ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Το ποίημα της Κυριακής / Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη

Το ποίημα της Κυριακής / Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη Facebook Twitter
2

Ναι, δεν έχει να κάνει
με το να βρεις να ξαποστάσεις,
να εγκατασταθείς.
Η εγκατάσταση θέλει βιβλία,
πολλά βιβλία, πολλές ώρες
να τις περνάς με άλλους.
Ενώ η εφευρετικότητα θέλει
λιτά δωμάτια
μία καρέκλα ένα τραπέζι ένα τετράδιο
δύο πουκάμισα, δύο παντελόνια όχι τρία
και καθαρά εσώρουχα
τόσα ώστε να τα χωράς
μεμιάς σ' ένα σακίδιο μονίμως έτοιμο
για τη φυγή.


Ζητά να απεκδύεσαι το βάρος
γνωστών συντεταγμένων
των εξηγήσεων που τις ακολουθούν
ζητά να διαζευχθείς τα πάντα
βιβλία πιάνα οικογένεια
προς χάριν ενός δωματίου
γυμνού και δίχως πλαίσια.
Τα έπιπλα του νου φτάνουν και περισσεύουν.

Αστικά ερείπια (ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΙ) Εκδόσεις Πόλις

Εργο του Edward Hopper

Βιβλίο
2

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Βιβλίο / Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Ένα τολμηρό καλλιτεχνικό project έγινε η αφορμή για να κάνει ο εικαστικός René Habermacher ένα ταξίδι στη θάλασσα με πλήρωμα έξι ναύτες κι έναν καπετάνιο, απαθανατίζοντας μια σουρεαλιστική εμπειρία που κατέληξε σε ναυάγιο. Το βιβλίο «The Pleasure Principle» καταγράφει αυτό το ταξίδι μέσα από φωτογραφίες του René, κείμενα και εικαστικά έργα, σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκδοση.
M. HULOT
Νίκος Μάντης «Το χιόνι του καλοκαιριού»

Το πίσω ράφι / Για τις απουσίες που μας κάνουν αργούς στα αισθήματα

Καλοκαίρι στην Πελοπόννησο, στη σκιά της δεκαετίας του ’80: ένα πληγωμένο παιδί, μια μητέρα που επιστρέφει αλλαγμένη και μυστικά που βαραίνουν τη σιωπή των ενηλίκων - αυτά ξετυλίγει ο Νίκος Α. Μαντής στο πρώτο του μυθιστόρημα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Νέα βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος του χρόνου, και κάποιες επανεκδόσεις

Fall Preview 2025 / 13 βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος της χρονιάς

Ο πάντα επίκαιρος Καβάφης, νέα, σύγχρονα και παλιότερα ονόματα της λογοτεχνικής σκηνής και κάποιες ξεχωριστές επανεκδόσεις που δικαίως θα διεκδικήσουν χώρο στη βιβλιοθήκη όλων, βιβλιόφιλων και μη.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Εμανουέλ Καρέρ «Ένα ρωσικό μυθιστόρημα»

Το πίσω ράφι / Ένα επτασφράγιστο μυστικό που προκάλεσε αμηχανία και πάταγο

Προκλητικός, ωμός, συχνά σοκαριστικός, ο Εμανουέλ Καρέρ εξερευνά στο «Ένα ρωσικό μυθιστόρημα» το οικογενειακό του παρελθόν, φέρνοντας σε δύσκολη θέση ακόμα και τα πιο κοντινά του πρόσωπα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ζυμώνοντας ψωμί και ταριχεύοντας έναν νεκρό στην αρχαία Αίγυπτο

Αναγνώσεις / Ζυμώνοντας ψωμί και ταριχεύοντας έναν νεκρό στην αρχαία Αίγυπτο

Πώς ήταν η ζωή στην αρχαία Αίγυπτο; Ένας Αμερικανός αρχαιολόγος περιγράφει το 24ωρο των ανθρώπων κάθε ιδιότητας και κοινωνικής τάξης στις Θήβες της αρχαίας Αιγύπτου μέσα από ιστορίες που θα μπορούσαν να είναι αληθινές.
THE LIFO TEAM
Ανί Ερνό: «Όπως η σεξουαλική επιθυμία, έτσι και η μνήμη δεν σταματά ποτέ»

