Ο Μαρσέλ Προυστ και η τεράστια σημασία του Ανακτημένου Χρόνου

Ο Μαρσέλ Προυστ και η τεράστια σημασία του Ανακτημένου Χρόνου Facebook Twitter
Στόχος του συγγραφέα ήταν, άλλωστε, να ξαναμιλήσει από το εσωτερικό της αφήγησης, αναμοχλεύοντας το αρχικό βίωμα που πρέπει πάντα να στοχεύει σε κάτι καθολικό και απαράμιλλο, ικανό να τιθασεύσει ή να ξεσηκώσει τα πάθη όλων των ανθρώπων.
0

Oταν ο Προυστ έγραφε τη λέξη ΤΕΛΟΣ σε ένα από τα κορυφαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας δεν μπορούσε να φανταστεί τις σεισμικές δονήσεις που θα επέφερε σε έναν κόσμο φτιαγμένο για επιβλητικούς ήρωες και ρεαλιστικά γεγονότα. Παρ' όλα αυτά, τόλμησε να διεκδικήσει με ένταση το δικαίωμα του λογοτέχνη να εισχωρεί σαν κατάσκοπος στις άκρες του ψυχισμού και να σαρώνει ή, μάλλον, να σβαρνίζει καλοφτιαγμένες πορσελάνες, βεβαιότητες και όμορφες στιγμές, θρυμματίζοντας τις παλιότερες συνθέσεις. Στο εξής, η μυθοπλασία θα μπορούσε δικαιωματικά να κάνει ό,τι της άρεσε, δίνοντας έμφαση όχι μόνο στις καταστροφικές εμμονές αντί για τις μεγάλες ιδέες και στους δευτερεύοντες χαρακτήρες αντί για τους κατεξοχήν ήρωες αλλά και θέτοντας εξαρχής τους δικούς της, αδιαμφισβήτητους οντολογικούς κανόνες.

Αν σε κάτι διαφέρει, λοιπόν, ο Ανακτημένος Χρόνος, δηλαδή ο τόμος που ολοκληρώνει το αριστούργημα του Προυστ Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, από τα προηγούμενα μυθιστορήματα είναι ότι θεσπίζει, ίσως για πρώτη φορά με τόση σαφήνεια, τις διαφορετικές όψεις της λογοτεχνικής έκφρασης που μέχρι τότε ήταν ρεαλιστική, ρομαντική ή στρατευμένη, ορίζοντας τα παιχνίδια της μνήμης και του χρόνου και κάνοντας τον συγγραφέα να αντιληφθεί πως μονάχα αυτός μπορεί να αναλαμβάνει αυτό τον «αόρατο», όπως τον αποκαλεί, «προορισμό».

Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης, μια προσωπικότητα που συνδύαζε την ιδανική αποστασιοποίηση των στωικών φιλοσόφων με την ταπεινότητα –αγαπημένη του λέξη– και τον αισθησιασμό, ένας αυτοκρατορικός Μάρκος Αυρήλιος με μοναχικό χιτώνα.

Γνωρίζοντας πως εκείνη τη στιγμή δεν είναι απλώς ο συγγραφέας ενός ακόμα βιβλίου αλλά του απόλυτου αναγνώσματος που αντιστρέφει τους όρους της αφήγησης, ο κορυφαίος Γαλλοεβραίος συγγραφέας, νιώθοντας ταυτόχρονα στις φλέβες του να ρέει το πικρό δηλητήριο του Μποντλέρ και τη νόησή του να παρασύρεται από τα φιλοσοφικά κελεύσματα του Μπεργκσόν, αναλάμβανε τη βαριά αποστολή-vocation να φέρει στο φως τις λεπτές, ιριδίζουσες αποχρώσεις της ζωής σαν ένας αλλόκοτος νέος επιστήμονας και απόλυτος καλλιτέχνης: «Έτσι, λοιπόν, είχα φτάσει στο συμπέρασμα πως δεν είμαστε διόλου ελεύθεροι απέναντι στο έργο τέχνης, πως δεν το φτιάχνουμε σύμφωνα με τη θέλησή μας, αλλά πως, επειδή υπάρχει πριν από εμάς, οφείλουμε, αφού είναι συγχρόνως αναγκαίο και κρυμμένο, να το ανακαλύψουμε, όπως θα κάναμε και με έναν νόμο της φύσης. Και εντούτοις η ανακάλυψη την οποία η τέχνη θα μας υποχρέωνε να κάνουμε μήπως δεν ήταν τάχα, κατά βάθος, ό,τι θα όφειλε να είναι για μας το πιο πολύτιμο, ό,τι δεν μας είναι συνήθως προσιτό, η αληθινή ζωή μας, η πραγματικότητα όπως την έχουμε αισθανθεί, και η οποία διαφέρει τόσο πολύ από εκείνο που πιστεύουμε, έτσι που νιώθουμε τόση ευτυχία όταν η τύχη μάς προσφέρει την αληθινή ανάμνηση;».


