ΚΑΘΕ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ βρίσκομαι στο ίδιο σπίτι, στο ίδιο τραπέζι, τρώγοντας σχεδόν τα ίδια φαγητά. Κι όσο κι αν αυτό ακούγεται ίσως βαρετό, έχοντας γιορτάσει σαράντα κάπως ίδιες Πρωτοχρονιές, μπορώ να ομολογήσω με πάσα βεβαιότητα ότι είμαι από τους πιο τυχερούς ανθρώπους.
Είναι η μέρα που δεν λείπω ποτέ από το πατρικό μου στα Γρεβενά. Και αν κάποτε αναρωτιόμουν από πού στο καλό μπαίνει ο Άγιος Βασίλης και αφήνει τα δώρα ακριβώς τα μεσάνυχτα κάτω από το δέντρο –αλήθεια σας το λέω, κάρφωνα τα μάτια μου στο δέντρο για να τον τσακώσω–, τώρα αναρωτιέμαι πόσο μεγάλη ευλογία είναι να βλέπεις την οικογένειά σου χρόνο με τον χρόνο να μεγαλώνει. Να μετράς τις καρέκλες και να είναι πάντα γεμάτες. Να καίει το καντήλι για τους παππούδες που έφυγαν. Να παίζουν οι ανιψιές σου με την κιθάρα του πατέρα σου.
Το φλουρί είναι πάντα ένα. Ποτέ δεν κόβουμε βασιλόπιτα το βράδυ, που αλλάζει ο χρόνος. Εκείνη τη στιγμή μόνο τραγουδάμε το «Πάει ο παλιός ο χρόνος» – και τις τρεις στροφές, πάντα!
Κάποτε ζούσε εδώ κι ένα τετράποδο που έκλεβε τις κεφτέδες (η κεφτέδα είναι γένους θηλυκού).
Το φλουρί είναι πάντα ένα. Ποτέ δεν κόβουμε βασιλόπιτα το βράδυ, που αλλάζει ο χρόνος. Εκείνη τη στιγμή μόνο τραγουδάμε το «Πάει ο παλιός ο χρόνος» – και τις τρεις στροφές, πάντα! Ανήμερα την Πρωτοχρονιά, ο πρεσβύτερος γυρίζει τη βασιλόπιτα τρεις φορές και η πίτα γίνεται κομμάτια μέχρι να βρεθεί το φλουρί. Και δεν ξέρω πού μάθατε τα κέικ, αλλά εδώ η πίτα είναι αλμυρή: τυρόπιτα με χειροποίητο φύλλο.
Σαράντα από τις σαράντα μία Πρωτοχρονιές μου μεγάλωσα στο ίδιο σπίτι. Στη φωτογραφία μοιράζομαι το φλουρί που κέρδισα και που μου το ταχυδρόμησαν στην Αθήνα τη χρονιά του Covid – τη μοναδική που δεν ανταμώσαμε.