Κάννες 2010

Κάννες 2010 Facebook Twitter
Ο Θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του
0

Πρωτάρα στις Κάννες, η Αγγελική Νικολούλη περπατούσε στην Κρουαζέτ χαρούμενη και ανέμελη, δείχνοντας να την απασχολεί μόνο το φως της Κυανής Ακτής και διόλου το τούνελ. Οι υπόλοιποι, κυρίως κριτικοί, χαμένοι στην αναζήτηση της νέας ιδιοφυΐας, του μεγάλου δημιουργού, του φλογερού ταλέντου που θα βιαστούμε να καταχωρίσουμε ως την υποσχόμενη ελπίδα της νέας δεκαετίας, χανόμασταν καθημερινά στο σκοτεινό τούνελ του κυνηγητού μας, και πολλές φορές χάναμε την ταινία που φανερώνεται. Και, ξαφνικά, έρχεται ένας 46χρονος Ρώσος, ο Σεργκέι Λόζνιτσα, με θητεία στο ντοκιμαντέρ, στην πρώτη του ταινία με τίτλο Η ευτυχία μου (Schastye Moy), να μας μαρτυρήσει με μια στέρεα εικαστική γραφή, εκπληκτικά πλάνα και διαλόγους και αφήγηση σαλιγκαριού την πλήρη αποψίλωση της περίφημης ρωσικής ψυχής, σε έναν κτηνώδη πολτό. Η δυστυχία του δράματος μιας πολύπαθης χώρας, κατά τον Λόζνιτσα, έχει τις ρίζες της στον σταλινισμό, και μέσα από λαβυρινθώδεις αναδρομές στο παρελθόν το παρόν συγχέεται σε μια μοχθηρία άνευ προηγουμένου, μια ανομία που εξισώνεται με τη διαφθορά σε όλα τα επίπεδα. Είναι η ιστορία ενός φορτηγατζή, που αρνείται να πληρώσει μια νεαρή κοπέλα που του προσφέρει σεξουαλικές υπηρεσίες, χάνεται στους κάμπους και τα λαγκάδια, και πέφτει θύμα κάποιων τυχαίων, που θέλουν να κλέψουν το εμπόρευμά του. Γυρισμένο σε ουκρανικά τοπία που μοιάζουν με τη ρωσική ενδοχώρα, το φιλμ χρησιμοποιεί τη φιγούρα ενός γέρου άνδρα που κρατάει δυο ρόλους, εντελώς αντίθετους σε ύφος, θέλοντας και να καταδείξει την αλλαγή του πνεύματος στο ίδιο πρόσωπο. Το βασικό, στο μόνο αριστούργημα από τις ταινίες που είδα στις Κάννες, είναι η αδιάσπαστη προσήλωση του Λόζνιτσα στον χώρο και τον χρόνο (αν και πολλοί θα διαφωνήσουν λόγω του μυστηρίου που περιβάλλει τους χαρακτήρες), χωρίς να ενδιαφέρεται για τον απόλυτο σεβασμό της γραμμικής πλοκής.

Η ταινία του Λόζνιτσα δεν πήρε κανένα βραβείο τελικά. Ο Ταϊλανδός super sui generis auteur Απιτσαπόνγκ Βερεσετακούλ, με το φιλμ ο Θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του, επέστρεψε στην ταραγμένη χώρα του με τον Χρυσό Φοίνικα, επιλογή-έκπληξη από τον Τιμ Μπάρτον, επιβεβαιώνοντας την τάση των Αμερικανών προέδρων της κριτικής επιτροπής να προτιμούν ταινίες που στροβιλίζονται σε μια κινηματογραφική τροχιά διαφορετική από τη δική τους (ο Ίστγουντ στον Ταραντίνο, ο Σκορσέζε στον Αγγελόπουλο). Πρόκειται για την ιστορία ενός άρρωστου άνδρα που περνάει τις τελευταίες μέρες της ζωής του στην εξοχή, κάπου στη ζούγκλα, παρέα με τους συγγενείς του, την πεθαμένη γυναίκα του και τον επίσης νεκρό γιο του, ο οποίος εμφανίζεται σε μη ανθρώπινη μορφή! Ο Θείος Μπούνμι είναι, με τον τρόπο της, μια από τις πάμπολλες ταινίες που φέτος έδωσαν ένα οικογενειακό στίγμα στο περιεχόμενο του φεστιβάλ.

