«Εξομολογήσεις μιας μάσκας»: To επί χρόνια εξαντλημένο αριστούργημα του Γιούκιο Μισίμα

Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα δεν φοβήθηκε στο πρώιμο αυτό έργο του να μιλήσει με ειλικρίνεια για την προσωπική του vita sexualis, γράφοντας μια ιδιότυπη «σεξουαλική αυτοβιογραφία».
0

«Το πεπρωμένο του δεν ήταν για οίκτο. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν άξιο λύπησης. Ήταν μάλλον περήφανο και τραγικό: θα μπορούσε να ονομαστεί και λαμπρό», γράφει ο Γιούκιο Μισίμα στο πεζό ποίημά του που είναι ενσωματωμένο στο μυθιστορηματικά γραμμένο αυτοβιογραφικό έργο που τον έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό και έχει τον τίτλο Εξομολογήσεις μιας μάσκας.

Στο Τόκιο του 1945, τη χρονιά που μαίνονταν οι βομβαρδισμοί με τα περισσότερα θύματα, ο νεαρός Κοτσάν –alter ego του Γιούκιο Μισίμα και ουσιαστικά παράφραση του πραγματικού του ονόματος, Κιμιτάκε– αγωνίζεται, κάνοντας βόλτες σε μια ενίοτε οργιαστικά ανθισμένη φύση και σε διαλυμένα τοπία, γεμάτα νεκρούς και τραυματίες –μια διαρκής αντίστιξη παράδεισου και κόλασης–, να βρει τη δική του ταυτότητα που, εκ των πραγμάτων, εντοπίζεται στη σχέση του με τους γύρω του και τη σεξουαλικότητά του. Οι εφηβικές φαντασιώσεις του, που αφορμώνται από εμμονικές σκέψεις για αιματοβαμμένα ανδρικά σώματα και μια βασανιστική έλξη για τους εύρωστους συνομηλίκους του, περιστρέφονται γύρω από το βαθύ έρεβος της επιθυμίας, επιβεβαιώνοντας την αρχετυπική συνύπαρξη έρωτα και θανάτου.

Ο Μισίμα μετέτρεψε τον εαυτό του σε ζωντανό, θεατρικό δρώμενο, τελετουργική επεξεργασία, εμπύρετο λεκτικό παραλήρημα σαν αυτά που ποτίζουν τις ποιητικές στιγμές των Εξομολογήσεών του, ακόμα και όταν παραδέχεται ότι έφτασε στο ύψιστο σημείο κυνισμού να αδιαφορεί ακόμα και για τις αντιδράσεις των υπολοίπων απέναντί του.

Αντίστοιχα, πάλι, οι απανωτές προσωπικές του ήττες, σύμφυτες με αυτές της ίδιας του της χώρας, είναι άμεσα συνυφασμένες με την ανικανότητά του να εναρμονιστεί με την επιβεβλημένη κανονικότητα της αστικής κοινωνίας του Τόκιο: με τη συντηρητική του οικογένεια, τους συμμαθητές και τους κατόπιν συμφοιτητές του, την αρραβωνιαστικιά του και την αυστηρή τάξη πραγμάτων στην οποία οφείλει να υποταχθεί, φορώντας την κοινωνική του μάσκα. Οι ομοφυλοφιλικές του τάσεις αποτυπώνονται, ως εκ τούτου, αποκλειστικά μέσα από φαντασιώσεις, καθώς σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να πραγματωθούν στην πρώιμη αυτή εφηβική ηλικία. Τον μόνο, όμως, που δεν μπορεί να κοροϊδέψει είναι ο ίδιος του ο εαυτός, ο οποίος ονειρεύεται θριαμβικούς θανάτους με έντονες σεξουαλικές ομοφυλοφιλικές ενορμήσεις, αποτυπωμένες σε έναν ηρωικού τύπου θάνατο, δηλαδή περίπου σαν την τελετουργικού τύπου αυτοκτονία στην οποία προέβη στα 45 του χρόνια, σύμφωνα με τις επιταγές του σεπούκου και με τη χάρη ενός σαμουράι, φορώντας τη λευκή «χακιμάκι» κορδέλα του και παραδίδοντας το κεφάλι του στα χέρια του γενναίου εραστή του.

