Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας»

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
«Το βασικότερο μάθημα που θα μπορούσε να πάρει ένα σύγχρονος Έλληνας αναγνώστης, αφού βέβαια θα οριζόταν από το γεγονός ότι είναι αναγνώστης του Προυστ και όχι όποιου άλλου συγγραφέα, θα ήταν να εκτιμήσει ακόμα περισσότερο τον εαυτό του ως τέτοιον». Φωτ.: Άλκη Πολίτη
0


Η ΚΛΑΙΡΗ ΜΙΤΣΟΤΑΚΗ
 ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των μεταφραστών που διαμορφώνουν αθόρυβα τον πυρήνα μιας ολόκληρης αναγνωστικής κουλτούρας. Πάντοτε διστακτική απέναντι στη δημοσιότητα, έχει υπηρετήσει με συνέπεια, ελευθερία και ακρίβεια τόσο τη μετάφραση όσο και τη γραφή. Έχει μεταφράσει μερικά από τα απαιτητικότερα έργα της γαλλικής γραμματείας − από τον Fernand Braudel και τον Denis Diderot έως τον Paul Valéry, τον Victor Segalen και τον Saint-John Perse. Παράλληλα, έχει υπογράψει δικά της έργα, όπως τα «Η πριγκίπισσα Τίτο κι εγώ», «Μετάλλια», «Flora Mirabilis», «Οι παράξενοι λόγοι της κυρίας Μποβαρύ», «Σωρείτες» και «Η Νίκη σαν φοίνικας». 

Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Μεσαιωνική Ανθρωπολογία στην École des Hautes Études στο Παρίσι. Στα νεανικά της χρόνια υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων κατά την περίοδο της δικτατορίας, καθώς και ενεργό μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος» από το 1972 έως το 1975, μια εποχή πολιτισμικής αναταραχής και έντονων ιδεολογικών ζυμώσεων. 

Συναντηθήκαμε στα Χανιά, στο περιθώριο του 4ου Φεστιβάλ Βιβλίου. Απέναντί μου έχω μια ευαίσθητη και καλλιεργημένη φωνή που τρέφει βαθιά αγάπη για τη γλώσσα, τη φόρμα και την αισθητική του λόγου. Άλλωστε, όπως θα μου πει: «Η αγάπη για τις λέξεις ήρθε νωρίς». Μιλά χωρίς έπαρση, χωρίς βεβαιότητες, αλλά με εκείνη τη σπάνια διαύγεια που αποκτά ένας άνθρωπος μέσα από πολλά χρόνια προσεκτικής ανάγνωσης και ακούραστης εσωτερικής εργασίας. 

«Με θυμώνει η πανταχού παρούσα απάτη. Έχει καταντήσει φαινόμενο μεταφυσικό. Κατάρρευση των αναστολών; Τεχνικά υποβοηθούμενη αδηφαγία; Εθισμός στην παραπλάνηση; Χίλια πράγματα μπορεί να σκεφτεί κανείς, κι εγώ ανακαλώ τακτικά τον Μπόρχες των παλαιότερων ημερών, όταν έγραφε την "Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας"». 

Αφορμή για τη συνάντησή μας στάθηκε μια από τις πιο απαιτητικές −και ταυτόχρονα σαγηνευτικές− προκλήσεις της λογοτεχνικής μετάφρασης: η επιλογή, η σύνθεση και η απόδοση στα ελληνικά αποσπασμάτων από το εμβληματικό «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ. Το αποτέλεσμα αυτής της πολύχρονης και στοχαστικής δουλειάς κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα με τον τίτλο «Η αναζήτηση του χαμένου χρόνου – Θέματα, πρόσωπα και σκηνές». Την επιλογή των αποσπασμάτων, τη σύνθεση, τον πρόλογο και, φυσικά, τη μετάφραση υπογράφει η Κλαίρη Μιτσοτάκη. Είναι μια έκδοση που επιχειρεί να σκιαγραφήσει τον πολύπλοκο κόσμο του Προυστ μέσα από χαρακτηριστικά στιγμιότυπα κάθε τόμου του μνημειώδους έργου. 

Στη συνέντευξη που ακολουθεί εξιστορεί με αφοπλιστική ειλικρίνεια τη διαδρομή της και τις παιδικές της μνήμες, μιλά για τη λογοτεχνία και για τη βαθιά σχέση που αναπτύσσει με τους συγγραφείς που μεταφράζει και περιγράφει την πράξη της μετάφρασης όχι ως απλή τεχνική εργασία, αλλά ως βιωματική εμπειρία, ως μια «φαντασίωση ταύτισης» που απαιτεί ευαισθησία, προσήλωση και, κυρίως, σεβασμό στη φωνή του άλλου. 