Ο Χαβιέρ Μπαρδέμ πήρε βραβείο για την αγκομαχούσα ερμηνεία του στο Biutiful του Ινιάριτου, στον ρόλο ενός βασικά ετοιμοθάνατου, που έχει το χάρισμα να επικοινωνεί με τους πεθαμένους, την έλλειψη χάρης να κάνει βρομοδουλειές με μετανάστες, αλλά και το μεγάλο πρόβλημα να πρέπει να τακτοποιήσει τα ανήλικα παιδιά του, καθώς η γυναίκα του είναι αλκοολική και οριακά επικίνδυνη. Σ' αυτή την έξοχα κινηματογραφημένη, βαριά κι επίμονα θανατερή ταινία, ο Ισπανός ηθοποιός είναι το γήινο αντίβαρο, και ταυτόχρονα η πνευματική της λύτρωση. Μοιράστηκε το βραβείο με τον Έλιο Τζερμάνο, πρωταγωνιστή στο πεζό και τετριμμένο φιλμ του Ντανιέλε Λουκέτι Η ζωή μας, παίζοντας έναν χήρο με τρία μικρά αγόρια που αναλαμβάνει μια επίπονη εργασία, και κοντεύει να λυγίσει από την ευθύνη και την ουσιαστική μοναξιά (ωραίος ρόλος, σπάνια ρεαλιστικός για ευρωπαϊκή ταινία καλλιτεχνο-οικογενειακών προδιαγραφών). Στις γυναίκες, όπως και πέρσι, το βραβείο χαρίστηκε σε μια Γαλλίδα, τη Ζιλιέτ Μπινός, η οποία έπαιξε με την ψυχικά καταρρέουσα υπερβολή της στο Αυθεντικό Αντίγραφο του Κιαροστάμι μια γυναίκα που μπορεί να είναι σύζυγος ενός ψυχρού Άγγλου, μπορεί όμως και να μην είναι, κάτι που δεν θα μάθουμε ποτέ σε αυτή την άνιση, διανοούμενη κόπια των δυο, πραγματικού χρόνου, ρομάντσων του Λινκλάτερ και της Ντελπί. Αντίθετα, άξια για πολλά βραβεία ήταν η ερμηνεία μιας ηθοποιού που επέστρεψε μετά από 15 χρόνια απουσίας, της Γιουν Γιούνχι, στην Ποίηση του Κορεάτη Λι Τσαγκ Ντονγκ. Ενσάρκωσε μια γηραιά κυρία που παλεύει με τα πρώτα συμπτώματα της άνοιας, τη χαριτωμένη φιλαρέσκεια της, την ανάγκη της να μάθει να φτιάχνει ποιήματα, και την ανάμειξη του αγαπημένου της έφηβου εγγονού στον βιασμό μιας συμμαθήτριάς του, η οποία στη συνέχεια αυτοκτόνησε. Πολύ ντελικάτη, υπέροχη δημιουργία, αντίθετα με τη γλαφυρή και άδεια στυλιζαρισμένη ταινία του έτερου Κορεάτη Ιμ Σανγκσού The Housemaid, remake μιας φημισμένης ομώνυμης ταινίας των '60s.

