Το θέατρο των ύβρεων – ένα απέραντο σπιρτόκουτο

Το θέατρο των ύβρεων- ένα απέραντο σπιρτόκουτο Facebook Twitter
Εγκλημα και τιμωρία
0

Έχω δει το «Έγκλημα και Τιμωρία» στη Στέγη και κριτική δε θα κάνω, δε μπορώ κιόλας, γιατί σε όλη τη μακρά διάρκεια του έργου με απασχολούσε κάτι άλλο, αυτό που κυριαρχεί και επιδεικνύεται σε τόση ένταση και με αυτόν τον τρόπο: η γλώσσα της παράστασης.

Τι γλώσσα μιλάει η παράσταση που είναι βασισμένη στον τίτλο του έργου του Ντοστογέφσκι και με ποια λόγια αυτή η γλώσσα ενός αριστουργήματος της κλασικής λογοτεχνίας μεταγράφεται στο σήμερα; Και μπορεί με τον ίδιο τρόπο, τα ίδια εργαλεία να μεταγράφουμε ελεύθερα και τον κόσμο του Κάφκα για παράδειγμα; Πώς θα εκφράσουν το συναίσθημα της ασφυξίας και της οδύνης τους, με ένα «γ@μ’ω την κοινωνία μου»;

Στο ανέβασμα του έργου οι καταφρονεμένοι ήρωες αυτού του κόσμου, της Αθήνας του 2023, δε λυπούνται τις λέξεις, βρίζουν και οργίζονται στη διαπασών και αναρωτιέμαι αν αυτή η τόσο προφανής ύβρις έχει σχέση με το σκότος του ντοστογεφσκικού κόσμου, αν υπάρχει αυτή η πρόθεση και αν αυτή η πρόθεση -εφόσον υπάρχει- μας συστήνει ένα σύμπαν τόσο πλούσιο και πολύπτυχο και δυσερμήνευτο πολλές φορές όσο αυτό που μας άφησε σαν πνευματική διαθήκη ο συγγραφέας. 
 

Νομίζω πως αυτή η γλώσσα δε θέλει να πει τίποτα. Και ό,τι είχε να δείξει το έδειξε. Το λούμπεν σήμερα υπάρχει στην κοινωνία με άλλους όρους, δεν την αποτυπώνει καμία γραφή στο θέατρο, υπάρχει κάτω από λέξεις και έννοιες που εκφέρονται με καλλιέπεια και από κάτω ζέχνουν. Υπάρχει και κυριαρχεί ύπουλα. Κάνουμε μια βόλτα στα σόσιαλ και πνιγόμαστε στο λούμπεν, αυτή είναι η έκφραση σήμερα του ταπεινού ενστίκτου και αυτή είναι η περιοχή της.

Ενώ παρακολουθώ τις σκηνές στα «κόκκινα», γεμάτες ένταση, χωρίς αναπνοή, χωρίς καμία ανακουφιστική παύση, έρχονται στα μάτια μου και πρωταγωνιστούν σκηνές από το «Σπιρτόκουτο» και το σύμπαν του Οικονομίδη.

Το θέατρο των ύβρεων- ένα απέραντο σπιρτόκουτο Facebook Twitter
Από εδώ ξεκίνησαν όλα: Σπιρτόκουτο (2002)

Προφανώς το σύμπαν αυτό πολύ το αγάπησε το ελληνικό θέατρο, εδώ και δυο δεκαετίες. Και το αντέγραψε, το μετέγραψε, το επεξεργάστηκε και το έφερε στη σκηνή ξανά και ξανά, και μαζί αυτή τη γλώσσα που την ακούμε εξακολουθητικά. 

Ήρωες οργισμένοι, περιθωριακοί, λούμπεν, που βρίζουν ακατάπαυστα στα όρια της έντασης επικαλύπτοντας οτιδήποτε λίγο πιο ποιητικό, λίγο πιο ανθρώπινο, λίγο πιο στοχαστικό υπάρχει σαν θύλακας έστω ξεχασμένος μέσα τους και μπορεί να φτάσει στην πλατεία. Βρίζουν ακούραστα, την ένταση δεν την ακολουθεί καμία αναπόφευκτη κατάρρευση, αν θέλουμε να μιλήσουμε και ρεαλιστικά. Από σκηνή σε σκηνή, ξανά, προς τη δόξα τραβούν.