Όλα αυτά δεν τα γράφει τυχαία στον Ανακτημένο Χρόνο, καθώς συνοψίζει, ενώνοντας όλα τα σπαράγματα και τα πρόσωπα υπό το πρίσμα του χρόνου που περνά και του θανάτου που βρίσκεται ολοένα και πιο κοντά, ανακεφαλαιώνοντας έτσι κατά κάποιον τρόπο όλα τα προηγούμενα κεφάλαια της ζωής του: Από τη μεριά του Σουάν, Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών, Η μεριά του Γκερμάντ, Σόδομα και Γόμορρα, Η φυλακισμένη, Η Αλμπερτίν αγνοούμενη και, φυσικά, ο Ανακτημένος Χρόνος που, επιτέλους, μεταφράζεται και εκδίδεται στα ελληνικά με απόλυτα προυστικούς όρους από τον Παναγιώτη Πούλο και τις εκδόσεις της Εστίας – ένα έργο που μπορεί εύλογα να αποκαλείται μνημειώδες. Η ακροβασία του ύφους, που, όπως τονίζει εν προκειμένω ο Προυστ, «δεν είναι ζήτημα τεχνικής αλλά θέασης», ο καλοδουλεμένος ρυθμός, οι ανοιχτές και οι μεγάλες, ενίοτε, σε διάρκεια προτάσεις, το παιχνίδισμα ανάμεσα στο λόγιο αλλά και στο προφορικό (με παροιμίες και λαϊκές εκφράσεις), μεταφέρουν με απόλυτη ενάργεια τον κόσμο του Ανακτημένου Χρόνου στα ελληνικά.

Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Παύλο Ζάννα, τον φυλακισμένο από τη χούντα διανοητή που για να μην τρελαθεί, ακολουθώντας κατά γράμμα τις συμβουλές του Γιώργου Σεφέρη, ανέλαβε να αποδώσει το τεράστιο αυτό έργο στα ελληνικά, μεταφράζοντας τελικά τους τεσσερισήμισι από τους επτά τόμους, ο Πούλος κατάφερε όχι μόνο να επεξεργαστεί τις προηγούμενες μεταφράσεις αλλά και να συνεχίσει τη δύσκολη εργασία, βάζοντας την τελική και οριστική σφραγίδα. Η λεπταισθησία, δηλαδή ο απόλυτος κανόνας που επαναλαμβάνεται διαρκώς στο βιβλίο, μαζί με την εσωτερική ανάγκη να ανακτηθεί η μνήμη, ωθούν τον μεταφραστή να συνομιλήσει αλλά και να ασπαστεί την αγωνία του συγγραφέα.

Ο Μαρσέλ Προυστ και η τεράστια σημασία του Ανακτημένου Χρόνου Facebook Twitter
Ανακαλώντας, επομένως, ό,τι ο ίδιος προκρίνει ως σημαντικό, ξέρει να κρατάει, ακόμα και από τα πιο απρόβλεπτα πρόσωπα, τα πιο αδιανόητα στοιχεία που μπορούν να βελτιώσουν τον ίδιο, την αφήγηση και τη λογοτεχνία και αυτά οριοθετεί ως την πραγματικότητα την ίδια. Εικονογράφηση: Κριστιάν Τιφέ

Μιλάμε για πραγματική συνάντηση και όχι για θεωρητικολογία, καθώς ο Προυστ επέμενε πως «η αληθινή τέχνη επιτελείται στη σιωπή». Στόχος του συγγραφέα ήταν, άλλωστε, να ξαναμιλήσει από το εσωτερικό της αφήγησης, αναμοχλεύοντας το αρχικό βίωμα που πρέπει πάντα να στοχεύει σε κάτι καθολικό και απαράμιλλο, ικανό να τιθασεύσει ή να ξεσηκώσει τα πάθη όλων των ανθρώπων. Εξού και ότι ο «στρατευμένος» χαρακτήρας του έργου δεν εξαντλούνταν στα κοινωνικά σημεία των καιρών, αφού ο Προυστ αδιαφορούσε για τις δήθεν υψιπετείς διακηρύξεις μιας εποχής στιγματισμένης από την υπόθεση Ντρέιφους και τις αντιμαχόμενες με σφοδρότητα ιδέες στο ατελείωτο πεδίο του fin de siècle. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η αποστολή και η ουσιαστική στόχευση που πρέπει να διέπει κάθε μεγάλο έργο τέχνης και κάθε υψηλή διάνοια που έχει ερωτευτεί την καθημερινή μοίρα.