Ακόμη και στη μοναδική αμερικανική ταινία του Διαγωνιστικού, το βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα Fair Game του Νταγκ Λάιμαν, όπου το ύφος διχαζόταν ανάμεσα στο σασπένς και την καταγγελία, ο βασικός κορμός ήταν η συζυγική σχέση ανάμεσα στην κατάσκοπο της CIA Βάλερι Πλέιν, που στηλίτευσε τη δράση της υπηρεσίας της για τα πυρηνικά στο Ιράκ, και τον διπλωμάτη Τζο Ουίλσον, και ο άμεσος κίνδυνος για διάλυση του σπιτικού τους, εξαιτίας της κρυψίνοιας, της παράνοιας και της πολλής δουλειάς. Η περίεργη διαπίστωση για την ταινία αυτή είναι ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης του Κύριος και Κυρία Σμιθ έκανε και πάλι μια ταινία για περίπου κατασκόπους, με ασαφείς και ανταλλάξιμους ρόλους, σε τελείως ξεφοδραρισμένο περιεχόμενο, πλοκή και ύφος. Μπράβο στην ευρεσιτεχνία του!

Η οικονομοτεχνική hollywoodiana του Όλιβερ Στόουν, το Wall Street 2, Money never sleeps, κατέληξε σε ένα μελοδραματικό bras de fer ανάμεσα στο αδίστακτο λιοντάρι που αποφυλακίστηκε, τον Γκόρντον Γκέκο, και τον υποψήφιο σύζυγο της αποστασιοποιημένης κόρης του που υποδύεται ο Σάια Λεμπέφ. Το φινάλε (δεν το λέω) είναι μια συγκαταβατική οπισθοχώρηση ενός από τους πιο χαμερπείς χαρακτήρες που γέννησε το αμερικανικό σινεμά, μια μεταμόρφωση του σούπερ γιάπι σε κάτι σαν χίπι.

Μια από τις χειρότερες ταινίες του φεστιβάλ, μαζί με το ανεκδιήγητο, Τζον Γουοτερσικό Καμπούμ του Γκρεγκ Αράκι, ήταν ο αξιόποινος Τρυφερός Γιος του Ούγγρου Κορνέλ Μουντροκσό, ένα ψοφοδεές απολειφάδι του Γιαντσό με θέμα την επιστροφή του unloved έφηβου στη μάνα που τον παραπέταξε, στον χώρο που γυρίζονται δοκιμαστικά για μια ταινία. Και αυτό ήταν συνεπαγόμενα οικογενειακό, όπως και το βραβευμένο για τη σκηνοθεσία του Ματιέ Αμαλρίκ Tournée, όπου η φαμίλια του καταφρονεμένου πρωταγωνιστή, ιμπρεσάριου στο παρελθόν και τώρα ατζέντη σε καμπαρετζίδικα μπουλούκια είναι ένα μπουκέτο από τροφαντά και σέξι κορίτσια, που κάνουν τουρνέ βγάζοντας με δεξιότητα τα ρούχα τους μπροστά σε επευφημούντες Γάλλους. Εκτός συναγωνισμού στην αυλαία του φεστιβάλ, η Τζούλι Μπερτουτσέλι αφέθηκε με δέος και χρωματικό οίστρο στη χλωρίδα της Αυστραλίας και σκηνοθέτησε μια ωδή στη μεταφυσική δύναμη των στοιχείων της φύσης - λίγο πιο ψαγμένο από το καταστροφικό Hurricane του Ντε Λαουρέντις, αν θυμάστε. Ο πάτερ φαμίλιας πεθαίνει ξαφνικά και η μάνα (Σαρλότ Γκενσμπούρ) μένει μόνη με 4 παιδιά, από 3 μέχρι 16 χρόνων, εκ των οποίων η προικισμένη κόρη ακούει τη φωνή του μπαμπά στα φυλλώματα του πελώριου δέντρου που απειλεί να ξεριζώσει το σπίτι τους - The Tree λέγεται η ταινία. Και ο Κεν Λόουτς, με τη συνηθισμένη του σαρωτική αποτελεσματικότητα, καταγγέλλει τους Άγγλους contractors στρατιωτών στο Ιράκ, στο Route Irish, μια περιπέτεια της ψυχής που επικεντρώνεται στις ενοχές ενός φίλου προς τον χαμένο κολλητό και την αγαπημένη του.

