Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Αν πέρασα κάπου τις πιο πολλές ώρες στα σχολικά μου χρόνια, ήταν σ’ αυτήν εδώ την πλατεία ꟷαλλιώτικη τότεꟷ, καθισμένος με τους φίλους σ’ ένα παγκάκι. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος έχει γράψει διηγήματα, νουβέλες και «ιστορίες από το περασμένο μέλλον», όπως τιτλοφορείται ένα απ’ τα βιβλία του. Παράλληλα, έχει κάνει εξαιρετικές μεταφράσεις έργων του Χέμινγουεϊ, του Χένρι Τζέιμς, του Στίβεν Κινγκ, του Τσαρλς Ντίκενς, της Άγκαθα Κρίστι κ.ά. Στον λογοτεχνικό του κόσμο ήρωες πάντοτε είναι οι άνθρωποι και τα ζώα. Θεματικά, τον απασχολεί πολύ η μοναξιά, η επιβίωση αλλά και η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Τον συναντώ ένα ηλιόλουστο μεσημέρι στην Πλατεία Μεσολογγίου στο Παγκράτι, με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη» (θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κίχλη).

Όση ώρα συζητώ μαζί του αντιλαμβάνομαι ότι πρόκειται για μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Παρατηρώ ότι χρησιμοποιεί κινητό παλιάς τεχνολογίας, δεν έχει μέσα κοινωνικής δικτύωσης και όπως μου λέει είναι ευτυχής επειδή έχει καταφέρει για μεγάλα διαστήματα να κατοικεί μακριά από την Αθήνα. Αναμφίβολα, πρόκειται για έναν συλλέκτη εμπειριών που αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα σαν μια κινηματογραφική ταινία, σκηνοθετημένη από τον Μπέργκμαν ή τον Ταρκόφσκι. Είναι ένας άνθρωπος που τον γοητεύει να εξερευνά τα ενδότερα της ανθρώπινης συνύπαρξης, να κατοικεί σε πανέμορφους τόπους που σιγά σιγά ερημώνουν και που σίγουρα τον προβληματίζει η αμείλικτη κυριαρχία της εικόνας.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για την υλιστική εποχή μας, για τη συγγραφή και τις μεταφράσεις που έχει κάνει, περιγράφει το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε αλλά και ποια πράγματα τον ενοχλούν στις μέρες μας, ενώ μοιράζεται μαζί μας την καθημερινότητά του στη Λευκάδα και το μακρινό Πωγώνι.  

Δεν αποφάσισα ένα πρωί να γίνω συγγραφέας. Η ζωηρή μου φαντασία και η αγάπη μου για τις ιστορίες με ώθησαν λίγο λίγο προς τα εκεί.

— Τι εποχή είναι αυτή που ζούμε; Θα λέγατε ότι ζούμε σε μια αντιπνευματική περίοδο ή όχι; 
Σε μια υλιστική περίοδο, θα σας έλεγα. Αλλά αυτό είναι κάτι γενικό. Έπειτα, υπάρχει ο κάθε άνθρωπος χώρια. Και ζούμε επίσης σε μια εποχή μοναξιάς – βαθιάς μοναξιάς κάποτε, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών «φίλων».

— Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε και τι θυμάστε περισσότερο;
Σε μικρομεσοαστικό. Και πιο πολύ θυμάμαι τα καλοκαιρινά μεσημέρια στη θερινή κατοικία που ʼχαν οι παππούδες μου στην Παλαιά Φώκαια, ψαροχώρι ακόμα τότε. Ξαπλωμένοι εγώ και η αδελφή μου στο δροσερό υπόγειο, διαβάζαμε κόμικς, βιβλία. Τον πατέρα μου να μου φέρνει το πρώτο αμερικανικό κόμικς της Marvel, αγορασμένο από ένα περίπτερο στο Σύνταγμα, τη μητέρα μου να μου διαβάζει ένα βιβλίο για τα αφρικανικά ποτάμια και ν’ αποφασίζω να γίνω βιολόγος. Να παίζω με την αδελφή μου: είχα έναν Action Man που γινόταν μπακάλης, κι ερχόταν η Barbie της για ν’ αγοράσει φρούτα και ζαρζαβατικά: αυτά που χώριζαν στη μέση κι υπήρχε μέσα μια τσιχλόφουσκα. Θυμάμαι εκατοντάδες, χιλιάδες άλλα πράγματα, εξυπακούεται, αλλά αυτά μου έρχονται στο μυαλό πρώτα. 