Βιβλίο / Ανί Ερνό: «Όπως η σεξουαλική επιθυμία, έτσι και η μνήμη δεν σταματά ποτέ»

Η Γαλλίδα συγγραφέας που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας γεφυρώνει, με τη μυθιστορηματοποίηση της μνήμης, τη μεγάλη λογοτεχνία, από τον Μαρσέλ Προυστ μέχρι τον σύγχρονό μας Εντουάρ Λουί. Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1940.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
ΕΠΕΞΕΡΓ. Παύλος Μεθενίτης «Αμανίτα μουσκάρια»

Το πίσω ράφι / Όταν μια ολόκληρη διμοιρία ανταρτών ξεκληρίστηκε από παραισθησιογόνα μανιτάρια

Στηριγμένο σε πραγματικά γεγονότα, το μυθιστόρημα «Αμανίτα μουσκάρια» του Παύλου Μεθενίτη εξερευνά το ζήτημα των ουσιών ως καταφύγιο αλλά και ως καταστροφή, και μας παρασύρει σ’ ένα ταξίδι ποτισμένο από την ελληνική πραγματικότητα, παραμονές της οικονομικής κρίσης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Arsenale: Το πιο απρόσμενο βιβλιοπωλείο των Κυκλάδων φτιάχτηκε στην Ανάφη

Βιβλίο / Arsenale: Το πιο απρόσμενο βιβλιοπωλείο των Κυκλάδων φτιάχτηκε στην Ανάφη

Σε ένα νησί που μετρά λιγότερους από 300 μόνιμους κατοίκους, ένα παλιό καραβόσπιτο μεταμορφώθηκε σε ένα καταφύγιο πολιτισμού γεμάτο βιβλία, μουσικές και μικρούς θησαυρούς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μαρκ Τουέιν, «Οι περιπέτειες του Χακ Φιν»

Το πίσω ράφι / Το μυθιστόρημα του Μαρκ Τουέιν που έθαψαν οι κριτικοί και το αποθέωσε ο Χέμινγουεϊ

Στις «Περιπέτειες του Χακ Φιν» ο Μαρκ Τουέιν έπλασε τον πιο ελεύθερο ήρωα της αμερικανικής λογοτεχνίας, που αρνήθηκε τους κανόνες της κοινωνίας του και ένωσε την τύχη του με έναν σκλάβο δραπέτη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

