Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται Facebook Twitter
Στόχος του Ρετσόρι δεν είναι να καταγράψει τις ακρότητες αλλά να μεταφέρει στο χαρτί τα βασικά συστατικά του παλιού κόσμου και την υπερπροσωπική φύση της ποίησης.
0


«ΤΙΣ ΟΜΟΡΦΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ του παρελθόντος μπορεί κανείς να τις φυλάει μέσα του σαν κρυφό πετράδι: μπορεί όμως και να τις σέρνει πίσω του σαν τη σιδερένια μπάλα του καταδίκου», γράφει κάποια στιγμή στις αναμνήσεις του από έναν κόσμο που χάθηκε οριστικά ο Γκρέγκορ φον Ρετσόρι. Γεννημένος το 1914, είχε την τύχη να ζήσει όλη σχεδόν την πορεία του 20ού αιώνα, αν και έμαθε από μικρός τι σημαίνει καταστροφή ως παιδί δυο γονιών που ποτέ δεν ερωτεύθηκαν παρά εξέφρασαν δύο κόσμους σε σύγκρουση, ακολουθώντας τη μοίρα της γηραιάς ηπείρου, που ήταν γεμάτη απώλειες και πολέμους.

Η αριστοκρατική του καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του είχε ρίζες σε Αυστριακούς προγόνους από την Ελβετία και τους δικούς μας Φαναριώτες, ενώ το αντίστοιχα μεγαλοαστικό πατρικό επώνυμο προερχόταν από ένα φέουδο στη Σικελία, το οποίο ανήκε στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία μέχρι την εποχή των Βουρβόνων, μαρτυρώντας έτσι άμεση σύνδεση με τη δυναστεία των Αμψβούργων.

Για λόγους που μάλλον σχετίζονται με την εμμονή του πατέρα στα παλιά αγαθά της φύσης και στην αγάπη για το κυνήγι η οικογένεια επέλεξε για βάση της το απομονωμένο Τσέρνοβιτς της Μπουκοβίνα, που αποσχίστηκε από την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία μετά τη διάλυσή της για να περάσει στη συνέχεια στη Ρουμανία, ενώ με τη συμφωνία μη επίθεσης ένα μέρος της δόθηκε στους Ρώσους –ένας τόπος για τον οποίο, όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας, ο Τσέλαν έλεγε πως ζούσαν άνθρωποι και βιβλία–, με το βασικό του στοιχείο να είναι «μια υγιής, κυνική χλεύη για κάθε λογής υπερφίαλες πεποιθήσεις».

Οι γυναίκες ήταν, στα μάτια της, δυνάμει ερωμένες του διαρκώς άπιστου γαργαντουικού ανδρός, ενώ κάθε απόπειρα εξωστρέφειας αποτελούσε μια διαρκή πηγή απειλής και μικροβίων.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για τη στάση που υιοθετεί ως προσωπικό οδοδείκτη και στάση ζωής ο ίδιος ο Ρετσόρι, διατηρώντας την αποστασιοποίηση του ανθρώπου που έχει βιώσει τον τελευταίο αχό ενός κόσμου που χάνεται και καταφέρνοντας να μείνει όρθιος, κόντρα στην ίδια του τη μοίρα, για να αποδώσει με την πολύχρωμη καλλιτεχνική του παλέτα τα ξεφτισμένα του χρώματα.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: 
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι,
Τα περσινά χιόνια,
Μτφρ.: Δέσποινα Κανελλοπούλου,
Εκδόσεις Δώμα

Ως εκ τούτου, τα απομνημονεύματά του με τον τίτλο Τα περσινά χιόνια, που μόλις κυκλοφόρησαν σε εξαίσια μετάφραση της Δέσποινας Κανελλοπούλου από τις εκδόσεις Δώμα, διαβάζονται όχι μόνο ως μια προσωπική αυτοβιογραφία ενός από τους παλιούς κοσμοπολίτες της Ευρώπης αλλά και ως ένας υποβλητικός αποχαιρετισμός σε μια ήπειρο που απώλεσε τη βάση της συνείδησής της μαζί με τους μύθους και τους θρύλους που την έθρεψαν, μετατρέποντας το πολύχρωμο αυτό χωνευτήρι σε ψυχρή γεωπολιτική σκακιέρα.

«Ο κόσμος πριν από το 1914», δηλαδή προτού οι «κιμαδομηχανές της Υπρ και του Τάννεμπεργκ» διαλύσουν τις αυταπάτες του, ήταν «ένας κόσμος που έδινε σημασία στον πολιτισμό», γράφει ο Ρετσόρι με μια ρομαντική αναπόληση που φέρνει στον νου τον Κόσμο του χτες του Στέφαν Τσβάιχ και με την υπαρξιακή μελαγχολία αλλά και τη βαθιά ειρωνεία του Ανθρώπου χωρίς ιδιότητες του Ρόμπερτ Μούζιλ. Σύμφωνα με αυτή την αριστοκρατική θεώρηση, πηγή όλου του κακού μοιάζει να είναι η μικροαστική αποκήρυξη των υψηλών αγαθών και της μόρφωσης, με το ερώτημα για το αν αυτή είναι επαρκής για να δικαιολογήσει την αποστασιοποίηση του συγγραφέα από τις ακρότητες που ακολούθησαν να πλανάται διαρκώς.