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Μ’ ενοχλεί η τσιμεντένια ασχήμια της Αθήνας. Δεν δραπέτευσα απ’ αυτήν γιατί δεν την αγάπησα, μα για τον αντίθετο λόγο. Ωστόσο, θα τύχει ακόμα να βρω ό,τι αθηναϊκό ήταν στα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια δικό μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Τι άνθρωποι ήταν οι γονείς σας και τι κρατάτε απ’ αυτούς; 
Ο πατέρας μου ήταν απαιτητικός, η σχέση μας ήταν πολύ στενή μέχρι το τέλος του δημοτικού αλλά τεταμένη στην εφηβεία μου. Πέθανε στα πενήντα του χρόνια, όταν εγώ ήμουν είκοσι ενός. Όσο μεγαλώνω γίνομαι όλο και περισσότερο φίλος μαζί του. Η μητέρα μου ήταν… η μητέρα μου. Την αγαπούσα, όσο κι αν τσακωνόμασταν ενίοτε. 

— Πώς ανακαλύπτει ένας άνθρωπος τον δρόμο του; Εσείς ποια θεωρείτε τη δική σας καθοριστική στιγμή; 
Φαντάζομαι, ο καθένας τον ανακαλύπτει με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Για μένα δεν υπήρξε μια στιγμή αλλά μια πορεία, άλλοτε περισσότερο τυφλή κι άλλοτε λιγότερο. Δεν αποφάσισα ένα πρωί να γίνω συγγραφέας. Η ζωηρή μου φαντασία και η αγάπη μου για τις ιστορίες με ώθησαν λίγο λίγο προς τα εκεί.

— Τι ορισμό θα δίνατε στη λογοτεχνία;
Είναι ένας τρόπος να ξαναδίνεις στις λέξεις ό,τι μαγικό έχουν χάσει, και χάνουν, από την πρόχειρη καθημερινή τους χρήση. 

— Μάθατε πράγματα που δεν γνωρίζατε για τον εαυτό σας από τη συγγραφή;
Να μάθω πράγματα που δεν γνώριζα, όχι. Να ρωτήσω, όμως, πράγματα στα οποία δεν απάντησα, αυτό ναι.

— Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που συναντήσατε στις μεταφράσεις σας; 
Πολλές, αλλά η πιο μεγάλη είναι πάντοτε ο χρόνος που πιέζει. 

— Είναι καλύτερες οι μεταφράσεις που γίνονται τώρα από εκείνες της δεκαετίας του ’70; Και γιατί; 
Θα σας έλεγα ναι. Υπάρχουν τόσοι άξιοι συνάδελφοι, μα και οι επιμέλειες ως επί το πλείστον είναι προσεχτικές.

