Ο Αντίχριστος του Νίτσε : Η εκδίκηση του καλλιτέχνη

Ο Αντίχριστος του Νίτσε : Η εκδίκηση του καλλιτέχνη Facebook Twitter
Η κριτική του Νίτσε στον χριστιανισμό –και όχι στον ίδιο τον Ιησού, τον οποίο βάζει στην ίδια σειρά με τον Βούδα και τον Πλάτωνα– εντοπίζεται στο σύστημα πρακτικών ιδεών που καθιέρωσαν οι απανταχού πιστοί του ως ένα συγκεκριμένο σύστημα ηθικών κωδίκων και επιβεβλημένης φιλοσοφικής σκέψης... Εικονογράφηση: Ατελιέ / LIFO
0

Ένας άνθρωπος που μιλάει εν ονόματι των ολίγων δεν μπορεί παρά να σηκώνει δημιουργικά ή ιδιόμορφα τη δική του παντιέρα: εκπροσωπεί, άλλωστε, έναν κόσμο που ακόμη δεν έχει εφευρεθεί, μια συνθήκη που πολλές φορές είναι αδύνατον να κατανοηθεί από τα λογικά στεγανά ενός κόσμου οριοθετημένου. Ο Ζορμπάς ήταν ο θεός-χορευτής που εξέφραζε το δικό του άνοιγμα στον κόσμο, ατιθάσευτο, μανιακό και απόλυτα παθιασμένο, ενώ αντίστοιχα ο Ρίπλεϊ της Χάισμιθ γινόταν ένας τόσο ντελικάτος φονιάς, που ακόμα και οι απηνείς πράξεις του κατέληγαν να μοιάζουν με υψηλά έργα τέχνης. Διέπραττε τους φόνους χωρίς την παραμικρή ενοχή –δηλαδή αυτή την ύψιστη πηγή κάθε μίσους, ζήλιας και ressentiment– και, το κυριότερο, με τη βαθιά επίγνωση ότι το μόνο που επιτρέπει στον ίδιο του τον εαυτό είναι η παραδοχή της τέχνης. Το έγκλημα του απόλυτα νιτσεϊκού Ρίπλεϊ δεν ήταν ως εκ τούτου το αποτέλεσμα κάποιου εκδικητικού μένους αλλά μια καλλιτεχνική δήλωση και μια επιτελεστικού τύπου ανάγκη να καθαρίσει κανείς μια και καλή με τους μέτριους. Τα θύματα του ήρωα της Πατρίτσια Χάισμιθ ήταν απλώς κάτι «άψυχα πουλιά χωρίς φτερά, ασήμαντοι, που διαιώνιζαν τη μετριότητα». Ο κόσμος μπορεί –και μάλλον επιβάλλεται– να ζήσει χωρίς αυτούς.

Η δημιουργία του κόσμου βρίσκεται, άλλωστε, στα χέρια μας. Κι αυτό ο Νίτσε, ως ιδανικός καλλιτέχνης, το είδε πρώτος και καλύτερα από όλους.


