Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας

Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
5

Αν εξαιρέσεις την πρώτη-πρώτη πρεμιέρα της «Μαντάμα Μπατερφλάι» στη Σκάλα του Μιλάνου, στις 17 Φεβρουαρίου 1904, μια εκκωφαντική αποτυχία που ο Πουτσίνι δεν μπόρεσε να ξεχάσει ποτέ, όλες οι επόμενες παραστάσεις της ήταν ένας θρίαμβος για τον συνθέτη και την όπερά του – μία από τις τελευταίες μεγάλες στιγμές του ιταλικού μπελκάντο. Ο Πουτσίνι, ωστόσο, δεν πτοήθηκε – ήταν η όπερα που αγάπησε περισσότερο απ’ όλες.

Αμέσως μετά μείωσε την έκταση της –μεγαλύτερης απ’ όσο έπρεπε– δεύτερης πράξης και επέλεξε ένα αρκετά μικρότερο θέατρο για να εξασφαλίσει τη σωστή δραματική ατμόσφαιρα που χρειάζονταν το έργο του. Πράγματι, τρεις μήνες μετά, η δεύτερη παράσταση της Μαντάμα Μπατερφλάι στο Teatro Grande της Μπρέσια (Brescia) είχε ενθουσιώδη ανταπόκριση. Ο Πουτσίνι δούλεψε κι άλλο την δραματουργική οικονομία του έργου του, δίνοντας την έξοχη οριστική μορφή της στην εκδοχή που παρουσιάστηκε στην Opéra Comique του Παρισιού στις 28 Δεκεμβρίου 1906. Έκτοτε αποτελεί μία από τις πλέον δημοφιλείς όπερες του λυρικού ρεπερτορίου.

Τι έγινε στην πρώτη πρεμιέρα;

Το φιάσκο της πρώτης πρεμιέρας του έργου, πάντως, έχει ενδιαφέρον γιατί δεν αφορά την ποιότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας αυτή καθαυτή, αλλά τον τρόπο που λειτουργούσε η δυναμική αγορά του λυρικού θεάτρου τον 19ο αι. και στις αρχές του 20ού, και τα παιχνίδια που έπαιζαν και τότε τα ΜΜΕ (εν προκειμένω οι εφημερίδες).

Καθόλη της διάρκεια του 19ου αι. η κυριαρχία της όπερας στην ιταλική show-bizz ήταν απόλυτη. Το ενδιαφέρον κοινού και τύπου για κάθε νέο έργο ή για κάθε καινούργια παραγωγή παλαιότερου, ήταν μεγάλο. Οι λυρικοί τραγουδιστές ήταν οι σταρ της εποχής και οι συνθέτες όπερας ιδιαιτέρως προβεβλημένα πρόσωπα. Ήταν λογικό: σε μια εποχή που κάθε σπίτι περιωπής είχε πιάνο και που βασικός τρόπος διασκέδασης ήταν οι εσπερίδες στις οποίες δεσποινίδες και κυρίες έπαιζαν στο πιάνο δημοφιλείς συνθέσεις και άριες (οι παρτιτούρες ήταν συνήθως τυπωμένες, προς πώληση, τη μέρα της πρεμιέρας), κάθε όπερα που παρείχε νέο υλικό, γινόταν αμέσως σουξέ και θέμα συζήτησης.  

Αν εξαιρέσεις την πρώτη-πρώτη πρεμιέρα της «Μαντάμα Μπατερφλάι» στη Σκάλα του Μιλάνου, στις 17 Φεβρουαρίου 1904, μια εκκωφαντική αποτυχία που ο Πουτσίνι δεν μπόρεσε να ξεχάσει ποτέ, όλες οι επόμενες παραστάσεις της ήταν ένας θρίαμβος για τον συνθέτη και την όπερά του –μία από τις τελευταίες μεγάλες στιγμές του ιταλικού μπελκάντο.

