Η σεξεργασία τότε και τώρα: Από τη Γαβριέλα, την Τρούμπα και τον Βαρδάρη ως τη σύγχρονη εποχή

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Το 1991 είχα πάρει μια μεγάλη συνέντευξη από τη διάσημη πόρνη Γαβριέλα Ουσάκοβα, τη μοναδική που έδωσε.
0

Ξεκίνησε ως φοιτητική άσκηση στο Παρίσι σαράντα χρόνια πριν περίπου τυχαία και εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο ρεπορτάζ για τον αγοραίο έρωτα στον Βαρδάρη, στην Τρούμπα, στη Συγγρού, στη Σόλωνος και άλλες ονομαστές πιάτσες της εποχής. Στο πλαίσιο εκείνης της έρευνας η συγγραφέας που έμελλε να εξελιχθεί σε γνωστή καταξιωμένη δημοσιογράφο μίλησε με δεκάδες εργάτριες του σεξ, συλλέγοντας ικανό οπτικοακουστικό υλικό.

Το ρεπορτάζ «φύσαγε» και θα γινόταν μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία –περιλάμβανε, μάλιστα, τη μοναδική συνέντευξη που έδωσε ποτέ η θρυλική Γαβριέλα Ουσάκοβα, αλλά και μια που της είχε παραχωρήσει σχετικά η Σιμόν ντε Μποβουάρ–, τελευταία στιγμή όμως αρνήθηκε να το δημοσιεύσει για λόγους αρχής, για να μην εκθέσει τις πιο ευάλωτες συνομιλήτριές της. 

Όταν προ λίγων ετών, πάλι κατά τύχη, ανέσυρε το υλικό εκείνο, έκρινε ότι ήταν καιρός ένα τουλάχιστον αντιπροσωπευτικό μέρος του να αξιοποιηθεί με τη μορφή ενός βιβλίου. Δεν έμεινε όμως σε αυτό, επικαιροποίησε την έρευνά της, την εμπλούτισε με ιστορικά στοιχεία (αρχαιότητα, Βυζάντιο, νεότεροι χρόνοι), σύγχρονες μελέτες καθώς επίσης και με επιλεγμένες βιβλιογραφικές αναφορές (Έντουαρντ Κοέν, Γρηγόριος Στεφάνου, Φαίδων Κουκουλές, Ηλίας Πετρόπουλος, Γιώργος Ιωάννου, Γρηγόρης Λάζος κ.ά.) κι έτσι προέκυψε ένα μικρό σε έκταση, ευκολοδιάβαστο, αλλά πλούσιο σε περιεχόμενο βιβλίο που, δίχως να φιλοδοξεί να καλύψει σε όλη του την έκταση ένα θέμα που και η ίδια χαρακτηρίζει τεράστιο και ανεξάντλητο, είναι μια αξιόλογη συμβολή στη μελέτη, στην κατανόηση, στην αποτίμηση αλλά και στο κοινωνικό αποτύπωμα του αγοραίου έρωτα σε διάφορες εποχές και περιόδους.

Ιδού όμως τι λέει η ίδια γι’ αυτό της το εγχείρημα, που ξεκίνησε σχεδόν σαν παραμύθι.

Η αλήθεια είναι ότι σε παλιότερες εποχές οι εκδιδόμενες γυναίκες δεν είχαν ιδιαίτερα παράπονα όσον αφορά το οικονομικό, γιατί ήταν ένα επάγγελμα σχετικά κλειστό και ο ανταγωνισμός πολύ μικρότερος, το είχαν σχεδόν μονοπώλιο. Τα στέκια, οι πιάτσες, οι τιμές, ήταν όλα συγκεκριμένα και λίγο-πολύ καθορισμένα, η πελατεία περιλάμβανε από λαϊκούς ανθρώπους μέχρι επιχειρηματίες και πολιτικούς, οι πιο όμορφες και ικανές δε από αυτές τις ιερόδουλες ήταν γνωστές και περιζήτητες. Δες τη Γαβριέλα που είχε σαράντα διαμερίσματα, είκοσι εξοχικά και καταθέσεις εκατομμυρίων!

— Πώς προέκυψε καταρχάς αυτό το βιβλίο;

Το 1991 είχα πάρει μια μεγάλη συνέντευξη από τη διάσημη πόρνη Γαβριέλα Ουσάκοβα, τη μοναδική που έδωσε. Έχοντας υπόψη το βιβλίο για τη ζωή της που είχαν κυκλοφορήσει οι εκδόσεις Κάκτος του Οδυσσέα Χατζόπουλου, σκέφτηκα να του προτείνω να την εκδώσει κι αυτή σε βιβλίο με την ευκαιρία των είκοσι χρόνων από τον τραγικό θάνατό της. Κανονίσαμε ένα ραντεβού όπου του πήγα ό,τι υλικό είχα και, βέβαια, την κασέτα με εκείνη τη συνέντευξη, που διατηρούνταν σε άριστη κατάσταση. Μου είπε: «Κοίτα, είναι πολύ ενδιαφέρον, αλλά έχουμε ήδη εκδώσει ένα βιβλίο για τη Γαβριέλα. Μήπως να σκεφτόμασταν κάτι διαφορετικό;».