σχόλια

2 σχόλια
Ἡ ποιήτρια ἀναζητᾶ τὸν ἑαυτό της. Μὲ ἀγωνία κι ἐπιμονή. Τὸ νιώθει ὁ ἀναγνώστης στὴ διαδοχὴ κάθε ποιήματος. Σελίδα σελίδα αἰσθάνεται τὴν κοφτὴ ἀνάσα της. Ἡ ποιήτρια ἀναζητᾶ καὶ βρίσκει πολλά. Μοιάζει ὅτι ἔχει κατασταλάξει σ᾽ αυτὴ τὴ συνεχὴ ἀναζήτηση μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν σταματᾶ ν᾽ ἀγωνιᾶ, νὰ ταξιδεύει καὶ νὰ ἴπταται ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ ἄνθρωπο σὲ μύριες καταστάσεις. Ἡ αἴσθηση τοῦ πολυσυλλεκτικοῦ καὶ πολυποίκιλου εἶναι διάχυτη στὶς δύο συλλογές ποὺ μᾶς προσφέρει. Καὶ ἡ πιὸ μεγάλη ἐπιτυχία της εἶναι ὅτι κατορθώνει νὰ μὴν ἐπιβάλει τὸ ἐγὼ τοῦ ποιητῆ στοὺς στίχους, ἀλλὰ νὰ κυριαρχεῖ μιὰ προσωπικὴ καὶ ἰδιαίτερη φωνὴ ποὺ μαίνεται ὅμως σὲ κάποια σημεῖα μὲ ἐκκωφαντικὴ διαμαρτυρία. Ἴσως ἐπειδὴ παρασύρεται ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ στοὺς πειραματισμοὺς ποὺ ἀποπειρᾶται καὶ τοὺς ὁποίους μᾶς καλεῖ νὰ προσεταιριστοῦμε. Ἡ ἐμπειρία της ἀποκρυσταλλώνεται σὲ διαφορετικὰ πρόσωπα κάθε φορά. Κάθε πρόσωπο καὶ φωνή, πολλὲς οἱ φωνὲς μέσα της καὶ διαφορετικοὶ οἱ τρόποι ποὺ ἀπευθύνεται στὸν ἑαυτό της καὶ σὲ ἑμᾶς, τοὺς ἄλλους, τοὺς καλεσμένους της.Γράφει: ... “δυο πουκάμισα, δυο παντελόνια όχι τρία/ τόσα ώστε να τα χωράς/ μεμιάς σ᾽ ένα σακίδιο/ μονίμως έτοιμο για τη φυγή », καὶ: “ο της Ιθάκης άσωτος υιός,/ που από την περιπλάνηση μονάχα μια/ επιθυμία είχε πιο μεγάλη ”. Ἡ Γλυνιαδάκη εἶναι ταξιδεύτρα. Οἱ στίχοι της ἔχουν τὴν ὁρμητικότητα τῶν κομητῶν, ὅμως ἑκείνη διαφέρει στὸ ὅτι γνωρίζει ποῦ στοχεύει πάντοτε. Κατορθώνει ὁ δυναμισμὸς νὰ γίνει ἡ κοινὴ βάση τῶν ποιημάτων κι ἔτσι αὐτὰ νὰ πλέουν πρὸς πολλοὺς διαφορετικοὺς προορισμοὺς καὶ παράλληλα νὰ φέγγουν αὐτόνομα καὶ αὐτάρκη, ποτισμένα γενναιόδωρα ἀπὸ τὴν ἐνεργητικότητά της.Παρὰ τὴν ἀγάπη της γιὰ τὰ ταξίδια (πνευματικὰ καὶ πραγματικά), τὴν προσήλωσή της σὲ ἀναζητήσεις καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη της πρὸς τὰ ὅσα πρόσφερε ὁ κάθε τόπος ὅπου βρέθηκε, ὡστόσο γίνεται ὁλοφάνερη ἡ ἀγάπη της γιὰ ὁ,τιδήποτε ἑλληνικὸ τόσο ποὺ μοιάζει νὰ προσπαθεῖ νὰ τὸ ὁρίσει εἴτε μέσα ἀπὸ ὀξεία κριτικὴ εἴτε μέσα ἀπὸ ἡδυπαθεῖς εἰκόνες, ἀκόμα καὶ τεχνικές. Στὸ ποίημα Ημέρες Κυρίου , στο Λονδίνο , Τα γεγονότα , ἡ ἀναφορὰ στὸν μήνα Αὔγουστο δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ φέρει στὸ συλλογικὸ ὑποσυνείδητό μας ἄπειρες κοινὲς αἰσθήσεις, γεγονότα καὶ εἰκόνες ποὺ καθὼς ἐδραιώνονται στὸ θυμικὸ καὶ στὴν καρδιά μας μαζὶ μὲ ξεγνοιασιὰ καὶ ἐλευθερία, μποροῦν νὰ γίνουν ἡ ἀρχὴ μιᾶς ὡρίμανσης, ἡ βάση τῆς ταυτότητας τοῦ σύγχρονου νεοέλληνα. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη καὶ γοητευτικὴ ἡ προσπάθεια τῆς ποιήτριας στὸ ποίημα Φολέγανδρος , ὅπου κυριαρχεῖ ὁ ἴαμβος κι ὅπου ὁ ἀναγνώστης νιώθει τὴ χαρά, μὲ παιδικὴ ἁγνότητα πὼς βρῆκε ἕναν ἀγαπημένο φίλο καὶ σύντροφο: ῾῾Κι από τα βράχια που σμίλεψε η βροχή/ και οι σεισμοί ξερίζωσαν από της γης τη μήτρα᾽᾽ και ῾῾Το χώμα ψήνεται κι ανοίγει μες τον ήλιο/ το φως ν᾽ αφήσει να χωθεί στις πιο κρυφές του κόγχες᾽᾽. Ἀντανακλαστικὰ σχεδὸν κι αὐτόματα ἔρχεται ὁ στίχοςἀπὸ τὸν Δωδεκαετὴ (Σικελιανὸς) : ῾῾σκυμμένο μὲς στὰ χώματα, ξεχάραξε ἕν᾽ αὐλάκι,/ νὰ φεύγει μέσα καθαρὴ καὶ γάργαρη ἡ βροχή᾽᾽.Ὅταν ἡ Γλυνιαδάκη κατορθώνει νὰ τιθασεύει τὸ περίσσευμα θυμοῦ ποὺ τήν κυριεύει, τὸ ποίημα ἀποκτᾶ νεανικὴ ἀκεραιότητα. Οἱ αἰσθήσεις μας κοινωνοῦν ἀπὸ μιὰ σφιχτὴ φλέβα, λέξεις φυτεμένες μὲ ὑπομονὴ σὲ καιρὸ ἄσκησης. Ἡ μορφὴ τότε βρίσκεται σὲ ἄρρηκτη σχέση μὲ τὸ περιεχόμενο. Στὸ ποίημα Ιούνης Στο Καίμπρητζ παρακολουθοῦμε τὴν ἀμηχανία τῆς ἡρωίδας κατὰ τὴν πορεία ἀπὸ τὴ γέννηση τῆς προσδοκίας μέχρι τὴ σιωπηλὴ ἀπελπισία της.Ἡ ποιήτρια χαράσσει σὲ κάθε στροφὴ εἰκόνες ποὺ ἐναλλάσσονται γραμμικά. Τήν παρακολουθοῦμε νὰ διασχίζει τὸ ποίημα σὰν νὰ βρισκόμαστε δίπλα της. Οὐσιαστικὰ ἐπιτυγχάνονται οἱ τρεῖς διαστάσεις κι ἔτσι ὡς ἀναγνῶστες περιφερόμαστε Ἰούνη στὸ Καίμπρητζ ἀνεξάρτητα ἀπὸ ἑκείνη. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲν οἰκειοποιούμαστε τὴν ὀπτική της γωνία κι ἔτσι δὲν κρίνουμε τὰ συναισθήματά της. Μόνο στὸ τέλος μαθαίνουμε τὸν ἀντίκτυπο ποὺ εἶχε ἡ ἀπογευματινὴ βόλτα στὸν ψυχισμό της: ῾῾ Έπεσε στο κρεβάτι,/ πενήντα χρόνια γηραιότερη, απ᾽ τα εικοσιοχτώ της έτη.᾽᾽Στὸ ποίημα ῾῾Η Αθήνα Σου Μοσχοβολούσε Άνοιξη᾽᾽ δίνεται ἔμφαση στὴ χρήση τοῦ ἐσωτερικοῦ μονολόγου ἔστω με φωνὴ σὲ δεύτερο πρόσωπο. Ἡ γλώσσα χωρὶς νὰ εἶναι δωρικὴ προτάσσει πὼς δὲν ὑπὰρχει διάθεση χρήσης κάποιων παραπάνω χαρακτηριστικῶν ποιητικῆς τεχνικῆς. Ἡ δηλούμενη πίκρα βρίσκει ἀνάδοχο στὴν ἁπλότητα. Στὶς ῾῾Μάσκες᾽᾽ - πάλι σὲ δεύτερο πρόσωπο – τὸ αἴσθημα τῆς πίκρας συνοδεύεται ἀπὸ εἰρωνεία. Δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ εἰρωνεία σαδιστικὴ οὔτε ἰδιαίτερα