Ανάμεσα στα βρισίδια εκσφενδονίζονται και «αλήθειες»που δυστυχώς ακούγονται μόνο σαν κλισέ ή συνθήματα. Συνθήματα κατά της αδικίας σε όλο τους το μεγαλείο που σήμερα ειδικά, θα μπορούσαν να μην ακούγονται έτσι, σαν κούφια λόγια, σαν συμπλήρωμα. Το είδαμε με ίδιο τρόπο να βρίζουν και στα «Κόκκινα Φανάρια» και εκεί η συνθήκη το επέτρεπε περισσότερο, ο τόπος της δράσης είναι ο «υπόκοσμος», όπως εκείνη τη δεκαετία αποκαλούσαν οτιδήποτε μη κατανοητό, διαφορετικό και μη οικείο. 

Το είδαμε και στο «Στέλλα Κοιμήσου» του Οικονομίδη, αυτόν τον μαφιόζικο κόσμο που βρίζει εδραιωμένος στο ψέμα, το χρήμα, τη χυδαιότητα και το έγκλημα.

Αυτή τη σεζόν το είδα και σε δυο ακόμα παραστάσεις, τον «Κωλόκαιρο» του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου με τους ήρωες να βρίζουν ακατάπαυστα στο ξενυχτάδικο “Διυλιστήριο” της Ελευσίνας, βουτηγμένοι στο αλκοόλ, στο ξενύχτι, δίνοντας μέσα από τις εκρήξεις τους το ύφος του έργου που πετάει στα μούτρα του θεατή μια «ανεπιτήδευτη αλήθεια». Μέσα όμως σε αυτό το λόγο που διατρέχει το έργο, καμιά αλήθεια δε μπορεί να διατυπωθεί, γιατί η αλήθεια όταν διατυπώνεται με αυτή τη βία, μπορεί να κερδίζει στα σημεία, αλλά είναι άγευστη τελικά, κανένας χαρακτήρας δεν αποκτά βάθος και αυτή η εκφορά αδικεί και έναν συγγραφέα που έχει ιδέες, αλλά διάλεξε ένα τρόπο πιο «αναγνωρίσιμο» να πει αυτά που θέλει.

Το είδα και στο έργο του Γιώργου Καφετζόπουλου, το «Τάο», με τρεις αντρικούς χαρακτήρες να καραβοτσακίζονται στα «βασίλεια» της μαφιόζικης νύχτας και στο χάος των ημερών. Και αυτοί βρίζουν ακατάπαυστα γιατί μάλλον άλλη γλώσσα δεν καταλαβαίνουν. Ωραία ιστορία, το ίδιο μοτίβο. Και εδώ οι χαρακτήρες, τα χαρακτηριστικά, τα επίπεδα χάνονται στη βία, στη βίαιη εκφορά του λόγου στα τρομακτικά ξεσπάσματα. Αναρωτήθηκα, αν θέλει ο σκηνοθέτης να μιλήσει για μια ενηλικίωση, γιατί αλληγορικά τη μεταφέρει στη «νύχτα»; 

Μας αρέσουν τα έργα «γροθιά στο στομάχι», όπως περιγράφονται πολλές φορές, που φέρνουν στο προσκήνιο με αυτό τον τρόπο την αλήθεια της ελληνικής κοινωνίας; Σοβαρά τώρα; Η Αθήνα του 2023 είναι -όπως εμφανίζεται στη σκηνή- μόνο αυτό το χοντροκομμένο λούμπεν σκηνικό, χωρίς υπαινιγμό; Ή είναι κάτι πιο υπόρρητο, πιο πολύπλοκο άρα και πιο δύσκολο να γραφτεί;

Περνώντας στην αληθινή ζωή, αν σε ένα μπαρ ή μια αίθουσα, για να μην πω στο  βαγόνι του μετρό, μπει ένα πληγιασμένο, ανάπηρο τζάνκι δε θα το κοιτάξουμε όλοι; Και αν αρχίσει να κραυγάζει απελπισμένα, δε θα το ακούσουμε; Θα το ακούσουμε, αλλά και θα το ξεχάσουμε μόλις κατέβουμε στο σταθμό μας, μόλις φύγει από την αίθουσα. 

