ΦΩΤΙΕΣ ΤΩΡΑ

Μήπως η περίφημη «γενιά του τριάντα» δεν υπήρξε ποτέ;

Δημήτρης Τζιόβας «Ο μύθος της γενιάς του τριάντα» Facebook Twitter
Δεν είναι τυχαίο ότι η γενιά του τριάντα προσέφερε τις τελευταίες δεκαετίες το «εθνικό αντίβαρο» στις απειλές της παγκοσμιοποίησης, του ατομικισμού, του ευδαιμονισμού.
0



ΟΤΑΝ Ο ΣΕΦΕΡΗΣ, το 1947, εγκαινίασε με ομιλία του την έκθεση Θεόφιλου στο Βρετανικό Συμβούλιο της Αθήνας, προκλήθηκε σάλος. Αν στα μάτια του ποιητή ο αυτοδίδακτος αυτός καλλιτέχνης ήταν η απόδειξη «της πολύ καλλιεργημένης ομαδικής ψυχής του ελληνικού λαού», στα μάτια άλλων ο Θεόφιλος δεν ήταν παρά ένας αγαθός μπογιατζής, μια «μπλόφα».

Για τους αριστερούς της εποχής η ανακάλυψη του λαϊκού από αστούς διανοουμένους είχε κάτι το επίπλαστο, το αριστοκρατικό. Ο Σεφέρης και η γενιά του, η περίφημη γενιά του τριάντα, βρίσκονταν γι' άλλη μια φορά στο στόχαστρο ως «κουβαρντάδες των σαλονιών»...

Από επιθέσεις σαν τις παραπάνω –επιθέσεις που την κατήγγειλαν ως «φερέφωνο των δυτικών αξιών και του ξενόφερτου κοσμοπολιτισμού», στηλιτεύοντας κατά καιρούς την «έλλειψη επαφής» της με την ντόπια πραγματικότητα και τις απόπειρές της να «χειραγωγήσει την πνευματική ζωή»– σφυρηλατήθηκε «Ο μύθος της γενιάς του τριάντα», υποστηρίζει ο Δημήτρης Τζιόβας στο ομώνυμο, ογκώδες δοκίμιό του, το οποίο έκανε αίσθηση όταν πρωτοκυκλόφησε το 2011 (Πόλις).

Σήμερα μπορεί να φαίνεται παράδοξο γιατί η αίγλη της γενιάς αυτής θεωρείται δεδομένη – από τους κόλπους της άλλωστε αναδείχθηκαν τα δυο μοναδικά μας Νόμπελ. Ωστόσο, «καμιά δεν αποθεώθηκε και δεν πολεμήθηκε ταυτόχρονα με τόση σφοδρότητα», υπενθύμιζε ο Τζιόβας, όσο η γενιά που αναδείχθηκε μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στον χώρο της λογοτεχνίας και των ιδεών, που ήρθε σε βίαιη ρήξη με το παρελθόν, αναζήτησε μ' επιμονή τις ελληνικές της ρίζες, βρήκε νέους τρόπους να συνομιλήσει με την παράδοση και συνέβαλε τα μέγιστα στη διαμόρφωση αυτού που αποκαλούμε «νεοελληνικό πολιτισμό».

Η γενιά που πέρασε στη συλλογική μας συνείδηση ως αυτή που πάντρεψε τον Μακρυγιάννη με τον Έλιοτ, τον Θεόφιλο με τον υπερρεαλισμό, τον Κόντογλου με τον Παρθένη και το ρεμπέτικο με την κλασική μουσική, αυτή που αγάπησε τον Κάλβο, τον Παπαδιαμάντη, τον Καραγκιόζη, την λαϊκή αρχιτεκτονική και τη βυζαντινή ζωγραφική, «δεν υπήρξε ποτέ», διαβάζουμε.

Το βιβλίο, ωστόσο, του καθηγητή νεοελληνικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, με τον ειδοποιό υπότιτλο «Νεοτερικότητα, ελληνικότητα και πολιτισμική ιδεολογία», δεν εμφορείται από κατεδαφιστικές διαθέσεις. Το αντίθετο.

Από τις πρώτες του σελίδες άλλωστε γίνεται σαφές πως η κληρονομιά του Σεφέρη, του Ελύτη, του Γκάτσου, του Εγγονόπουλου, του Μυριβήλη, του Καραγάτση καθώς και των επιγόνων τους στη μουσική, τη ζωγραφική και το σινεμά –από τον Μόραλη και τον Τσαρούχη ως τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη και τον Θόδωρο Αγγελόπουλο– προσεγγίζεται σαν το βαρόμετρο των πνευματικών μεταλλάξεων που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα κι εξακολουθούν, με μεγαλύτερη ίσως ένταση, να μας απασχολούν. Γιατί δεν είναι τυχαίο ότι η γενιά του τριάντα προσέφερε τις τελευταίες δεκαετίες το «εθνικό αντίβαρο» στις απειλές της παγκοσμιοποίησης, του ατομικισμού, του ευδαιμονισμού.

