Η LILY ALLEN κάνει comeback με το «West End Girl», ένα άλμπουμ που λειτουργεί ως ακτινογραφία του πρόσφατου διαζυγίου της με τον ηθοποιό David Harbour, εν μέσω φημών για απιστία εκ μέρους του. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα concept album αφιερωμένο στην αποτυχία αυτής της σχέσης, μόνο που η Allen δεν περιορίζεται σε μια ψύχραιμη αφήγηση. Αντίθετα, κάνει το πιο θεαματικό ξεκατίνιασμα στην ιστορία της ποπ, ξεπερνώντας σε χολή και δηλητήριο ακόμη και το «Rumours» των Fleetwood Mac.
Η ίδια το χαρακτηρίζει «autofictional», δηλαδή αυτομυθοπλαστικό, με ορισμένα στοιχεία υπερβολής ή παρατραβηγμένα. Όμως, χωρίς ίχνος υπερβολής, η Allen ακούγεται θυμωμένη, πληγωμένη και αποφασισμένη να τα βγάλει όλα στη φόρα, με τόση ένταση που δύσκολα πείθεσαι πως δεν μιλά κυριολεκτικά.
Στην τρομερή αφήγηση της, η Allen δεν χαρίζεται ούτε στον εαυτό της· κινείται ανάμεσα στην παράνοια και τον νευρικό κλονισμό, χωρίς όμως να καταντάει ποτέ μίζερη και καταθλιπτική.
Η Allen, μια από τις σημαντικότερες βρετανικές φωνές των ’00s, είχε επτά χρόνια να κυκλοφορήσει νέο δίσκο – από το «No Shame» (2018), που απέτυχε εμπορικά. Κατά ειρωνικό τρόπο, κι εκείνο το άλμπουμ μιλούσε για διαζύγιο, το πρώτο της. Αυτή η απουσία της από τη δισκογραφία οφειλόταν και στον νέο της γάμο, χάρη στον οποίο άφησε την Αγγλία για να εγκατασταθεί στην Αμερική ώστε να είναι δίπλα στον Harbour.
Lily Allen - West End Girl (Visualiser)
Στο μεταξύ, τα τελευταία χρόνια απασχολούσε τα πρωτοσέλιδα περισσότερο για τις «σκανδαλώδεις» δηλώσεις της –π.χ. όταν παραδέχτηκε ότι δεν θυμόταν πόσες εκτρώσεις είχε κάνει– παρά για τη μουσική της. Ήταν λυπηρό να βλέπεις μια τόσο ευφυή στιχουργό και ένα από τα it girls των ’00s να παραμένει θύμα των ταμπλόιντ, εγκλωβισμένη στο ίδιο σύστημα που τη βασάνιζε από την αρχή της καριέρας της.
Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν περίμενε μια τόσο δυναμική επιστροφή. Με το «West End Girl», η Allen παίρνει τον έλεγχο της αφήγησης· αντί να γίνει ξανά βορά κακεντρεχών κουτσομπολιών, επιλέγει να παίξει η ίδια τον ρόλο των ταμπλόιντ.
Ο δίσκος ξεκινά με την Allen να αγοράζει μαζί με τον Harbour ένα σπίτι στη Νέα Υόρκη και να μετακομίζει εκεί μαζί του παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς της, μέχρι που δέχεται τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια παράσταση που ανεβαίνει στο West End του Λονδίνου – εξού και ο τίτλος.
Η Allen φεύγει και το τραγούδι, το οποίο είναι ενορχηστρωμένο έτσι που να θυμίζει μιούζικαλ, κορυφώνεται με ένα τηλεφώνημα στο οποίο ο Harbour φαίνεται να της ανακοινώνει ότι θέλει ανοιχτή σχέση εξαιτίας της απόστασης. Σοκαρισμένη και συντετριμμένη το δέχεται και από εκεί βλέπουμε τη σχέση τους να διαλύεται σταδιακά, μέσα από τραγούδια και στίχους που μιλάνε για sex toys, άπειρα προφυλακτικά, εθισμό στο σεξ, το 4chan και το Tinder ή κάτι ανάλογο του Tinder.
Στην τρομερή αφήγηση της, η Allen δεν χαρίζεται ούτε στον εαυτό της· κινείται ανάμεσα στην παράνοια και τον νευρικό κλονισμό, χωρίς όμως να καταντάει ποτέ μίζερη και καταθλιπτική. Περιγράφει τη νευρική της κατάρρευση, τον θυμό και την απόγνωσή της με μια γλυκόπικρη ελαφρότητα, ντύνοντας τα ηχητικά με ποπ, τζαζ και R&B υφές.
Lily Allen - Tennis (Visualiser)
Κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί αν ενδιαφέρει κανέναν εκτός Βρετανίας ένα άλμπουμ για το διαζύγιο μιας πλούσιας σαραντάρας. Όμως, όπως και το «Lemonade» της Beyoncé, το «West End Girl» μιλά για την απιστία, τη γυναικεία οργή και την αυτογνωσία με ανάλογο τρόπο. Το «Tennis», για παράδειγμα, άνετα θα μπορούσε να σταθεί δίπλα στο «Sorry».
«Η “πείνα” μας για τις πιο προσωπικές λεπτομέρειες των ζωών των γυναικών δεν έχει εξαφανιστεί – απλώς έχει λανσαριστεί εκ νέου ως “ενδυναμωτική” και “κουλ”», γράφει η Jennifer Jasmine White στην «Guardian». Κι αυτό είναι, ίσως, το κεντρικό παράδοξο του άλμπουμ: όσο η Allen εκθέτει τον εαυτό της, τόσο περισσότερο μάς εκθέτει κι εμάς, την περιέργεια, την ηδονοβλεψία, τη δίψα μας για εξομολογήσεις. Παράλληλα –ας μη γελιόμαστε– είναι το απόλυτο εργαλείο μάρκετινγκ για να αναστήσει την ξεχασμένη της καριέρα, όσο κι αν κάποιος δεν δέχεται τη συγκεκριμένη άποψη.
Lily Allen - Pussy Palace (Visualiser)
Προσωπικά δεν με ενδιέφερε να μάθω τόσες πικάντικες λεπτομέρειες για τις σεξουαλικές προτιμήσεις του πρώην της, όσο απολαυστικό κι αν είναι το άλμπουμ. Πρέπει να ομολογήσω όμως πως από περιέργεια έψαξα κι εγώ στο YouTube το βίντεο στο οποίο άνοιγαν το σπίτι τους στη Νέα Υόρκη για το «Architectural Digest» – το οποίο, παρεμπιπτόντως, πλέον διατίθεται προς πώληση.
Και κάπου εκεί δημιουργείται ένα παράδοξο: στο «Pussy Palace», ανάμεσα στα παιχνιδιάρικα beats και τη φωνή της που θυμίζει Liam Gallagher από το autotune, κάθομαι και χασκογελάω σαν χαζή. Άνετα ένα από τραγούδια της χρονιάς και μια εξαιρετική σπουδή στη φεμινιστική αυθάδεια και την ανδρική προδοσία. Άμοιρε David Harbour, τι σου ’μελλε να πάθεις – αλλά όχι, δεν θα σε λυπηθούμε κιόλας.
CupcakΚe – «The BakΚery»
«Free Congo, free Palestine, media treat this shit like Valentines / They’ll post one day just to show some love / And then the next day silence all the crimes», ραπάρει η CupcakΚe. Με αυτούς τους στίχους υπογράφει ίσως την πιο αιχμηρή πολιτική στιγμή της καριέρας της στο «Rubik’s Cube», κριτικάροντας την υποκρισία των social media και δημιουργώντας έναν συγκλονιστικό ύμνο στο συναίσθημα και την αλήθεια, κάτι σπάνιο στο σύνολο της δισκογραφίας της.
Η ράπερ από το Σικάγο παραμένει μια από τις πιο τολμηρές, ακομπλεξάριστες και δημιουργικές φωνές της ανεξάρτητης χιπ-χοπ σκηνής. Αφιλτράριστη και αθυρόστομη, με τις απροκάλυπτες και ξεκαρδιστικές υπερσεξουαλικές ρίμες της, έχει κάνει κάτι που δεν έχουν καταφέρει, παρά το ατελείωτο twerking, οι σύγχρονές της, πιο mainstream ράπερ: έχει αναγάγει τη χυδαιότητα σε υψηλή τέχνη, ανατρέποντας τα ταμπού γύρω από τη γυναικεία επιθυμία, το σώμα και τη σεξουαλική αυτονομία χωρίς να χάνει το χιούμορ της.
 
 Για παράδειγμα, το βασικό της σινγκλ στο άλμπουμ, με τίτλο «One of my bedbugs ate my pussy», είναι ένα ξέφρενο ηχητικό ντελίριο· το «Moan-a-Lisa» νομίζεις ότι έχει πάρει τον τίτλο του από κάποια γερμανική τσόντα των ’70s. Ηχητικά, ρίχνει το βλέμμα της στη μουσική ιστορία της γενέτειράς της, περνώντας με άνεση από το jersey club rap στο electro hop και το hip house.
Το «BakKery» είναι ίσως το πιο ώριμο έργο της – ένα άλμπουμ που ισορροπεί ανάμεσα στη σάτιρα και τον κοινωνικό σχολιασμό, τον σαρκασμό και την εξομολόγηση. Την προηγούμενη εβδομάδα έγραφα πως η TiaCorine είχε το καλύτερο γυναικείο ραπ άλμπουμ της χρονιάς· το παίρνω πίσω. Το «BakKery» είναι ένα αριστούργημα – πικρό, αστείο, πολιτικό και απίστευτα ανθρώπινο.
CupcakKe - Rubik's Cube (Official Audio)
 
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
 