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
Φωτ.: Άλκη Πολίτη

―Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε και τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια; 
Σκεφτείτε μόνο ότι από το παράθυρό μου, στο πλάι του γραφείου όπου διάβαζα ως παιδί, μέχρι δέκα χρονών, είχα τα νερά του ενετικού λιμανιού με τον Κούλε − αυτό που σήμερα οι αρχαιολόγοι, επί το ενετικότερο, αποκαλούν «Rocca a mare». Και πίσω το πέλαγος. Και ότι ο περίπατος στην απερίφρακτη Κνωσό ήταν μια συνήθεια τα κυριακάτικα μεσημέρια μετά το φαγητό, όταν πηγαίναμε επίσκεψη σε άλλα μέλη της οικογένειας. Οι πρώτες θολές εικόνες που έχω, ωστόσο, είναι από ένα σχετικά αλλόκοτο οθωμανικό σπίτι όπου γεννήθηκα, προτού μετοικήσουμε κοντά στη θάλασσα. Κι ύστερα, όπως συνέβαινε σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο με την αναπόφευκτη αστυφιλία, απότομες μεταβολές με μετοικεσίες στην πρωτεύουσα και τη βόρεια Ελλάδα, ένας άλλος κόσμος, με ποτάμια και σιδηροδρόμους, βασιλικούς κήπους, καραμανλικά έργα στην Ομόνοια, αθηναϊκούς καύσωνες, θεσσαλική κάψα, μακεδονικές λίμνες και κατάφυτα νησιά του βόρειου Αιγαίου. Και μια Αθήνα του ’60 σε μεγαλειώδη, με τα σημερινά μάτια, ψυχική και δημιουργική ευφορία, μέχρι να έρθει η κατραπακιά της Χούντας.  

―Πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μετάφραση και τη συγγραφή; 
Πολύ νωρίς οι λέξεις μού προξενούσαν ένα είδος δέους. Όταν άκουγα μια λέξη που δεν ήξερα, έκανα στάση. Στο οικογενειακό περιβάλλον ακούγονταν διαφόρων λογιών μικρογλώσσες, από το τοπικό ιδίωμα έως μια ήπιας μορφής καθαρεύουσα, η οποία εξάλλου κυριαρχούσε στο ραδιόφωνο, στις εφημερίδες. Η «στρωτή» δημοτική είναι μεταγενέστερη εφεύρεση. Η γλώσσα του καθενός ανθρώπου, του καθενός ατόμου, τότε ήταν έντονα ηθογραφική, ας πούμε − και ως γνωστόν, άλλωστε, η κρητική λαλιά ιδιαίτερα έχει πολύ αξιοπρόσεκτα χαρακτηριστικά, κυρίως έντονη παραστατικότητα. Στεκόμουν με πολύ σεβασμό στις μικρές αυτές γλώσσες του καθένα. Με ενδιέφεραν. Όταν μπήκα στις λατινογενείς γλώσσες, απέκτησα τη συνήθεια να παίζω με την αλλαγή του κλαβιέ στον νου μου. Το γεγονός ότι άλλαζε η μουσική και το ύφος μιας λέξης από τη μια γλώσσα στην άλλη με διασκέδαζε, μου προξενούσε μια ικανοποίηση να μεταπηδώ, να παρακολουθώ ποια σημεία της έννοιας φωτίζονταν περισσότερο ή λιγότερο από τη μια γλώσσα στην άλλη, τι είδους διαθέσεις δημιουργούσαν. Ξαφνικά σε μια άλλη γλώσσα κάτι που σκεφτόσουν καταρχάς ελληνικά αποκτούσε μεγαλύτερη αντιστοιχία, απέδιδε καλύτερα αυτό που είχες στον νου σου. Έτσι, παίζοντας, άρχισα να μεταφράζω νοερά σχεδόν συνέχεια. Η επιθυμία να γράψω ήρθε όταν έπρεπε να γράψω για να σκεφτώ. Δεν αρκούσε η νοερή επεξεργασία. Όμως έγραψα όταν ήξερα τι ήθελα να φτιάξω. Ήταν μια συνολική αισθητική χειρονομία, πέρα από τη γραφή. Ήταν ένα διήγημα, ας πούμε, με μορφή σκηνής από ταινία. Το χάρισα σε μια φίλη που δεν είναι πια μαζί μας, και δεν το έχω βέβαια, αφού ενός δώρου δεν κρατά κανείς αντίγραφα. Στα χνάρια του γράφτηκε το «Π», κι αυτό για χάρισμα, αλλά αυτό βρήκε τον δρόμο του στο ανέκαθεν και πάντα καρδιακά προσφιλέστατό μου περιοδικό «Εκηβόλος». Από τότε και μετά, πάντα έγραφα με βαθύ μου κίνητρο τη φόρμα. Και κάποια αφιέρωση ίσως. 