Το αληθινό λούμπεν δεν είναι μόνο αυτό που λέει «σκληρές αλήθειες» καπνίζοντας και βρίζοντας σε παράνομες λέσχες χαρτοπαιξίας και σκυλάδικα. Είναι και οι καλοντυμένοι κλέφτες στα βαγόνια που δεν τους παίρνουμε χαμπάρι, οι απατεώνες, οι μικροαστοί κομπιναδόροι και ο αδάμαστος βίος τους που έχει μιλήσει για αυτούς ο Στερνχάιμ εδώ και έναν αιώνα, οι διπλανοί μας βιαστές, τα περίβλεπτα λαμόγια με την όψη του επιτυχημένου. Όλοι αυτοί μιλάνε μια άλλη γλώσσα, που πολύ πιο δύσκολα γράφεται και περιγράφεται ρεαλιστικά.  Είναι ο λόγος που αρθρώνουν - ο κακοποιητής, ο βιαστής, ο δολοφόνος, ο κατηγορούμενος, ο μέγας απατεών με το κοστούμι. Το πρεζάκι, οι τρανς, οι γυναίκες στα τελευταία των τελευταίων μπαρ και τα μπουζούκια είναι το εύκολο. Είναι και ένα πρόσχημα, προσκαλεί τον θεατή σε μια περιοχή φαινομενικά οικεία – την έχει δει και ξαναδεί και παίρνει και μια γεύση στο «Αυτή η Νύχτα μένει» επειδή βλέπει και τηλεόραση, δεν του κάνει καμία υπενθύμιση, δεν ασχολείται με την κρίσιμη υποσημείωση της κοινωνίας που αγνοείται σε κάθε τέτοιο έργο και έρχεται με κάθε παράσταση πιο κοντά στον κίνδυνο να θεωρηθεί περισσότερο «εξωτική» παρά μια όψη παραγνωρισμένη.

Δεν είναι λούμπεν, οι δυο τύποι του Κεχαΐδη στο Τάβλι, ο Φώντας και ο Κόλλιας; Δε φέρνουν όλη την Ελλάδα στα μούτρα μας, δεν τη διατυπώνουν με τα πιο μελανά της χρώματα χωρίς να που ένα «γαμώτο»; Το κάνουν και γίνονται από λούμπεν, λαϊκοί ήρωες και αυτό οφείλεται και στη γλώσσα που χρησιμοποιούν, που χυδαιολογεί σατιρίζοντας, κρατάει ένα πνεύμα βέβηλο και εν τέλει πρωτοποριακό, εκφράζει την σπουδαία ποιότητα του διαλόγου ακόμα και όταν αυτός είναι αχαλίνωτος. Κάθε φράση κρύβει νόημα, αυτό συμβαίνει. Πώς αυτό ειδικά το μονόπρακτο του Κεχαΐδη δεν είναι παράδειγμα για το σήμερα;

Απλώς, τα βρισίδια είναι μια γλώσσα που εύκολα αντιγράφεται. Φέρνει στο προσκήνιο μια βία ωμή που χτυπάει κατευθείαν στο θυμικό, όταν όμως την παρακολουθούμε, ούτε εξοργιζόμαστε, ούτε γαληνεύει κάτι μέσα μας, ούτε ξορκίζεται. Νομίζω πως αυτή η γλώσσα δε θέλει να πει τίποτα. Και ότι είχε να δείξει το έδειξε. Το λούμπεν σήμερα υπάρχει στην κοινωνία με άλλους όρους, δεν την αποτυπώνει καμία γραφή στο θέατρο, υπάρχει κάτω από λέξεις και έννοιες που εκφέρονται με καλλιέπεια και από κάτω ζέχνουν. Υπάρχει και κυριαρχεί ύπουλα. Κάνουμε μια βόλτα στα σόσιαλ και πνιγόμαστε στο λούμπεν, αυτή είναι η έκφραση σήμερα του ταπεινού ενστίκτου και αυτή η περιοχή της. 

Βρίζουν και οι ήρωες της Λένας Κιτσοπούλου, και η ίδια βρίζει, αλλά εκεί υπάρχει γραφή, οι λέξεις - και με ένα τρόπο παράξενο και ανεπιτήδευτο και πολύ προσωπικό, υπάρχει στόχος και μεταφορά. Και άλλες ατάκες θυμάσαι από τα έργα της.