ΤΖΙΟΒΑΣ
Δημήτρης Τζιόβας

Όπως επισημαίνει ο Τζιόβας, έχει πια εμπεδωθεί η αίσθηση πως η γενιά του τριάντα δεν μπορεί ν' αντιμετωπιστεί ως ένα ομοιογενές και συμπαγές σύνολο. Στους κόλπους της συνυπάρχουν ρεαλιστές και μοντερνιστές, άθεοι και θρησκευόμενοι, συντηρητικοί όπως ο Μυριβήλης αλλά και ρηξικεύλευθοι όπως ο Ν. Κάλας, πρόεδροι Δημοκρατίας όπως ο Κ. Τσάτσος αλλά και κομμουνιστές όπως ο Κοσμάς Πολίτης.

Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο Εγγονόπουλος, εν έτει 1974, τόνιζε πως δεν είχε καμιά απολύτως σχέση μαζί της, ενώ κι ο Ελύτης σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, στους Νιάρχο και Φωστιέρη της «Λέξης» τη δεκαετία του '80, δήλωνε «ορφανός»: «Δεν έχω, δυστυχώς, αν εξαιρέσω κάπως τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τίποτε το κοινό με τους συναδέλφους μου. Και λέω "δυστυχώς" επειδή, κακά τα ψέματα, τη μοναξιά είναι δύσκολο να την αντέξεις»...

Μήπως λοιπόν πρόκειται για «κατασκευή»; Αυτό ακριβώς ισχυρίζεται «υπερβάλλοντας και κυριολεκτώντας» ο Τζιόβας, έχοντας προηγουμένως ξεδιπλώσει το πώς διαμορφώθηκε και το τι αντιπροσώπευε από την περίοδο του μεσοπολέμου ως τις μέρες μας ο όρος «γενιά του τριάντα», αρχής γενομένης από το ιδρυτικό γι' αυτήν δοκίμιο «Ελεύθερο πνεύμα» του Γιώργου Θεοτοκά.

Η γενιά που πέρασε στη συλλογική μας συνείδηση ως αυτή που πάντρεψε τον Μακρυγιάννη με τον Έλιοτ, τον Θεόφιλο με τον υπερρεαλισμό, τον Κόντογλου με τον Παρθένη και το ρεμπέτικο με την κλασική μουσική, αυτή που αγάπησε τον Κάλβο, τον Παπαδιαμάντη, τον Καραγκιόζη, τη λαϊκή αρχιτεκτονική και τη βυζαντινή ζωγραφική, «δεν υπήρξε ποτέ», διαβάζουμε. «Απλώς εφευρέθηκε ο μύθος της, σε διάφορες εκδοχές, ως άλλοθι και πεδίο για να συγκρουστούν ιδεολογίες και αισθητικές απόψεις, να αποκτήσουν έρεισμα βαθύτερες κοινωνικές αντιθέσεις και προκαταλήψεις, και να κριθούν πολιτισμικές επιλογές».

η γενιά του 30
Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδόσεις Πόλις

Το μόνο κοινό γνώρισμα που αναγνωρίζει σ' αυτήν ο Τζιόβας είναι πως υπήρξε ανδροκρατούμενη. Κι όπως δεν εντοπίζει τη συνοχή της στα λογοτεχνικά επιτεύγματά της –την εισαγωγή στην Ελλάδα του ποιητικού μοντερνισμού, τη στροφή από το διήγημα στο μυθιστόρημα– άλλο τόσο δεν αντιμετωπίζει μονοδιάστατα εκείνους που θεωρούμε εκπροσώπους της, ως πολυταξιδεμένους και ατσαλάκωτους αστούς.

Τοποθετώντας στον σκληρό πυρήνα της τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Θεοτοκά και τον Τερζάκη, χάρη κυρίως στο δοκιμιακό έργο τους, ο Τζιόβας αναδεικνύει ως κυρίαρχο χαρακτηριστικό της «το αίτημα της πνευματικής ελευθερίας και την αντίσταση στην ιδεολογική στράτευση και σε κάθε είδους δογματισμούς».

Για την τόσο παρεξηγήσιμη δε έννοια της «ελληνικότητας» που συνδέθηκε μαζί της, αυτή «δεν σημαίνει πολιτισμική περιχαράκωση ή εθνική εσωστρέφεια», επιμένει, αλλά «την ανάδειξη της ελληνικής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας για να μπορεί η Ελλάδα να έχει μια αξιόλογη παρουσία στον πολιτισμικό της ανταγωνισμό, χωρίς να επικαλείται διαρκώς το κλασικό της παρελθόν».