―Πιστεύετε ότι η μετάφραση είναι μια μορφή δημιουργίας; 
Υπό όρους, ναι. Ίσως είναι μια δημιουργία πριν από τη δημιουργία, παρότι έρχεται μετά την πρώτη δημιουργία κάποιου άλλου. Είναι σαν να φτιάχνεις το εκμαγείο ενός γλυπτού που έχει ήδη χυθεί και το έχεις μπροστά σου, απέναντί σου. Θέλει πολλή τέχνη, δεν ξέρω αν είναι δημιουργία. Καταχρηστικά βέβαια μπορούμε να πούμε ότι πλησιάζει, καθώς χρησιμοποιεί όλα τα συστατικά της δημιουργίας − εκτός της φαντασίας. Μα αυτή είναι κάτι το μέγα. Υπάρχουν βέβαια μεταφράσεις που σε μαγεύουν ως μεταφράσεις. Έχω πολύ ψηλά στο πάνθεόν μου μεταφραστές Έλληνες, γυναίκες και άνδρες, των παλαιότερων και νεότερων δεκαετιών, που αληθινά σε αφήνουν άναυδο. Δεν θα πω ονόματα, αλλά θα ήθελα μια μέρα να μπορούσα να τους αποτίσω έναν φόρο τιμής κι ευγνωμοσύνης. 

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
«Νομίζω ότι το ζήτημα με τον Προυστ δεν είναι η θέση του στη σύγχρονη λογοτεχνία, σχετικά με την οποία οφείλω να πω ότι θεωρώ την τριάδα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, Γουλφ, Τζόις, Προυστ, το αποκορύφωμα του λογοτεχνικού φαινομένου».

―Ποια στοιχεία κάνουν μια μετάφραση καλή; Και πώς αξιολογείτε το γεγονός ότι πολλοί μεταφραστές επεμβαίνουν στα κείμενα, δίνοντας ένα άλλο, δικό τους πνεύμα στο πρωτότυπο;  
Κοιτάξτε, μπορεί κάποια στιγμή ο μεταφραστής να έχει μια έκλαμψη. Τι να κάνουμε, να μην υποκύψει; Στην ποίηση είναι πιο ανεκτές, και καμιά φορά και ευκταίες τέτοιες ευτυχείς παραβάσεις. Ξάφνου βλέπεις όχι μόνο την ποίηση ως αποτέλεσμα αλλά και την έμπνευσή της. Είναι κάτι. Εγώ προσωπικά τις χαίρομαι. Δεν έχω προτίμηση στις πιστότατες αποδόσεις. Εξάλλου το νόημα δεν είναι πάντα κάτι πάρα πολύ απλό, μπορεί να χωράει αποχρώσεις, μετατοπίσεις, μεταφορές, υπερμεταφράσεις. Κάποια κείμενα είναι από δικού τους κατά αυτή την έννοια δυναμικά. Σε προκαλούν. Πάντως, μεταφράζοντας, μεταφράζεις έναν συγγραφέα, όχι μόνο ένα κείμενο. Το κείμενο αυτό δεν θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε ο συγγραφέας αυτός. Είναι μέρος του έργου. Αυτός είναι η ρίζα που κρατά το κείμενο σε επίπεδο πραγματικό και ηθικό, του αποδίδονται δικαιώματα. Όταν μεταφράζεις το βιβλίο του, πρέπει να μπορεί ο αναγνώστης να τον αναγνωρίσει και εκείνον πίσω από τις γραμμές, και όχι μόνο εσένα που το μεταφράζεις ή το πνεύμα μιας εποχής ή μια κάποια λογοτεχνική ροπή. Βεβαίως να ανθιστεί και με όλα τούτα τα άλλα −δεν γίνεται διαφορετικά−, αλλά και τον συγγραφέα του βιβλίου πρέπει να μπορείς να τον ιχνογραφήσεις πίσω από το κείμενο. Έτσι όπως τον έχεις καταλάβει και αυτόν, βέβαια, η ματιά ακόμα και γι’ αυτόν είναι πάντα δική σου.  

Εγώ πάντως φαντασιώνομαι μια ταύτιση με τον συγγραφέα όταν μεταφράζω, όχι πάντα την ίδια, φυσικά, από συγγραφέα σε συγγραφέα αλλάζει. Στον Braudel, επί παραδείγματι, φαντασιωνόμουν έντονα το γούστο του, τα γούστα του, ακόμα και στο επίπεδο της γεύσης. Στον Diderot, πάλι, όλες τις κουβέντες που θα έκανε με τους τόσους και τόσους θαμώνες των «σαλονιών», γιατί ένιωθα πίσω από τις γραμμές του κειμένου του να σβουρίζουν οι μυριάδες κουβέντες που ανταλλάσσονταν στους κύκλους των διαφωτιστών του 18ου αιώνα και που μοιάζουν να είναι η κρυμμένη προϋπόθεση και το υπόβαθρο κάθε γραμμένης του αράδας. 

ΧΑΜΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Μαρσέλ Προυστ, Η αναζήτηση του χαμένου χρόνου Θέματα, πρόσωπα και σκηνές, Μτφρ: Κλαίρη Μιτσοτάκη, εκδόσεις Άγρα

―Τι σας ώθησε να αναμετρηθείτε με ένα τόσο μεγάλο και σύνθετο έργο όπως το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ; 
Το ότι ήταν μεγάλο και σύνθετο. Ένας κόσμος. Όμως, για να είμαι ειλικρινής, και επειδή δεν είχα εξαρχής ως στόχο να φτιάξω αυτή την επιτομή, το πρώτο μου στοίχημα ήταν να αναμετρηθώ με την περίφημη μακροπερίοδη, δύσκολη, ενίοτε δαιδαλώδη φράση του Προυστ. Μου αρέσουν οι περίπλοκες φράσεις όσο και οι απλές, ίσως μάλιστα περισσότερο. Η μακρά αναπνοή στη φράση με κρατά, έχει άλλου είδους μουσικότητα. Νόμιζα, ωστόσο, πως θα έχω μεγαλύτερη δυσκολία. Δεν είχα. Αναδρομικά πάντως σκέφτομαι ότι η ιστορική συνθήκη, τα ολέθρια χρόνια της κρίσης, μια αίσθηση τέλους εποχής (η οποία τελικά επανέρχεται κάθε τόσο), με έριξε με τα μούτρα σε αυτή την κολυμπήθρα του ευρωπαϊκού δυτικού κόσμου. Είχα και σχεδόν άπλετο χρόνο στη διάθεσή μου για να αφιερωθώ με αποκλειστικότητα σ’ αυτήν τη δουλειά. Είχα ελάχιστες επαφές με τον εξωτερικό κόσμο, απέφευγα ό,τι διασπούσε την προσήλωσή μου στο εγχείρημά μου, και περνούσα υπέροχα με αυτούς τους περιορισμούς. Δεν είμαι σίγουρη ότι θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά αυτή μέσα σε ένα σύνηθες τρένο ζωής. Αν σκεφτεί κανείς την έσχατη απομόνωση που είχε εξασφαλίσει ο Προυστ όταν έγραφε, πολύ λίγο ήταν το δικό μου μερτικό, εννοείται. Έχω διηγηθεί την επίδραση που είχε επάνω μου, ώστε να μου δημιουργήσει ένα κλίμα, ιδεολογικό-δραματικό ας πούμε, για το ξεκίνημα της δουλειάς μου η αναφορά που κάνει ο Πάτρικ Λι Φέρμορ, όταν διέσχισε με τα πόδια την Ευρώπη πριν από τον πόλεμο, στον Ρουμάνο ευγενή που συναντά στον πύργο του στα Καρπάθια, μέσα στο σαλόνι του, με τους τόμους του Προυστ πλάι του, να έχει μόλις τελειώσει την ανάγνωση της «Αναζήτησης». Ο κόσμος αυτός λίγα χρόνια αργότερα, μαζί με την προπολεμική Ευρώπη, θα είχε χαθεί για πάντα. Την ίδια αίσθηση απώλειας μού δημιουργούσε κατά τη δική μου ανάγνωση το lamento του αφηγητή της «Αναζήτησης» όταν αναπολεί το πέρασμα της Οντέτ ως νεαρής φαντασμαγορικής εταίρας κάτω από τις αλέες του δάσους της Βουλώνης. Χρόνοι επενδυμένοι με παρουσία και ύπαρξη, προορισμένοι να χάνονται από το επερχόμενο παρόν. Σημειωτέον ότι το lamento αυτό δεν το συμπεριέλαβα στο βιβλίο που έφτιαξα, δεν ταίριαζε με την οικονομία της επιτομής. Όπως και ένα αντίστοιχο lamento για τη μητέρα του. Υπέροχα κομμάτια αγάπης, θαυμασμού και καημού.  

―Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε κατά τη μετάφραση αυτών των επιλεγμένων αποσπασμάτων; 
Δυσκολεύομαι να απαντήσω γιατί τελικά ακόμα και αυτό που φοβόμουν αποδείχτηκε αρκετά απλό, δηλαδή όλο το σύστημα των αλλεπάλληλων εξαρτημένων προτάσεων, των περιγραφών ή των συλλογισμών που ελίσσονται παρακολουθώντας τη ματιά, το αίσθημα και τη σκέψη, συνθέτοντάς τα σε μια ενότητα, δεν ήταν δύσκολο να μεταφερθεί αυτούσιο στη γλώσσα μας. Δεν χρειαζόταν καμιά συντακτική αλχημεία. Η πρώτη αμηχανία μπροστά στον χείμαρρο των λέξεων, που όταν τον ακούς −κυρίως όταν τον ακούς− να κυλά θαρρείς πως δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει και αναρωτιέσαι πώς θα τον αποδώσεις και πώς θα ακουστεί σε μια γλώσσα πιο «νέτη-σκέτη» που είναι τα ελληνικά, αποδείχτηκε μάταιος φόβος. Η γλυκύτητα της γλώσσας μας νομίζω είναι και αυτή αστείρευτη κι ας το ξεχνάμε συχνά εξαιτίας της τραχείας χρήσης. Κάνω λόγο για άκουσμα, καθώς είχα για λόγους τελείως τυχαίους την ευκαιρία να ακούω μεταφράζοντας μια εξαιρετική ανάγνωση του συνολικού έργου από μια Γαλλίδα υπό ψευδώνυμο, από την ακουστική βιβλιοθήκη Littérature audio, πράγμα που κατά κάποιον τρόπο με έθετε μέσα στο πλαίσιο της ίδιας της προσωδίας του γαλλικού κειμένου. Είμαι έκτοτε φανατικός οπαδός των λογοτεχνικών αναγνώσεων. Αρκεί να είναι καλές. Μπορεί να συμβεί και το αντίθετο.  