Και επιστρέφοντας στο Έγκλημα και Τιμωρία, υπάρχουν κείμενα που συνδέουν τις σκηνές. Πολύ διαφορετικά, με ψήγματα ερμηνείας και κοινωνιολογίας, μιλούν για το έγκλημα, την τιμωρία, το δίκαιο. Δε γράφτηκαν από το ίδιο χέρι, αλλά θέλει μαεστρία θεατρικού συγγραφέα το εμβόλιμο, θέλει και τρόπο. Το θεωρώ σχεδόν ακατόρθωτο να σφηνώσει κάποιος τέτοιου ύφους σκηνές που είναι εντελώς αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα και να μην τη πατήσει.  

Ένας μπόρεσε να το κάνει αυτό, ο Κωστής Παπαγιώργης, που συνέδεε το λόγιο και την επιστημοσύνη με το λαϊκό και το λούμπεν και τη κραυγή του γηπέδου. Γι' αυτό τα κείμενά του και σήμερα είναι ζωντανά, ατόφια και αληθινά και τελικά εξόχως θεατρικά. Και το θέατρο θα είχε πολλά να μάθει μελετώντας αυτό τον τρόπο γραφής.

Με όλο αυτό το υβρεολόγιο οι στερημένοι και οι αποκλεισμένοι άνθρωποι της κοινωνίας που το θέατρο θέλει και μπορεί να τους δώσει φωνή, μοιάζουν αποκλεισμένοι σε μια περιοχή ταπεινών ενστίκτων και εκφράζονται μονοσήμαντα. Η απεικόνιση της ωμότητας και της αναισθησίας που υπάρχει σήμερα δεν έχει βρει τη διατύπωσή της, τα «καντήλια» που πέφτουν βροχή στην ουσία σακατεύουν την αληθινή γλώσσα  αυτού του κόσμου που υποτίθεται αναπαριστά- ενός κόσμου που υποφέρει απαρηγόρητος, και  με φτωχότερο λεξιλόγιο και λιγότερο περίτεχνα μπινελίκια εκφράζεται δυνατότερα.

Το θέατρο των ύβρεων είναι η εύκολη λύση, δημιουργεί ένταση και γεμίζει σκηνές. Ούτε κατά διάνοια δεν ακουμπάει το λαϊκό ή το ελληνικό noir- το νουάρ έχει κανόνα, μυστήριο, λύση και κάθαρση. Έχει πλοκή και ανάπτυξη χαρακτήρων και έρχεται από τη λογοτεχνία, δεν είναι απλώς «μαύρο, ρηχό σκοτάδι». 

Στον αντίποδα, ένα άλλο σύμπαν γλωσσικό, δίπλα στο κινηματογραφικό του Λάνθιμου, αυτό του Ευθύμη Φιλίππου πολύ λιγότερο επηρέασε τους νέους θεατρικούς συγγραφείς και δραματουργούς. Είδα τις προάλλες το «Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα» του Φιλίππου, από δυο γυναίκες ηθοποιούς, και δε σταμάτησα να σκέφτομαι αυτή τη γλώσσα, την σχεδόν μαθηματική, οργανωμένη, που φέρνει με τάξη στα αυτιά ένα πλήθος χαοτικών και μεταφορικών νοημάτων. Δύσκολα αντιγράφεται αυτός ο λόγος, δύσκολα δημιουργεί σχολή. Θέλει μεγάλη τεχνική και χρόνια δουλειάς και δοκιμών και τόνους χαρτιού που πετιέται. Αξίζει όμως κάποιος να μελετήσει αυτή τη γλώσσα που έρχεται στο προσκήνιο, τον τρόπο χρήσης της, τα νοήματα που απορρέουν από τις λέξεις όχι μόνο τις εικόνες.

Κρατώντας στο χέρι μου ένα «βρισιδόμετρο», εδώ και πολλά χρόνια, βαρέθηκα είναι η αλήθεια να ακούω στο θέατρο ακόμα και τις πιο ευφάνταστες βρισιές (με τις οποίες στην αληθινή ζωή ενθουσιάζομαι για την ποικιλία που εμπεριέχουν). Βαρέθηκα και αυτό το σύμπαν που δε φτάνει ποτέ στην πλατεία και τους θεατές, που δεν είναι πολυσήμαντο και πολύχρωμο και ευαίσθητο και πονεμένο όσο στην αληθινή ζωή, ακόμα και στα κομμάτια που δεν ξέρουμε, κυρίως εξαιτίας της γλώσσας που χρησιμοποιεί. Μιας γλώσσας που με εξαντλεί και με αποκαρδιώνει.