Κάπως έτσι θα βίωνε ο υπεράνθρωπος του Νίτσε, από τον οποίο βρήκαν έμπνευση κατά καιρούς τόσες περσόνες και τόσα προσωπεία, τη δική του εκκαθάριση του κόσμου των μετρίων. Δεν πρόκειται για μια πράξη εκδίκησης ούτε μιας ατέρμονης στρεψοδικίας για την οποία ο ίδιος ο καλλιτέχνης-φιλόσοφος είχε τόσο κατηγορηθεί. Πρόκειται για την απόλυτη επιβολή των καταφατικών δυνάμεων, δηλαδή της ζωτικής ορμής που παρασέρνει στο πέρασμά της και στο τέλος αφανίζει τους αρνητικούς επιβήτορες του κόσμου – από τους χριστιανούς έως τους υποτελείς του ιδεαλισμού. Είναι η δημιουργική, μανιφεστικού τύπου διακήρυξη του καλλιτέχνη απέναντι στην ολοκληρωτική σκέψη των πάσης φύσεως οπαδών της καθαρότητας και της αλήθειας μέσα από τη γενεαλογική επιβολή της βούλησης. Είναι η ακύρωση του ιδεαλισμού από τις ίδιες δυνάμεις της ίδιας της ζωής, αφού η ζωή είναι αυτή που μαθαίνει, πιέζει, δοκιμάζει, σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και σε καθοδηγεί – όχι οι ψεύτικες κατασκευές της. «Ό,τι δεν αποτελεί όρο της ζωής μας, τη βλάπτει – μια αρετή που γεννιέται από σεβασμό και μόνο προς την έννοια "Αρετή", όπως θα το έθετε ο Καντ, είναι βλαβερή» επισημαίνει ο ίδιος ο Νίτσε εν είδει προγραμματικής διακήρυξης. Ως εκ τούτου, τον Αντίχριστό του δεν πρέπει να τον δει κανείς απλώς ως ένα παράφορο και οργισμένο κείμενο αλλά ως τον ακρογωνιαίο λίθο της σκέψης του Νίτσε, ως την ανάλυση του τι γέννησε και από πού προήλθαν η αρνητική σκέψη και οι παραφυάδες της. Αν η Γέννηση της Τραγωδίας επέβαλε την αναγκαιότητα της τέχνης, το Τάδε έφη Ζαρατούστρα ανέδειξε την αντι-οντολογία της διαφοράς και η Γενεαλογία της Ηθικής ανέτρεψε όλο το καντιανό σύστημα στις παραμικρές υποδηλώσεις του, ο Αντίχριστος ολοκληρώνει με τον ιδανικότερο τρόπο την απαιτητική νιτσεϊκή αποστολή, αποκαλύπτοντας τις πηγές όλων αυτών των κακών στον χριστιανισμό. Στο γραμμένο σε εποχή ωριμότητας, το 1888 –την τελευταία ίσως περίοδο νηφαλιότητας για τον Νίτσε–, Αντίχριστος, Ανάθεμα κατά του χριστιανισμού, όπως επισημαίνει και ο Ήρκος Αποστολίδης στην κατατοπιστικότατη εισαγωγή του στην πρώτη ολοκληρωμένη έκδοση στα ελληνικά του μνημειώδους αυτού έργου από τις εκδόσεις Gutenberg, ο Νίτσε: «Ονοματίζει το κακό (κεφ.26): ο ιερέας κακοποίησε το όνομα του θεού: ωνόμασε βασιλεία του θεού μια κατάσταση πραγμάτων στην οποίαν ο ίδιος καθώρισε την αξία τους: ωνόμασε θέλημα θεού τα μέσα με τα οποία επιτυγχάνεται ή συντηρείται μια τέτοια κατάσταση: και μ' έναν ωμότατο κυνισμό αποτίμησε λαούς, εποχές, πρόσωπα ανάλογα με το αν στάθηκαν ωφέλιμα ή αντιστάθηκαν στην ιερατική του παντοδυναμία».