Τότε, σαν έκλαμψη, μου ήρθε όλο εκείνο το άφθονο, αδημοσίευτο υλικό που διατηρούσα από έρευνα που είχα κάνει για την πορνεία κάπου τέσσερις δεκαετίες πριν στην Ελλάδα αλλά και στη Γαλλία. «Μπορούμε να κάνουμε ένα βιβλίο για την πορνεία γενικότερα», του απάντησα, του μίλησα για εκείνη την έρευνα και δέχτηκε. Δυστυχώς, δεν πρόλαβε να το δει να εκδίδεται και το αφιέρωσα στη μνήμη του.

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Προσπάθησα, γενικά, να εξετάσω από διάφορες οπτικές και κυρίως αυτή που αφορά την ψυχολογία αυτών των γυναικών ένα θέμα που είναι, εννοείται, τεράστιο και ανεξάντλητο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Διαβάζω ότι είχατε ξεκινήσει την έρευνά σας αυτή ως φοιτήτρια δημοσιογραφίας στο Παρίσι. 

Πράγματι, την εποχή εκείνη, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, σπούδαζα στο Λονδίνο και πήγαινα τακτικά τα Παρασκευοσαββατοκύριακα εκδρομές στην Ολλανδία, στην Ελβετία, στο Βέλγιο και αλλού. Σε ένα από αυτά τα «γουίκεντ» τον χειμώνα του ’77-’78 βρέθηκα στο Παρίσι, όπου αποφάσισα να πάω για μετεκπαίδευση στον γ’ κύκλο των σπουδών μου. Ήθελα να κάνω την εγγραφή μου στη Σορβόνη και, βέβαια, να γνωρίσω καλύτερα την Πόλη του Φωτός.

Εν μέσω ενός τρομερού χιονιά, που λες, έφτασα μεσάνυχτα Παρασκευής προς Σάββατο στην Place de la République, όπου βρισκόταν το ξενοδοχείο που είχα κλείσει μέσω του ταξιδιωτικού πρακτορείου. Βλέποντάς με ο ρεσεψιονίστ με ρώτησε «ξέρετε πού ήρθατε, μαντάμ;». Τον κοίταξα απορημένη και μου εξήγησε ότι «εδώ έρχονται ερωτικά ζευγάρια και κοινές γυναίκες». Με οδήγησε στο δωμάτιο όπου είχε γίνει κράτηση, ώστε να σκεφτώ, όταν ξημερώσει, αν ήθελα να μείνω ή να ψάξω κάτι άλλο.

Μπαίνοντας και ανοίγοντας την ντουλάπα, βρίσκω τρεις κρεμάστρες, τρία προφυλακτικά και ένα ερωτικό μυθιστόρημα εποχής, την «Κοκκότα» του Βικτόρ Μαργκερίτ. Ξεκίνησα να το διαβάζω και με πήρε το ξημέρωμα, οπότε άλλαξα ξενοδοχείο. Ύστερα πήγα στο πανεπιστήμιο, στη δημοσιογραφική σχολή, όπου μας ζήτησαν να τους προτείνουμε θέματα.

Στο μεταξύ, το μάτι μου είχε πάρει ξανά την «Κοκκότα» σε έναν πάγκο υπαίθριου βιβλιοπωλείου στις όχθες του Σηκουάνα, πλάι σε κάτι ερωτικές καρτ ποστάλ. Σκέφτηκα τότε, αφού με «κυνηγά» το βιβλίο αυτό κι αφού διανυκτέρευσα εν αγνοία μου σε «κακόφημο» ξενοδοχείο, μήπως να προτείνω μια έρευνα για την πορνεία; Έτσι κι έγινε και μαζί με ένα θέμα για τις φυλακές στη Γαλλία τότε –που, συγκριτικά με την Ελλάδα, ήταν η μέρα με τη νύχτα!– ανέλαβα κι αυτό, ξεκινώντας από το «μοιραίο» εκείνο ξενοδοχείο. 

cover
KANTE ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Εύα Νικολαΐδου, Στα σπίτια της αμαρτίας χτες και σήμερα – Μια δημοσιογραφική έρευνα για το φαινόμενο της πορνείας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εκδόσεις Κάκτος

— Ήταν πρόθυμες οι γυναίκες εκεί να σας μιλήσουν;

Ναι, γιατί τους είχα κιόλας πει ότι δεν προορίζονταν οι συνεντεύξεις αυτές για κάποιο έντυπο αλλά για μια φοιτητική εργασία, όπως και συνέβαινε δηλαδή. Γυρνώντας στην Ελλάδα το ’81 δημοσίευσα τις «Γαλλικές Φυλακές» στο «Βήμα».