Μήπως είναι η ώρα να δείξουμε ότι ο από σκηνής «ρεαλισμός του παρόντος», το μήνυμα που θέλει να περάσει κάθε δημιουργός -και σήμερα περισσότερο από ποτέ δικαιούται να το κάνει- μπορεί και αξίζει να έχει μια πιο άρτια, ανεμπόδιστη και πλούσια γλωσσική διατύπωση;  Αληθινή και γεμάτη σφρίγος χωρίς περιττά φτιασίδια. Αξίζει νομίζω και περιμένουμε να την ακούσουμε.

Οπτική Γωνία
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μια ομάδα μαθητών κατασκεύασε ρομπότ που καθαρίζει τις θάλασσες

Περιβάλλον / Πώς μια ομάδα μαθητών από τον Άλιμο έφτιαξε ρομπότ που καθαρίζει τον βυθό;

Το Greek Seabot είναι το υποβρύχιο ρομπότ που δημιούργησε μια μαθητική ομάδα από το ΕΠΑΛ Αλίμου για να βοηθήσει στον καθαρισμό των βυθών από πλαστικά και απορρίμματα. Μιλούν στη LIFO οι μαθητές για τα κίνητρά τους και το όραμά τους για ένα πιο καθαρό περιβάλλον.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Οι αλλαγές που φέρνουν στο μεταναστευτικό η πρόσφατη απόφαση της Λειψίας και η νέα πολιτική του Μερτς/ Μεταναστευτικό: Από τη Μέρκελ στον Μερτς και η αλλαγή που φέρνει η απόφαση της Λειψίας

Βασιλική Σιούτη / Μεταναστευτικό: Πώς επηρεάζει την Ελλάδα η αλλαγή πολιτικής της Γερμανίας;

Μετά την εκλογή του Φρίντριχ Μερτς, η Γερμανία αυστηροποιεί τη μεταναστευτική πολιτική της και αναζητά τρόπους για να εξαιρεθεί από την υποχρέωση εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ώστε να μην κάνει δεκτά νέα αιτήματα ασύλου.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Becca Bloom: Γιατί θεοποιούμε τις ζάπλουτες; 

Οπτική Γωνία / Becca Bloom: Γιατί θεοποιούμε τις ζάπλουτες ενώ δεν έχουμε να φάμε;

Αν νομίζετε ότι η επίδειξη πλούτου προκαλεί σήμερα κοινωνική κατακραυγή, πλανάστε. Άνθρωποι που δυσκολεύονται οικονομικά, αντί να βιώσουν ταξική αφύπνιση, βλέποντας πώς ζει η δισεκατομμυριούχος σταρ του TikTok, θέλουν να μάθουν τα πάντα γι' αυτήν.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Ανήλικοι στην πρώτη γραμμή: Το νέο πρόσωπο της ακροδεξιάς στη Θεσσαλονίκη

Ελλάδα / 13χρονα παιδιά σε νεοναζιστικές συμμορίες: Πώς φτάσαμε εδώ;

Όλο και περισσότεροι έφηβοι και νέοι φαίνεται να γοητεύονται από ακροδεξιές ιδεολογίες. Τι σηματοδοτεί η έκρηξη αυτού του επικίνδυνου φαινομένου; Μιλά στη LiFO ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Άρης Στυλιανού.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
« Βρίσκω πολύ πιθανό να δούμε κάποια στιγμή μη λευκό Πάπα»

Οπτική Γωνία / «Βρίσκω πολύ πιθανό να δούμε κάποια στιγμή μη λευκό Πάπα»

Ο επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας της Θρησκείας της Θεολογικής Σχολής του ΕΚΠΑ και διδάκτορας των πανεπιστημίων Βοστώνης και Λουβέν Χαράλαμπος Βέντης μιλά για την εκλογή του νέου Πάπα, την «επιστροφή» της θρησκείας και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα η Καθολική και η Ορθόδοξη Εκκλησία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η αντιπολίτευση που υποδύεται πως δεν καταλαβαίνει…

Οπτική Γωνία / Η αντιπολίτευση που υποδύεται πως δεν καταλαβαίνει

Την τελευταία δεκαετία, όλα σχεδόν έχουν αλλάξει στην ελληνική κοινωνία, ιδιαίτερα σε εκείνο το κομμάτι της που βρισκόταν παραδοσιακά και ιστορικά απέναντι στη συντηρητική παράταξη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ
Επίδομα ανεργίας: Όταν το κράτος αποφασίζει πως θα το ξοδέψεις