Με τη μανία του φυσιοδίφη, λοιπόν, που τόσο λάτρεψε και αντέγραψε ο Ναμπόκοφ, και την εμπύρετη κατάσταση του μανιακού, ο οποίος ένιωθε να ανακαλύπτει μια νέα θρησκεία –εξού και οι πολλαπλές αναφορές στον Στίβενσον–, ο Προυστ επέμενε στο απειροελάχιστο που θα ξεσήκωνε κύματα αληθινής έκφρασης και πάθους, θα ανασκάλευε όλες τις όψεις τις ανθρώπινης κατάστασης: ζήλια και παράφορο έρωτα, διαστροφή, απόλυτη παρουσία και εξαφάνιση του αγαπημένου προσώπου, ελιτισμό και αγοραία τάση, αισθητισμό και χαμέρπεια, ειρωνεία και ελιτισμό, λαγνεία, σεξουαλικότητα και ομοφυλοφιλία.

Ίσως να είναι ο πρώτος λογοτέχνης που μίλησε τόσο ανοιχτά για τον έρωτα ανάμεσα σε πρόσωπα του ίδιου φύλου, αναζητώντας ταυτόχρονα, ως ομοφυλόφιλος ο ίδιος, τις αντίθετες και αντιφατικές όψεις του ερωτικού πάθους, περνώντας από τον ιδανικό έρωτα (στον Ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών και τις Διακοπές στο Κομπραί) στην αιχμαλωσία που αναπόφευκτα προκαλεί (Η Φυλακισμένη). Υπάρχει, ωστόσο, μια γραμμή που συνδέει τις διαφορετικές εκφάνσεις των αισθημάτων και τα ποικίλα πρόσωπα του έργου, που δεν είναι άλλη από την ίδια την πραγματικότητα, αυτό τον «αφηρημένο συσχετισμό ανάμεσα σε αυτές τις αισθήσεις και σ' αυτές τις αναμνήσεις που μας περιβάλλουν συγχρόνως – συσχετισμός που καταργείται στην περίπτωση μιας απλής κινηματογραφικής θέασης, η οποία, όσο διατείνεται ότι εστιάζει στο αληθές, τόσο απομακρύνεται απ' αυτό, συσχετισμός μοναδικός, τον οποίο ο συγγραφέας οφείλει να επανακτήσει για να αφομοιώσει αμετάλλακτα στη φράση του τα διαφορετικά συστατικά».


Ανακαλώντας, επομένως, ό,τι ο ίδιος προκρίνει ως σημαντικό, ξέρει να κρατάει, ακόμα και από τα πιο απρόβλεπτα πρόσωπα, τα πιο αδιανόητα στοιχεία που μπορούν να βελτιώσουν τον ίδιο, την αφήγηση και τη λογοτεχνία και αυτά οριοθετεί ως την πραγματικότητα την ίδια: αν η Αλμπερτίν μεταρσιώνει όλες τις εκφάνσεις του έρωτα και η γιαγιά του αφηγητή την ηθικοπλαστική δυνατότητα που μπορεί να έχει από μόνη της η τέχνη, ο βαρόνος Ντε Σαρλίς μπορεί με τον κυνισμό του να διαλύσει τις ιδεαλιστικές αυταπάτες, ενώ η κοκότα Οντέντ, μέσα στην αβελτηρία της, να φανερώσει τις απαράμιλλες αρετές της σαγήνης. Αντίστοιχα, πάλι, ο Ρομπέρ ντε Σεν Λου δύναται να δείξει πόσο ανώφελο είναι να σπαταλάς τα ταλέντα σου μέσα στη χαμέρπεια και ο Βιντέιγ να αποκαλύψει πόση ένταση ενδέχεται να κρύβει η σύντομη, σαν μια μουσική μελωδία, αρχή της ευτυχίας.

Όλα μετράνε, ανάλογα με τη δυνατότητα ανάδειξής τους σε κάτι πιο μεγαλόπνοο και ισχυρό. Γι' αυτό και η άσπλαχνη σάτιρα που διαπνέεται από τις ώρες που ο Προυστ σύχναζε στα ολόφωτα και γεμάτα αριστοκρατικό κόσμο σπίτια της Φομπούρ Σεντ Ονορέ μπορεί να αντισταθμίζεται ιδανικά από την περίτεχνη σκέψη που επεξεργαζόταν σε βάθος στο καλυμμένο με φελλό –για να μην τον αποσπά ο παραμικρός θόρυβος– δωμάτιό του στη λεωφόρο Οσμάν, όπου συνέγραφε με μανία το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Οι μεγάλοι μελετητές, οι οποίοι εντόπισαν τις αντιθέσεις που διαπέρασαν το σπουδαίο αυτό έργο, ανταποκρίθηκαν στη σαγήνη του και την αντιπαρέθεσαν στην εκλεπτυσμένη και στην επενδυμένη με ευγενική ωμότητα στοχαστικότητα που έκανε τον Προυστ να είναι από τους κορυφαίους στην ιστορία των γραμμάτων. Ακόμα, θαρρεί κανείς πως ψάχνουμε κάποιον όμοιό του ή, έστω, κάποιον που θα δικαιούται να αποκαλείται, κατά το ελάχιστο, «προυστικός».

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