Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Αυτό που επιθυμούσε πάνω απ’ όλα ο Μπουνιουέλ, επιθυμία αδιαπραγμάτευτη και ανέφικτη, ήταν να μεταμορφώσει τον κόσμο και να αλλάξει τη ζωή. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image
0

Έχοντας ως οδηγό τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες, τόσο ως προς τον πικαρέσκο τρόπο αφήγησης όσο και ως στάσης ζωής, ο Λουίς Μπουνιουέλ είχε πολλούς λόγους να ταυτίζεται νοερά με τον δημιουργό του κορυφαίου ίσως έργου της χώρας του. Γόνος και αυτός αστικής οικογένειας, έμελλε να καταστεί μάρτυρας και ρέκτης της ανακάλυψης του σύγχρονου κινηματογράφου, βιώνοντας όλες τις μεταβάσεις από τον βωβό στον ομιλούντα και από την πρωτοπορία στην άνθηση του Χόλιγουντ.

Όλες αυτές τις κοσμοϊστορικές αλλαγές του περασμένου αιώνα ο Μπουνιουέλ τις έζησε άλλοτε με τεράστιο πόνο, βλέποντας καλούς του φίλους, όπως ο Λόρκα, να δολοφονούνται σε έναν αιματηρό εμφύλιο άλλοτε με περιέργεια, πάντοτε, όμως, με την πεποίθηση ότι δεν είναι τα μεγάλα γεγονότα που διαμορφώνουν τη μαγεία της ζωής αλλά οι αλλόκοτες, φευγαλέες λεπτομέρειες που «είναι βαρετές, το ξέρω. Αν όμως θες να δοκιμάσεις ν’ ακολουθήσεις βήμα-βήμα το συντυχιακό μονοπάτι μιας ζωής, να δεις από πού έρχεται αυτή η ζωή και προς τα πού οδεύει, πώς θα ξεχωρίσεις το περιττό από το ουσιώδες;».

Για τον σπουδαίο Ισπανό δημιουργό και διαρκή αποσυνάγωγο οι μικρές ψηφίδες της πολύπλοκης και πολύχρωμης αυτοβιογραφίας του είναι συνώνυμες με το αλλόκοτο βλέμμα του καλλιτέχνη που μπορεί να ξεχωρίζει αυτό που πάντοτε διαφεύγει και μας ξεπερνά, ακόμα και το πιο ασήμαντο.

Πέρα από τις διακρίσεις και τα βραβεία, τα οποία σκόπιμα δεν αναφέρει καν στο βιβλίο, αυτό που τον απασχολούσε είναι η ποιητική αίσθηση που του έμεινε από ένα διαφορετικό κυνήγι της ζωής, η δίψα για το διαφορετικό και το απρόβλεπτο.

Γι’ αυτό ακριβώς στην αυτοβιογραφία του με τίτλο Η τελευταία μου πνοή που επανακυκλοφόρησε σε νέα, υποδειγματική μετάφραση του Θάνου Σαμαρτζή από τις εκδόσεις Δώμα η αφήγηση για τη σπουδαιότητα των μπαρ και ενός καλού ντράι μαρτίνι –ναι, δίνει και συνταγή!– καταλαμβάνει έκταση αντίστοιχη με αυτή των αιματηρών γεγονότων του Εμφυλίου.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ:
Λουίς Μπουνιούελ,
Η τελευταία μου πνοή, Μτφρ.: Θάνος Σαμαρτζής, Εκδόσεις Δώμα

Δεν είναι τυχαίο ότι κανείς, κατά τη γνώμη του, δεν έγινε σοφότερος από τα σκληρά γεγονότα της Ιστορίας και ότι οι απανωτοί πόλεμοι, τους οποίους ο Ισπανός σκηνοθέτης έζησε από πρώτο χέρι, τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ανθρώπινη φύση δεν έχει προοδεύσει και στη βάσιμη υποψία ότι κανένα στρατόπεδο δεν μοιράστηκε ποτέ σε καλούς και κακούς· ίσως γι’ αυτό δεν αγάπησε τις κομματικές αγκυλώσεις και τα αμερικανικά κινηματογραφικά σενάρια.

Παρότι περιγράφει με τρόπο συναρπαστικό την ενεργή εμπλοκή του στην αντίσταση στη νότια Γαλλία και στο Παρίσι, όπου κατάφερε, ενεργώντας ως κατάσκοπος, να γλιτώσει πολλούς αντιστασιακούς και να διευκολύνει την άφιξη στην Ισπανία δημοκρατών καλλιτεχνών και συγγραφέων, όπως ο Χέμινγουεϊ, ο Ντος Πάσος και ο Γιόρινς Ίβενς, δεν αρνείται τα εγκλήματα και τις προδοσίες απ’ όλες τις πλευρές του πολιτικού τόξου.