Και φυσικά, ο μαέστρος των σχέσεων υπέγραψε το καλύτερο φιλμ στο είδος για το 63ο φεστιβάλ Καννών. Με μόνη του αδυναμία το ότι μπορεί να το έχει κάνει καλύτερα και στο παρελθόν, ο Μάικ Λι έγραψε και σκηνοθέτησε μια φέτα ζωής μιας οικογένειας και των στενών της φίλων στις 4 εποχές του χρόνου, με τίτλο Another Year. Προβάροντας μέχρι τελικής πτώσεως και απόλυτης αρμονίας τους σπουδαίους ηθοποιούς του, απέσπασε την καλύτερη ερμηνεία του φεστιβάλ από τη Λέσλι Μάνβιλ: κοινωνικά απελπισμένη, συναισθηματικά υπερκινητική, δυσλειτουργική στα προσωπικά της και ατελέσφορη μέσα στην προθυμία και τη ρευστή αισιοδοξία της (δεν είναι η αυθεντική happy go lucky, αλλά μια μοναχική που προσποιείται, βουτηγμένη στα χειρότερα νερά του αγγλικού μανιερισμού), η Μάνβιλ βγάζει γέλιο και θλίψη, διευρύνοντας τις άκρες ενός καταφατικού, ψύχραιμου αντι-μελοδράματος.

    Pulp Fiction
    0

    ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

    Pulp Fiction / Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

    Επαγγελματίες απ' όλο τον κόσμο έγιναν κοινωνοί ταινιών απ' όλο τον κόσμο, αψηφώντας μια επιδημία που ξεκινούσε τα φονικά της βήματα στην Ευρώπη, και απουσίαζε ο Ιρανός Μοχάμεντ Ρασούλοφ που έμελλε να κερδίσει το κορυφαίο βραβείο.
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

    Αποκλειστική συνέντευξη / Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

    Ο πολυβραβευμένος Βρετανός σκηνοθέτης Κεν Λόουτς μιλά αποκλειστικά για τη νέα του ταινία αλλά και για τη χρυσή ευκαιρία που του έδωσε η κρατική τηλεόραση να στρώσει μια μεγάλη καριέρα σε έναν χώρο που έχει καταληφθεί ανεπιστρεπτί από την εφηβοκεντρική ψυχαγωγία.
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

    Pulp Fiction / Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

    Ο σκηνοθέτης του εξαιρετικού «Οι ζωές των άλλων» και του «Μη χαμηλώνεις το βλέμμα», που προβάλλεται αυτές τις μέρες στις αίθουσες, μιλά στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο.
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

    Pulp Fiction / O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

    Η συνεργασία του με τον Μιχάλη Κακογιάννη στις τρεις τραγωδίες, η προέλευση του πιο γνωστού μουσικού θέματος που συνέθεσε στην καριέρα του, που δεν είναι άλλο από το συρτάκι στον Ζορμπά, και η προοπτική μιας χολιγουντιανής σταδιοδρομίας που δεν συνέβη ποτέ.
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

    TV & Media / Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

    Βουτηγμένο στον πράσινο, μουχλιασμένο τρόμο ενός Φίντσερ, μακάβρια κλειστοφοβικό, στημένο σαν προλεταριακή επιστημονική φαντασία, το «Τσερνόμπιλ» ποντάρει στο απροσποίητο σασπένς
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

    Pulp Fiction / Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

    Ένας από τους πιο ασυμβίβαστους καλλιτέχνες της εποχής μας έρχεται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για μια ζωντανή συζήτηση, ενώ μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του θα προβάλλονται παράλληλα. Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συγκεντρώνει μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για εκείνον και το έργο του.
    ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