Γι' αυτό η αίγλη της γενιάς του τριάντα παραμένει αξεπέραστη ως τώρα, λέει ο Τζιόβας: επειδή λειτούργησε ως «ο ιδεότυπος του πνευματικού ανθρώπου», κι ως ιδανικός εξισορροπιστής ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο, στο εθνικό και το παγκόσμιο, το εμείς και το εγώ. 

Βιβλίο
0

ΦΩΤΙΕΣ ΤΩΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Από τον Μαλακάση στον Σεφέρη, τον Καμύ και τη γενιά του '30 μέσα από την αφήγηση της Λητώς Κατακουζηνού

Προδημοσίευση / Ο Σεφέρης, ο Καμύ και η γενιά του '30 μέσα από την αφήγηση της Λητώς Κατακουζηνού

Αποσπάσματα από την επανέκδοση του βιβλίου «Άγγελος Κατακουζηνός, ο Βαλής μου» της Λητώς Κατακουζηνού, όπου ξεδιπλώνεται η ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας μέσα από προσωπικές αφηγήσεις.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Στα τέσσερα»: Το πιο καυτό και αμφιλεγόμενο βιβλίο του φετινού καλοκαιριού

Βιβλίο / «Στα τέσσερα»: Το πιο καυτό και αμφιλεγόμενο βιβλίο του φετινού καλοκαιριού

«Κάποιες το λάτρεψαν, άλλες το σιχάθηκαν»: Το βιβλίο της Miranda July για την ερωτική περιπλάνηση μιας γυναίκας στη μέση ηλικία που χαρακτηρίστηκε ως «το πρώτο μεγάλο μυθιστόρημα για την περιεμμηνόπαυση», είναι η λογοτεχνική επιτυχία της χρονιάς.
THE LIFO TEAM
Πατρίτσια Χάισμιθ: «Ο κόσμος και τα μαρτίνι του είναι δικά μου!»

Βιβλίο / Πατρίτσια Χάισμιθ: «Ο κόσμος και τα μαρτίνι του είναι δικά μου!»

Τα πολυσυζητημένα ημερολόγια της Χάισμιθ αποκαλύπτουν κρυφές σκέψεις της συγγραφέως του «Ταλαντούχου κύριου Ρίπλεϊ», τους άγνωστους έρωτες και την εξάρτησή της από τη γραφή και το αλκοόλ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μπεν Γουίλσον: «Η χαοτική εικόνα της Αθήνας είναι το μυστικό της αντοχής και της επιτυχίας της»

Βιβλίο / Μπεν Γουίλσον: «Η χαοτική εικόνα της Αθήνας είναι το μυστικό της αντοχής της»

Από τη Βαβυλώνα ως την Αθήνα, ο διάσημος ιστορικός και συγγραφέας βλέπει τις πόλεις ως ζωντανούς οργανισμούς, όπου η ιστορία γράφεται από τους ανθρώπους και όχι από τα κτίρια – με δημόσιες διεκδικήσεις και αντιστάσεις στο gentrification.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
10 βιβλία που διαπνέονται από 10 ελληνικά νησιά και τόπους - από τις Σπέτσες και την Άνδρο ως την Κρήτη και τη Μύκονο

Βιβλίο / 10 βιβλία για 10 ελληνικά νησιά και τόπους - από τις Σπέτσες και την Άνδρο ως την Κρήτη και τη Μύκονο

Δεν είναι λίγα τα βιβλία που ξεδίπλωσαν και ενίοτε αποθέωσαν κρυφές ή φανερές μεριές της Ελλάδας και κατέληξαν να γίνουν συνώνυμα συγκεκριμένων τόπων. Από τις ονειρικές, σχεδόν ψυχεδελικές Σπέτσες στον Μάγο του Φόουλς μέχρι τη Μάνη του Φέρμορ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ / Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

Ο Αυτοκράτορας της Χαράς είναι ένα λογοτεχνικό επίτευγμα. Ένα μεγάλο μυθιστόρημα με ιστορίες απλών ανθρώπων που τις σχέσεις τους ορίζουν η καλοσύνη και η αλληλεγγύη. Με αφορμή την κυκλοφορία του, ένας από τους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του μιλάει για τη λογοτεχνία, τους ήρωές του, την queer ταυτότητα και την κατάσταση όπως διαμορφώνεται στην Αμερική του Τραμπ σε μια συνέντευξη-ποταμό.
M. HULOT
Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