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
«Πάει καιρός που βιώνω κάτι που μοιάζει με ένα ακορντεόν χρόνου: βρίσκομαι και στο τώρα και στο τότε, σε πολλά και διάφορα τότε, πλησιάζω ή απομακρύνομαι, ανάλογα με το πού θα με οδηγήσει ένας ευκαιριακός συνειρμός. Έτσι γιατρεύω ίσως και τις πληγές του παρόντος. Γιατί κι αυτές οι άτιμες είναι ανυπόφορες». Φωτ.: Άλκη Πολίτη

―Πώς αποφασίσατε ποια αποσπάσματα να επιλέξετε για την ανθολόγηση; Υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο; 
Να σας πω. Από τη στιγμή που κατέληξα ότι το βιβλίο αυτό θα γίνει, έπαιρνα πια τη θέση του αναγνώστη, ο οποίος ήθελα να μπορέσει να αποκομίσει από την ανάγνωση του βιβλίου μια συνολική εικόνα της εξέλιξης του όλου μυθιστορήματος. 70 χρόνια πάνω-κάτω. Και των κύριων προσώπων, από τα 250 ενεργά σε σύνολο 1.000 προσώπων που αναφέρονται στην «Αναζήτηση». Να μπορούν να μεταφερθούν οι αναγνώστες σε όποιον τόμο της «Αναζήτησης» επιθυμούν, έχοντας εικόνα του τι προηγείται τουλάχιστον, αν όχι και του τι έπεται. Για λόγους όμως γενικής οικονομίας, άφησα αναγκαστικά έξω σημεία του βιβλίου που μου άρεσαν ιδιαίτερα, όπως αυτά που σας ανέφερα πιο πριν, ή εκείνο το διάσημο όσο κι ο ίδιος ο Προυστ σχόλιο πάνω στη ζωγραφική του Βερμέερ και τον πίνακά του «Άποψη του Ντελφτ», τον «μικρό κίτρινο τοίχο», δηλαδή, και άλλα πολλά. 

―Ποια θέση κατέχει για εσάς προσωπικά το έργο του Προυστ στη σύγχρονη λογοτεχνία; 
Νομίζω ότι το ζήτημα με τον Προυστ δεν είναι η θέση του στη σύγχρονη λογοτεχνία, σχετικά με την οποία οφείλω να πω ότι θεωρώ την τριάδα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, Γουλφ, Τζόις, Προυστ, το αποκορύφωμα του λογοτεχνικού φαινομένου. Η «Αναζήτηση» όσο περνάει ο καιρός γίνεται ένα κοινό έδαφος, ένα παράδειγμα, μια διδασκαλία, είναι iconic, έχει αποκτήσει μια εμβληματικότητα, έχει ένα στάτους υπερπραγματικότητας, μιας πραγματικότητας δηλαδή μεγαλύτερης από την πραγματικότητα. Είναι ένας κόσμος ολόκληρος, μια Γαλλία ολόκληρη, μια καθηλωτική διερεύνηση του αισθήματος της ζήλειας, ένα πολύχρωμο fresco της Μπελ Επόκ, μια ριζική συζήτηση για την τέχνη και άλλα πολλά, που τα κερδίζει κανείς όταν γνωριστεί με το σύνολο του έργου. Το εγχείρημα το δικό μου κατέτεινε στο να ανοίξει έναν δρόμο προς αυτό ακριβώς: το σύνολο του έργου.  

