Βασικές παρατηρήσεις και προτάσεις επί του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου για τη Μετανάστευση καταθέτει το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών.
Πρόκειται για δευτεροβάθμιο όργανο που εκπροσωπεί κοινότητες μεταναστών και μεταναστριών, και εργάζεται πάνω από δύο δεκαετίες για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους στην Ελλάδα.
Ακολουθούν αναλυτικά οι παρατηρήσεις και προτάσεις επί του νομοσχεδίου:
1. Ποινικοποίηση της «παράτυπης» διαμονής
Η πρόβλεψη ποινικής μεταχείρισης για την παράτυπη διαμονή αποτελεί σοβαρή παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντί για ποινές φυλάκισης, προτείνουμε τη δημιουργία ρεαλιστικών διαδρόμων τακτοποίησης. Η αυστηροποίηση των διαδικασιών και η διογκούμενη γραφειοκρατία δεν ενισχύουν την «τάξη και ασφάλεια», αλλά οδηγούν σε μεγαλύτερη παρατυπία.
2. Κατάργηση του άρθρου για τους «εξαιρετικούς λόγους»
Η κατάργηση της δυνατότητας νομιμοποίησης μακροχρόνια διαμενόντων στερεί από χιλιάδες ανθρώπους μια δίκαιη και ρεαλιστική δυνατότητα τακτοποίησης. Εκτός από τους αιτούντες άσυλο, υπάρχουν χιλιάδες περιπτώσεις αλλοδαπών που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, των οποίων η αίτηση ανανέωσης μπορεί να απορριφθεί για διάφορους λόγους που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ευθύνονται οι ίδιοι. (π.χ. Προσωρινή απώλεια ασφαλιστικής ικανότητας, Διοικητικές αστοχίες ή καθυστερήσεις).
Μέχρι σήμερα, οι περιπτώσεις αυτές μπορούσαν να υπαχθούν στην αίτηση άδειας για εξαιρετικούς λόγους, η οποία λειτουργούσε ως δίχτυ προστασίας για ανθρώπους με αποδεδειγμένες ρίζες και συνεχή παρουσία στη χώρα.
Η κατάργηση αυτής της δυνατότητας δημιουργεί αδιέξοδα και οδηγεί σε διολίσθηση στη μη νομιμότητα, χωρίς ουσιαστικό όφελος για την κοινωνία ή το κράτος.
Φαίνεται να λησμονείται ότι η μεταναστευτική πραγματικότητα της χώρας δεν αφορά μόνο αιτούντες άσυλο, αλλά και μακροχρόνιους κατοίκους, εργαζόμενους/νες, οικογενειάρχες και νέους/νέες που μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Η πολιτεία οφείλει να λαμβάνει υπόψη τη διαφορετικότητα του μεταναστευτικού πληθυσμού και να αναγνωρίζει την πραγματική τους ένταξη και προσφορά.
Προτείνουμε να προβλεφθεί η δυνατότητα υποβολής αίτησης για άδεια διαμονής σε όσους: είτε είχαν στο παρελθόν οριστικό τίτλο διαμονής και έκτοτε εξέπεσαν της νομιμότητας είτε μπορούν να αποδείξουν με οποιονδήποτε τρόπο συνεχή παρουσία στην Ελλάδα τα τελευταία επτά (7) έτη.
3. Παρατεταμένη διοικητική κράτηση
Η πρόβλεψη διοικητικής κράτησης έως και 24 μηνών αντίκειται στις αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας. Ζητούμε τον σαφή περιορισμό της διάρκειας κράτησης και την υιοθέτηση εναλλακτικών μηχανισμών, σύμφωνων με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της χώρας.
4. Ασφαλή Τρίτα Κράτη και διαδικασίες επιστροφής
Η επέκταση του πλαισίου επιστροφών σε χώρες που χαρακτηρίζονται «ασφαλή τρίτα κράτη» χωρίς αυστηρά και αντικειμενικά κριτήρια ενέχει σοβαρούς κινδύνους για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας. Ζητούμε: Αυστηρή εξατομίκευση κάθε υπόθεσης, Ρητές εξαιρέσεις για ευάλωτες ομάδες, Οποιαδήποτε επιστροφή σε Τρίτη χώρα (πλην της χώρας καταγωγής) να γίνεται υπό αυστηρές προϋποθέσεις και πάντα με γνώμονα τα ανθρώπινα δικαιώματα.