Το ρεπορτάζ έκανε αίσθηση και συζητήθηκε πολύ, μέχρι επερώτηση στη Βουλή έγινε με την αφορμή εκείνη για την κατάσταση των ελληνικών φυλακών και τότε μου πρότειναν από ένα περιοδικό με το οποίο συνεργαζόμουν να συνεχίσω την έρευνά μου για την πορνεία, στην Ελλάδα πλέον, επειδή το θέμα με απασχολούσε καιρό και είχα ήδη κάνει μια προεργασία, με σκοπό να δημοσιευτεί όταν ολοκληρωθεί. 

Καθότι Θεσσαλονικιά στην καταγωγή, ξεκίνησα από τον Βαρδάρη, ανατρέχοντας μάλιστα και στην οθωμανική περίοδο, κατά την οποία η περιοχή φημιζόταν για τους οίκους ανοχής της. Βρήκα ιστορίες και φωτογραφικό υλικό εποχής, συνάντησα βεβαίως και γυναίκες που συνέχιζαν να ασκούν το επάγγελμα, όπως η Φρόσω τη Σμυρνιά, που «δεν έβαλε ποτέ δερβέναγα στο πράμα της», όπως περηφανευόταν, με την οποία είχα μια πολύ ανθρώπινη συνομιλία.

Εκείνα τα χρόνια δεν ήταν, ξέρεις, τόσο δύσκολο να σου ανοιχτούν, υπήρχε λιγότερος φόβος, ειδικά απέναντι σε άλλες γυναίκες, ήταν επίσης «δηλωμένες» οι περισσότερες. Δεν δίσταζαν μάλιστα οι πιο τολμηρές και να ποζάρουν στον φωτογράφο που με συνόδευε, μέσα στα «σπίτια»τους, την ώρα της δουλειάς. Συνέχισα την έρευνά μου στον Πειραιά, στην Τρούμπα και φυσικά στην Αθήνα, στην οδό Φυλής, στη Συγγρού, στη Σόλωνος και στις άλλες «πιάτσες».

Στο περιοδικό είχαν ενθουσιαστεί, περίμεναν πώς και πώς να δημοσιεύσουν ένα τέτοιο θέμα-«κανόνι», όμως γυρνώντας σπίτι ένα βράδυ κάθισα και σκέφτηκα «ωραία, έχω κάνει μια άρτια έρευνα που θα συζητηθεί και θα μου δώσει και "πόντους". Πώς, όμως, θα βγάλω έτσι στη φόρα ονόματα και φωτογραφίες γυναικών που δεν με είχαν εξουσιοδοτήσει γι’ αυτό και που μπορεί κιόλας να είχαν οικογένειες, να ήταν μητέρες ή γιαγιάδες, τα παιδιά και τα εγγόνια των οποίων να αγνοούσαν εντελώς το πώς βιοπορίζονται – δεν ήταν λίγες οι σχετικές περιπτώσεις. Έχω, άραγε, το δικαίωμα να καταστρέψω τη ζωή τους;».

Αποφάσισα πως όχι, καθόλου, και δεν μεταπείστηκα ούτε όταν μου έταξαν τα διπλά λεφτά για να δημοσιεύσουν το θέμα. Προτίμησα να έχω τη συνείδησή μου ήσυχη, καταχώνιασα λοιπόν όλο εκείνο το υλικό σε ένα συρτάρι, όπου παρέμεινε «κοιμώμενο» σαράντα ολόκληρα χρόνια, μέχρι που το ξανάπιασα για χάρη αυτού του βιβλίου, φρόντισα και πάλι ωστόσο να μη βγουν ευκρινή τα πρόσωπα των γυναικών με τις οποίες συνομίλησα.

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Γαλλίδες πόρνες

— Κρατούσατε δηλαδή τόσο καιρό στο συρτάρι για λόγους ηθικής ένα θέμα που αφορά γυναίκες τις οποίες κάποιοι θα χαρακτήριζαν «ανήθικες».

Ακριβώς! Ξέρουμε όλοι βέβαια πόσο σχετικοί είναι αυτοί οι χαρακτηρισμοί και πόση υποκρισία τους συνοδεύει συχνά. Διότι αυτές οι γυναίκες συνευρίσκονται με κάποιους άνδρες, άνδρες καθημερινούς, που μπορεί να είναι ο καθένας. Με απασχολούν μάλιστα και αυτοί στην έρευνά μου, οι ανθρωπότυποι, οι συμπεριφορές, οι νοοτροπίες, οι αναζητήσεις τους κ.λπ.

Προσπάθησα γενικά να εξετάσω το θέμα από διάφορες οπτικές και κυρίως από αυτήν που αφορά την ψυχολογία αυτών των γυναικών. Πρόκειται για ένα θέμα τεράστιο και ανεξάντλητο, γι’ αυτό και παραθέτω τις ιστορικές αναφορές. Έπειτα, αν διευρύνουμε την οπτική μας, θα διαπιστώσουμε ότι η πορνεία έχει πολλές διαφορετικές μορφές πέρα από τη σαρκική και απαντά σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. 