―Υπάρχει κάποια φράση ή απόσπασμα που σας συνόδευσε καθ’ όλη τη διάρκεια της μετάφρασης; 
Δεν είναι μια φράση, είναι οι δυο απλές λέξεις, «adieu, petit», «αντίο, μικρούλη», με τις οποίες απευθύνεται γεμάτη τρυφερότητα, συγκίνηση, οδύνη και αποφασιστικότητα η Αλμπερτίν στον αφηγητή, όταν τον αποχαιρετά στην πόρτα του δωματίου του μια νύχτα, ξέροντας εκείνη ότι θα τον εγκαταλείψει και μην ξέροντας εκείνος ότι δεν θα την ξαναδεί. Τι λυγμός. Νομίζω πως άκουγα τη φωνή της σε όλη τη διάρκεια του διαστήματος που δούλευα κι ακόμα αργότερα, μέχρι από μόνη της κάποια στιγμή να σβήσει. Και τώρα που με ρωτάτε, δεν μου ήρθε στον νου με την πρώτη. Όμως γύρισα πίσω στα χρόνια που δούλευα το βιβλίο και αμέσως την άκουσα ξανά μέσα στο κεφάλι μου. «Adieu, petit!» 

―Ποιο θεωρείτε ότι είναι το βασικότερο μάθημα που μπορεί να πάρει ένας σύγχρονος Έλληνας αναγνώστης από τον Προυστ; 
Αν και αυτό που θα πω θα ηχήσει σχεδόν γελοίο και ανεδαφικό στις μέρες μας, το βασικότερο μάθημα που θα μπορούσε να πάρει ένα σύγχρονος Έλληνας αναγνώστης, αφού βέβαια θα οριζόταν από το γεγονός ότι είναι αναγνώστης του Προυστ και όχι όποιου άλλου συγγραφέα, θα ήταν να εκτιμήσει ακόμα περισσότερο τον εαυτό του ως τέτοιον.  

―Πόσο επηρέασαν την επιλογή και την απόδοσή σας οι προηγούμενες μεταφράσεις, του Ζάννα και του Πούλου; 
Δεν με επηρέασαν καθόλου στην πράξη, γιατί κρατήθηκα μακριά. Πώς θα μπορούσε να με ενδιαφέρει να μεταφράσω Προυστ, αν τον είχα διαβάσει πρόσφατα στα ελληνικά; Σαράντα και βάλε χρόνια μετά, όμως, δεν είχα καμία ανάμνηση της απόδοσης του Παύλου Ζάννα από την εποχή του ’70-’80, όταν μας είχε κάνει τότε ο Παύλος αυτό το πολύτιμο δώρο. Τότε φυσικά είχα διαβάσει όλους τους έως τότε εκδοθέντες τόμους.  

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
«Είχα ελάχιστες επαφές με τον εξωτερικό κόσμο, απέφευγα ό,τι διασπούσε την προσήλωσή μου στο εγχείρημά μου, και περνούσα υπέροχα με αυτούς τους περιορισμούς. Δεν είμαι σίγουρη ότι θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά αυτή μέσα σε ένα σύνηθες τρένο ζωής. Αν σκεφτεί κανείς την έσχατη απομόνωση που είχε εξασφαλίσει ο Προυστ όταν έγραφε, πολύ λίγο ήταν το δικό μου μερτικό, εννοείται». Φωτ.: Άλκη Πολίτη

―Τι σας γοητεύει περισσότερο στον κόσμο που περιγράφει ο Προυστ; Η ψυχολογία, οι περιγραφές, οι σχέσεις; 
Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να τα διαχωρίσω αυτά τα τρία, αλλά αφού το θέτετε έτσι, θα σας απαντήσω. Η περιγραφή, η δαιδαλώδης, εξαντλητική περιγραφή. Αυτή που δίνει διάρκεια στο παρόν, το οποίο έχουμε συνηθίσει να το σκεφτόμαστε σαν μια στιγμή ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον. Που δίνει διάρκεια στη στιγμή, με άλλα λόγια, δημιουργεί μια διαστολή του χρόνου κι αυτό, μοιραία, φέρνει μια αίσθηση ευφορίας.  

―Αν είχατε τη δυνατότητα να συνομιλήσετε με τον ίδιο τον Προυστ, ποια ερώτηση θα του κάνατε; 
Τι θα έγραφε παρακάτω αν δεν τον προλάβαινε ο θάνατος. Έχω αληθινά φρικτή περιέργεια. Πώς θα εξέδιδε ο ίδιος τους μεταθανάτιους τόμους; Και μετά τι θα έκανε; Θα έγραφε;  

―Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που σας έδωσε αυτό το εγχείρημα; 
Ήταν από αρχή μέχρι τέλους μια απερίγραπτη απόλαυση. Αλλά η δουλειά της Άγρας μού έδωσε ίσως τη μεγαλύτερη ικανοποίηση. 