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Γιούκιο Μισίμα, Εξομολογήσεις μιας μάσκας, Μτφρ.: Αλέξης Καλοφωλιάς, Σελ.: 256, Εκδόσεις Άγρα

Μέχρι, όμως, να πετύχει τον ένδοξο τέλος, που συνδεόταν με τα χαμένα αυτοκρατορικά μεγαλεία τα οποία ενέπνευσαν και τη λογοτεχνική του τέχνη –άρτια, ακριβή, μεστή αναφορών στον κόσμο της ελληνικής αρχαιότητας και στον σαδιστικό κόσμο του Ντε Σαντ–, ο Γιούκιο Μισίμα δεν φοβήθηκε στο πρώιμο αυτό έργο του να μιλήσει με ειλικρίνεια για την προσωπική του vita sexualis, γράφοντας μια ιδιότυπη «σεξουαλική αυτοβιογραφία», όπως την είχε περιγράψει ο ίδιος, με τον τίτλο Εξομολογήσεις μιας μάσκας.

Οι υπέροχα περήφανοι άνδρες και τα γυμνασμένα σώματα που αντιστοιχούν στην υπεροχή και στην ανδρεία που θαύμαζε από μικρός ήταν το μόνιμο μοτίβο όχι μόνο των περιγραφών του βιβλίου αλλά και της ποιητικής και απολλώνειας εμμονής του – δεν είναι τυχαίο που ένα άγαλμα του θεού Απόλλωνα, αντίστοιχο με αυτό από τον ιερό χώρο των Δελφών, στόλιζε μονίμως τον κήπο του. Μαζί, όμως, με τους μυθικούς αρχαιοελληνικούς θεούς, αυτή η κάθοδος στο ασυνείδητο φέρνει στην επιφάνεια διαρκείς λεκτικούς θησαυρούς, λέξεις που δεν έχουν ενσωματωθεί στον εμπειρικό πολτό ούτε καεί, αντίθετα έχουν διατηρήσει κάτι από τη μυστική τους ζωή, παρά τον πόλεμο που του έκανε το περιβάλλον του. Ο άκρως επιμελής έφηβος που φέρει εις πέρας τις σπουδές του στη Νομική, ο συνεπής μέχρι κάποιο σημείο αρραβωνιαστικός της όμορφης Σονόκο, που της κουβαλάει την τσάντα και της γράφει ένθερμα γράμματα, είναι απλώς τα προσωπεία που φοράει τόσο ο πρωταγωνιστής του βιβλίου όσο και ο ίδιος ο Μισίμα στη ζωή του.

Εξομολογήσεις μιας μάσκας: Η σεξουαλική αυτοβιογραφία του Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα στο γραφείο του, 1970. Φωτογραφία Elliott Erwitt

Ο μύχιος εαυτός διέπεται από μια διαρκή απορία γιατί δεν μπορεί να ακολουθήσει την κανονικότητα των πραγμάτων. Και είναι αυτή ακριβώς η αυθεντική ειλικρίνεια, δοσμένη ταυτόχρονα με ποιητική μεγαλοπρέπεια και αποστομωτικό κυνισμό, που κάνει όλα τα υπόλοιπα μυθιστορήματα της εποχής του να μοιάζουν ψεύτικα, καθώς οι λέξεις του εμπεριέχουν ταυτόχρονα τον συμπυκνωμένο λόγο ενός χαϊκού, την αψεγάδιαστη περιγραφή της τερατόμορφης συνθήκης και της ομορφιάς από τη Λίμνη του δασκάλου του Καραμπάτα, τη βασανιστική και εμμονική επιβολή της σάρκας που συναντάμε στα βιβλία του Τανιζάκι. Η διαφορά είναι ότι ο Μισίμα δεν γράφει απλώς μυθοπλασία αλλά βάζει κυριολεκτικά το κεφάλι του επί πίνακι και νιώθει πραγματικά να είναι ταυτόχρονα ήρωας και θύμα, σαν την αυτοπροσωπογραφία του Αγίου Σεβαστιανού που περιγράφει στο βιβλίο και ενέπνευσε μια σειρά από τις ημίγυμνες φωτογραφίες του, όπως αποκαλύφθηκαν στο βιβλίο του Έικο Χοσόε Βασανιστήριο των ρόδων.