Επιπλέον τότε δεν θεωρούνταν ανάγωγο να εκφράσουν οι θεατές μεγαλοφώνως, την ώρα της παράστασης, την αρέσκεια ή την απαρέσκειά τους. Δεν τους απασχολούσε αν θα έκοβαν την συνοχή του έργου και της σκηνικής ερμηνείας του. Αν μία άρια ή ένα ντουέτο τους έκανε εντύπωση ζητούσαν, φωνάζοντας το γνωστό bis, την άμεση επανάληψή τους. Οπότε το έργο «πάγωνε» και η ορχήστρα και ο τραγουδιστής ερμήνευαν ξανά το κομμάτι για να ευχαριστήσουν το κοινό.

Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
Πάνω: H σοπράνο Ροζίνα Στόρκιο στην πρώτη παράσταση. Κάτω: Μακέτα του σκηνικού

Τι γινόταν, όμως, στην αντίθετη περίπτωση που το έργο δεν άρεσε; Οι φωνές, τα γέλια, οι αποδοκιμασίες και τα σαρκαστικά bis ήταν ο εφιάλτης συνθέτη και τραγουδιστών. Εννοείται πως δεν έλειπαν και οι στημένες αποδοκιμασίες που, αν γενικότερη συγκυρία ήταν ευνοϊκή, μπορούσαν να επηρεάσουν και τους αθώους θεατές.

Αυτό συνέβη με τη Μαντάμα Μπατερφλάι, στο τεράστιο (χωρητικότητας  σχεδόν 2.000 θέσεων) θέατρο της Σκάλα, που βρισκόταν στην κορυφή των πλέον επιδραστικών θεάτρων όπερας της εποχής. Φαίνεται πως η μυστικότητα που επεδίωξε ο παραγωγός κατά τη διάρκεια των προβών, ώστε να προκαλέσει το μέγιστο ενδιαφέρον του κοινού για το καινούργιο έργο του Πουτσίνι –δημιουργού, την προηγούμενη δεκαετία, των μεγάλων επιτυχιών Μανόν Λεσκό (1893), Λα Μποέμ (1896) και Τόσκα (1900)–, είχε αντίθετο αποτέλεσμα και προκάλεσε τη στημένη απόρριψή της πρεμιέρας.

Ο Ρικόρντι απαγόρευσε να κυκλοφορήσουν οι παρτιτούρες της μουσικής εκτός θεάτρου και απέκλεισε δημοσιογράφους και κριτικούς από τη συνήθη τακτική να παρακολουθήσουν πρόβα. Το γεγονός ότι για την πρώτη παράσταση είχαν εξασφαλιστεί εκλεκτοί, ιδιαιτέρως δημοφιλείς λυρικοί τραγουδιστές, με πρώτη την σοπράνο Ροζίνα Στόρκιο (Rosina Storchio) στον ρόλο της νεαρής Γιαπωνέζας, δεν στάθηκε αρκετό.

Σχεδόν από την αρχή της παράστασης το κλίμα ήταν αρνητικό. Κάποιες ατυχείς στιγμές, ένα σημείο της μουσικής που θύμισε «Μποέμ», η μεγάλη διάρκεια της δεύτερης πράξης, ήταν αρκετά για τις έντονες αποδοκιμασίες και τα έως και χυδαία σχόλια που ακούγονταν, εμποδίζοντας τους τραγουδιστές ν’ ακούν την ορχήστρα. Οι κριτικές της επόμενης μιλούσαν για «Φιάσκο στη Σκάλα!» Ο Πουτσίνι δεν θέλησε να δοθεί άλλη παράσταση, αναλαμβάνοντας το κόστος της ματαίωσης: έδωσε 20.000 λίρες στον Ρικόρντι!

Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
Αφίσα που δημιούργησε ο καλλιτέχνης Adolfo Hohenstein για ανέβασμα της Μαντάμα Μπατερφλάι

Η μόδα του ιαπωνισμού

Έως το 1853 η Ιαπωνία ήταν κλειστή στον έξω κόσμο. Στις 8 Ιουλίου δύο φρεγάτες κι άλλα δύο ακόμη πλοία του αμερικανικού πολεμικού Ναυτικού υπό τον Μάθιου Πέρι προσέγγισαν το λιμάνι της Ουράγκα. Αποστολή τους ήταν να πείσουν την ιαπωνική αρχή για έναρξη διπλωματικών σχέσεων και εμπορικών συναλλαγών. Κάτι τα κανόνια των Αμερικανών, κάτι που η Ιαπωνία είχε ξεμείνει με τον εξοπλισμό και την πολεμική τακτική των σαμουράι, η συνθήκη με τις ΗΠΑ για άνοιγμα των λιμανιών της Ιαπωνίας υπεγράφη το Μάρτιο του 1854. Ανάλογες συμφωνίες υπογράφηκαν και με άλλες χώρες της Δύσης τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Το άνοιγμα του υπέροχου, μυστικού έως τότε, κόσμου της εξωτικής Ιαπωνίας και η εμφάνιση στις δυτικές αγορές ιαπωνικών χειροποίητων κομψοτεχνημάτων (από βεντάλιες και κιμονό, λεπταίσθητες πορσελάνες, πολύτιμα έπιπλα από λάκα και είδη από και σμάλτο έως τις έξοχες γιαπωνέζικες ξυλογραφίες ουκίγιο-έ) προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση. Το β' μισό  του 19ου αι. η αδηφάγα (εμπορικά και πολιτιστικά) Ευρώπη υιοθέτησε την μόδα του «ιαπωνισμού» και σημαντικοί δημιουργοί διαφορετικών τεχνών αφέθηκαν στη γοητεία του σινοϊαπωνικού πολιτισμού.

 

Πιο γνωστή είναι η επιρροή που άσκησαν τα ιαπωνικά χαρακτικά στους ιμπρεσιονιστές και μετα-ιμπρεσιονιστές ζωγράφους (Μανέ, Μονέ, Βαν Γκογκ, Ντεγκά, Ρενουάρ, Γκογκέν, Τουλούζ-Λοτρέκ κ.ά.). Ωστόσο στην ίδια μόδα εντάσσονται μουσικά έργα όπως η μονόπρακτη όπερα « La Princesse Jaune» (1871) του Καμίλ Σαιν-Σανς αλλά και το κωμικό μελόδραμα «The Mikado» (1885) των εμπορικών Γκίλμπερτ και Σάλιβαν.

 

Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
Κλοντ Μονέ, «Η Γιαπωνέζα» (1875)
Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
Η Μαρία Κάλλας στο ρόλο της Μπατερφλάι

 

 

Το 1887 κυκλοφορεί το μυθιστόρημα Madame Chrysanthème του Πιερ Λοτί, αξιωματικού του Ναυτικού και συγγραφέα πολύ δημοφιλών εξωτικών ιστοριών και αυτοβιογραφικών χρονικών από υπερατλαντικά ταξίδια και αποστολές. Ο συγγραφέας, αντλώντας από την προσωπική του εμπειρία, γράφει την ιστορία ενός ναυτικού που κατά τη διάρκεια της προσωρινής διαμονής του στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου, και για όσο αυτή διαρκεί, εξαγοράζει για «σύζυγο» μία γκέισα.

Φαίνεται πως στο β' μισό του 19ου αι., κατά την κατάκτηση της Ιαπωνίας από τους βιομηχάνους και τους εμπόρους της Δύσης, το φαινόμενο ήταν συχνό και υπήρχαν μεσάζοντες που έβρισκαν εξωτικές «συζύγους» στους ενδιαφερόμενους. Το μυθιστόρημα του Λοτί σύντομα μεταφράστηκε στα αγγλικά και επηρέασε τη νουβέλα του Τζον Λούθερ Λονγκ «Madame Butterfly» που δημοσιεύτηκε το 1898 στο περιοδικό Century Illustrated Monthly Magazine. Ο ίδιος, βέβαια, είχε πει ότι την ιδέα του έδωσε η αδελφή του Τζέιν Κορέλ, που είχε ζήσει στην Ιαπωνία ως σύζυγος Μεθοδιστή ιεραπόστολου.