Ο ίδιος μοιάζει να απαντά, δίνοντας έμφαση στον απομονωτισμό ως οικογενειακή, γονιδιακή κατάσταση: ο πατέρας του, που έδειχνε μια εγγενή απέχθεια για το χρήμα, προτιμούσε να ασχολείται με το κυνήγι, επιλέγοντας τον ρομαντικό απομονωτισμό της φύσης, και η μητέρα του, κρύβοντας την κατάθλιψή της στη μανιακή ενασχόληση με την τάξη και την προστασία των οικογενειακών αξιών, δεν κατάφερε ποτέ να συνομιλήσει με τον έξω κόσμο που, ούτως ή άλλως, στεκόταν πάντοτε εχθρικός απέναντί τους. Οι γυναίκες ήταν, στα μάτια της, δυνάμει ερωμένες του διαρκώς άπιστου γαργαντουικού ανδρός, ενώ κάθε απόπειρα εξωστρέφειας αποτελούσε μια διαρκή πηγή απειλής και μικροβίων.

Ακόμη, όμως, και αν ο πατέρας ή η μητέρα του δεν ήταν ικανοί παράγοντες για να απομακρύνουν τον υιό Ρετσόρι εσωτερικά από αυτή την παράξενη οικογένεια, το κατάφερναν οι διαφορετικές δασκάλες και νταντάδες αλλά και η μεγάλη του αδελφή που του μετέφερε τον ανταγωνισμό και την τελειομανία της τάξης τους. Εξαίρεση αποτελούσε η αγαπημένη του τροφός Κασσάνδρα, που με την πηγαία και αρχέγονη καλοσύνη της και τη μανία της να τον σφίγγει στην αγκαλιά της και να τον τυλίγει με τα μακριά της μαλλιά έγινε η θηλυκή δύναμη που τον προστάτευε από έναν κόσμο σε σύγκρουση και αποδρομή.

Καμία μετέπειτα ανάμνηση δεν φάνηκε ικανή να αντισταθμίσει την αμεσότητα και την αθωότητα εκείνης της αγάπης, το πικαρέσκο φρόνημα αυτής της λαϊκής γυναίκας που τον μεγάλωσε με τη χαρά των προφορικών αφηγήσεων και παραμυθιών, γεγονός που διαφαίνεται στην αμεσότητα της λαγαρής αφήγησης και στον ξεκάθαρα διασκεδαστικό τόνο της γραφής του Ρετσόρι, ακόμα και αν πρόκειται για την περιγραφή των πιο τραγικών συμβάντων.

Χαρακτηριστικό είναι το πρώτο, και πιο τρυφερό, μαζί με αυτό που είναι αφιερωμένο στην πρόωρα χαμένη αδελφή του, κεφάλαιο του βιβλίου για την Κασσάνδρα που πολλές φορές φέρνει στον νου τα αντίστοιχα, αφιερωμένα στις κυρίες του σπιτιού, πρώτα κεφάλαια του Ναμπόκοφ στο αριστουργηματικό Μίλησε Μνήμη. Ακόμα και ο στυλιστικός εστετισμός και ο αντίστοιχος κοσμοπολιτισμός φαίνεται να έχει τη σφραγίδα του Ρώσου συγγραφέα, ο οποίος δεν κατάφερε, όπως ο Ρετσόρι, να χωνέψει την αισθητική ισοπέδωση της Αμερικής ή να καταλάβει πώς και γιατί ο γερμανικός ρομαντισμός μετατράπηκε στη φονική μηχανή του Γ’ Ράιχ. Παρότι ο αντισημιτισμός δεν είναι κάτι που κρύβει ο Ρετσόρι ως συγγραφέας του βιβλίου Αναμνήσεις ενός αντισημίτη, αφού, όπως παραδέχεται, εκφραστής του ήταν σε έναν βαθμό ο πατέρας του, προτιμά, όπως πολλοί αριστοκράτες που έκλεισαν επιμελώς τα μάτια, να μην αναφέρεται στις ανατριχιαστικές, ισοπεδωτικές προεκτάσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στόχος του δεν είναι να καταγράψει τις ακρότητες αλλά να μεταφέρει στο χαρτί τα βασικά συστατικά του παλιού κόσμου και την υπερπροσωπική φύση της ποίησης, τη μυστηριακή σύζευξη των ντελικάτων στοιχείων που την παράγουν. Kαι να δει τι απέμεινε από την ψυχή της παλιάς Ευρώπης που, κατά τη γνώμη του, εντοπιζόταν όχι στο κέντρο αλλά στις παρυφές της. Πρόκειται, κατ’ ουσίαν, για έναν αξεπέραστο ρομαντισμό, για τον αμψβουργικό πόθο της διατήρησης των παλιών τρόπων, την ανάγκη για περίσκεψη και παραστατική ανάδειξη όλων των δυνατοτήτων της ζωής, όπως στην ασπίδα του Αχιλλέα που πάνω της απεικονίζονταν όλα τα χαμένα στοιχεία της φύσης, όλες οι μορφές του ανθρώπινου κλέους – ορισμένες αντέχουν στον χρόνο σαν τους χαρακτηριστικούς σοφούς γέροντες που κάθονται πάνω στους λαξεμένους λίθους μέσα σε έναν ιερό κύκλο.