— «Κάθε εργασία με σκοπό το κέρδος είναι πορνεία». Κάποια πρόσωπα ή ιστορίες που σας εντυπωσίασαν περισσότερο;

Η κορυφαία και η πλέον συγκλονιστική παρουσία είναι βέβαια η Γαβριέλα, στο βιβλίο μάλιστα παρατίθεται ένα μόνο μέρος από τη συνέντευξη που είχαμε κάνει. Μου έλεγε, θυμάμαι, πόσο είχε κολακευτεί που την αποκαλούσα «κυρία» – κανείς δεν την έλεγε έτσι! Εγώ πάλι από σεβασμό όλες «κυρίες» τις προσφωνούσα και δεν είχα καταλάβει ότι το εκτιμούσαν τόσο αυτό.

Η Γαβριέλα ήταν που μου σύστησε μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση, την κ. Βασιλείου, που ήταν η πλουσιότερη πόρνη της Αθήνας και σε ώριμη, πλέον, ηλικία εκμεταλλευόταν καμιά δεκαριά «σπίτια». Λίγες καταφέρνουν να κάνουν περιουσία από το επάγγελμα αυτό, τηλεφώνησα λοιπόν όλο περιέργεια στην κ. Βασιλείου και ορίσαμε ένα ραντεβού στο ζαχαροπλαστείο του «Παχού» στο Φάληρο. «Πώς θα σας αναγνωρίσω;» ρώτησα η αφελής, «τι εννοείς, όλοι με ξέρουν, μπαμ κάνω!», αποκρίθηκε.

Πήγα λοιπόν και πράγματι, εύκολα την καταλάβαινες και μόνο από την εμφάνισή της. Το αστείο ήταν πως νόμιζε ότι ενδιαφερόμουν να δουλέψω σε ένα από τα «σπίτια» της, δεν είχα αποκαλύψει την ιδιότητά μου. «Αν σας έλεγα ότι είμαι δημοσιογράφος, θα τρομάζατε», δικαιολογήθηκα και ευτυχώς δεν παρεξηγήθηκε. 

Κέρδισα την εμπιστοσύνη της, ανοίξαμε κουβέντα και καμιά ώρα μετά μου είπε «και τώρα πες μου με ποιο από τα τρία αυτά αυτοκίνητα που είναι απ' έξω θες να σε ξεναγήσω στις επιχειρήσεις μου;» – επρόκειτο για τρεις πανάκριβες κούρσες. Διάλεξα τελικά μια λουξ Μερσεντές, η οποία μύριζε φτηνό πατσουλί, ένα άρωμα συνηθισμένο στους οίκους ανοχής. «Εσείς πού μένετε;» τη ρώτησα κάποια στιγμή. «Κοίτα να δεις, στο σπίτι μου έχω την ακριβότερη κρεβατοκάμαρα στην Αθήνα, το έπιπλο μόνο κόστισε πάνω από 1 εκατ. δραχμές, δεν κοιμάμαι όμως ποτέ εκεί. Σε καθένα από τα μπουρδέλα που διευθύνω υπάρχει και μια μικρή γωνιά για μένα, εκεί, σε ένα ντιβάνι διανυκτερεύω εναλλάξ, γιατί θέλω να νιώθω την ατμόσφαιρα, το κλίμα, τις μυρωδιές», μου εξήγησε.

Σε ένα από τα «σπίτια» της ήταν που συνάντησα την τυφλή εκείνη πόρνη που συχνά οι πελάτες την κορόιδευαν, δίνοντάς της ψεύτικα ή παλιά χαρτονομίσματα. «Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό», της είπε η κ. Βασιλείου όταν διαπίστωσε ότι για μία ακόμα φορά την είχαν εξαπατήσει. «Επειδή εγώ σε βρήκα στον δρόμο και σε μεγάλωσα, θα σταματήσεις τη δουλειά αυτή και θα σε βάλω σε άλλη θέση», της είπε. 

Συγκλονιστική είναι και η αφήγηση της Πόλυς, ενός κοριτσιού που σπούδαζε στη Νομική και εκδιδόταν οικειοθελώς για να συμπληρώσει το εισόδημά της. Θα γινόταν άνετα ταινία ή θεατρικό έργο! Καθότι μορφωμένη, ήξερε να μιλήσει αλλά και να αναλύσει πολλές πτυχές του φαινομένου της εργασίας στο σεξ. Μίλησα, βεβαίως, και με τρανς γυναίκες, οι οποίες προσεγγίζονται ευκολότερα και είναι πιο απελευθερωμένες, καθότι πιο ανεξάρτητες. 

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Βιβλιάριο Γαβριέλας

— Είπατε ότι πραγματοποιήσατε την έρευνα αυτή σε πρώτη φάση μεταξύ 1976-1987. 

Ναι, και τη συνέχιζα όποτε εύρισκα ευκαιρία. Ξαναπήγα μάλιστα πρόσφατα στην Τρούμπα για να δω τι έχει απομείνει από αυτό που ήταν κάποτε. Στο τέλος του βιβλίου παραθέτω ένα κεφάλαιο με όλα τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Εξωτερικών για την εργασία στο σεξ και το τράφικινγκ, τα οποία μου παραχώρησε ο εθνικός συντονιστής για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων κ. Ηρακλής Μοσκώφ.