Απλώς, συμπερασματικά, καταλήγει πως «ο πλούτος και η μόρφωση που χαρακτήριζαν την άλλη πλευρά, την πλευρά των φρανκιστών, θα έπρεπε να είχαν περιορίσει την έκταση της φρικωδίας. Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο. Το αντίθετο. Και γι’ αυτό, μόνος μπροστά στο ντράι μαρτίνι μου, αμφιβάλλω για τις ευεργετικές συνέπειες του χρήματος και της μόρφωσης».

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Ο Μπουνιουέλ μπορεί να έβρισκε μελό το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η Ωραία της Ημέρας, αλλά την προσάρμοσε στα δικά του μέτρα. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Άλλωστε, σε έναν τέτοιο κυκεώνα βίας οι ρόλοι θύματος και θύτη είναι πάντα περιπλεγμένοι, εξού και ότι, παρότι πολέμιος των ναζί, αρνείται, όπως λέει, να δει ως απόλυτο δαίμονα τον Φράνκο, πρεσβεύοντας ότι μάλλον ήταν καλύτερος για την Ισπανία από τον Χίτλερ. Αντίστοιχα, πάλι, παρότι δεν μπορεί να ξεπεράσει την άμεση σύνδεση του άλλοτε στενού του φίλου και συνεργάτη Σαλβαδόρ Νταλί με τους φασίστες και τους φαλαγγίτες, είναι η προσωπική προδοσία που αφορούσε ένα μοιραίο περιστατικό στην Αμερική που τον έκανε να τον ξεγράψει από φίλο του και να μη θελήσει να πιει εκείνη την τελευταία σαμπάνια μαζί του.

Παρ’ όλα αυτά, παραδέχεται την ύψιστη ευφυΐα του ως καλλιτέχνη και τη μαγική αίσθηση της φαντασίας που τον έχρισε μοναδικό συνοδοιπόρο του στον Ανδαλουσιανό σκύλο. Αλλά αυτόν που δείχνει να αγαπάει πραγματικά απ’ όλους τους αλλοτινούς φίλους είναι ο Λόρκα: «Απ’ όλα τα ζωντανά πλάσματα που συνάντησα στη ζωή μου ο Φεδερίκο κατέχει την πρώτη θέση. Δεν αναφέρομαι ούτε στο θέατρό του ούτε στην ποίησή του, αναφέρομαι στον ίδιο. Το αριστούργημα ήταν αυτός. Μου φαίνεται δύσκολο ακόμη και να φανταστώ κάποιον συγκρίσιμο άνθρωπο. Είτε καθόταν στο πιάνο για να μιμηθεί τον Σοπέν είτε αυτοσχεδίαζε μια παντομίμα, μια σύντομη θεατρική σκηνή, ήταν ακαταμάχητος. Ό,τι και να διάβαζε, από τα χείλη του ανάβλυζε πάντα μια ομορφιά. Είχε πάθος, χαρά, νιότη. Ήταν σαν φλόγα».

Ωστόσο, δεν του ήταν ποτέ εύκολο να αποδεχτεί τη σεξουαλικότητα του φίλου του, παρότι, όπως ομολογεί, είχε νιώσει ως έφηβος έλξη και για τα δύο φύλα. Αποκαλύπτει, μάλιστα, μεταξύ διαφόρων ανομημάτων, ότι είχε υπάρξει άδικος απέναντι σε ομοφυλόφιλους φίλους του, έχοντας εμπλακεί σε μπούλινγκ, επειδή έτσι επέβαλε ο σκληρός, άγραφος νόμος της εποχής του. Στο τέλος, όμως, του βιβλίου επιτίθεται με δριμύτητα στον μεσογειακού τύπου ματσίσμο, που τον είδε σε όλη του την επιθετική βεβαιότητα στο Μεξικό, όπου έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του.

Δεν κρύβει ότι υιοθέτησε πολλές κακές συμπεριφορές και «συνήθειες» και ότι υπήρξε συχνός επισκέπτης των πορνείων, διατηρώντας ωστόσο μια παράξενη, πλατωνική σχέση με τις γυναίκες – τρομερή η σκηνή με τις σουρεαλιστικές συζητήσεις που ανέπτυσσε με τις σεξεργάτριες, τις οποίες βοηθούσε μέσω της ύπνωσης.