Αυτή η κυρίαρχη εικόνα του Αγίου Σεβαστιανού-σύγχρονου Ενδυμίωνα, που αποτυπώθηκε για πάντα μέσα του από τότε που είδε τον ομώνυμο πίνακα του Γκουίντο Ρένι, συνοψίζει ταυτόχρονα το ηρωικό σθένος, την αρχέγονη σεξουαλικότητα και αυτή την ομορφιά που είχε ως αποκλειστική κατάληξη τον θάνατο. «Μήπως οι γεροφτιαγμένες γυναίκες της Ρώμης, με τις αισθήσεις τους γαλουχημένες από το άρωμα του καλού κρασιού που ξυπνάει τα κόκαλα και από τη γεύση του κρασιού που στάζει κόκκινο από το αίμα, μυρίστηκαν γρήγορα το κακότυχο πεπρωμένο του, άγνωστο ακόμα σ’ εκείνον, και τον αγάπησαν γι’ αυτόν τον λόγο; Το αίμα του κυλούσε με έναν ρυθμό πιο άγριο απ’ όσο συνήθως μέσα στη λευκή του σάρκα, αναζητώντας ένα άνοιγμα για να ξεπηδήσει όταν εκείνη η σάρκα σε λίγο θα άνοιγε. Πώς είναι δυνατόν οι γυναίκες να μην άκουσαν τους θυελλώδεις πόθους ενός τέτοιου αίματος;» γράφει με παραληρηματική ακρίβεια ο ίδιος γι’ αυτό το όραμα του Αγίου Σεβαστιανού στις Εξομολογήσεις μιας μάσκας στην έξοχη μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά από την αγγλική έκδοση που έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο Μισίμα. Δεν είναι να απορείς, μετά από αυτήν τη περιγραφή, που οι ενοράσεις του Ιάπωνα συγγραφέα στοίχειωσαν για πάντα τη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, καθώς σηματοδότησαν το χέρι ενός μείζονος λογοτέχνη, ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει τις εναγώνιες αποτυπώσεις μιας άγονης ακόμα ομοφυλοφιλικής ταυτότητας σε ποιητικό οδηγό, αναζητώντας ταυτόχρονα τον Ρίλκε και τον Ζενέ ηχηρά («Το σώμα μου έτρεμε από μια παράξενη θλίψη. Καιγόμουν από μια μοναξιά τόσο φλογερή όσο ο ίδιος ο ήλιος»).

Εξομολογήσεις μιας μάσκας: Η σεξουαλική αυτοβιογραφία του Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα και o Ταντανόρι Γιόκου, Τόκιο, 1968. Φωτ: Kishin Shinoyama