— Αν συγκρίναμε την εποχή εκείνη με τη σημερινή;

Οπωσδήποτε έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. Καταρχάς η πορνεία έχει γίνει πια σε μεγάλο μέρος ηλεκτρονική, κάτι που έχει «κάψει» τα παραδοσιακά μπουρδέλα, γιατί ο πελάτης δεν χρειάζεται να τα επισκεφθεί, κάθεται σπίτι και διαλέγει από φωτογραφίες όποια θέλει μέσω ίντερνετ.

Μετά τη δεκαετία του ’90 υπήρξε αθρόα εισροή εκδιδόμενων γυναικών και κυκλωμάτων τράφικινγκ από Βαλκάνια, Ρωσία, Ουκρανία, Αφρική κ.λπ., που άλλαξαν και το τοπίο και τις σχέσεις προσφοράς-ζήτησης, οι παλιότερες δε κατηγορούσαν τις «ξένες» ότι τους πήραν τη δουλειά. 

Η αλήθεια ότι σε παλιότερες εποχές οι εκδιδόμενες γυναίκες δεν είχαν ιδιαίτερα παράπονα όσον αφορά το οικονομικό, γιατί ήταν ένα επάγγελμα σχετικά κλειστό και ο ανταγωνισμός πολύ μικρότερος, το είχαν σχεδόν μονοπώλιο. Τα στέκια, οι πιάτσες, οι τιμές, ήταν όλα συγκεκριμένα και λίγο-πολύ καθορισμένα, η πελατεία περιλάμβανε από λαϊκούς ανθρώπους μέχρι επιχειρηματίες και πολιτικούς, οι πιο όμορφες και ικανές από αυτές τις ιερόδουλες, δε, ήταν γνωστές και περιζήτητες. Δες τη Γαβριέλα που είχε σαράντα διαμερίσματα, είκοσι εξοχικά και καταθέσεις εκατομμυρίων!

Βοήθησε, βέβαια, και πολύ κόσμο, όπως έπραξαν και άλλες φημισμένες πόρνες. Υπήρχε λιγότερη αβεβαιότητα για το αύριο, υπήρχαν επίσης λιγότεροι κίνδυνοι, δεν είχαν αγριέψει τόσο η ζωή και η κοινωνία. Όλες όσες διέθεταν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος είχαν τακτική ιατρική παρακολούθηση και βιβλιάρια υγείας, είχαν επίσης τους τακτικούς, τους μόνιμους πελάτες τους, οι οποίοι ήταν κατά κανόνα παντρεμένοι και πήγαιναν μαζί τους για να κάνουν αυτά που δεν τολμούσαν να ζητήσουν από τις συζύγους τους στο σεξ είτε για να βγάλουν τα εσώψυχά τους.

— Νομίζω πως έχει αλλάξει πια σε μεγάλο βαθμό και η πληθυσμιακή σύνθεση των πελατών των οίκων ανοχής.

Εννοείται, η μεγάλη πλειοψηφία είναι πια φτωχοί μετανάστες. Τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ με την οικονομική κρίση και την πανδημία που ακολούθησε, πολλές γυναίκες πείνασαν κυριολεκτικά με τις καραντίνες, έχοντας ταυτόχρονα τον φόβο μην εκτεθούν κι αυτές στον ιό. «Είμαστε οι πρώτες που νιώθουμε στο πετσί μας τις κρίσεις, γιατί έχουν άμεσο αντίκτυπο στη δουλειά μας», μου έλεγαν και όχι άδικα.

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Πόρνες του πάλαι ποτέ

— Το νομοθετικό πλαίσιο παραμένει επίσης προβληματικό.

Ναι, δυστυχώς δεν έχουν γίνει πολλά βήματα, εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολη υπόθεση το να λειτουργήσει νομότυπα ένα «σπίτι». Γι' αυτό και πολλά από αυτά λειτουργούν πια με τη «βιτρίνα» του μασάζ. Στα Τουρκοβούνια π.χ. υπάρχουν αρκετά τέτοια, διακριτικά βεβαίως, δεν βγαίνουν πια οι κοπέλες στις πόρτες και τα παράθυρα σε κοινή θέα. Τουλάχιστον έχουν πια τη δυνατότητα αυτασφάλισης που παλιότερα δεν υπήρχε, γι’ αυτό και οι περισσότερες, όταν γερνούσαν, κατέληγαν είτε «τσατσάδες» ή καθαρίστριες σε οίκους ανοχής είτε ζητιάνες, οι λιγότερο τυχερές.

— Συναντήσατε και «ευτυχισμένες πόρνες», για να δανειστώ τον τίτλο του διάσημου βιβλίου της Ξαβιέρα Χολάντερ;

Αν εννοείς γυναίκες που εκδίδονταν αυτοβούλως, βεβαίως υπήρχαν και τέτοιες, ακόμα και σε παλιότερες εποχές. Η Γαβριέλα δεν είχε πει το περίφημο «έγινα ιερόδουλος διότι έτσι εγεννήθην;».