Η δραματοποίηση του έρωτα μάλλον σχετιζόταν με το ανέφικτο ερωτικό στοιχείο που βίωνε από μικρός, το οποίο αντιστάθμιζε μετατρέποντας κάθε δραματική, προσωπική ιστορία, περίπου σαν τις ταινίες του, σε κωμικό ενσταντανέ. Έτσι, ένα αποτυχημένο όργιο με κοπέλες και τον Τσάρλι Τσάπλιν έδωσε την αφορμή για μια κωμική αφήγηση, όπως και οι πολλαπλές ερωτικές αρνήσεις που γνώρισε στη ζωή του.

Δεν είναι τυχαίο ότι ομολογεί πως λατρεύει τον Φελίνι, αλλά αντιπαθεί την κυριολεξία της μελοδραματικής αφήγησης ή της στρατευμένης τέχνης – έναν τέτοιο συνδυασμό βλέπει στο Όσο υπάρχουν άνθρωποι. Γι’ αυτό και προσπαθούσε να έχει τον πλήρη έλεγχο των ταινιών του, δουλεύοντας ή επιβλέποντας τα ούτως ή άλλως σουρεαλιστικά σενάριά του. Μπορεί να έβρισκε, για παράδειγμα, μελό το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η Ωραία της Ημέρας, αλλά την προσάρμοσε στα δικά του μέτρα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι προτίμησε να ακυρώσει πολλές συνεργασίες και παράδοξες προτάσεις, ακόμα και σε περιόδους που είχε βρεθεί εντελώς χωρίς δουλειά. Αρνήθηκε, όπως λέει, κάποια στιγμή να παίξει τον εαυτό του στον Νευρικό εραστή του Γούντι Άλεν, μια ταινία που δεν του άρεσε καθόλου.

Επίσης, δεν δείχνει να αποκλείει καλλιτεχνικά ή πολιτικά ρεύματα, παρότι δηλώνει, για παράδειγμα, καχύποπτος απέναντι στις χαοτικές προθέσεις των στρατευμένων κινημάτων ή τον Μάη του ’68. Δεν αρνείται ότι έτρεφε μεγάλες αυταπάτες όσον αφορά τον Κομμουνισμό που υποστήριζε εξαρχής, αρνούμενος την πραγματικότητα όπως είχε διαμορφωθεί στη Σοβιετική Ένωση, αλλά και τις αγαθές προθέσεις των σουρεαλιστών φίλων του.

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Σε κάθε περίπτωση, προσπαθούσε να παραμένει πιστός στις αρχές όχι ενός κομματικού ντετερμινισμού αλλά της τυχαιότητας «που χωρίς να εκμηδενίζεται ποτέ, ολοζώντανη και απρόβλεπτη, παλεύει να συμφιλιωθεί με την κοινωνική αναγκαιότητα», ομολογώντας πως «εφόσον είμαστε τέκνα της τύχης, η γη και το σύμπαν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να υπάρχουν χωρίς εμάς μέχρι το τέλος του χρόνου».

Η άρνησή του να συνδεθεί με στερεοτυπικές ιδέες, μένοντας πιστός σε ένα μεγαλεπήβολο όραμα, προφανώς σχετιζόταν με την ανάγκη για ελεύθερη και πάντοτε δημιουργική έκφραση ακόμα και πέρα από την τέχνη, σαν ένα περίεργο μείγμα μυστικού βιταλισμού. Εξού και ο λόγος που συντάχθηκε με το σουρεαλιστικό κίνημα ήταν ακριβώς επειδή «ελάχιστα τον ενδιέφερε να λάβει τιμητική θέση στην ιστορία της λογοτεχνίας ή της ζωγραφικής. Αυτό που επιθυμούσε, πάνω απ’ όλα, επιθυμία αδιαπραγμάτευτη και ανέφικτη ήταν να μεταμορφώσει τον κόσμο και να αλλάξει τη ζωή». Το επιχείρησε, άλλωστε, και ο ίδιος το σινεμά του, με την προκλητικά πρωτότυπη Χρυσή Εποχή και τη Βιριδιάνα του, την πολιτικά σατιρική Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας, τους εμβληματικούς Λος Ολβιδάδος και, φυσικά, με το κύκνειο άσμα του, το Σκοτεινό αντικείμενο του πόθου.

Αλλά, πέρα από τις διακρίσεις και τα βραβεία, τα οποία σκόπιμα δεν αναφέρει καν στο βιβλίο, αυτό που τον απασχολούσε είναι η ποιητική αίσθηση που του έμεινε από ένα διαφορετικό κυνήγι της ζωής, η δίψα για το διαφορετικό και το απρόβλεπτο. Αυτή η φαντασιακή αναζήτηση του ανέφικτου, ένας ερωτικός πόθος που διαπερνούσε κάθε του κίνηση, τον κάνει να συγκρατεί κάπως αποσπασματικά τις εικόνες από τη ζωής του, υιοθετώντας αντίστοιχες παρεκτροπές στην αφήγηση.