―Όταν ανοίγετε παλιά βιβλία και βλέπετε τις υπογραμμίσεις που έχετε κάνει με μολύβι και τα χειρόγραφα σχόλια στα πλαϊνά των σελίδων, ποιες σκέψεις κάνετε; 
Μα, να σας πω την αλήθεια, συνήθως δεν τα αναγνωρίζω. Γι’ αυτό και σταμάτησα να το κάνω αυτό κάποια στιγμή, όταν συνειδητοποίησα πόσο με τάραζε η τόσο αποξενωμένη σχέση με τον εαυτό μου, είτε ήταν η τότε εικόνα υπό το πρίσμα της σημερινής είτε το αντίστροφο∙ εξαρτάται από ποια σκοπιά θα το δει κανείς. Μου αρέσει όμως πάρα πολύ να βλέπω μολυβωμένα τα δανεικά βιβλία. Πώς σας φαίνεται αυτό; Πονηρό, ε;  

―Ποια αναγνώσματα σάς έχουν καθορίσει όλα αυτά τα χρόνια; 
Έχω στραφεί, χωρίς να είμαι γερμανομαθής, στην κεντρική Ευρώπη και στην αυξομειούμενη επικράτειά της. Ήμουν θιασώτης της ρωσικής και της γαλλικής λογοτεχνίας στα μικράτα μου, μετά πέρασα από τους ανόμοιους κόσμους του Μπρεχτ, του Κλάιστ, του Κανέτι, αλλά και του Μπλέικ, του Κόνραντ, του Στίβενσον, του Πόε, του Φόκνερ, του Μπάροουζ και ξανά πίσω στον Μαν. Η κεντρική Ευρώπη τελευταία με τραβά σαν να είναι το προπατορικό αμάρτημα. Τα πιο πρόσφατα χρόνια δεν θέλω να χάνω λέξη από τον Ζέμπαλντ, τον Ροτ. Όταν πρωτοδιάβασα Γιόζεφ Ροτ, το «Hotel Savoy», μου μύρισε πολύ Κάφκα, οι κεραίες μου ταράχτηκαν, δεν φανταζόμουν ωστόσο ότι θα ήταν τόσο μεγάλη ανακάλυψη.  

Κλαίρη Μιτσοτάκη: «Η αξιοπρέπεια και η φιλία είναι τα θεμέλια της ζωής μας» Facebook Twitter
Με την κόρη της Αστέρω Λαμπρινού και την επιστήθια φίλη της Cheli Duran (2001). Φωτ.: Άλκη Πολίτη

―Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς και γιατί;  
Με την ευκαιρία αυτή θέλω να θυμηθώ την αγάπη που είχα για τον Βιζυηνό, τον οποίο διάβαζα και ξαναδιάβαζα την εποχή που ήρθαν στη ζωή μου τα παιδιά μου. Τότε ξαναδιάβασα πολλά από τα βιβλία που αγαπούσα. Ξαναδιάβασα και τον «Ηλίθιο», κι επειδή είχα χάσει τον τελευταίο τόμο (είχα μια πολύτομη έκδοση του Γκοβόστη), δανείστηκα από μια φίλη το δικό της βιβλίο. Αλλά δεν ήταν μεταφρασμένο από τον ίδιο μεταφραστή. Τότε πρωτοδιαπίστωσα σε ποιο βαθμό ειδικά ο Ντοστογιέφσκι γίνεται άλλος συγγραφέας από μεταφραστή σε μεταφραστή. Είναι εντυπωσιακό. Άλλο βιβλίο της εποχής εκείνης που με σημάδεψε ήταν ο «Κοινός Λόγος» της Έλλης Παπαδημητρίου, μα αγαπούσα και ξαναδιάβαζα τον Στρατή Δούκα, τον Κόντογλου.  

―Γιατί;  
Το γιατί θα το αφήσω σε σας να το φανταστείτε. Και, επίσης, όσα δεν σας αναφέρω, βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν τα αγαπώ. Γιατί, τι να πω για τον Παπαδιαμάντη; 

―Τι σας θυμώνει στις μέρες μας; 
Η πανταχού παρούσα απάτη. Έχει καταντήσει φαινόμενο μεταφυσικό. Κατάρρευση των αναστολών; Τεχνικά υποβοηθούμενη αδηφαγία; Εθισμός στην παραπλάνηση; Χίλια πράγματα μπορεί να σκεφτεί κανείς, κι εγώ ανακαλώ τακτικά τον Μπόρχες των παλαιότερων ημερών, όταν έγραφε την «Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας» και μας απογείωνε όλους μας∙ τι να έλεγε σήμερα αν ξαφνικά από εκεί που βρίσκεται ανακτούσε το φως του και έριχνε μια ματιά στον κόσμο γύρω μας; 

―Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;  
Αν τα βάλουμε όλα στην πλάστιγγα, και κυρίως όσο ζούμε αυτήν τη δραματική μεταβολή στα πράγματα του δυτικού κόσμου, το πιο σημαντικό στη ζωή αποδεικνύεται, από τη δική μου σκοπιά, η αξιοπρέπεια (η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που σημαίνει ότι ορισμένα πράγμα δεν τα παραδέχεσαι, δεν τα αποδέχεσαι, δεν τα καταδέχεσαι, τόσο απλά). Όλα τα άλλα μου φαίνονται χωρίς θεμέλιο δίχως αυτήν. Έπειτα, για τη δική μου ζωή, ήταν και είναι πάντα η απόλαυση αυτής της εκλεκτικής συγγένειας που λέγεται φιλία. 