Αναφέρω, άλλωστε, και στο βιβλίο τέτοιες περιπτώσεις, όπως η φοιτήτρια της Νομικής που λέγαμε νωρίτερα. Όμως για την πλειονότητα τα πράγματα είναι διαφορετικά, είτε τις εξωθούν είτε εξαναγκάζονται από τις περιστάσεις.

Μάλιστα, μια και πολύς λόγος γίνεται τελευταία για το κίνημα ΜeΤoo, να πω ότι στη δουλειά αυτή κατέληξαν και γυναίκες που υπήρξαν επανειλημμένα θύματα βιασμού και εκμετάλλευσης, και μάλιστα από κοντινά τους πρόσωπα, όπως η Μαργαρίτα. Τη δική της σκληρή ιστορία παραθέτω στο κεφάλαιο «Πώς μαδάς μια μαργαρίτα». Το ονόμασα έτσι, γιατί μου μιλούσε για έναν πελάτη που συνήθιζε να της πηγαίνει λουλούδια και κάποτε της έφερε μαργαρίτες. Τις μάδησε όλες, παίζοντας το γνωστό παιχνίδι «μ’ αγαπάει / δε μ’ αγαπάει» κι όλες είχαν την ίδια κατάληξη, το «δεν»! «Αφότου γεννήθηκα δεν άκουσα ποτέ τη λέξη “σ’ αγαπώ” και ούτε οι μαργαρίτες μού έκαναν τη χάρη», μου είπε με παράπονο.

Είναι γεγονός ότι ελάχιστες από αυτές τις γυναίκες καταφέρνουν να ζήσουν έναν πραγματικό έρωτα, μια αληθινή αγάπη, να δεθούν συναισθηματικά με έναν άνθρωπο και να του αφοσιωθούν. Δεν αναφέρομαι, βέβαια, σε εκείνες που ήταν παντρεμένες και με παιδιά, χώρισαν και στη συνέχεια, για λόγους βιοπορισμού, άρχισαν να εκδίδονται.

Να πω εδώ, ωστόσο, ότι καμία απ' όσες συνάντησα δεν μου είπε ότι της βάλανε το μαχαίρι στον λαιμό, που λέμε. Μπορεί να πιέστηκαν από τρίτους, να υποχρεώθηκαν από ανάγκη κ.λπ., αλλά κάπου υπήρχε και η δική τους συναίνεση. Προσωπικά, παρομοιάζω τις γυναίκες αυτές με μια ακριβή ράτσα αλόγων που όταν τρέξουν πολύ και κουραστούν, σκύβουν και δαγκώνουν μια φλέβα στο πόδι τους, ώστε να ματώσουν, γιατί έτσι νιώθουν ότι ελευθερώνονται.  

— Όροι όπως πόρνη, ιερόδουλη, εκδιδόμενη θεωρούνται παρωχημένοι, σήμερα προτιμάται ο όρος σεξεργάτρια. 

Οι όροι εξελίσσονται και καλά κάνουν, εντούτοις δεν έχουν αλλάξει πολλά στη ζωή αυτών των γυναικών. Οι όροι της δουλειάς, η εκμετάλλευση όχι μόνο από τους προαγωγούς ή κάποιους πελάτες αλλά και όποιον άλλο βρεθεί σε πλεονεκτική θέση απέναντί τους, το συνεχές «κρυφτούλι» με την αστυνομία για τις αδήλωτες, αυτά παραμένουν ίδια.

Ένα προνόμιο της εξουσίας, της όποιας εξουσίας, είναι να σε κρατά σε μια διαρκή αναμονή. Το ίδιο συμβαίνει με την εξουσία του έρωτα. Η «ταυτότητα» ενός ερωτευμένου είναι να περιμένει και αυτό συμβαίνει και με τις «ιέρειες» του έρωτα. Περιμένουν κι αυτές διαρκώς να αλλάξει κάτι, αλλά ως πότε;

Μου θυμίζουν την κινέζικη παροιμία με τον μανδαρίνο που είχε ερωτευτεί μια γκέισα κι εκείνη του είπε «Κι εγώ σε θέλω, αλλά για να γίνω δική σου θα περιμένεις καθισμένος σε ένα σκαμνί κάτω από το παράθυρό μου 100 μέρες». Την 99η μέρα ο μανδαρίνος έφυγε, δεν άντεξε! 

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Στη γειτονιά του Βαρδάρη στη Θεσσαλονίκη. Κάποιος θαυμάζει τα μικρά και καλοσχηματισμένα πόδια μιας πόρνης.

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

• «Η αθηναϊκή κεραμική βρίθει παραστάσεων που έχουν αναγνωριστεί ως σκηνές πορνείων. Οι άνδρες και οι γυναίκες που εργάζονται σε αυτούς τους οίκους ανοχής περιγράφονται ως καθήμενοι(-αι) επί των οικημάτων… Αυτή η γραφική περιγραφή αντιστοιχεί στη φυσική διάταξη των αθηναϊκών οίκων ανοχής που φαίνεται πως συμπεριλάμβαναν είτε ένα ενιαίο μεγάλο (και ενίοτε ακόμα και λαβυρινθώδες) κτίσμα […] Ο έρωτας επ’ αμοιβή απαντά σε πολλά είδη της αρχαιοελληνικής γραμματείας και είναι εντυπωσιακά παρών σε υλικά τεκμήρια». Από το βιβλίο του  Έντουαρντ Κοέν «Ο αγοραίος έρωτας στην αρχαία Αθήνα».

