Καλοκαιρινό Λάφυρο

Καλοκαιρινό Λάφυρο Facebook Twitter
ΚΕΡΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΠΟΛ Ξεχώριζα πάντα (το κάνω ακόμα και τώρα) το πιο μαύρο και γλυκό για το τέλος. Και για να είναι η εντύπωση της γλύκας του ακόμα μεγαλύτερη, φύλαγα για προτελευταίο το πιο άγουρο και ξινό, που για να μου φανεί ακόμα ξινότερο έτρωγα προηγούμενα το δεύτερο σε γλύκα ενώ πριν κι από κείνο είχα φάει το δεύτερο ξινότερο και ακόμα πιο πριν το τρίτο σε γλύκα κ.ο.κ.
0

Οι κλεψιές που έχω κάνει στη ζωή μου δεν είναι καθόλου πολλές. Ένα ζευγάρι γυαλιά του ήλιου, κάτι περιοδικά από περίπτερο, μια-δυο εξωφρενικά ακριβές σοκολάτες. Σε μικρή ηλικία όλες. Όπως και η άλλη, η πιο σοβαρή και αξιοκατάκριτη που διέπραξα ποτέ, αυτή που για χρόνια ολόκληρα με γέμιζε τύψεις. Αυτή για την οποία γράφεται η ιστορία. 

Φανταστείτε ένα πολύ ζεστό καλοκαιρινό μεσημέρι. Κι ένα σπίτι εξοχικό, πνιγμένο στα πεύκα, σε μια απαλή, καταπράσινη πλαγιά, σπίτι όπου φιλοξενηθήκαμε για λίγες μέρες εκείνο το καλοκαίρι. Ανήκε σε μια δεύτερη ξαδέρφη της μητέρας μου, άρα μιλάμε για σπίτι συγγενικό - στοιχείο σημαντικό όταν λογαριάζεις τη βαρύτητα μιας κλεψιάς. Τη συγκεκριμένη ώρα ήταν όλοι τους κοιμισμένοι, και οικοδεσπότες και φιλοξενούμενοι. Όλοι εκτός από μένα. Καθόμουν, θυμάμαι, σε ένα μικρό σκεπαστό βεραντάκι με μόνη συντροφιά ένα γαβαθάκι κεράσια. Ξεχώριζα πάντα (το κάνω ακόμα και τώρα) το πιο μαύρο και γλυκό για το τέλος. Και για να είναι η εντύπωση της γλύκας του ακόμα μεγαλύτερη, φύλαγα για προτελευταίο το πιο άγουρο και ξινό, που για να μου φανεί ακόμα ξινότερο έτρωγα προηγούμενα το δεύτερο σε γλύκα ενώ πριν κι από κείνο είχα φάει το δεύτερο ξινότερο και ακόμα πιο πριν το τρίτο σε γλύκα κ.ο.κ. Εν πάση περιπτώσει, έφαγα τα κεράσια.

   Ύστερα μπήκα στο μικρό καθιστικό όπου υπήρχε μια στενή αλλά πολύ ψηλή βιβλιοθήκη, ένα τραπέζι και ένα ντιβάνι. Στο ντιβάνι κοιμόταν εκείνη την ώρα η θεία μου, με το στόμα ανοιχτό και στραβό, αλλά αυτό δε με αποθάρρυνε να αρχίσω τα ψαχουλέματα στην κατάφορτη βιβλιοθήκη∙ όχι από αδιακρισία, αναζητούσα τίποτα μικιμάους που πιθανόν να είχαν ξεμείνει από τις ξαδέρφες μου. Ήμουν έντεκα χρονώ. Πάτησα σε μια καρέκλα ώστε να φτάσω τα πιο ψηλά ράφια. Ήξερα πως η θεία μου, καθότι και λίγο κουφή, δε θα ξυπνούσε από τα χάρτινα σουρσίματα. Υπήρχαν αρκετά περιοδικά κει πάνω, μα όχι το είδος που εγώ ζητούσα. Και δυο τόμοι από μια εγκυκλοπαίδεια υπήρχαν, ψηλοί και χοντροί, ποιος ξέρει πού να βρίσκονταν οι υπόλοιποι της σειράς. Ανάμεσα στους δυο αυτούς χοντρούς τόμους βρήκα το σύγγραμμα. 

Φανταστείτε λοιπόν ένα λεπτό τετραδιάκι, από κείνα που χρησιμοποιούν οι μαθητές των πρώτων τάξεων του δημοτικού. Από την πρώτη σελίδα ξεκινούσε ένα κείμενο, δίχως τίτλο. Εντελώς ακαταλαβίστικο. Και δεν εννοώ μόνο για την εντεκάχρονη, τότε, αντίληψή μου∙ κι αργότερα, ενήλικας πια, όσες φορές επιχείρησα να το ξαναδιαβάσω, πάντα χανόμουν σ' ένα πελάγος ακατανοησίας. Τίποτα δε σημαίνει, βέβαια, αυτό για την πραγματική, επιστημονική του αξία, ποτέ δεν είχα τα εφόδια να την κρίνω. Επρόκειτο πάντως για μια θεωρία, μια κοσμολογική θεωρία. Ό,τι με τράβηξε τότε περισσότερο ήταν τα όμορφα σχέδια με τα οποία ο συγγραφέας είχε διανθίσει το γραπτό του. Ο ρόλος τους δεν ήταν διακοσμητικός αλλά διευκρινιστικός: να κάνουν πιο κατανοητή την ακατανόητη θεωρία. Κάτι αστρονομικοί χάρτες, φανταστείτε, και άπειρες διακεκομμένες ευθείες που ενώνανε, με βάση κάποιο συλλογισμό, τους διάφορους πλανήτες. Αυτό που, πολύ χοντρικά και απλοϊκά, υποστήριζε η θεωρία ήταν ότι στο απώτερο μέλλον οι σχηματισμοί των αστερισμών στον ουρανό θα αλλάξουν, τουλάχιστον έτσι όπως θα είναι ορατοί από τη Γη. Μετά από κάτι χιλιετίες. Παρουσιάζονταν μάλιστα και ορισμένες εκδοχές για πώς θα δείχνει, ίσως, η Μεγάλη Άρκτος ή ο Αιγόκερως. (Το ερώτημα αν εκείνη την εποχή θα υπάρχει καν Γη ή άνθρωποι πάνω σε αυτήν για να κοιτάνε τ' άστρα δεν εξεταζόταν.) Εν πάση περιπτώσει, το τετράδιο αυτό, με τη θεωρία αυτή, εγώ το έκλεψα. Κάτω από τη μύτη της θείας μου που ρουθούνιζε κοιμισμένη. Το έχωσα στο βαλιτσάκι μου και το έβγαλα μόνο σαν φτάσαμε στην Αθήνα. Ήταν, επαναλαμβάνω, η σοβαρότερη κλοπή που διέπραξα ποτέ. 