Ομολογεί, ωστόσο, πως η ενοχή που έτρεφε για τη σεξουαλικότητά του δεν είναι αυτή της δυτικής επεξεργασμένης ψυχικής αστάθειας που περιγράφει ο Στέφαν Τσβάιχ στα μυθιστορήματά του αλλά ενείχε μια ένταση που μάλλον αποκτούσε σχεδόν νιτσεϊκά χαρακτηριστικά – με άλλα λόγια τον έκανε να πηγαίνει ένα βήμα μπροστά από το ανθρώπινο είδος. Η πρώιμη αυτή αλαζονεία, αποτέλεσμα της αποστασιοποίησης από τους συνομηλίκους του, εμποτισμένη με έντονα στοιχεία αμφιβολίας, μετατράπηκε έτσι σε ένα ιδιόμορφο μπουσίντο, αυτή την υψιπετή συμπεριφορά της ιαπωνικής ελίτ, συνώνυμη των ευγενών και ενός υψηλών αξιώσεων συγγραφέα. Μακριά από τα εύκολα, δυτικότροπα, ψυχαναλυτικού τύπου συμπεράσματα, ο Μισίμα μετέτρεψε τον εαυτό του σε ζωντανό, θεατρικό δρώμενο, τελετουργική επεξεργασία, εμπύρετο λεκτικό παραλήρημα σαν αυτά που ποτίζουν τις ποιητικές στιγμές των Εξομολογήσεών του, ακόμα και όταν παραδέχεται ότι έφτασε στο ύψιστο σημείο κυνισμού να αδιαφορεί ακόμα και για τις αντιδράσεις των υπολοίπων απέναντί του. Δεν ήταν ο φόβος των επιπτώσεων που καθοδηγούσε τις πράξεις του αλλά η εσωτερική ανάγκη να μη διασαλεύσει την τάξη πραγμάτων.

Αλλά και πάλι, η εμμονή με τον θάνατο δεν ήταν τόσο αποτέλεσμα μιας ιδιόμορφης προσωπικής σκέψης όσο η συνέχεια μιας κανονικότητας που έκανε τους Ιάπωνες να οσμίζονται το αίμα σε κάθε τους βήμα: οι νεκροί των πολέμων μετέτρεψε, όπως παραδέχεται ο Μισίμα, την καθημερινότητά τους σε μια αναγκαστική μελέτη θανάτου, χαρίζοντάς τους μια πρώιμη εσωτερική ωριμότητα. Η ζωή μας, λέει, «έμοιαζε με αλμυρή λίμνη από την οποία το περισσότερο νερό είχε ξαφνικά εξατμιστεί, αφήνοντας τόσο πυκνή συγκέντρωση αλατιού που τα σώματά μας επέπλεαν νωχελικά στην επιφάνεια». Για έναν τόσο σωματικό στις περιγραφές του συγγραφέα, η φράση αυτή είναι ακόμα πιο σημαντική από τον αριστοτελικό ορισμό της ευτυχίας ή τη σωκρατική θέαση της υψηλής, στοχαστικής θέασης της ψυχής. Άλλωστε, ο πνευματικός τρόπος ζωής του Μισίμα, πολύ κοντά σε αυτό που η Γιουρσενάρ θεωρούσε ως στωικού τύπου κοσμοθεωρία, δεν απαιτούσε περιττές κουβέντες αλλά πράξεις: απόδειξη ότι οι φαντασιώσεις του υλοποιήθηκαν στο ακέραιο όχι μόνο όσον αφορά τις σεξουαλικές εμμονές αλλά και με την Ένωση της Ασπίδας, δηλαδή τους δικούς του στρατιώτες, τους οποίους έντυνε με στολές που έραβε ο ίδιος, κάτι που έκανε καλλιτέχνες, όπως ο Ντέιβιντ Μπόουι, να τον μετατρέψουν σε στυλιστικό σύμβολο και σημείο αναφοράς. Είναι η ίδια κοσμοθεωρία που τον έκανε, αφού επιδόθηκε στο περίφημο σεπούκου με το ιαπωνικό μαχαίρι τόντο, να επιβάλει στον σύντροφό του, υπολοχαγό Χίσο Μορίχο, να τον θανατώσει με το αυτοκρατορικό σπαθί, επιβεβαιώνοντας ένα προαποφασισμένο σενάριο που είχε γράψει από νωρίς για την κατάληξη του βίου του, όπως διαφαίνεται και από τις Εξομολογήσεις μιας μάσκας. Με αυτόν τον τρόπο γλίτωσε το «μαρτύριο που τον περίμενε» στη διαδρομή, όπως γράφει χαρακτηριστικά, αποδεικνύοντας στην πράξη «ότι η σφραγίδα που είχε βάλει πάνω του η Μοίρα ήταν ακριβώς το τεκμήριο του αποχωρισμού του από όλους τους κοινούς ανθρώπους της γης».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τα καλύτερα της χρονιάς – Λογοτεχνία