• «Αι άλλαι εταίραι των Αθηνών, όχι αι κοιναί, αλλ’ ούτε της τάξεως της Φρύνης και της Λαΐδος, εζήτουν τους φίλους εις το ονομαστόν των Αθηνών προάστιον, τον Κεραμεικόν. Ο τόπος ούτος, κατά τον Ησύχιον, τον Λουκιανόν και άλλους, ήτο το εντευκτήριον των εταιρών εν γένει… Εκεί αι εταίραι δεν είχον ανάγκην συμβολικών χειρονομιών διά να προσελκύσουν την προσοχήν των ανδρών είτε να φορούν ειδικά υποδήματα με την λέξιν “ακολούθει”. Απλώς έγραφον (ή αι ίδιαι ή δι’ αποστελλομένης δούλης) το όνομά των εις του τοίχους του Κεραμεικού και ούτω εδείκνυον ότι ήσαν ελεύθεραι». Από το βιβλίο του Γρηγορίου Στεφάνου «Αι εταίραι κατά την ελληνικήν αρχαιότητα». 

• «Η ζωή της εταίρας είναι μια αδιάκοπη παράτα… Τα λόγια και η μιμική της προορίζονται όχι για να εκφράσουν σκέψεις αλλά για να αποδώσουν κάποιο αποτέλεσμα. Παίζει μπροστά στον προστάτη της την κωμωδία της αγάπης, κάπου-κάπου παίζει την ίδια κωμωδία για τον εαυτό της. Μπροστά στην κοινή γνώμη παίζει την κωμωδία της σεμνότητας και του γοήτρου. Τελικά πιστεύει πως είναι παράγοντας αρετής ή και ιερό είδωλο. Μια πεισματωμένη κακή πίστη κυβερνά την εσωτερική της ζωή έτσι που η ψευτιά τυλίγεται με τη φυσικότητα της αλήθειας, υπάρχουν όμως στη ζωή της και μερικές αυθόρμητες εκδηλώσεις. Δεν ξεχνά τον έρωτα, μα εκείνη που θα δώσει μεγαλύτερη σημασία στο αίσθημα ή την ερωτική χαρά θα χάσει γρήγορα τη θέση της». Από τη συνέντευξη της Σιμόν ντε Μποβουάρ στην Εύα Νικολαΐδου.

• «Κανένα απολύτως παράπονο δεν έχω, ούτε από την κοινωνία ούτε από κανέναν… Αφού το είπαμε, από μικρή –πώς να σ’ το εξηγήσω;– τον ήθελα τον άντρα, τον λιγουρευόμουνα… Όχι, όχι, δεν μετάνιωσα για τίποτα. Το μόνο που φοβάμαι είναι για την υγεία μου… Πολύ το φοβάμαι το AIDS. Τώρα που μιλάμε για αρρώστιες, θυμάμαι την Κατοχή, που είχαμε προβλήματα με τη σύφιλη. Είχαν έρθει, βλέπεις, οι Ιταλοί στρατιώτες από την Αβησσυνία και φέρνανε την αρρώστια με το τσουβάλι. Θυμάμαι πόση εντύπωση είχε κάνει στον γιατρό μου που δεν είχα κολλήσει. Πρόσεχα όμως πάντοτε. Ξεδιάλεγα». Από τη συνέντευξη της Γαβριέλας Ουσάκοβα στην Εύα Νικολαΐδου. 

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Γαλλίδες πόρνες

• «Έρχονται εδώ για να το παίξουν αρσενικοί. Εδώ είναι οι φαλλοκράτες! Εδώ είναι το ισχυρό φύλο! Απ' έξω, στο σαλόνι. Διότι μέσα στο δωμάτιο, είναι άλλο πράγμα… Είχα έναν στρατιωτικό, μεγάλο. Τον σκότωνα στο ξύλο. Με προκαλούσε… “Κοίταξε”, του έλεγα, “εσύ λοιπόν έχεις τόσα παιδιά φαντάρους, που τους κάνεις τη ζωή ποδήλατο. Θα σε σκοτώσω, κερατά”. Ο άνθρωπος αυτός διοικούσε μία από τις μεγαλύτερες μονάδες στην Αθήνα». Από την αφήγηση της Πόλυς.

• «Η δεσποινίς Στέλλα είναι ένας νεαρούλης γύρω στα 22, με καλλίγραμμο σώμα, πρόσωπο σπάνιας ομορφιάς και πλούσιο στήθος. Όμως από τη μέση και κάτω είναι άντρας: “Εμείς τους προσφέρουμε το πολύ ειδικό σεξουαλικό παιχνίδι… Εμείς εισβάλλουμε στα όνειρα των ανθρώπων που ψάχνουν σε εμάς όχι αυτό που είμαστε αλλά αυτό που θέλουν να βρουν”». 

• «Συνολικά κατά την περίοδο 1990-2000 τα έσοδα από την εκμετάλλευση των ανήλικων κοριτσιών από τα δίκτυα διεθνούς σωματεμπορίας ξεπέρασαν τα 435 εκατ. ευρώ, 7% των συνολικών εσόδων της εξαναγκαστικής πορνείας στην Ελλάδα». Στοιχεία που παραθέτει ο καθηγητής Εγκληματολογίας Γρηγόρης Λάζος για μια δεκαετία που ταυτίστηκε τον εκσυγχρονισμό, την ανάπτυξη και την ντόλτσε βίτα.

• «“Βούρλα” ήταν η ονομασία που επικράτησε για ένα ενιαίο κτιριακό και κοινωνικό συγκρότημα που αποτελούνταν από εβδομήντα περίπου οίκους ανοχής. Λειτούργησε από το 1876 μέχρι το 1940, στην περιοχή της Δραπετσώνας. Λόγω του μεγέθους του, το συγκρότημα χαρακτηριζόταν ως η Μέκκα του εταιρισμού. Τα Βούρλα αποτέλεσαν και κέντρο τιμωρητικού σωφρονισμού ανυπάκουων ή ατίθασων νεαρών γυναικών». (από έρευνα του ιδίου)

«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Γερμανίδες πόρνες
«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω» Facebook Twitter
Γερμανίδες πόρνες

• «Η Μπάρα υπήρξε η μεγίστη πορνοσύναξη της νεότερης Ελλάδος… το μοντέλο της εθιμοταξίας της δέον να αναζητηθεί στην Ισταμπούλ. Στην Μπάρα έβλεπες μόνον μπορντέλα-καμαρούλες, κυριαρχούσε δηλαδή η μορφή της εντός μπορντέλου ξεμοναχιασμένης πόρνης… Η πόρνη, για να αντεπεξέλθει στο κρύο (μην ξεχνάτε πως ήταν σχεδόν γυμνή), καθόταν σε μια καρέκλα, καβάλα στο μαγκάλι, με ανοικτά τα σκέλια, ρίχνοντας μια πατατούκα στη ράχη της… Αυτός ο τρόπος θέρμανσης είχε ένα δυσάρεστο επακόλουθο. Τα μπούτια της καψαλίζονταν – μέσα μεριά – αποκτώντας μια σιχαμερή μαβιά όψη. Ο πελάτης όμως δεν σταμάταγε μπροστά σε τέτοιες λεπτομέρειες». Ο Ηλίας Πετρόπουλος στο «Μπουρδέλο» για τη φημισμένη πιάτσα οίκων ανοχής της Θεσσαλονίκης που απλωνόταν από την πλατεία Βαρδαρίου μέχρι τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό και λειτουργούσε μέχρι το 1949.

• «Σημασία έχει ότι είμαστε μια μερίδα ανθρώπων που μας εκμεταλλεύονται οι πάντες και τα πάντα. Γιατροί, ηλεκτρολόγοι, ελαιοχρωματιστές, οι πάντες... Από τη στιγμή που θα μάθουν ότι κάνω αυτήν τη δουλειά, είμαι τελειωμένη. Εκεί που πλήρωνα εκατό χιλιάδες, θα πρέπει να πληρώσω πεντακόσιες. Πουτάνα είμαι, που τα κονομάει. Δηλαδή αυτή είναι η νοοτροπία του Έλληνα. Αυτή βγάζει, να της τα πάρουμε. Δεν έχουν ενδοιασμούς για το πώς τα βγάζω εγώ, για το πόσο υποφέρω…». Από την αφήγηση της Α.Π.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ






 

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Εταίρες, ιερόδουλες και πόρνες»: Η ιστορία της σεξουαλικής εργασίας

Βιβλίο / «Εταίρες, ιερόδουλες και πόρνες»: Η ιστορία της σεξουαλικής εργασίας

Το βιβλίο της Κέιτ Λίστερ κυκλοφορεί σύντομα από τις εκδόσεις Καπόν σε μετάφραση Ηλία Μαγκλίνη και περιλαμβάνει πεντακόσιες εικονογραφήσεις και μια χρονολογικά δομημένη αναδρομή στην ιστορία της σεξουαλικής εργασίας και των κοινωνιών που βάδισαν χέρι-χέρι με τους εργάτες και τις εργάτριες του σεξ.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η ιστορία της σεξουαλικής εργασίας ιδωμένη σαν ένα μαύρο παραμύθι με πολλά κεφάλαια

Ηχητικά Άρθρα / Η ιστορία της σεξουαλικής εργασίας σαν μαύρο παραμύθι

Το βιβλίο της Κέιτ Λίστερ «Εταίρες, ιερόδουλες και πόρνες» κάνει μια αναδρομή στην ιστορία της σεξουαλικής εργασίας και των κοινωνιών που βάδισαν χέρι-χέρι με τους εργάτες και τις εργάτριες του σεξ.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