Εξού και το ότι η κριτική του Νίτσε στον χριστιανισμό –και όχι στον ίδιο τον Ιησού, τον οποίο βάζει στην ίδια σειρά με τον Βούδα και τον Πλάτωνα– εντοπίζεται στο σύστημα πρακτικών ιδεών που καθιέρωσαν οι απανταχού πιστοί του ως ένα συγκεκριμένο σύστημα ηθικών κωδίκων και επιβεβλημένης φιλοσοφικής σκέψης. Κατ' αρχάς, από άποψη οντολογική ο χριστιανισμός είναι που περιόρισε την επιστήμη στην αναγκαστική αναζήτηση της αλήθειας και στην ντετερμινιστικού τύπου αποστολή της. Με την έλευση του χριστιανισμού, και στα χρόνια που ακολούθησαν, οι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες πίστεψαν στην αδήριτη αλήθεια του πνεύματος, του cogito και της λογικής. Μαζί με τη σιγουριά της αλήθειας οι χριστιανοί επέβαλαν ταυτόχρονα την ασφυκτική επιβολή της ηθικής: «Στο εξής η ηθική δεν εκφράζει, βέβαια, τους θεμελιώδεις όρους της ζωής και της ανάπτυξης ενός λαού ούτε το βαθύτερο ένστικτό του για ζωή, παρά κάτι το αφηρημένο, αντίθετο προς την ίδια τη ζωή – μια συστηματική εξαχρείωση της φαντασίας, ένα "κακό μάτι" για όλα τα πράγματα», επισημαίνει στον Αντίχριστο ο Νίτσε. Από εδώ θα προέλθει η «ενοχοποίηση του τυχαίου» στον βαθμό που κάθε συμβάν πρέπει πάντα να αποσκοπεί κάπου, σε κάτι υψηλό, αλλά και η «αιτίαση κατά της ευεξίας που βαπτίζεται πια κίνδυνος, "πειρασμός": δηλητηρίαση της σωματικής αδιαθεσίας από τις τύψεις της συνείδησης». Και η τύψη που βασίζεται στην ενοχή είναι η αιτία κάθε μνησικακίας, αυτής της εκδικητικής μανίας του ανθρώπου ο οποίος από τύψεις αναζητά παντού εχθρούς αντί για φίλους. Στο πρόσωπο των άλλων ανιχνεύονται οι υπαίτιοι για τα δικά του δεινά, αφού έχει μάθει αλλού πάντα να εντοπίζονται οι ένοχοι και οι σωτήρες (από έναν τιμωρό ή έναν θεό) – και ποτέ στον ίδιο. Γι' αυτό και οι μαθητές του Ιησού –ο Νίτσε βρίσκει ιδιαίτερα απεχθές το πρόσωπο του Παύλου– έφτασαν ταυτόχρονα να αγαπούν και να μισούν τον Μεσσία τους και από ενοχή που δεν τον βοήθησαν κατέληξαν να γίνουν αυτοί οι εκδικητές του: «Τότε για πρώτη φορά οι μαθητές διοχέτευσαν στον Κύριό τους όλη την περιφρόνηση και τη μοχθηρία τους κατά Φαρισαίων και θεολόγων: έ κ α ν α ν τον Κύριό τους έναν Φαρισαίο και θεολόγο!».

Μέσα σε αυτή την αρνητική εξέγερση οι μαθητές του Κυρίου δείχνουν να κατηγορούν διαρκώς τον εαυτό τους για τα δεινά που πέρασε το υπέρτατο αυτό πλάσμα, το οποίο δεν κατάφεραν αν σώσουν. Γι' αυτό και ο Νίτσε επιμένει ότι πρέπει να είμαστε εξαιρετικά καχύποπτοι με όσους αυτολοιδορούνται μπροστά σε ό,τι τους ξεπερνά και ό,τι τους προκαλεί θαυμασμό ή πόνο. Με όλους όσοι νιώθουν πάντα κατώτεροι απέναντι στην ομορφιά. Το μίσος κατά του ωραίου κρύβεται ακριβώς σε αυτές τις δηλώσεις χριστιανικής ηθικής, στο «ότι εγώ τόση ομορφιά δεν την αξίζω». Έτσι, οι εκάστοτε κατώτεροι κήνσορες καταλήγουν να γίνουν μοχθηροί και μνησίκακοι απέναντι σε ό,τι τους υπερβαίνει, χαρακτηρίζοντάς το απεχθές, κακό και ανήθικο. Ο Νίτσε στον Αντίχριστό του δεν παύει να καταγγέλλει τους «ηθικολόγους κρετίνους» που επέβαλε ως τρόπος σκέψης ο χριστιανισμός –από την οντολογία έως την ηθική–, αναγκάζοντάς τον να τους αποπέμψει από το ιδανικό σύμπαν των Υπερβορείων, από το ανοιχτό μέλλον που θα φτιάξουν οι ολίγοι μέσα από έναν άλλο τρόπο σκέψης και έξω από τα χωροχρονικά στεγανά αυτού του κόσμου. Και όπως έλεγε αντίστοιχα ο Ντελέζ στον δικό του Νίτσε: «Η αλυσίδα των φιλοσόφων δεν είναι η αιώνια αλυσίδα των σοφών, ακόμη λιγότερο η αλληλουχία της ιστορίας, αλλά μια αλυσίδα θραυσμένη, η διαδοχή των κομητών, η ασυνέχεια και η επανάληψή τους, που δεν ανάγονται ούτε στην αιωνιότητα του ουρανού που διασχίζουν ούτε στην ιστορικότητα της γης την οποία εποπτεύουν. Δεν υπάρχει αιώνια φιλοσοφία, ούτε ιστορική φιλοσοφία. Η αιωνιότητα, καθώς και η ιστορικότητα της φιλοσοφίας, ανάγονται στο εξής: η φιλοσοφία είναι ανεπίκαιρη σε κάθε εποχή».