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Το βέβαιο είναι ότι μπαίνοντας στο μετρό, σ’ ένα λεωφορείο, οπουδήποτε, δεν βλέπεις τους ανθρώπους γύρω σου με τη μύτη χωμένη σ’ ένα βιβλίο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Από τις μεταφράσεις που έχετε κάνει, ποιες ξεχωρίζετε και γιατί;
Τα διηγήματα του Χέμινγουεϊ, συγκεντρωμένα σ’ ένα βιβλίο με τίτλο «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο». Κάποια απ’ αυτά είναι, ίσως, από τα ωραιότερα αμερικανικά διηγήματα που γράφτηκαν μέσα στον 20ό αιώνα. Τη «Χρυσή κούπα» του Χένρι Τζέιμς, που με το περίπλοκο ύφος της στάθηκε για μένα η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση. Το «Κωδωνοστάσιο» του Ουίλιαμ Γκόλντινγκ, που θα κυκλοφορήσει εφέτος – γιατί ο Γκόλντινγκ είναι από τους συγγραφείς που αγαπώ περισσότερο και μια εποχή διάβασα, στη σειρά, πόσα βιβλία του; Έξι; Εφτά; Σίγουρα, τα «Σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ, για τη δύναμη της ιστορίας τους. Κι άλλες, αλλά θα σταματήσω εδώ.

— Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;–
Όταν έχεις πια διαβάσει μερικές χιλιάδες βιβλία, δεν ξέρεις ποιοι ακριβώς είναι οι «αγαπημένοι συγγραφείς» σου. Ωστόσο, αν όχι κάθε χρόνο, σχεδόν κάθε χρόνο, αφιερώνω κάποιο διάστημα σ’ έναν ή μια συγγραφέα, διαβάζοντας στη σειρά πολλά βιβλία του/-ης κι αφήνοντας να περάσει μέσα μου, να με «διαποτίσει», ο λόγος, ο τρόπος, η σκέψη του/-ης. Σίγουρα, ο Ντοστογιέφσκι. Ένα καλοκαίρι ήταν ο Γιασουνάρι Καουαμπάτα – διάβασα τέσσερα μυθιστορήματά του στη σειρά. Ένα άλλο, πάλι, η Κλαρίσε Λισπέκτορ, με πέντε βιβλία της. Ο Άλαν Γκάρνερ, με πέντε βιβλία πάλι, αν θυμάμαι καλά. Σε τούτη την επιλογή αφήνομαι στη διάθεσή μου, δεν υπάρχει σ’ αυτήν κανένα «πρέπει», και σίγουρα ουδέποτε κάτι «επικαιρικό». Η αναγνωστική μου σχέση με τα βιβλία σε γενικές γραμμές δεν έχει να κάνει με ό,τι βγαίνει στο εκάστοτε «σήμερα», ό,τι «συζητιέται». Είναι ένα ταξίδι σε μια χώρα που ξεδιπλώνεται διαρκώς άγνωστη μπροστά μου, όσο κι αν τη μαθαίνω, και που ο χάρτης της ολοένα φτιάχνεται ξανά και ξανά.  

— Και ποιοι συγγραφείς σάς διαμόρφωσαν;
Δεν ξέρω αν με διαμόρφωσαν, αλλά πάντως διαμόρφωσαν τη σχέση μου με τη μυθοπλασία, την αγάπη μου γι’ αυτήν. Στην εφηβεία μου, ως επί το πλείστον ήταν συγγραφείς του φανταστικού, του τρόμου. Μου ‘δωσαν έναν «τρόπο», που υπάρχει ακόμα μέσα μου κι ας μην έχουν πάντα άμεση σχέση μ’ αυτόν τα κείμενά μου. Κι ούτε θα μπορούσαν τα βιβλία να με «διαμορφώσουν», αισθάνομαι, αν δεν υπήρχε μια ζωή που αυτή διαμόρφωσε τον τρόπο που νιώθω ένα βιβλίο.

— Διαβάζει σήμερα ο κόσμος; Τι πιστεύετε;
Κάποιοι, σίγουρα. Αναντίστοιχοι, ως αριθμός αναγνωστών, μ’ αυτούς που γράφουν – επίσης σίγουρα. Το βέβαιο είναι ότι μπαίνοντας στο μετρό, σ’ ένα λεωφορείο, οπουδήποτε, δεν βλέπεις τους ανθρώπους γύρω σου με τη μύτη χωμένη σ’ ένα βιβλίο. (Κάτι, ωστόσο, που ούτε εμένα μ’ αρέσει απαραίτητα να κάνω, μα ούτε έχω τη μύτη μου χωμένη σ’ ένα κινητό, γιατί θέλω να παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου, την όψη, τη στάση τους, τις σκέψεις τους, ίσως, όπως αποτυπώνονται στην έκφρασή τους).