―Κλείνοντας, ήθελα να σας ρωτήσω αν εσείς αναζητάτε σήμερα τον χαμένο χρόνο.  
Για κάποιον παράξενο λόγο, ίσως επειδή ζω αρκετά αποτραβηγμένη, ίσως επειδή έχω επιστρέψει, μια εικοσαετία τώρα, σε μεγάλη ηλικία στον τόπο όπου γεννήθηκα και πολύ λίγο τον είχα ζήσει στην παιδική ηλικία, πάει καιρός που βιώνω κάτι που μοιάζει με ένα ακορντεόν χρόνου: βρίσκομαι και στο τώρα και στο τότε, σε πολλά και διάφορα τότε, πλησιάζω ή απομακρύνομαι, ανάλογα με το πού θα με οδηγήσει ένας ευκαιριακός συνειρμός. Έτσι γιατρεύω ίσως και τις πληγές του παρόντος. Γιατί κι αυτές οι άτιμες είναι ανυπόφορες. 

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Βιβλία και Συγγραφείς / «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»: Γιατί εξακολουθεί να μας γοητεύει ο Προυστ;

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Παναγιώτη Πούλο, ομότιμο καθηγητή Φιλοσοφίας και Αισθητικής της ΑΣΚΤ και μεταφραστή του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Αναζητώντας τον Παύλο Ζάννα: Σκηνές από μια αξιοσημείωτη ζωή

Βιβλίο / Αναζητώντας τον Παύλο Ζάννα: Σκηνές από μια αξιοσημείωτη ζωή

Μετέφρασε το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ στις φυλακές της Αίγινας, συσπείρωσε τον πνευματικό κόσμο της Θεσσαλονίκης, έριξε τον σπόρο για ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά φεστιβάλ της χώρας.
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ
Ο Μαρσέλ Προυστ και η τεράστια σημασία του Ανακτημένου Χρόνου

Βιβλίο / Ο Μαρσέλ Προυστ και η τεράστια σημασία του Ανακτημένου Χρόνου

Η ολοκλήρωση της μετάφρασης του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» με τον έβδομο και τελευταίο τόμο, τον «Ανακτημένο Χρόνο», από τον Παναγιώτη Πούλο και η κυκλοφορία του από τις εκδόσεις της Εστίας συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός και μας θυμίζει πώς και γιατί ο Προυστ παραμένει αξεπέραστος.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ιδέες επιβίωσης από το λεύκωμα του Vanity Fair και το ερωτηματολόγιο του Προυστ

Ηχητικά Άρθρα / Ιδέες επιβίωσης από το λεύκωμα του Vanity Fair και το ερωτηματολόγιο του Προυστ

Στο πολύ ωραίο coffee table λεύκωμα με τον μακροσκελή τίτλο «Vanity Fair's Proust Questionnaire: 101 Luminaries Ponder Love, Death, Happiness, and the Meaning of Life» μπορεί κανείς να ανατρέχει ολοχρονίς, χαλαρώνοντας αλλά και αναζητώντας κρυφά κάποια σπίθα και κάποιον μπούσουλα επιβίωσης στις απαντήσεις των διάσημων και των επιτυχημένων.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ»

Το πίσω ράφι / «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ». Ένα αριστούργημα. Δίχως υπερβολή

O Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ζωντανεύει την εκλεπτυσμένη βαρβαρότητα της αμερικανικής αστικής τάξης, το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου και μαζί τη διάλυση μιας κολοσσιαίας ψευδαίσθησης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Βιβλίο / Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Η μυθιστορηματική περίπτωση της Ντε Γουίτ αποδεικνύει ότι οι καλοί συγγραφείς πάντα δικαιώνονται. Και το βιβλίο της «Οι Άγγλοι καταλαβαίνουν το μαλλί», τη σπάνια ευφυΐα της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Προδημοσίευση / Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Μια αποκλειστική πρώτη δημοσίευση από το εν εξελίξει βιβλίο «Ανθός ΜεταΝοήματος» της Μαρίας Μήτσορα, μιας αθόρυβης πλην σημαντικότατης παρουσίας στην ελληνική λογοτεχνία, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη μέσα στο 2026.
THE LIFO TEAM
«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ζοζέ Σαραμάγκου: Η ζωή ενός αντισυμβατικού συγγραφέα

Βιβλίο / Ζοζέ Σαραμάγκου: «Πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει δικό μας, θα φτάσει τελικά στα χέρια μας»

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο σπουδαίος Πορτογάλος λογοτέχνης που ξεκίνησε να γράφει για να δοκιμάσει «τι στ’ αλήθεια μπορεί ν’ αξίζει ως συγγραφέας» και έφτασε να πάρει Νόμπελ Λογοτεχνίας.
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΥΡΚΑΚΟΥ
Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM