνική αγορά, έπειτα από ανίχνευση υψηλής συγκέντρωσης κουμαρίνης, μιας φυσικής ουσίας η οποία σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Η κουμαρίνη είναι μια φυσική αρωματική ένωση που εντοπίζεται σε πολλά φυτά και βότανα. Τη συναντάμε κυρίως σε φασόλια τόνκα, λεβάντα, κασία (είδος κανέλας), καθώς και σε προϊόντα όπως λικέρ, καρυκεύματα και αρτοσκευάσματα που περιέχουν κανέλα. Χρησιμοποιείται επίσης ευρέως στη βιομηχανία καλλυντικών, σε αρώματα, λοσιόν σώματος και αποσμητικά, λόγω του ευχάριστου γλυκού αρώματός της.
Γιατί είναι επικίνδυνη η κουμαρίνη;
Αν και πρόκειται για φυσικό συστατικό, η κουμαρίνη έχει χαρακτηριστεί ως δυνητικά τοξική για το ήπαρ και έχει συσχετιστεί με ηπατοτοξικές και καρκινογόνες επιδράσεις. Ήδη από το 1954, η χρήση της έχει απαγορευθεί σε τρόφιμα στις ΗΠΑ, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση επιτρέπεται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα, ο Κανονισμός (ΕΚ) 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απαγορεύει την προσθήκη κουμαρίνης ως τεχνητού αρωματικού στα τρόφιμα, ενώ θέτει όρια στη φυσική της περιεκτικότητα, ιδίως σε προϊόντα που περιέχουν κανέλα. Τα μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα κυμαίνονται ανάλογα με το προϊόν:
- 50 mg/kg για παραδοσιακά ή εποχιακά αρτοσκευάσματα με κανέλα
- 20 mg/kg για δημητριακά πρωινού
- 15 mg/kg για λοιπά αρτοσκευάσματα
- 5 mg/kg για επιδόρπια
Η κασία, ένα είδος κανέλας που χρησιμοποιείται συχνά στα επεξεργασμένα τρόφιμα λόγω της έντονης γεύσης και του κόστους της, περιέχει πολύ μεγαλύτερες ποσότητες κουμαρίνης σε σύγκριση με την κανέλα Κεϋλάνης. Οι ειδικοί συστήνουν την περιορισμένη κατανάλωση κασίας, ιδίως από παιδιά, άτομα με ηπατικά προβλήματα ή χρόνιες παθήσεις.
Η πρόσφατη απόσυρση μπισκότων από την αγορά επιβεβαιώνει την ανάγκη για συστηματικούς ελέγχους στη βιομηχανία τροφίμων, αλλά και ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τις ουσίες που περιέχουν τα επεξεργασμένα προϊόντα.
Οι χημικές αναλύσεις για τον εντοπισμό κουμαρίνης γίνονται ήδη σε εργαστήρια τροφίμων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με στόχο τη συμμόρφωση των προϊόντων με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Σε κάθε περίπτωση, η κατανάλωση προϊόντων που περιέχουν κουμαρίνη δεν είναι επικίνδυνη όταν γίνεται περιστασιακά και σε μικρές ποσότητες. Ωστόσο, η υπερβολική ή συστηματική έκθεση, ιδιαίτερα σε ευπαθείς ομάδες, μπορεί να έχει σωρευτικές και επιβαρυντικές επιπτώσεις στην υγεία.