Βιβλίο / Λογοτεχνία: Αυτά είναι τα καλύτερα (και τα πιο αγαπημένα μας) για το 2023

21 πολύτιμες επιλογές από τον τομέα της λογοτεχνίας που ξεχωρίσαμε από τη χρονιά που πέρασε. Νέοι Έλληνες συγγραφείς, νέες μεταφράσεις κλασικών αριστουργημάτων και η επιστροφή των μεγάλων συγγραφέων του καιρού μας με νέα βιβλία.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ & ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
ΕΥΠΩΛΗΤΑ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ

Βιβλίο / Διαβάζει λογοτεχνία και ποίηση η gen Z;

Άραγε μπορεί η γενιά Ζ, η οποία μεγάλωσε μπροστά σε μια οθόνη, ταυτίζεται με το διαδίκτυο, κάνει πολλά πράγματα συγχρόνως (multitasking) και που το καλύτερο δώρο που μπορείς να της κάνεις είναι ένα τελευταίας τεχνολογίας gadget, να αναγνωρίζει την ανεκτίμητη αξία του βιβλίου, να επενδύει στην ανάγνωση ως μορφή ψυχαγωγίας, να επιλέγει το βιβλίο ως πηγή γνώσης, πληροφοριών αλλά και ως έναν μοναδικό τρόπο χαλάρωσης;
ΑΝΝΑ ΚΟΚΟΡΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τζορτζ Μάικλ: Η ζωή και τα σκοτάδια του σε μια βιογραφία

Βιβλίο / Τζορτζ Μάικλ: Η ζωή και τα σκοτάδια του σε μια βιογραφία

Πεθαίνει σαν σήμερα ένα μεγάλο είδωλο της ποπ. Στο βιβλίο «George Michael - Η ζωή του» ο Τζέιμς Γκάβιν δεν μιλάει μόνο για τις κρυφές πτυχές του μεγαλύτερου ειδώλου της ποπ αλλά και για την αδυναμία του να αποκαλύψει τη σεξουαλική του ταυτότητα, κάτι που μετέτρεψε το πάρτι της ζωής του σε πραγματική τραγωδία.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Το πίσω ράφι/ Έλενα Χουζούρη «Δυο φορές αθώα»

Το Πίσω Ράφι / Έλενα Χουζούρη: «Δεν ξεχάσαμε απλώς την ταυτότητά μας, την κλοτσήσαμε»

Στο μυθιστόρημά της «Δυο φορές αθώα» η συγγραφέας θέτει το ερώτημα «τι σημαίνει πια πατρίδα», επικεντρώνοντας στην αίσθηση του ξεριζωμού και της ισορροπίας ανάμεσα σε διαφορετικούς κόσμους.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Θεσσαλονίκη πριν

Βιβλίο / «ΣΑΛΟΝΙΚΗ»: Ένα σπουδαίο βιβλίο για τη Θεσσαλονίκη

Το πρωτότυπο βιβλίο του Γιάννη Καρλόπουλου παρουσιάζει μέσα από 333 καρτ ποστάλ του εικοστού αιώνα –αποτυπώματα επικοινωνίας– την εξέλιξη της φωτογραφίας και της τυπογραφίας από το 1912 μέχρι τα τέλη των ’80s.
M. HULOT
Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Βιβλίο / Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Μια νέα βιογραφία αναζητεί τα ίχνη του Έλληνα φιλοσόφου: κάτι ανάμεσα σε άστεγο και αλήτη, δηλητηριώδη κωμικό και performance artist, επιδείκνυε την περιφρόνησή του για τις συμβάσεις της αστικής τάξης της αρχαίας Αθήνας.
THE LIFO TEAM
Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM