Για μήνες, το Πεντάγωνο εμποδίζει την Ουκρανία να χρησιμοποιήσει αμερικανικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ATACMS για πλήγματα σε ρωσικό έδαφος, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους. Η διαδικασία έγκρισης από το Υπουργείο Άμυνας έχει ουσιαστικά «παγώσει» κάθε απόπειρα χρήσης τους, παρότι το Κίεβο ζήτησε τουλάχιστον μία φορά να τους αξιοποιήσει εναντίον στόχου στη Ρωσία.
Ο μηχανισμός έγκρισης, που σχεδιάστηκε από τον υφυπουργό Άμυνας Έλμπριτζ Κόλμπι, δίνει τον τελευταίο λόγο στον υπουργό Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος αποφασίζει αν η Ουκρανία μπορεί να εξαπολύσει πυραύλους ATACMS με εμβέλεια έως 300 χλμ.
Ο Λευκός Οίκος εξήγησε ότι η διαδικασία αυτή συνδέεται με την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ να πιέσει για ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Μόσχα. «Ο Πρόεδρος Τραμπ ήταν ξεκάθαρος: ο πόλεμος στην Ουκρανία πρέπει να τελειώσει», ανέφερε η εκπρόσωπος Τύπου Καρολάιν Λέβιτ.
Η απόφαση αυτή ανατρέπει την πολιτική του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος είχε επιτρέψει στην Ουκρανία να χρησιμοποιεί ATACMS εναντίον στόχων στη Ρωσία. Ο Τραμπ, ωστόσο, έχει χαρακτηρίσει «ανόητη» αυτή την επιλογή, υποστηρίζοντας ότι απλώς «κλιμακώνει τον πόλεμο».
Αν και οι ATACMS και άλλοι πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς, όπως οι βρετανικοί Storm Shadow, δεν έχουν αλλάξει τις ισορροπίες, έδωσαν στην Ουκρανία τη δυνατότητα να απειλεί ρωσικά κέντρα διοίκησης και αεροδρόμια μακριά από το μέτωπο. Ωστόσο, πλέον ακόμα και η χρήση του Storm Shadow υπόκειται σε αμερικανικό έλεγχο, καθώς βασίζεται σε δεδομένα στόχευσης των ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ απείλησε με νέες κυρώσεις και δασμούς αν η Ρωσία δεν συμφωνήσει σε κατάπαυση πυρός, αλλά μετά τη συνάντησή του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν ανέβαλε την απόφαση, κρίνοντας ότι ο Ρώσος πρόεδρος «έδειξε διάθεση για ειρήνη».
Στο μεταξύ, η Ουκρανία αναπτύσσει δικά της όπλα μεγάλου βεληνεκούς, όπως drones που πλήττουν ρωσικά διυλιστήρια, ενώ ο Ζελένσκι ανακοίνωσε την κατασκευή νέου πυραύλου cruise με το όνομα «Flamingo».
Παράλληλα, το Πεντάγωνο ενέκρινε πώληση 3.350 κατευθυνόμενων πυραύλων ERAM, με εμβέλεια έως 450 χλμ., οι οποίοι αναμένεται να φτάσουν στην Ουκρανία σε περίπου έξι εβδομάδες. Ωστόσο, και η χρήση τους θα απαιτεί την ίδια διαδικασία έγκρισης.
Σύμφωνα με αναλυτές, οι περιορισμοί αυτοί ενδέχεται να δυσχεράνουν τις ουκρανικές επιχειρήσεις και να αφήσουν τη Μόσχα με στρατηγικό πλεονέκτημα, την ώρα που το Κίεβο πιέζεται να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Με πληροφορίες από Wall Street Journal