Η διακοπή προγραμμάτων των ΗΠΑ για την προστασία της άγριας ζωής και την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου απειλούμενων ειδών έχει δημιουργήσει κενό που εκμεταλλεύονται διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις, από κινεζικές τριάδες και μεξικανικά καρτέλ έως τοπικούς λαθροθήρες.
Η USAID δαπανούσε ετησίως τουλάχιστον 375 εκατ. δολάρια σε δράσεις κατά της λαθροθηρίας και της διακίνησης άγριας ζωής. Με τη στήριξη της αμερικανικής χρηματοδότησης, χώρες σε Αφρική, Ασία και Λατινική Αμερική ενίσχυαν την αστυνόμευση, τον έλεγχο συνόρων και την ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών.
Η ζήτηση για προϊόντα όπως κέρατα ρινόκερου, δόντια τίγρης και λέπια παγκολίνων παραμένει υψηλή σε χώρες όπως η Κίνα και το Βιετνάμ, όπου θεωρούνται σύμβολα κύρους ή χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή ιατρική. Οι περικοπές υπονομεύουν τη διασυνοριακή συνεργασία και αφήνουν χώρο σε συμμορίες να δρουν ανεξέλεγκτα.
Οργανώσεις όπως η Wildlife Conservation Society και η African Parks προειδοποιούν ότι η απώλεια της χρηματοδότησης δεν απειλεί μόνο τη βιοποικιλότητα αλλά και την παγκόσμια ασφάλεια, καθώς οι ίδιες εγκληματικές δομές που εμπορεύονται άγρια ζώα εμπλέκονται και σε ξέπλυμα χρήματος, παράνομη υλοτομία και εμπόριο ναρκωτικών.
Παρά τη γενικευμένη μείωση της βοήθειας, ορισμένες ΜΚΟ κατάφεραν να ανατρέψουν τις περικοπές, πείθοντας την Ουάσινγκτον ότι τα προγράμματά τους εξυπηρετούν και αμερικανικά συμφέροντα ασφάλειας. Ωστόσο, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι το πλήγμα στην προστασία ειδών όπως οι ελέφαντες, οι γορίλες και οι τίγρεις θα είναι μακροχρόνιο και πιθανόν μη αναστρέψιμο.
Με πληροφορίες από Financial Times