— Η «Θάλασσα» ήταν ένα βιβλίο σας για το τέλος της ανθρωπότητας. Τι αποτελεί για σας σήμερα πηγή ζωής και αναζωογόνησης;
Τα παιδιά μου. Η σύντροφός μου. Τα ζώα. Η φύση – η θάλασσα, το βουνό. Όλα τα μικρά κι όμορφα πράγματα, όποτε τύχει να σταθώ και να τα προσέξω.

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Επίσης, στο «Ποτάμι του Χρόνου», γράφετε μια ερωτική επιστολή προς την τέχνη του κινηματογράφου. Τι είναι αυτό που σας αρέσει στο σινεμά;
Μεγάλωσα με το σινεμά, τόσο όσο με τα βιβλία. Από πολύ μικρός πήγαινα κάθε Κυριακή στο Παλάς στο Παγκράτι, 11-2. Το πρόγραμμα είχε επίκαιρα από το πάλαι ποτέ, μικρού μήκους ταινία με τον Χοντρό και τον Λιγνό –ή κάποια αντίστοιχη–, μικιμάους κι ύστερα την κανονική ταινία: πιο συχνά, της Τόχο, με γιαπωνέζικα τέρατα που τσαλαπατούσαν ιαπωνικές πόλεις, ή Ταρζάν, μπορεί. Ήταν αδιανόητο να περάσει εβδομάδα χωρίς να πάω σινεμά, ως και δύο και τρεις φορές, ίσως, όσο μεγάλωνα. Στο Παγκράτι είχαμε τόσες αίθουσες: το Κόρονετ, το Μετάλλειον, τη Ρέα, το Παλάς, το Πτι Παλαί, το Λητώ… Και καλοκαίρι χωρίς θερινούς σινεμάδες δεν ήταν καλοκαίρι: στην Αθήνα, μα και στη Φώκαια. Υπήρχαν ταινίες που τις έβλεπα κάθε καλοκαίρι, σχεδόν, με την παρέα μου – κωμωδίες πιο πολύ: του Μελ Μπρουκς (τον «Φρανκενστάιν τζούνιορ», το «Μπότες, σπιρούνια…»), τις πρώτες του Άλεν, το «Blues Brothers» ούτε που ξέρω πόσες φορές. Τις ξέραμε όλες απέξω κι ανακατωτά, και η χαρά ήταν αυτή: να περιμένουμε το αστείο που ξέραμε πως θα συμβεί, γελώντας μια φορά εκ των προτέρων και μια όταν συνέβαινε. Κι ύστερα, καθώς μεγάλωνα και το γούστο μου λίγο λίγο πλάταινε και βάθαινε (χωρίς να χάσω ποτέ την αγάπη μου για ό,τι αγάπησα πιτσιρικάς), ο κινηματογράφος έγινε για μένα σχολείο όπου συχνά «φοίτησαν», και «φοιτούν» ενίοτε, οι δικές μου ιστορίες – στον τρόπο που θα πλάσω μια σκηνή, θα τη «φωτίσω», θα τη «μοντάρω». Το βάθος και η γεωμετρία που ʼχει το πρόσωπο στον Μπέργκμαν, οι αλλαγές στη γωνία λήψης, που γεννούν την ένταση, στον Χίτσκοκ, η μεταφυσική του Ταρκόφσκι κωδικοποιημένη σ’ εικόνα, και πόσα άλλα.