Στη σειρά των μετα-γραφών ακολουθεί το μονόπρακτο θεατρικό έργο του Ντέιβιντ Μπελάσκο, του γνωστού Αμερικανού παραγωγού, ιμπρεσάριου, σκηνοθέτη και συγγραφέα. Το μικρό έργο του συμπλήρωνε, σε ενιαία παράσταση, τη φάρσα του «Naughty Anthony» και λόγω του εξωτικού σκηνικού και της συγκινητικής νεαρής Γιαπωνέζας που αυτοκτονεί, μετά την εγκατάλειψή της από τον Αμερικανό αξιωματικό, άρεσε στο κοινό. Άρεσε και στον Πουτσίνι, που είδε το έργο στο Λονδίνο το καλοκαίρι του 1900.

Επιστρέφοντας στην Ιταλία είχε ήδη αποφασίσει να γράψει μία όπερα πάνω στην ιστορία της δεκαπεντάχρονης λεπτοκαμωμένης σαν πεταλούδα γκέισας Τσο-τσο-σαν, που «παντρεύεται» τον Αμερικανό Πίνκερτον. Αυτός μετά από λίγο καιρό φεύγει. Εκείνη, εγκαταλειμμένη από τους δικούς της, φέρνει στον κόσμο το παιδί του και τον περιμένει να γυρίσει. Όταν, δύο χρόνια μετά, ο Πίνκερτον επιστρέφει με κανονική Αμερικανίδα σύζυγο, αυτοκτονεί.

Μαντάμα Μπατερφλάι: Η ιστορία μιας σπουδαίας όπερας Facebook Twitter
Η Ερμονέλα Γιάχο στο νέο ανέβασμα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Φωτό: Valeria Isaeva

Ο Πουτσίνι έψαξε και μελέτησε την Ιστορία της Ιαπωνίας και του πολιτισμού της πριν γράψει την εξαίσια μουσική της «Μαντάμα Μπάτερφλαι». Η αλληλογραφία του το αποδεικνύει. Ήρθε σε επαφή με την κυρία Ογιάμα, τη σύζυγο του Ιάπωνα πρέσβη στην Ρώμη, η οποία του έδωσε πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες και του τραγούδησε τραγούδια της πατρίδας του.

Ο συνθέτης μελέτησε τις μεταφράσεις ιαπωνικών μουσικών στο δυτικό σημειολογικό σύστημα και χάριν του ρεαλισμού που επεδίωκε στα έργα του, ενέταξε επτά αυτούσιες ιαπωνικές μελωδίες στην μουσική σύνθεση (π.χ. στη σκηνή του γάμου ακούγεται το θέμα από τον ιαπωνικό αυτοκρατορικό ύμνο). Σε αντιδιαστολή των δύο πολιτισμών, η εμφάνιση του Πίνκερτον συνδέεται με τον αμερικανικό εθνικό ύμνο.

Τις τελευταίες δεκαετίες που οι post-colonial σπουδές γνώρισαν άνθηση, η υπέροχη όπερα του Πουτσίνι μελετάται στο πλαίσιο της σύγκρισης και σύγκρουσης δυο διαφορετικών στο πνεύμα και στην πράξη πολιτισμών. Ο Πίνκερτον κάνει το κέφι του, ενώ η αδύναμη μικρή Γιαπωνέζα αυτοκτονεί με το μαχαίρι που έκαναν χαρακίρι οι σαμουράι – έτσι έδιναν τέλος στη ντροπή για την ήττα τους, εξαγνίζονταν για τα κρίματά τους, αποκαθιστούσαν την τιμή τους και την τιμή των συγγενών και των συντρόφων τους. 