Αμέσως σχεδόν άρχισα να νιώθω άσχημα για ό,τι έκανα. Ντρεπόμουνα όμως φοβερά να πάω να ομολογήσω και να επανορθώσω. Σκεφτόμουν, απ' την άλλη, ότι η απώλεια ίσως να μην είχε γίνει ακόμα αντιληπτή. Αλλά και ότι, όταν θα έφτανε να γίνει τελικά αντιληπτή -μπορεί και χρόνια μετά, ποιος ξέρει-, οι υποψίες αποκλείεται να στρέφονταν στο συγκεκριμένο εντεκάχρονο. Δηλαδή εμένα. Ο καιρός περνούσε κι εγώ συνέχισα να φυλάω το τετραδιάκι μαζί με όλα μου τα άλλα πολύτιμα.

Συχνά αναρωτιόμουν αν ο άνθρωπος που έγραψε στις κιτρινισμένες (τώρα πια) σελίδες και ζωγράφισε κείνα τα σχέδια ήταν ο αυθεντικός επινοητής της θεωρίας ή ένας που απλώς την αντέγραψε από κάπου για να τη διαφυλάξει, μιας και φωτοτυπικά μηχανήματα τότε μάλλον δε θα υπήρχαν. Και ποιος να ήταν άραγε αυτός; Κάποιος συγγενής από το δικό μας σόι ή κάποιος από τη μεριά του άντρα της θείας μου; Καμιά πληροφορία δε γινόταν να αντλήσω ούτε απ' το ίδιο το γραπτό ούτε από πουθενά. Όσο δείλιαζα να κάνω το γενναίο βήμα να απολογηθώ, όλα τα ερωτήματα θα μένανε αναπάντητα. Κάθε χρόνος, μάλιστα, που περνούσε, η θέση μου γινόταν ακόμα δυσκολότερη γιατί -φανταστείτε- δίπλα στην παιδική σκανταλιά είχε προστεθεί πια και η ένοχη ενήλικη συγκάλυψη. 

Αρκετά καλοκαίρια αργότερα, τον Αύγουστο του 2006, μια μεγάλη πυρκαγιά στη Χαλκιδική έκαψε πολλά δάση, πολλά σπίτια. Ανάμεσα τους και το όμορφο εξοχικό της θειάς μου. Όλα στάχτη. Θυμάμαι τη φωνή της να σπαράζει απαρηγόρητη στην άλλη άκρη της γραμμής: «Πάνε όλα! Δεν έμεινε τίποτα. Πάνε όλα!»

   Κι όμως, κάτι είχε μείνει. Κάτι πολύτιμο. Οι κακές πράξεις οδηγούν καμιά φορά σε άριστα αποτελέσματα. Ας μη βιαζόμαστε πάντα να ρίξουμε το ανάθεμα στους κακούργους. Τώρα πια μπορούσα, με ελαφρά συνείδηση, να επιστρέψω το λάφυρο!

   Επισκέφτηκα τη θεία μου στο διαμέρισμά της στη Θεσσαλονίκη. Με πέρασε να καθίσουμε στο μπαλκόνι. Πάνω στο τραπεζάκι μια γαβαθούλα κεράσια. Άλλα πιο άγουρα, άλλα πιο ώριμα. Φανταστείτε μονάχα τη χαρά της όταν αντίκρισε τι της είχα φέρει. Με την κουφαμάρα της να έχει χειροτερέψει, δεν ξέρω πόσες από τις δικαιολογίες που ξεφούρνισα άκουσε πραγματικά. Τι τη νοιάζανε αυτά άλλωστε; Η μουρίτσα της έλαμπε από ευτυχία. Όχι τόσο για το ίδιο το κλεψιμαίικο («Α ναι, το θυμάμαι», είπε σχεδόν αδιάφορα, «ήτανε του πεθερού μου, το 'χε από κάποιο μαθητή του που σπούδασε μαθηματικός») όσο για το απλούστατο γεγονός ότι μπόρεσε ξαφνικά να αγγίξει το τελευταίο απομεινάρι του σπιτιού. Ήταν για εκείνη ανέλπιστο δώρο. 

Ιστορίας τέλος. Μη φανταστείτε πια τίποτε άλλο. Τίποτε παρά μόνο το καλοκαίρι. Αυτό που ανοίγεται μπροστά μας λαχταριστό. 

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