μακροπουλος
KANTE ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Μιχάλης Μακρόπουλος, Μαργαρίτα Ιορδανίδη, εκδόσεις Κίχλη

— Πείτε μας λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο με τίτλο «Μαργαρίτα Ιορδανίδη» που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες. 
Εκτυλίσσεται στην Αθήνα τη δεκαετία του 1990 και μέχρι τα μέσα της επόμενης, στη γειτονιά όπου μεγάλωσα, ανάμεσα στο Παγκράτι και την Καισαριανή, κοντά στα ΜΑΤ. Η Μαργαρίτα είναι υπάλληλος σε διαφημιστικό γραφείο, σύζυγος λογιστή, μητέρα δυο κοριτσιών. Ό,τι άλλο πω, θα ‘ναι «spoiler» – απ’ όλα μου τα βιβλία, νιώθω πως είναι αυτό που πιο πολύ πατά στο αναπάντεχο της ιστορίας του, που είναι μάλλον τρομαχτική, μες στην κοινοτοπία ενός μικροαστικού περιβάλλοντος, και χτίζεται με πολλές, πολλές μικρές λεπτομέρειες και μ’ ένα κινηματογραφικό μοντάζ σε δύο παράλληλους χρόνους. 

— Τι σας ενοχλεί στις μέρες μας;
Πιθανώς, περισσότερο από άλλα πράγματα, η αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μα ξέρω ότι αρκετές φορές από πίσω της υπάρχει κάτι πληγωμένο και πολύ μοναχικό. 

— Ποια πιστεύετε ότι είναι η μεγαλύτερη ελληνική παθογένεια; 
Η σχέση αλληλοεκδουλεύσεων που έχει δομηθεί ανάμεσα στο κράτος και στους πολίτες του; Η απουσία πραγματικής κοινωνικής συνείδησης; Η αδιαφορία απέναντι στον περιβάλλοντα χώρο – τον φυσικό, τον οικιστικό; Ποια;

— Τι είναι αυτό που αγαπάτε στην Αθήνα και τι σας ενοχλεί; 
Να περπατάω σε δρόμους που τους έχω περπατήσει χιλιάδες φορές. Ένας χώρος δεν είναι «άδειος», φέρει στο σώμα του μνήμες, και η περιδιάβαση μέσα του είναι για τον άνθρωπο περιδιάβαση στο παρελθόν και συνάντηση με τους προηγούμενούς του εαυτούς. Κι ίσως γι’ αυτό να μ’ ενοχλεί το συστηματικό σβήσιμο αυτής της μνήμης, που συνέβη τη δεκαετία του ʼ60, τη δεκαετία του ʼ70, και συνεχίστηκε τη δεκαετία του ʼ80. Στη γειτονιά του πατρικού μου, ξέρετε, όταν ήμουν πιτσιρικάς, όλα τα σπίτια ήταν μονοκατοικίες με κήπους. Μ’ ενοχλεί η τσιμεντένια ασχήμια της Αθήνας. Δεν δραπέτευσα απ’ αυτήν γιατί δεν την αγάπησα, μα για τον αντίθετο λόγο. Ωστόσο, θα τύχει ακόμα να βρω ό,τι αθηναϊκό ήταν στα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια δικό μου. Σήμερα είμαστε εδώ, στην πλατεία Μεσολογγίου, και για μένα δεν είναι ένα τυχαίο σημείο συνάντησης. Αν πέρασα κάπου τις πιο πολλές ώρες στα σχολικά μου χρόνια, ήταν σ’ αυτήν εδώ την πλατεία –αλλιώτικη τότε–, καθισμένος με τους φίλους σ’ ένα παγκάκι.

— Μπορεί σήμερα να χαρεί ένας άνθρωπος και αν ναι, με τι;
Ουαί κι αλίμονο, αν δεν μπορούσε να χαρεί! Όσο για το «με τι», είναι προσωπικό. Να, μπορεί να περπατάω στην εξοχή, να προσέξω μια ελιά ανάμεσα στις άλλες, ένα κατσίκι ανάμεσα στα υπόλοιπα ζώα, ή δεν ξέρω τι άλλο, και να χαρώ. Να μου πουν κάτι η Αναστασία, ο γιος μου, η κόρη μου, και να χαρώ. Να δω μια ταινία, να διαβάσω ένα βιβλίο, ν’ ακούσω μια μουσική. Να βουτήξω στη θάλασσα και να νιώθω έπειτα τον ήλιο. Η απαρίθμηση θα μπορούσε να συνεχίζεται για πολύ. 