Περισσότερο από τις μετα-αποικιακές προσεγγίσεις, ωστόσο, με συγκινούν εκείνες οι προτάσεις που γράφει ο Τζέιμς Τζόις από το Δουβλίνο, στην αγαπημένη του Νόρα στην Τεργέστη, στις 25 Οκτωβρίου 1909:

«Και τώρα, μικρό μου κακοδιάθετο, κακότροπο, υπέροχο κοριτσάκι, υποσχέσου μου ότι δεν θα κλαις αλλά θα μου δίνεις κουράγιο να συνεχίσω τη δουλειά μου εδώ. Θα ήθελα να πας να δεις τη "Μαντάμ Μπατερφλάι" και να με σκέφτεσαι όταν ακούσεις τις λέξεις "Un bel di"».

 

Δύο μέρες της ξαναγράφει και αναφέρεται και πάλι στην ίδια όπερα:

«Το μόνο που ήθελα ήταν ν’ ακούσω αυτήν την όμορφη, ευαίσθητη μουσική συντροφιά μ’ εσένα. Ήθελα να νιώσω την ψυχή σου να σκιρτά από πόθο και λαχτάρα όπως η δική μου, όταν η ηρωίδα τραγουδάει τη ρομάντζα της ελπίδας της, "Un bel di", στη δεύτερη πράξη: "Μια μέρα, μια μέρα θα δούμε μια στήλη καπνού να ανεβαίνει στον ορίζοντα από τη θάλασσα, μακριά: τότε το πλοίο θα φανεί"».

 

 

Με τη Μαντάμα Μπαττερφλάι ανοίγει η Εθνική Λυρική Σκηνή στις 14 Οκτωβρίου 2020 | trailer

Μαντάμα Μπαττερφλάι

Τζάκομο Πουτσίνι

14, 16, 18, 20, 23, 25, 30 Οκτωβρίου & 1, 8, 15 Νοεμβρίου 2020

(Ώρα έναρξης 20.00 | Κυριακές 18.30)

Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος ΕΛΣ – Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος

Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός

Σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια: Ούγκο ντε Άνα

Σχεδιασμός προβολών: Σέρτζιο Μετάλλι – Ideogamma

Φωτισμοί: Βαλέριο Αλφιέρι

Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος

Τσο-Τσο-Σαν: Ερμονέλα Γιάχο (16, 20, 25/10/2020), Τσέλια Κοστέα (14, 18/10 & 15/11/2020), Κριστίνε Οπολάις (23, 30/10 & 1, 8/11/2020)

Σουτζούκι: Ολέσια Πετρόβα (18, 20/10/2020), Χρυσάνθη Σπιτάδη (14, 16, 23, 25, 30/10 & 1, 8, 15/11/2020)

Πίνκερτον: Τζανλούκα Τερρανόβα (16, 20, 23, 25/10/2020), Δημήτρης Πακσόγλου (14, 18, 30/10 & 1, 8, 15/11/2020)

Σάρπλες: Διονύσης Σούρμπης (16, 20, 23, 25/10 & 1/11/2020), Νίκος Κοτενίδης (14, 18, 30/10 & 8, 15/11/2020)

Γκόρο: Νίκος Στεφάνου (16, 20, 23, 25/10 & 1/11/2020), Γιάννης Καλύβας (14, 18, 30/10 & 8, 15/11/2020)

Μπόνζο: Γιάννης Γιαννίσης (16, 20, 23, 25/10 & 1/11/2020), Δημήτρης Κασιούμης (14, 18, 30/10 & 8, 15/11/2020)

Με την Ορχήστρα, τη Χορωδία και Μονωδούς της ΕΛΣ

Σημειώνεται ότι λόγω της πανδημίας του κορονοϊού COVID-19, η όπερα θα παρουσιαστεί στην ενορχήστρωση του Έττορε Πανίτσα για περιορισμένη ορχήστρα (εκδ. Ricordi).

Τιμές: €15, €20, €30, €35, €42, €50, €55, €70

Φοιτητικό, παιδικό: €12

Περιορισμένης ορατότητας: €10

 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 25.5.2017

Θέατρο
5

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