5. Απουσία πολιτικών ένταξης
Το Σχέδιο Νόμου αγνοεί πλήρως τη διάσταση της κοινωνικής ένταξης και της αναγνώρισης της πραγματικότητας χιλιάδων ανθρώπων που ζουν, εργάζονται και συνεισφέρουν στη χώρα εδώ και χρόνια. Προτείνουμε: Θεσμοθέτηση μιας νέου τύπου άδειας διαμονής βάσει εργασίας, οικογενειακής ζωής και μακροχρόνιας παρουσίας, Μηχανισμούς ρεαλιστικής τακτοποίησης για όσους και όσες έχουν για κάποιο λόγο βγει εκτός συστήματος, ανάπτυξη ενεργών πολιτικών ένταξης, ως αναγκαία προϋπόθεση για την κοινωνική συνοχή, τη δημοκρατική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη.
Ζητούμε την ουσιαστική αναθεώρηση του Σχεδίου Νόμου, ώστε να διασφαλίζεται η ισορροπία μεταξύ προστασίας, κοινωνικής ένταξης και λειτουργικής διαχείρισης της μετανάστευσης, χωρίς ποινικοποίηση, αποκλεισμούς και απορρύθμιση του ήδη δύσκολου πλαισίου διαμονής.
Μια μεταναστευτική πολιτική που επιδιώκει βιωσιμότητα και νομιμότητα, δεν μπορεί να οικοδομείται πάνω στον αποκλεισμό, την αδιαφάνεια και την αβεβαιότητα.
Είναι σαφές πως η μεταναστευτική πολιτική της χώρας πηγαίνει ακόμα περισσότερο προς μία κατεύθυνση αυστηροποίησης και αποκλεισμού. Μια τέτοια προσέγγιση, όμως, κινδυνεύει να προκαλέσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα προσπαθεί να λύσει.
Η αυστηροποίηση των διαδικασιών, η αποδυνάμωση της νόμιμης παραμονής και η διογκωμένη γραφειοκρατία δεν οδηγούν σε «τάξη και ασφάλεια», αλλά σε μεγαλύτερη παρατυπία. Χιλιάδες άνθρωποι που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα εδώ και χρόνια – πολλοί από αυτούς γονείς παιδιών που γεννήθηκαν εδώ – κινδυνεύουν να βρεθούν ξαφνικά χωρίς νόμιμο καθεστώς, όχι γιατί το θέλουν, αλλά γιατί το σύστημα τούς το αφαιρεί. Μια πολιτική που καθιστά αδύνατη την ένταξη και την συμπερίληψη δεν είναι ούτε λειτουργική ούτε δίκαιη.
Αντί να ενισχύει τη συνοχή, η κατεύθυνση αυτή δημιουργεί συνθήκες αποκλεισμού. Σε μια εποχή που η κοινωνική συνοχή είναι πιο αναγκαία από ποτέ, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη και σταθερότητα χωρίς τη συμμετοχή όλων των ανθρώπων που ζουν και συνεισφέρουν στη χώρα.
Οι ίδιοι οι θεσμοί της Πολιτείας αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη. Αντίστοιχες φωνές από τον χώρο της οικονομίας, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της κοινωνίας των πολιτών υπογραμμίζουν ότι η ένταξη, η συμπερίληψη και η σταθερότητα των μεταναστευτικών πληθυσμών είναι προς το συμφέρον όλων.
Αντί για περισσότερη καταστολή και αστάθεια, χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει ορατότητα, νομιμότητα, συμμετοχή και προοπτική για όσους ήδη αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας.
Οι μετανάστες και οι μετανάστριες δεν είναι πρόβλημα -είναι μέρος της λύσης.
Ζητάμε ακόμα μια φορά τη χάραξη ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής, καθώς και τη δημιουργία ενός σχεδίου κοινωνικής ένταξης, ως μία πολιτική ανθρωπισμού και ισοπολιτείας. Έτσι μόνο μπορεί να επιτευχθεί μια κοινωνία που σέβεται και προάγει τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως καταγωγής ή εθνικότητας, προωθώντας την κοινωνική συνοχή. Μια δημοκρατική κοινωνία δεν χτίζεται αποκλείοντας ανθρώπους που ήδη ζουν σε αυτήν.