— Έχετε ανακαλύψει τι είναι η ευτυχία; 
Όχι. Έτσι και κάνω την ανοησία να προσπαθήσω να την ανακαλύψω, θα την έχω διαμιάς χάσει. 

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Προσπαθώ να μη βιώνω τον βίο μου ως τραγωδία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Ένα μεγάλο σας λάθος; 
Θα σας απαντούσα, αν ήξερα γιατί το αντίθετο απ’ αυτό που έκανα ή διάλεξα ήταν το σωστό. Αλλά κάθε φορά ο δρόμος είναι ένας μόνο, γι’ αυτόν που δεν επέλεξες δεν μπορείς να ξέρεις τίποτα. Λέγοντας όμως κάτι τέτοια, νιώθω λιγάκι σαν fake Κινέζος φιλόσοφος της κακιάς ώρας. 

— Μια πληγή που σας ακολουθεί ακόμη; 
Προσπαθώ να μη βιώνω τον βίο μου ως τραγωδία. 

— Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σας φόβος; 
Ο θάνατος ίσως; Ώσπου να τον δω ξεκάθαρα μπροστά μου και να το πάρω απόφαση, ελπίζω. Κι ο φόβος μη συμβεί κάτι στα παιδιά μου – τον απωθώ βέβαια, μα δεν σημαίνει αυτό ότι δεν υπάρχει.

— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή; 
Από τη μια, τη ζωή την ίδια. Από την άλλη, όλους τους ανθρώπους κι όλα τα πράγματα που αγαπώ. Αν το καλοσκεφτείτε, σας λέω το ίδιο πράγμα με δυο διαφορετικούς τρόπους. 

— Κλείνοντας, ξέρω ότι για μεγάλο διάστημα κατοικείτε και εκτός Αθηνών π.χ. στη Λευκάδα ή στο Πωγώνι. Πείτε μας για τη ζωή εκεί.
Στο Δελβινάκι στο Πωγώνι καθώς και στο Γρεβενίτι στο Ανατολικό Ζαγόρι περνάω συνολικά κάνα δίμηνο κάθε χρόνο, δουλεύοντας και πεζοπορώντας στα γύρω βουνά, μα δεν παύω να ʼμαι ένας επισκέπτης απλώς, κι ας βρήκα για πολλά χρόνια στο Πωγώνι έναν τόπο για τη μυθοπλασία μου, μια «Γιοκναπατάουφα» σαν του Φόκνερ. Όσο για τη Λευκάδα, όπου κατοικώ εδώ και μερικά χρόνια, αφού εγκαταλείψαμε το τελευταίο μας νοικιασμένο σπίτι στη Γούβα, στο σύνορο με το Μετς, είναι ένας τόπος ανισόρροπα μοιρασμένος ανάμεσα στο φρενήρες τουριστικό καλοκαίρι και στην ερημιά του χειμώνα. Μένουμε έξω απ’ την πόλη, και η κύρια ψυχαγωγία μας τα βράδια είναι να βγαίνουμε με τον σκύλο βόλτα στον παλιό ελαιώνα (ή ό,τι έχει απομείνει, έχοντας ο υπόλοιπος φαγωθεί από τουριστικά καταλύματα) και να μη συναντάμε ψυχή, αλλά μόνο ν’ ακούμε τη βοή της θάλασσας. Η κοινωνικότητά μου στο νησί είναι μάλλον λιγοστή, ως και ανύπαρκτη συχνά. Την ξαναβρίσκω στα σύντομα διαστήματα που ξανάρχομαι στην Αθήνα. 

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ LIFO SHOP

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LIFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