Ρεπορτάζ / Επίδομα ανεργίας: Όταν το κράτος αποφασίζει πώς θα το ξοδέψεις

Η απόφαση της κυβέρνησης να καταβάλλεται το επίδομα ανεργίας και άλλες κοινωνικές παροχές σε προπληρωμένη κάρτα, με πλαφόν 50% στην ανάληψη μετρητών, προκαλεί την αγανάκτηση των δικαιούχων. Σχολιάζουν στη LIFO άνεργοι πολίτες, ο γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ και εκπρόσωποι κλάδων που πλήττονται.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Empty the Tanks»: Σώστε τα δελφίνια!

Ρεπορτάζ / «Empty the Tanks»: Πότε θα σταματήσει η αιχμαλωσία των δελφινιών;

Η παγκόσμια καμπάνια «Empty the Tanks» εναντιώνεται στην αιχμαλωσία και την εκμετάλλευση των δελφινιών. Πώς εκφράζεται η κινητοποίηση στην Ελλάδα και ποια η τύχη των δελφινιών του Αττικού Ζωολογικού Πάρκου; Μιλούν στη LIFO εκπρόσωποι οργανώσεων, αλλά και ο ιδρυτής του Αττικού Πάρκου.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Υψηλοί τόνοι για τα Τέμπη, χαμηλοί για τα ελληνοτουρκικά 

Οπτική Γωνία / Υψηλοί τόνοι για τα Τέμπη, χαμηλοί για τα ελληνοτουρκικά 

Τα Τέμπη συνεχίζουν να πυροδοτούν εντάσεις μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, αντιθέτως στα ελληνοτουρκικά και στο θέμα της πώλησης των Eurofighter στην Τουρκία που απασχόλησε την επικαιρότητα, η κριτική για τη στάση της κυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι σε χαμηλούς τόνους.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Οδός Βύρωνος: Ένας δρόμος-ντροπή για τον δημόσιο χώρο

Aθήνα / Οδός Βύρωνος: Ένας δρόμος-ντροπή για τον δημόσιο χώρο

Τα πεζοδρόμια στην καρδιά της πόλης έχουν παραδοθεί στα τουριστικά καταστήματα, αποκλείοντας τους πιο ευάλωτους πολίτες, ενώ η Αθήνα χάνει τον βασικό λόγο ύπαρξής της: να είναι μια πόλη για ανθρώπους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Έχετε «επιστροφή φόρου»: Οι συχνότερες περιπτώσεις phishing

Οπτική Γωνία / «Έχετε επιστροφή φόρου, πατήστε εδώ»: Πώς να γλιτώσεις από το phishing

Παραπλανητικά μηνύματα, αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων, χακάρισμα τραπεζικών λογαριασμών. Το phishing είναι πιο συχνό και πολύ πιο επικίνδυνο πιο επικίνδυνο απ' ό,τι νομίζουμε. Μιλά στη LiFO ο καθηγητής Κυβερνοασφάλειας στο Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και επικεφαλής της Εθνικής Ομάδας Κυβερνοασφάλειας, Χρήστος Ξενάκης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Το χρονικό των χαμένων βίντεο των Τεμπών

Οπτική Γωνία / Το χρονικό των χαμένων βίντεο των Τεμπών

Η υπόθεση των χαμένων βίντεο των Τεμπών αναδεικνύει, για ακόμη μία φορά, λανθασμένους χειρισμούς που έγιναν σε κρίσιμες φάσεις της ανακριτικής διαδικασίας, αφήνοντας πλήθος αναπάντητων ερωτημάτων.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Ιλιρίντα Μουσαράι: «Ο πατέρας μου κατάφερε φέτος για πρώτη φορά να ψηφίσει και να αισθανθεί πολίτης όχι στην Ελλάδα, όπου ζει εδώ και τριάντα χρόνια, αλλά στην Αλβανία»

Πολιτική /  Ιλιρίντα Μουσαράι: «Η Αλβανία δεν είναι η “Κολομβία της Ευρώπης”»

Με αφορμή τις αλβανικές κοινοβουλευτικές εκλογές της 11ης Μαΐου, μία επίκαιρη συζήτηση με την Ιλιρίντα Μουσαράι, την αλβανικής καταγωγής πολιτική επιστήμονα και υποψήφια διδάκτορα στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του ΕΚΠΑ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