καυστική. Κινεῖται πρὸς τὴν παραίνεση καὶ ἴσως σὲ ὅρια ὑποτονικά, σὰν νὰ κυριαρχεῖ ἡ παραίτηση. Στὸ ῾῾Δείπνο᾽᾽ ὅμως, ἡ δωρικότητα τοῦ στίχου βαστᾶ στὸν ἴδιο ζυγὸ τὴν εἰρωνεία καὶ το αἴσθημα ἀποξένωσης τῶν ἡρώων (πρόκειται γιὰ ἕνα ζευγάρι ποὺ ἐτοιμάζεται νὰ δειπνήσει). Οἱ λέξεις εἶναι ἀπόλυτες καὶ κάθε στίχος σταματᾶ ἐπίσης ἀπόλυτα καὶ ὁπωσδήποτε στὶς τελεῖες:῾῾Τα ψίχουλα χορεύουν στις χαρτοπετσέτες.Η θαλπωρή ξεντύνεται από τα σώματά τους.Ο απορροφητήρας μουρμουρίζει ρυθμικά.Τέσσερα πόδια σαστίζουν κάτω από το τραπέζι.᾽᾽Μὲ πλάγια γράμματα στὴ συνέχεια δηλώνεται ἡ στάση τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλο. Τὸ ὕφος τῆς γραφῆς βεβαιώνει πὼς στυγνὴ σιωπὴ κατοικοεδρεύει ἀνάμεσά τους.Ἡ Οδός Καραμανλάκη συμπυκνώνει τὴν παρακμὴ ἑνὸς κλειστοφοβικοῦ διαμερίσματος τῆς Ἀθήνας. Εἶναι ἕνα ποίημα-βίωμα, ὅπου τὰ στοιχεῖα σύνθεσής του ὡς κάκιστες συνθῆκες διαβίωσης, συμπληρώνονται ἀπό ὅ,τι μεταφέρει ἕνας τηλεοπτικὸς δέκτης στὸ ἀθηναϊκὸ διαμέρισμα, ὁλοκληρώνοντας ἔτσι ἁδρὰ τὴν εἰκόνα τῆς παντελοῦς ἔλλειψης ποιότητας ζωῆς. Τό ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν Πολυκατοικία, μόνο που ἐδῶ ἡ ποιήτρια ἀφήνει μιὰ μικρὴ ἔκλαμψη χαρᾶς, λόγω στοιχείων ἰδιωτικότητας ποὺ βρίσκουν λίγο χῶρο μέσα σὲ ἕνα τέτοιο διαμέρισμα.Μέσα στὰ Αστικά Ερείπια ποὺ κυριαρχοῦν στὴ συλλογὴ, ὑπάρχουν στιγμὲς ἀκινητοποιημένες ἀπὸ τὴν ποιήτρια, οἱ ὁποῖες στὰ σίγουρα συνιστοῦν τὸ προσωπικό της ἰδεῶδες καὶ ποὺ ἡ ἴδια μοιράζεται μαζί μας. Τὸ ποίημα 37ο εἶναι ἕνα ἀπόλυτα αἰσθησιακὸ πορτραῖτο τοῦ ὁποίου ἡ αἰσθητικὴ ὑψώνεται σὲ ἠθικὴ ἀξία. Κυριαρχεῖ τὸ γήινο χρῶμα: ἄμμος λεπτή, καφὲ δερμάτινο λουράκι, καφὲ μπικίνι ποὺ δένει στὸ λαιμό. Στὸν καμβὰ παρεισφρύει τὸ γαλανὸ καὶ τὸ λευκὸ καὶ ἡ ῾῾ γη που εξατμίζεται προς τον αέρα᾽᾽. Ἐδῶ οἱ ἀναγνῶστες (ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ) κατακτοῦμε τὴν ἀθανασία, ἐδῶ βιώνουμε τὸ αἰώνιο καλοκαίρι ἀναβαπτισμένο ἀπὸ τὴν ὑπέροχη ἐφηβεία τῆς ποιήτριας. Τὸ ποίημα γλυτώνει τὸ τετριμμένο καὶ τουριστικὸ στερεότυπο, γιατὶ συγκεντρώνεται μὲ ἁγνότητα σὲ αἰσθήσεις ποὺ γεννιοῦνται ξανὰ καὶ ξανὰ ὡς προάγγελοι τοῦ ἔρωτα. Τὸ κρατοῦμε ὡς ὁδηγὸ μας για τὶς ἐπόμενες ἀναγνώσεις τοῦ ἔργου τῆς Γλυνιαδάκη ἡ ὁποία μὲ τὸν πυρήνα αὐτόν μπορεῖ νὰ ἐνισχύσει τὶς προσπάθειές της νὰ παγιώσει ἕνα στέρεο προσανατολισμό στὴν ποιητική της.http://blog.books.gr/kostastapeinos/