Ο ανεπίκαιρος χαρακτήρας της φιλοσοφίας που ανατέμνει και τους στοχασμούς του Νίτσε δεν θέλει να επιβάλει συγκεκριμένους κανόνες αλλά να μετατρέψει τον φιλόσοφο σε χορευτή και ιδανικό καλλιτέχνη, ανεξάρτητα από τους κοινωνικοπολιτικούς κανόνες της εποχής. Ο καλλιτέχνης είναι που θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία, μετατρέποντας τη μνησικακία σε ανατροπή. «Ο Νίτσε ομιλεί για το φαινόμενο καλλιτέχνης και όχι για την τέχνη» τονίζει με ευστοχία ο Χάιντεγκερ, μιλώντας για τον ανένταχτο άνθρωπο της τέχνης, αφού αυτός είναι που θα προχωρήσει στην «πραγματική επαναξιολόγηση των αξιών» με την οποία ολοκληρώνει ο Νίτσε τον Αντίχριστο. Δεν θα επιβάλει κανόνες αλλά θα ανακατευτεί με τις ισχυρές δυνάμεις της ζωής, ανακαλύπτοντας έναν άλλο τρόπο σκέψης, ένα διαφορετικό καλλιτεχνικό ύφος. Αρκεί να ακολουθήσει κανείς τα ίδια τα κείμενα του Νίτσε, γραμμένα σαν παρτιτούρα και διαρθρωμένα με τους όρους μιας μουσικής συμφωνίας, για να δει την προεξαγγελτική παράθεση του διαφορετικού και απόλυτα καλλιτεχνικού τρόπου σκέψης: κάθε υφολογική λεπτομέρεια όπως οι παύλες, οι αραιώσεις και τα διαφορετικά σημεία στίξης, τα ρητορικά τερτίπια με τις παραθέσεις των ξένων λέξεων, πλέκουν το δικό τους αντι-οντολογικό υφάδι, κάτι που επιτέλους επεσήμανε ο μεταφραστής του Αντίχριστου του Gutenberg Βαγγέλης Δουβαλέρης – ένας ιδανικός νιτσεϊκός μεσολαβητής που σεβάστηκε και «άκουσε» το κείμενο. Παρέθεσε, μάλιστα, μια καίρια επισήμανση που εξηγεί την αναγωγή του περίτεχνου ύφους σε καίρια οντολογική προϋπόθεση: «Πόσο, άραγε, γνωρίζουν και θεωρούν καθήκον τους να γνωρίζουν ότι υπάρχει Τέχνη σε κάθε καλή φράση-Τέχνη που πρέπει να μαντευτεί ώστε να εννοηθεί η φράση! Μια παρανόηση στο tempo της λόγου χάρη, και παρανοήθηκε όλη φράση!». Στον ρυθμό του λόγου κρύβεται ο ρυθμός του κόσμου, ενός κόσμου αρμονικού, μουσικού, αφού «πίσω από το μεγάλο θέατρο του κόσμου» δεν κρύβεται «μια περιπαικτική θεότητα» αλλά εμείς οι ίδιοι – ως υπέρτατοι φιλόσοφοι και μοναδικοί καλλιτέχνες. Η δημιουργία του κόσμου βρίσκεται, άλλωστε, στα χέρια μας. Κι αυτό ο Νίτσε, ως ιδανικός καλλιτέχνης, το είδε πρώτος και καλύτερα από όλους.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
bernhard schlink

Πίσω ράφι / «Φανταζόσουν ότι θα έβγαινες στη σύνταξη ως τρομοκράτης;»

Το μυθιστόρημα «Το Σαββατοκύριακο» του Μπέρνχαρντ Σλινκ εξετάζει τις ηθικές και ιδεολογικές συνέπειες της πολιτικής βίας και της τρομοκρατίας, αναδεικνύοντας τις αμφιλεγόμενες αντιπαραθέσεις γύρω από το παρελθόν και το παρόν.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