Αυτός ο κύκλος θαρρείς ότι διαπερνά κάθε κεφάλαιο του βιβλίου που επανέρχεται εμμονικά στο θέμα της εστίας, των προγόνων και της απαρασάλευτης αλήθειας των αριστοκρατικών αξιών όχι με τη βεβαιότητα ενός απευκταίου εθνικισμού αλλά με ρωμαλέα ορμή και πολιτιστική έξη.

Άλλωστε, αυτό είναι για τον ίδιο τον συγγραφέα και στοχαστή το κέντρο βάρους: η ποιητικότητα που δικαιολογεί και τις επιλογές των περιγραφών. Προτιμά έτσι την εξεζητημένη βαρβαρότητα του πατέρα να την παρομοιάζει με αυτήν του Πάνα του Κνουτ Χάμσουν και τον ίδιο με «κοζάκο στον πίνακα του Ρέπιν», την ατμόσφαιρα στο παλιό σπίτι στο Τσέρνοβιτς με τους πίνακες του Μπονάρ και τον χαμένο κόσμο της απώλειας με τα παραμύθια του Μπρεντάνο και την Ουντίνε του Φουκέ, που διάβαζε η αδελφή του.

Κάπου εκεί στην εσκεμμένη και αγωνιώδη ανάγκη για εξεύρεση του ωραίου ως αντιστάθμισμα στη βία υπάρχουν διάσπαρτες αναφορές που αποκαλύπτουν τον βαθύ πόνο του ίδιου και της οικογένειάς του, που βίωσαν την εξορία, τον χωρισμό, τον πρόωρο θάνατο της μικρής του αδελφής και τελικά την εξαθλίωση και τη φτώχεια, όπως η μητέρα του, την οποία περιμάζεψε –τι ειρωνεία!– ένας μαύρος Αμερικανός φαντάρος «όπως σηκώνεις το κουτάβι από το σβέρκο», λέγοντάς της «we’re all the same underdogs». O γιος της, σκληρός σαν και κείνη, παραδέχεται πως δεν ανέλαβε ποτέ κανέναν φιλεύσπλαχνο ρόλο ίσως γιατί ποτέ δεν πίστεψε ότι ο οικογενειακός περίγυρος ή το ανθρώπινο περιβάλλον μπορεί πραγματικά να σε σώσει.

Καθώς, όμως, η οικογένεια υποχωρεί ως εικόνα απέναντι στη δική της φαινομενικότητα, όπου οι βασικές κατηγορίες διαλύονται από την ίδια την πραγματικότητα σαν τις διαρκείς ονειροπολήσεις του συγγραφέα, το ερώτημα είναι τι απομένει από αυτή την παλιά πανσπερμία και πίστη στο μέλλον και από μια Ευρώπη που δεν έχει, όπως τότε, περιθώρια για ψευδαισθήσεις. Τα σημερινά αδιέξοδα και τα βαθιά ερωτήματα που φέρνει στο φως η πρόσφατη άνοδος της ακροδεξιάς είναι που καθιστούν βιβλία σαν του Στάινερ για την κρίση της Ευρώπης ή του Ρετσόρι, που εκδίδονται αμφότερα από το Δώμα, πιο επίκαιρα από ποτέ.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Δοκίμιο / Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Στα απολαυστικά «Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία» (παραδόσεις για το έργο των Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τουργκένιεφ και Τσέχοφ) του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ μαθαίνουμε γιατί οι σπουδαίοι Ρώσοι του 19ου αιώνα είναι οι πραγματικά πρωτοπόροι στην ιστορία της λογοτεχνίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Βιβλίο / Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Οι «Αλεπούδες του Περ-Λασαίζ» είναι ένα μυθιστόρημα άριστα δομημένο, με πυκνό λόγο και πλήθος πραγματολογικών στοιχείων, που αναπλάθει τη γαλλική επαρχία των ’50s μέσα από μια απελπισμένη ερωτική ιστορία με φεμινιστική χροιά. 
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