Αναπολεί έτσι με νοσταλγία τις νύχτες στο Λος Άντζελες, τις μυρωδιές από το Λόρελ Κάνιον αλλά και από το χώμα στο χωριό του στις Καντάκες Αραγονίας, τις βραδινές κουβέντες με τον Λόρκα και τον Νταλί στη Φοιτητική Εστία της Μαδρίτης, το ιταλικό εστιατόριο στην Αμερική όπου έπινε κρυφά αλκοόλ σε φλιτζανάκια του καφέ και τις συναντήσεις με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ στο σπίτι του στην Καλιφόρνια(!), όπου είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά διάφορα είδωλά του, όπως ο Αϊζενστάιν.

Στη Νέα Υόρκη πέρασε δύσκολα, πάντως, ειδικά όταν βρέθηκε χωρίς δουλειά αμέσως μετά τον πόλεμο. Θα αναγκαζόταν να κάνει έξτρα μεροκάματα στην κουζίνα ενός ξενοδοχείου, αν δεν τύχαινε ένας χορηγός να του εξασφαλίσει θέση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Στη Νέα Υόρκη είχε, επίσης, την τύχη να ξαναβρεθεί με φίλους όπως ο Σεντ Εξιπερί και ο Κλοντ Λεβί-Στρος.

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Στιγμιότυπο από τα γυρίσματα της ταινίας Belle de Jour (1967) με την Κατρίν Ντενέβ και τον Ζαν Σορέλ. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Από τις σκόρπιες αναμνήσεις ξεχωρίζουν καίριες στιγμές, π.χ. τότε που είδε τον παλιό του συνεργάτη Ζακ Πρεβέρ να περιμένει στην ουρά για να βγάλει εισιτήριο και δεν του μίλησε, οι εφηβικές του αναμνήσεις, που είναι πολύ πιο έντονες από τις ένδοξες στιγμές, οι αποτυχημένες επιχειρηματικές του προσπάθειες, όπως το άνοιγμα καμπαρέ στην μπουλβάρ Ρασπάιγ (ευτυχώς, αρνήθηκε να τον χρηματοδοτήσει η μητέρα του), οι αμέτρητες συναντήσεις σε εστιατόρια και μπαρ ως απόδειξη ότι αυτό που αξίζει τελικά στη ζωή είναι οι μεθυσμένες συζητήσεις με φίλους.

Γι’ αυτό και από τις πιο συγκινητικές στιγμές του βιβλίου είναι όταν εκείνος, ένας αμετάπειστα άθεος και εραστής της βλασφημίας, συγκινείται από το Άσμα Ασμάτων και τη Σοφία Σολομώντος, παραθέτοντας το παρακάτω απόσπασμα ως στιγμή υψηλής ποίησης: «Ας γεμίσουμε με εκλεκτό κρασί κι αρώματα, κι ας μην αφήσουμε το άνθος του καιρού να μας προσπεράσει. Ας στεφανωθούμε με ροδοπέταλα προτού μαραθούν. Κανένας να μη μείνει έξω από το γλέντι μας: κι ας αφήσουμε παντού σημάδια της χαράς μας: γιατί αυτό είναι το μερτικό μας, κι αυτός είναι ο κλήρος μας», γράφουν οι τελευταίοι στίχοι από το θρησκευτικό αυτό κείμενο. Θαρρεί κανείς ότι αυτή είναι η πιο πολύτιμη παρακαταθήκη και προτροπή που άφησε ο Μπουνιουέλ ή, όπως θα έλεγε ο αγαπημένος του ποιητής: «Μεθάτε αδιάκοπα. Από κρασί, ποίηση ή από αρετή, απ’ ό,τι προτιμάτε».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ 

To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ζοζέ Σαραμάγκου: Η ζωή ενός αντισυμβατικού συγγραφέα

Βιβλίο / Ζοζέ Σαραμάγκου: «Πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει δικό μας, θα φτάσει τελικά στα χέρια μας»

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο σπουδαίος Πορτογάλος λογοτέχνης που ξεκίνησε να γράφει για να δοκιμάσει «τι στ’ αλήθεια μπορεί ν’ αξίζει ως συγγραφέας» και έφτασε να πάρει Νόμπελ Λογοτεχνίας.
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΥΡΚΑΚΟΥ
Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